Καταπιστεύματα υφιστάμενων ασφαλιστικών επιχειρήσεων

225.—(1) Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, παύει να ισχύει η υποχρέωση των υφιστάμενων ασφαλιστικών επιχειρήσεων που υπέχουν δυνάμει του εδαφίου (5) του άρθρου 20 του διά του παρόντος καταργούμενων περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμων του 1984 έως 2001, προς διατήρηση σε ισχύ Εγγράφου Συστάσεως Καταπιστεύματος (Trust), τα δε προηγουμένως συσταθέντα καταπιστεύματα, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), μετά πάροδο τριών μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, διαλύονται και τα περιουσιακά στοιχεία που τα συνιστούν επιστρέφονται, κατά τα οριζόμενα σε επόμενες διατάξεις του άρθρου αυτού.

(2) Η διάταξη του εδαφίου (1) δεν ισχύει, και τα προηγουμένως συσταθέντα καταπιστεύματα δε διαλύονται, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Στην περίπτωση ασφαλιστικής επιχείρησης, της οποίας η άδεια είχε ακυρωθεί δυνάμει των διατάξεων του διά του παρόντος καταργούμενου νόμου, εφόσον εξακολουθούν να υφίστανται εκκρεμείς υποχρεώσεις έναντι των ασφαλισμένων, κατά την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, στον όρο εκκρεμείς υποχρεώσεις συμπεριλαμβάνονται και οι απαιτήσεις σε σχέση με κινδύνους που έχουν επισυμβεί, αλλά δεν έχουν γνωστοποιηθεί·

(β) στην περίπτωση ασφαλιστικής επιχείρησης, η οποία κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου κατέχει μεν άδεια σε ισχύ που της χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων του διά του παρόντος καταργούμενου νόμου, έπαυσε όμως προηγουμένως να ασκεί νέες ασφαλιστικές εργασίες σύμφωνα με στοιχεία που κατέχει η Υπηρεσία· και

(γ) στην περίπτωση ασφαλιστικής επιχείρησης η οποία κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου τελεί υπό εκκαθάριση:

Νοείται ότι, στην τελευταία αυτή περίπτωση, για σκοπούς υπολογισμού της αμοιβής του εκκαθαριστή, στην περιουσία της υπό εκκαθάριση επιχείρησης θα συνυπολογίζονται και τα περιουσιακά στοιχεία που συνιστούν το καταπίστευμα και ότι η δαπάνη που συνεπάγεται η εκκαθάριση, περιλαμβανομένης και της αμοιβής του εκκαθαριστή, θα ικανοποιείται κατά προτεραιότητα έναντι παντός άλλου, από την περιουσία της εταιρείας που βρίσκεται στην κατοχή του εκκαθαριστή και, σε περίπτωση που αυτή δεν επαρκεί, από τα περιουσιακά στοιχεία που συνιστούν το καταπίστευμα.

(3) Οι εμπιστευματοδόχοι οφείλουν όπως, εντός τριών μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, προβούν στη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για τη μεταβίβαση στις ενδιαφερόμενες ασφαλιστικές επιχειρήσεις όλων των περιουσιακών στοιχείων που συνιστούν το καταπίστευμα.

(4) Κάθε δαπάνη που συνεπάγεται η μεταβίβαση αυτή βαρύνει την ασφαλιστική επιχείρηση προς την οποία γίνεται η μεταβίβαση:

Νοείται ότι, προκειμένου περί της μεταβιβάσεως ακίνητης ιδιοκτησίας, η μεταβίβαση αυτή δεν υπόκειται στην καταβολή οποιουδήποτε τέλους μεταβιβάσεως, προβλεπόμενου στον περί Κτηματολογίου και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμου:

Νοείται περαιτέρω ότι, στην περίπτωση οικιστικών δανείων, που λογίζονται εγκεκριμένες επενδύσεις δυνάμει του διά του παρόντος καταργούμενου νόμου, και για την εξασφάλιση των οποίων υφίσταται, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, εγγεγραμμένη υποθήκη προς όφελος των εμπιστευματοδόχων, η μεταβίβαση της υποθήκης από τους εμπιστευματοδόχους στην ενδιαφερόμενη ασφαλιστική επιχείρηση δεν υπόκειται στην καταβολή οποιουδήποτε τέλους, προβλεπόμενου στον περί Κτηματολογίου και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμο.