9.-(1) Για τη χορήγηση άδειας ή παρέκκλισης σε σχέση με οικονομικές κυρώσεις και οποιεσδήποτε άλλες Κυρώσεις για τις οποίες η ΕΜΕΚ ορίζεται ως αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία, απαιτείται η προηγούμενη υποβολή αιτήματος προς την ΕΜΕΚ.
(2) Ο αιτητής αναφέρει στο αίτημά του την ανάγκη για τη χορήγηση της άδειας ή παρέκκλισης, καθώς και τη νομική βάση αυτού και το αίτημα συνοδεύεται από όλες τις πληροφορίες και έγγραφα, ως καθορίζονται σε έντυπο που εκδίδεται από την ΕΜΕΚ.
(3) Το αίτημα υποβάλλεται σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή στην αγγλική γλώσσα.
(4) Τα έγγραφα και στοιχεία που συνοδεύουν το αίτημα, πρέπει να είναι πρωτότυπα ή πιστά αντίγραφα αυτών ή, όπου αυτό δεν είναι δυνατό, αντίγραφα των πρωτοτύπων, ενώ σε περίπτωση που τα συγκεκριμένα έγγραφα και στοιχεία έχουν συνταχθεί σε γλώσσα άλλη από επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή την αγγλική γλώσσα, τότε υποβάλλονται στην ΕΜΕΚ και πιστοποιημένες μεταφράσεις αυτών.
(5) Η ΕΜΕΚ κατά την εξέταση του αιτήματος δύναται να ζητά διευκρινίσεις και πρόσθετα στοιχεία, έγγραφα ή πληροφορίες τα οποία είναι, κατά την κρίση της, απαραίτητα για τον πληρέστερο έλεγχο του αιτήματος.
(6) Η ΕΜΕΚ δύναται, με οδηγία της, να ρυθμίζει κάθε ζήτημα που αφορά την υποβολή αιτήματος, εξειδικεύοντας τις σχετικές λεπτομέρειες.
10.-(1)(α) Η ΕΜΕΚ δύναται, κατά την κρίση της, να εγκρίνει ή να απορρίψει το αίτημα που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9·η ΕΜΕΚ εγκρίνει το αίτημα και χορηγεί άδεια ή παρέκκλιση σε σχέση οικονομικές κυρώσεις και οποιεσδήποτε άλλες Κυρώσεις για τις οποίες η ΕΜΕΚ ορίζεται ως αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία, εφόσον διαπιστώσει ότι πληρούνται οι σχετικοί όροι και προϋποθέσεις που προβλέπονται στο σχετικό νομοθετικό Πλαίσιο Κυρώσεων.
(β) Η ΕΜΕΚ δύναται να χορηγεί άδεια ή παρέκκλιση υπό όρους και προϋποθέσεις.
(2) Η ΕΜΕΚ δύναται να χορηγεί γενικές ή ειδικές άδειες, σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στο σχετικό νομοθετικό Πλαίσιο Κυρώσεων.
(3) Η ΕΜΕΚ εξετάζει το αίτημα και γνωστοποιεί την απόφασή της στον αιτητή.
(4) Η απόρριψη του αιτήματος αιτιολογείται κατάλληλα και ο αιτητής ενημερώνεται περί του δικαιώματος άσκησης ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12.
11.-(1) H χορήγηση άδειας ή παρέκκλισης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 10, δύναται να τροποποιηθεί, να ανασταλεί και/ή να ανακληθεί οποτεδήποτε, κατόπιν σχετικής απόφασης της ΕΜΕΚ.
(2) Η ΕΜΕΚ ενημερώνει γραπτώς τον αιτητή για την απόφασή της να τροποποιήσει, αναστείλει και/ή να ανακαλέσει την άδεια ή την παρέκκλιση και κοινοποιεί τυχόν αναθεωρημένη άδεια ή παρέκκλιση στον αιτητή και η απόφαση για τροποποίηση, αναστολή ή ανάκληση άδειας ή παρέκκλισης αιτιολογείται δεόντως και ο αιτητής ενημερώνεται περί του δικαιώματος άσκησης ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12.
12.-(1) Αιτητής ο οποίος δεν ικανοποιείται από απόφαση της ΕΜΕΚ, δύναται, εντός είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία που κοινοποιείται σε αυτόν η απόφαση της ΕΜΕΚ, να προσβάλει την απόφαση με γραπτή ένστασή του στον Υπουργό, στην οποία εκθέτει τους λόγους προς υποστήριξή της.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει κάθε ένσταση που υποβάλλεται σε αυτόν και εάν, σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση ήθελε θεωρήσει αυτό αναγκαίο ή σκόπιμο, ακούει ή με άλλο τρόπο δίνει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η ένσταση.
(3) Ο Υπουργός αποφασίζει σε σχέση με κάθε ένσταση το ταχύτερο και κοινοποιεί την απόφασή του στον προσφεύγοντα εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία άσκησης της ένστασης.
(4) Ο Υπουργός, προτού εκδώσει την απόφασή του για την ένσταση, δύναται να αναθέσει σε ένα ή περισσότερους λειτουργούς του Υπουργείου Οικονομικών, εκτός από λειτουργό που συμμετείχε στην εξέταση της αρχικής αίτησης και στη λήψη της απόφασης που αποτελεί αντικείμενο της ένστασης, την εξέταση θεμάτων που προβάλλονται στην ένσταση και την υποβολή σε αυτόν σχετικού πορίσματος.
(5) Ο Υπουργός δύναται-
(α) να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(δ) να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης προς αντικατάσταση της προσβληθείσας.
(6) Πρόσωπο που δεν ικανοποιείται από την απόφαση του Υπουργού δύναται να καταχωρίσει προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.