Ερμηνεία

2.—(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετικά-

«αναδιάρθρωση σημαίνει την άμεση ή έμμεση διάθεση και μεταβίβαση ακίνητης ιδιοκτησίας, καθώς και μεταβίβαση δικαιωμάτων δυνάμει πωλητηρίου εγγράφου κατατεθειμένο στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, μεταξύ ενός ή περισσότερων δανειοληπτών και/ή οφειλετών και/ή εγγυητών σχετικά με την ίδια πιστωτική διευκόλυνση ή χορήγηση ή οφειλή και ενός ή περισσότερων δανειστών, η οποία διενεργείται εντός τεσσάρων (4) ετών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2015 και αποσκοπεί στη μείωση ή εξόφληση των πιστωτικών διευκολύνσεων ή χορηγήσεων ή οφειλών που δόθηκαν προς δανειολήπτες από έναν ή περισσότερους δανειστές:

Νοείται ότι η διάθεση και μεταβίβαση ακίνητης ιδιοκτησίας, καθώς και η μεταβίβαση δικαιωμάτων δυνάμει πωλητηρίου εγγράφου κατατεθειμένου στο Τμήμα Κτημα-τολογίου και Χωρομετρίας, δύναται να πραγματοποιείται προς δανειστή και/ή  προς μη «συνδεδεμένο πρόσωπο», όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου:

Νοείται περαιτέρω ότι η διάθεση και μεταβίβαση ακίνητης ιδιοκτησίας, καθώς και η μεταβίβαση δικαιωμάτων δυνάμει πωλητηρίου εγγράφου κατατεθειμένου στο Τμήμα Κτημα-τολογίου και Χωρομετρίας προς μη «συνδεδεμένο πρό-σωπο», εξαιρουμένου του δανειστή, εμπίπτει στον παρόντα ορισμό μόνο αναφορικά με τη μείωση ή εξόφληση εκείνων των πιστωτικών διευκολύνσεων ή χορηγήσεων ή οφειλών, που προκύπτουν στο πλαίσιο γραπτής συμφωνίας με το δανειστή:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι οι ως άνω διατάξεις ισχύουν αναφορικά με μη εξυπηρετούμενες χορηγίες (ΜΕΧ) κατά ή πριν την 31η Δεκεμβρίου 2015, όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών·

«δανειολήπτης» σημαίνει πρόσωπο το οποίο συμβλήθηκε με το δανειστή και περιλαμβάνει πρόσωπο του οποίου η πιστωτική διευκόλυνση εξαγοράστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου και είτε αναλήφθηκε από είτε μεταφέρθηκε σε δημόσιο φορέα ή εταιρεία που είναι αδειοδοτημένος/η και ο οποίος ή η οποία διατηρεί ή στον οποίο ή στην οποία έχουν μεταφερθεί χορηγήσεις από πιστωτικό ίδρυμα, οι οποίες έχουν καθυστερήσεις και/ή έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες δυνάμει των τεχνικών προτύπων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών τα οποία καθορίζουν τα κριτήρια για ταξινόμηση μιας χορήγησης ως μη εξυπηρετούμενης και/ή ρυθμισμένης ως έχει θεσπιστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω του Εκτελεστικού Κανονισμού 2015/227·

«δανειστής» σημαίνει αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, και περιλαμβάνει τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα που λειτουργούν στη Δημοκρατία δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 10Α αυτού, καθώς και τις θυγατρικές εταιρείες αυτών ή εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων όπως αυτή ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου, καθώς και τις θυγατρικές εταιρείες αυτής ή δημόσιο φορέα ή εταιρεία που είναι αδειοδοτημένος/η και ο οποίος ή η οποία διατηρεί ή στον οποίο ή στην οποία έχουν μεταφερθεί από πιστωτικό ίδρυμα χορηγήσεις οι οποίες έχουν καθυστερήσεις και/ή έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες δυνάμει των τεχνικών προτύπων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, τα οποία καθορίζουν τα κριτήρια για ταξινόμηση μιας χορήγησης ως μη εξυπηρετούμενης και/ή ρυθμισμένης ως έχει θεσπιστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω του Εκτελεστικού Κανονισμού 2015/227·

«Δημοκρατία», σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων και οποιοδήποτε δεόντως εξουσιοδοτημένο από αυτόν λειτουργό του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων·

«έκτακτη εισφορά» σημαίνει την έκτακτη εισφορά που καταβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

«εταιρεία» [Διαγράφηκε]·

«κάτοικος της Δημοκρατίας», όταν ο όρος αυτός εφαρμόζεται στην περίπτωση ατόμου, σημαίνει άτομο που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας, όπως ορίζεται από τις διατάξεις του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, το οποίο επιπλέον έχει κατοικία (domicile) στη Δημοκρατία·

«μέτοχος», περιλαμβάνει και τον κάτοχο μεριδίου σε συλλογικό επενδυτικό σχέδιο ανοικτού ή κλειστού τύπου.

«μίσθιο» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Χρηματοδοτικής Μίσθωσης Νόμο·

«μίσθωμα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Χρηματοδοτικής Μίσθωσης Νόμο·

«μισθωτής» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Χρηματοδοτικής Μίσθωσης Νόμο·

«χρηματοδοτική μίσθωση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Χρηματοδοτικής Μίσθωσης Νόμο.

«τιμή αναδιάρθρωσης» σημαίνει την τιμή στην οποία ακίνητη ιδιοκτησία μεταβιβάζεται στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης, και η οποία καθορίζεται σε γραπτή συμφωνία που συνάπτεται στο πλαίσιο αυτό.

(2) Οι όροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο που δεν ορίζονται διαφορετικά έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από τον περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμο.

(3) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, άτομο θεωρείται ότι έχει κατοικία (domicile) στη Δημοκρατία εάν έχει κατοικία καταγωγής στη Δημοκρατία με βάση τις διατάξεις του περί Διαθηκών και Διαδοχής Νόμου εξαιρουμένου-

(i) Ατόμου το οποίο έχει αποκτήσει και διατηρεί  κατοικία επιλογής (domicile of choice) εκτός της Δημοκρατίας, με βάση τις διατάξεις του περί Διαθηκών και Διαδοχής Νόμου νοουμένου ότι ήταν μη κάτοικος ή κάτοικος εκτός Δημοκρατίας όπως ορίζεται από τις διατάξεις του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, για οποιαδήποτε περίοδο τουλάχιστον είκοσι (20) συνεχόμενων ετών πριν από το φορολογικό έτος, ή

(ii) ατόμου το οποίο ήταν μη κάτοικος ή κάτοικος εκτός Δημοκρατίας, όπως ορίζεται από τις διατάξεις του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, για περίοδο τουλάχιστον είκοσι (20) συνεχόμενων ετών αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, ανεξαρτήτως της κατοικίας καταγωγής, οποιοδήποτε άτομο είναι κάτοικος στη Δημοκρατία, όπως ορίζεται από τις διατάξεις του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, για τουλάχιστον δεκαεπτά (17) από τα τελευταία είκοσι (20) έτη πριν από το φορολογικό έτος, λογίζεται ως κάτοικος (domicile) στη Δημοκρατία.