Υποχρεωτικός έλεγχος ή επισκόπηση των οικονομικών καταστάσεων, των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, της έκθεσης διαχείρισης και της ενοποιημένης έκθεσης διαχείρισης από ελεγκτές

152Α(1)(α) Οι ακόλουθες εταιρείες υποβάλλουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου, τις οικονομικές τους καταστάσεις και, όπου απαιτείται η ετοιμασία τους σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, τις ενοποιημένες οικονομικές τους καταστάσεις σε έλεγχο από έναν ή περισσότερους νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία:-

(i) κάθε εταιρεία, η οποία υποχρεούται από τον παρόντα Νόμο να καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις,

(ii) κάθε οντότητα δημοσίου συμφέροντος,

(iii) κάθε ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης,

(iv) κάθε δημόσια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης.

(β) Οι αναφερόμενες στην παράγραφο (α) εταιρείες υποβάλλουν επίσης στους νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία την έκθεση διαχείρισης και, όπου απαιτείται η ετοιμασία της σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης για σκοπούς ελέγχου της συμβατότητάς της με τις υποβληθείσες οικονομικές καταστάσεις.

(γ) Σε σχέση με την έκθεση διαχείρισης και την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του παρόντος εδαφίου, οι νόμιμοι ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία:

(i) διατυπώνουν γνώμη σχετικά με το-

(αα) αν η έκθεση διαχείρισης και η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης αντιστοιχούν στις οικονομικές καταστάσεις και στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, αντίστοιχα, του ίδιου οικονομικού έτους. και

(ββ) αν η έκθεση διαχείρισης και η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες νομικές απαιτήσεις,

(ii) δηλώνουν αν, σύμφωνα με τη γνώση και την κατανόηση της επιχείρησης και του περιβάλλοντός της που αποκτήθηκαν κατά τον έλεγχο ή την επισκόπηση, ο νόμιμος ελεγκτής/οι νόμιμοι ελεγκτές ή το ελεγκτικό γραφείο/τα ελεγκτικά γραφεία έχει/έχουν εντοπίσει ουσιώδεις ανακρίβειες στην έκθεση διαχείρισης και/ή στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης  δίνει/δίνουν ενδείξεις σχετικά με τη φύση των ανακριβειών αυτών.

(δ) Οι προβλεπόμενες στην υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) εταιρείες, αντί του ελέγχου, δύνανται να υποβάλλουν τις οικονομικές τους καταστάσεις σε επισκόπηση από νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο κατά την έννοια του περί Ελεγκτών Νόμου, νοουμένου ότι το καθαρό ύψος κύκλου εργασιών και το σύνολο ισολογισμού τους, ήτοι η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού χωρίς να έχουν αφαιρεθεί στοιχεία του παθητικού, δεν υπερβαίνουν τα όρια των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (€200.000) και των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (€500.000), αντίστοιχα, κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της εταιρείας:

Νοείται ότι, οι εταιρείες δύνανται να υποβάλλουν τις οικονομικές τους καταστάσεις σε επισκόπηση μόνο στις περιπτώσεις που κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού, δεν υπερβαίνουν ή παύουν να υπερβαίνουν τα όρια των δύο κριτηρίων που αναφέρονται στην πιο πάνω παράγραφο, επί δύο τουλάχιστον συνεχείς χρήσεις:

Νοείται περαιτέρω ότι, για τους σκοπούς της παρούσας υποπαραγράφου, το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών περιλαμβάνει το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών όπως ορίζεται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, καθώς και τα εισοδήματα από ενοίκια, τόκους, μερίσματα και δικαιώματα εκμετάλλευσης.

(ε)(i) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (δ), μητρική εταιρεία η οποία υποχρεούται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου να καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και θυγατρική εταιρεία της οποίας η μητρική εταιρεία υποχρεούται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου να καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις δεν δύνανται να υποβάλλουν τις οικονομικές τους καταστάσεις σε επισκόπηση.

(ii) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (δ), σε περίπτωση κατά την οποία μητρική εταιρεία δεν υποχρεούται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου να καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και η εν λόγω μητρική εταιρεία μαζί με τις θυγατρικές της εταιρείες, σε επίπεδο συγκροτήματος εταιρειών υπερβαίνουν ή δεν παύουν να υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (δ) ποσά κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της μητρικής επί δύο τουλάχιστον συνεχείς χρήσεις, τόσο η μητρική εταιρεία όσο και οι θυγατρικές της εταιρείες οι οποίες έχουν συσταθεί με βάση τον παρόντα Νόμο δεν δύνανται να υποβάλουν τις οικονομικές τους καταστάσεις σε επισκόπηση.

(στ) Για σκοπούς της παραγράφου (ε), κατά τον υπολογισμό των ποσών που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) δύναται να μην πραγματοποιούνται τα ακόλουθα:

(i) Συμψηφισμός των λογιστικών αξιών των μετοχών ή μεριδίων στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων, που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση, με το ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων αυτών, το οποίο αναλογεί στις μετοχές ή τα μερίδια· και

(ii) απάλειψη κατά την ενοποίηση των ακόλουθων στοιχείων:

(αα) Υποχρεώσεις και απαιτήσεις μεταξύ των εταιρειών.

(ββ) έσοδα και έξοδα που προέρχονται από συναλλαγές μεταξύ των εταιρειών. και

(γγ) κέρδη και ζημίες που προκύπτουν από συναλλαγή μεταξύ των εταιρειών, εφόσον αυτά περιέχονται στη λογιστική αξία των στοιχείων του ενεργητικού.

(ζ) Από τις διατάξεις των παραγράφων (δ), (ε) και (στ) εξαιρούνται οι εταιρείες οι οποίες υπόκεινται σε ρύθμιση και εποπτεία από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, σε ρύθμιση και εποπτεία από τον Έφορο Ασφαλίσεων και σε ρύθμιση και εποπτεία από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, καθώς και οι εταιρείες οι οποίες αποκτούν ή κατέχουν ειδική συμμετοχή στις υπό αναφορά εποπτευόμενες εταιρείες.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου “ειδική συμμετοχή” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από την οικεία νομοθεσία που διέπει τη λειτουργία των εταιρειών οι οποίες υπόκεινται σε ρύθμιση και εποπτεία από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, από τον Έφορο Ασφαλίσεων και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου.

(2) Οικονομικές καταστάσεις, ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, έκθεση διαχείρισης και ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης, οι οποίες δεν έχουν υποβληθεί σε έλεγχο ή επισκόπηση κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο, λογίζονται ως μη δημοσιοποιηθείσες, βάσει του εδαφίου (4) του άρθρου 142.

(3)(α) Οι διατάξεις του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2016 θεωρείται ότι ισχύουν για τις οικονομικές καταστάσεις που λήγουν την 31η Δεκεμβρίου 2016 ή σε οποιαδήποτε άλλη μεταγενέστερη ημερομηνία.

(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α), οι οικονομικές καταστάσεις που έχουν ετοιμαστεί, δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 3) Νόμου του 2016 μέχρι και την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θεωρούνται έγκυρες και γίνονται αποδεκτές από τον έφορο εταιρειών.

(4) Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στη μη χρηματοοικονομική κατάσταση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 151Α και στην ενοποιημένη μη χρηματοοικονομική κατάσταση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 151Β ή στη χωριστή έκθεση που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 151Α και στις διατάξεις του εδαφίου (9) του άρθρου 151Β.