Ιεραρχική προσφυγή

30Δ-(1) Πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 30Γ, δύναται να καταχωρήσει ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Αρχής εναντίον της εν λόγω απόφασης του Γενικού Διευθυντή της Αρχής για επιβολή του διοικητικού προστίμου και της διαταγής που τυχόν εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων της επιφύλαξης του εδαφίου (4) του άρθρου 30Γ, για απαγόρευση εισόδου ή κατακράτησης πλοίου ή αγαθών ή εμπορεύματος, εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημέρα κοινοποίησης σε αυτόν της απόφασης.

(2) Το Συμβούλιο της Αρχής εξετάζει την ιεραρχική προσφυγή το συντομότερο δυνατό και αφού ακούσει όλα τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ή τους παραχωρήσει την ευκαιρία να εκφράσουν γραπτώς τις απόψεις τους, εκδίδει την απόφασή του δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου το αργότερο εντός είκοσι ενός (21) ημερολογιακών ημερών από την ολοκλήρωση της ακρόασης της ιεραρχικής προσφυγής.

(3)  Το Συμβούλιο της Αρχής δύναται να  εκδώσει οποιεσδήποτε από τις ακόλουθες αποφάσεις:

(α) Να επικυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, ή

(β) να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, ή

(γ) να τροποποιήσει την προσβαλλόμενη απόφαση, ή

(δ) να εκδώσει νέα απόφαση σε αντικατάσταση της  προσβαλλόμενης απόφασης.

(4) Η απόφαση του Συμβουλίου της Αρχής, η οποία κοινοποιείται στο επηρεαζόμενο πρόσωπο-

(α) Πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο-

(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και

(ii) περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύναται να ασκηθεί το προαναφερόμενο δικαίωμα, και

(β) ότι η απόφαση καθίσταται εκτελεστή με την κοινοποίησή της στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.

(5) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 30Γ, προσβλήθηκε επιτυχώς είτε ενώπιον του Συμβουλίου της Αρχής σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είτε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος, ισχύουν τα ακόλουθα:

(α) Οι διατάξεις του εδαφίου (6) του παρόντος άρθρου και οι διατάξεις του άρθρου 30Ε, δεν εφαρμόζονται αναφορικά με διοικητικό πρόστιμο, η επιβολή ή/και το ύψος του οποίου κρίθηκαν άκυρα είτε από το Συμβούλιο της Αρχής είτε από το Διοικητικό Δικαστήριο, και

(β) η Αρχή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν διοικητικό πρόστιμο, η επιβολή ή/και το ύψος του οποίου κρίθηκαν άκυρα είτε από το Συμβούλιο της Αρχής είτε από το Διοικητικό Δικαστήριο, στο πρόσωπο που το είχε καταβάλει.

(6) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής του κατά το παρόν άρθρο επιβαλλόμενου από την Αρχή διοικητικού προστίμου, η Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα προς είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικού χρέους οφειλόμενου προς τη Δημοκρατία.