Έκπτωση επί νέων κεφαλαίων

9Β(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 9, από το φορολογητέο εισόδημα εταιρείας κάτοικου της Δημοκρατίας ή εταιρείας μη κάτοικου της Δημοκρατίας με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία η οποία ασκεί επιχείρηση, παραχωρείται έκπτωση ίση με το γινόμενο του επιτοκίου αναφοράς επί των νέων κεφαλαίων που ανήκουν στην επιχείρηση και που χρησιμοποιούνται από αυτή για τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων της, και η έκπτωση αυτή αφαιρείται από το φορολογητέο εισόδημα του προσώπου αυτού για το εν λόγω φορολογικό έτος:

Νοείται ότι, η έκπτωση παραχωρείται για εκείνη την περίοδο εντός του έτους, κατά τη διάρκεια της οποίας τα νέα κεφάλαια ανήκαν στην επιχείρηση:

(2) Για σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος –

(α) «επιτόκιο αναφοράς» σημαίνει το επιτόκιο απόδοσης δεκαετούς κυβερνητικού ομολόγου του κράτους, στο οποίο επενδύονται τα νέα κεφάλαια, αυξημένο κατά πέντε (5) εκατοστιαίες μονάδες κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται του φορολογικού έτους:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το κράτος στο οποίο επενδύονται τα νέα κεφάλαια δεν έχει εκδώσει οποιοδήποτε κυβερνητικό ομόλογο μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται του φορολογικού έτους για το οποίο διεκδικείται λογιζόμενη έκπτωση με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το επιτόκιο αναφοράς ισούται με το επιτόκιο απόδοσης δεκαετούς κυβερνητικού ομολόγου της Δημοκρατίας προσαυξημένο κατά πέντε (5) εκατοστιαίες μονάδες κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται του φορολογικού έτους.

(β) «νέα κεφάλαια» σημαίνει κεφάλαια τα οποία έχουν εισαχθεί στην επιχείρηση κατά ή μετά την 1η  Ιανουαρίου 2015, αλλά τα οποία δεν περιλαμβάνουν ποσά που έχουν κεφαλαιοποιηθεί και προέρχονται από επανεκτίμηση κινητών ή ακίνητων αξιών και «παλαιά κεφάλαια» σημαίνει τα κεφάλαια που υφίστανται κατά την 31η Δεκεμβρίου 2014:

Νοείται ότι, δεν λογίζονται ως νέα κεφάλαια, οποιαδήποτε κεφάλαια έχουν εισαχθεί στην επιχείρηση κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2015 τα οποία προέρχονται άμεσα ή έμμεσα από αποθεματικά που υφίστανται κατά την 31η Δεκεμβρίου 2014.

(γ) «κεφάλαια» σημαίνει το εκδοθέν μετοχικό κεφάλαιο και το αποθεματικό υπέρ το άρτιον από την έκδοση μετοχών, στο βαθμό που αυτά έχουν εξοφληθεί.

(3) (α) Για την έκπτωση που παραχωρείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου λαμβάνονται υπόψη μόνο κεφάλαια πέραν του ποσού των παλαιών κεφαλαίων.

(β) Σε περίπτωση κατά την οποία τα ποσά των νέων κεφαλαίων μίας επιχείρησης που ασκείται από εταιρεία κάτοικο στη Δημοκρατία ή από εταιρεία μη κάτοικο στη Δημοκρατία με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία, προέρχονται άμεσα ή έμμεσα από ποσά νέων κεφαλαίων άλλης επιχείρησης που ασκείται από εταιρεία κάτοικο στη Δημοκρατία  ή από εταιρεία μη κάτοικο στη Δημοκρατία με μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία, η έκπτωση επί των νέων κεφαλαίων παραχωρείται μόνο σε μία από τις εν λόγω επιχειρήσεις.

(γ) Tο ποσό της έκπτωσης επί νέων κεφαλαίων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσοστό του ογδόντα τοις εκατό (80%) του καθαρού φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει από την εισαγωγή των νέων κεφαλαίων, όπως αυτό έχει προσδιοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου προτού αφαιρεθεί από αυτό η προβλεπόμενη στο παρόν άρθρο έκπτωση.

Νοείται ότι, σε περίπτωση που από την εισαγωγή των νέων κεφαλαίων προκύπτει καθαρή φορολογητέα ζημιά αντί κέρδος, κανένα ποσό έκπτωσης επί νέων κεφαλαίων δεν παραχωρείται.

Νοείται περαιτέρω ότι, ο περιορισμός της έκπτωσης επί νέων κεφαλαίων που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζεται και στο φορολογητέο εισόδημα που προκύπτει ξεχωριστά από κάθε περιουσιακό στοιχείο που έχει χρηματοδοτηθεί από νέα κεφάλαια.

(δ) Σε περίπτωση κατά την οποία ποσά νέων κεφαλαίων προέρχονται άμεσα ή έμμεσα από δάνεια για τα οποία παραχωρείται έκπτωση αναφορικά με τόκους, σύμφωνα με τις διατάξεις της πρώτης ή δεύτερης επιφύλαξης της παραγράφου (15) του άρθρου 11, το ποσό της έκπτωσης τόκου επί των νέων κεφαλαίων μειώνεται κατά το ποσό των τόκων που παραχωρούνται σε άλλη επιχείρηση.

(ε) Η έκπτωση λογίζεται ως τόκος και σε τέτοια περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου 15 του άρθρου 11.

(στ) Σε περίπτωση κατά την οποία νέα κεφάλαια εισάγονται υπό μορφή περιουσιακών στοιχείων σε είδος, το ποσό των κεφαλαίων αυτών για σκοπούς παραχώρησης της έκπτωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να υπερβαίνει την αγοραία αξία των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων κατά την ημερομηνία εισαγωγής τους στην επιχείρηση και καμία έκπτωση δεν παραχωρείται εάν η αγοραία αξία αυτών δεν είναι τεκμηριωμένη κατά την κρίση του Εφόρου.

(ζ) Σε περίπτωση αναδιοργάνωσης η οποία  πραγματοποιείται χωρίς να δημιουργούνται κέρδη υποκείμενα σε φορολογία στη μεταβιβάζουσα εταιρεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VI, η έκπτωση τόκου για ίδια κεφάλαια υπολογίζεται ως εάν να μην έλαβε χώρα η αναδιοργάνωση.

(η) Ο Έφορος δύναται να μην επιτρέψει την παραχώρηση οποιασδήποτε έκπτωσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που κρίνει ότι έχουν γίνει ενέργειες ή συναλλαγές χωρίς ουσιαστικό οικονομικό ή εμπορικό σκοπό οι οποίες αποσκοπούν στην παραχώρηση της σχετικής έκπτωσης, ή ότι τα νέα κεφάλαια για τα οποία διεκδικείται η έκπτωση προέρχονται από κεφάλαια που υπήρχαν πριν την 1η Ιανουαρίου 2015 και τα οποία παρουσιάζονται ως νέα κεφάλαια μέσα από ενέργειες ή συναλλαγές συνδεδεμένων προσώπων, με κύριο σκοπό την παραχώρηση της προβλεπόμενης στο παρόν άρθρο έκπτωσης.

(4) Πρόσωπο δύναται για κάθε φορολογικό έτος να επιλέγει την αποποίηση ολόκληρης ή μέρους της έκπτωσης που παραχωρείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.