ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

(Άρθρα 8, 12Α)

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ
ΜΕΛΩΝ

Οι επαγγελματικοί τίτλοι νοσηλευτών που αναφέρονται στα Άρθρα 8 και 12Α είναι οι ακόλουθοι:
στην Αυστρία:
"Diplomierte Krankenschwester/Diplomierter Krankenpfleger"
στο Βέλγιο:
"Hospitalie:(ere)/verpleegassistent(e)", infirmier(ere) hospitalier(ere)/ "ziekenhuisvierpleger (-verpleegster)"
στη Γαλλία:
"infirmier(ere)"
στη Γερμανία:
"Krankenschwester", "Krankenpfleger"
στη Δανία:
"sygeplejerske"
στην Ελβετία:
«infirmière, infirmier, Krankenschwester, Krankenpfleger, infermiera, inferiera»
στην Ελλάδα:
"Διπλωματούχος ή πτυχιούχος νοσοκόμος, νοσηλευτής ή νοσηλεύτρια"
στην Εσθονία:
"öde"
στο Ηνωμένο Βασίλειο:
- Αγγλία, Ουαλία και Βόρεια Ιρλανδία:
"State Registered Nurse" ή "Registered General Nurse"
- στη Σκωτία:
"Registered General Nurse"
στην Ιρλανδία:
"Registered General Nurse"
στην Ισλανδία:
«hjúkrunarfrædingur»
στην Ισπανία:
"Enfermera / adiplo madola"
στην Ιταλία:
"infermiere professionale"
στις Κάτω Χώρες:
"verpleegkundige"
στη Λετονία:
"masa"
στη Λιθουανία: 
"Bendrosios praktikos slaugytojas"
στο Λίχτενσταϊν:
«Krankenschwester-Krankenpfleger»
στο Λουξεμβούργο:
"infirmier"
στη Μάλτα:
"Infermier Registrat tal-Ewwel Livell"
στη Νορβηγία:
«offentlig godkjent sykepleier»
στην Ουγγαρία:
"àpoló"
στην Πολωνία:
"pielçgniarka"
στην Πορτογαλία:
"Enfermeiro"
στη Σλοβενία:
"diplomirana medicinska sestra/diplomirani zdravstvenik"
στη Σλοβακία:
"sestra"
στη Σουηδία:
"sjukskfterska"
στην Τσεχική Δημοκρατία:
"všeobecná sestra/všeobecný ošetřovatel"
στη Φινλανδία:
"sairaanhoitaja / sjukskftare - terveydenhoitaja / hdlsoverdare"