Απόδειξις διά την ποσότητα αλκοόλης εις την εκπνοήν ή το αίμα κατηγορουμένου

10.-(1) Διά σκοπούς αποδείξεως αναφορικώς προς την ποσότητα αλκοόλης ήτις περιείχετο εις την εκπνοήν ή το αίμα προσώπου το οποίον κατηγορείται διά παράβασιν των διατάξεων του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου, θα λαμβάνεται υπ’ όψιν η ποσότης αλκοόλης ήτις περιείχετο εις το δείγμα εκπνοής ή αίματος, το παρασχεθέν υπ’ αυτού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου θα θεωρήται δε, διά σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ότι η ποσότης αλκοόλης ήτις  περιείχετο εις την εκπνοήν ή το αίμα του κατηγορουμένου κατά τον χρόνον καθ’ ον ωδήγει ή επειράτο να οδηγήση δεν ήτο μικροτέρα της ποσότητος αλκοόλης ήτις περιείχετο εις το υπ’ αυτού παρασχεθέν δείγμα εκπνοής ή αίματος.

(2) Αι διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται εάν ο κατηγορούμενος αποδείξη-

(α) ότι είχε καταναλώσει οινοπνευματώδες ποτόν εις χρόνον μεταγενέστερον του χρόνου κατά τον οποίον έπαυσε να οδηγή ή επειράτο να οδηγήση οιονδήποτε όχημα εν όσω τούτο ευρίσκετο επί τινος οδού ή ετέρου δημοσίου χώρου και προτού παρασχεθή το δείγμα εκπνοής ή αίματος, και

(β) ότι εάν δεν έπραττε ούτω, το ποσοστόν αλκοόλης εις την εκπνοήν ή το αίμα αυτού δεν θα υπερέβαινε το καθορισθέν όριον.

(3) Αποδεικτικόν της ποσότητος αλκοόλης ήτις περιέχεται εις δείγμα εκπνοής ή αίματος εις ποινικήν διαδικασίαν δι’ αδίκημα διαπραχθέν κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου, αποτελεί-

(α) το έντυπον αποτέλεσμα το παραγόμενον αυτομάτως υπό της συσκευής διά της οποίας διενεργείται η τελική εξέτασις δείγματος εκπνοής, συνοδευόμενον υπό πιστοποιήσεως, γενομένης είτε επ’ αυτού τούτου του εντύπου αποτελέσματος είτε άλλως και υπογραφομένης υπό αστυνομικού, διά της οποίας πιστοποιείται ότι το τοιούτον έντυπον αποτέλεσμα είναι σχετικόν προς το δείγμα εκπνοής το παρασχεθέν υπό του κατηγορουμένου κατά την ημερομηνίαν και ώραν την αναγραφομένην επ’ αυτού ή

(β) πιστοποιητικόν υπογραφόμενον υπό οιουδήποτε χημικού υπηρετούντος εις το Γενικόν Χημείον του Κράτους αναφορικώς προς το ποσοστόν αλκοόλης ήτις ανευρέθη κατά την εργαστηριακήν ανάλυσιν εις το δείγμα αίματος το καθοριζόμενον εις το πιστοποιητικόν.

(4) Παν έγγραφον το οποίον αποτελεί το έντυπον αποτέλεσμα ή το πιστοποιητικόν ή αμφότερα το έντυπον αποτέλεσμα και το πιστοποιητικόν, τα αναφερόμενα εις την παράγραφον (α) του εδαφίου (3), είναι αποδεκτόν υπό του Δικαστηρίου ως αποδεικτικόν στοιχείον εκ μέρους της κατηγορούσης αρχής, της προσωπικής παρουσίας του εξετάσαντος το δείγμα εκπνοής και υπογράψαντος τα εν τω παρόντι εδαφίω έγγραφα αστυνομικού ενώπιον του Δικαστηρίου μη ούσης αναγκαίας, εκτός εάν το Δικαστήριον ήθελεν άλλως διατάξει:

Νοείται ότι το Δικαστήριον δύναται να αρνηθή όπως αποδεχθή ως αποδεικτικόν στοιχείον οιονδήποτε πιστοποιητικόν ή έτερον έγγραφον παρουσιαζόμενον ως πιστοποιητικόν, εφ’ όσον ο κατηγορούμενος ήθελεν επιδώσει, τρεις τουλάχιστον ημέρας προ της ημερομηνίας εκδικάσεως της υποθέσεως ή εντός τοιαύτης προθεσμίας οίαν το Δικαστήριον ήθελεν εις ειδικάς περιπτώσεις επιτρέψει, προς το Δικαστήριον και την κατηγορούσαν αρχήν ειδοποίησιν διά της οποίας θα εζητείτο η προσωπική ενώπιον του Δικαστηρίου παρουσία του προσώπου το οποίον υπέγραψεν ή φέρεται ως υπογράψαν το πιστοποιητικόν ή άλλο έγγραφον.

(5) Στις περιπτώσεις έντυπων αποτελεσμάτων που παράγονται αυτόματα μετά την 1η Ιανουαρίου του 2000 από συσκευές που έχουν εισαχθεί και λειτουργούν πριν από την 1η Ιανουαρίου του 1999, το έτος της ημερομηνίας που αναγράφεται στα έντυπα αυτά διαβάζεται ωσάν οι δύο πρώτοι αριθμοί του έτους ήταν 20 (δηλαδή 2000) αντί 19 (δηλαδή 1900) που δυνατόν οι συσκευές αυτές να αναγράφουν.