ΕΠΕΙΔΗ, δυνάμει του Κεφαλαίου VΙΙ του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών επιβάλλει κυρώσεις σε κράτη ή/και χώρες ή/και σε πρόσωπα ή/και σε άλλες οργανώσεις, οντότητες ή ομάδες με νομική προσωπικότητα ή μη, για δράσεις που απειλούν ή διαταράσσουν την ειρήνη και για επιθετικές ενέργειες και προς τούτο υιοθετεί δεσμευτικά Ψηφίσματα ή Αποφάσεις διά των οποίων τα μέλη του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών καλούνται να θέτουν σε εφαρμογή τις κυρώσεις αυτές,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, δυνάμει του Άρθρου 215 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα προς εφαρμογή των Αποφάσεων που εκδίδονται σύμφωνα με το Κεφάλαιο 2 του Τίτλου V της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω της έκδοσης Κανονισμών, οι οποίοι είναι δεσμευτικοί ως προς όλα τα μέρη τους και ισχύουν άμεσα σε κάθε Κράτος Μέλος,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, οι προαναφερόμενες νομικές πράξεις επιβάλλουν στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης την υποχρέωση να θεσπίσουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεών τους και να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της εφαρμογής τους και επειδή οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, αναγνωρίζεται ότι η πολιτική και οικονομική σημασία των κυρώσεων και η μέχρι σήμερα εφαρμογή τους αντιμετωπίζεται αποσπασματικά, ενώ οι προεκτάσεις είναι πολύ ευρύτερες με αντίκτυπο στο κύρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ως μέλους της Διεθνούς Κοινότητας,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, κρίνεται απαραίτητη η δημιουργία ανεξάρτητης Εθνικής Μονάδας Εφαρμογής Κυρώσεων (ΕΜΕΚ), η οποία θα διασφαλίσει την πληρέστερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία, αναλαμβάνοντας ανάμεσα σε άλλα και συντονιστικό ρόλο·
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, το Υπουργικό Συμβούλιο με την Απόφασή του 93.265 στις 21 Ιουνίου 2022 έκρινε αναγκαία τη Σύσταση Συντονιστικής Μονάδας υπό την προεδρία του Υπουργού Οικονομικών, με σκοπό την εκπόνηση μελέτης και σχεδίου δράσης για τη δημιουργία και λειτουργία Εθνικής Μονάδας Εφαρμογής Κυρώσεων (ΕΜΕΚ),
ΚΑΙ για σκοπούς μερικής εναρμόνισης με το άρθρο 15 της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕE) 2024/1226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 2024, σχετικά με τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων για την παραβίαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης και την τροποποίηση της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1673»,
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ίδρυσης της Εθνικής Μονάδας Εφαρμογής Κυρώσεων και της Εφαρμογής Περιοριστικών Μέτρων και Εθνικών Κυρώσεων στη Δημοκρατία Νόμος του 2025.
2.-(1)Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει κάθε υπουργείο και υφυπουργείο, περιλαμβανομένου τμήματος, κλάδου, γραφείου, διεύθυνσης, μονάδας ή υπηρεσίας αυτών, οργανισμό ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ανεξάρτητη υπηρεσία, η οποία έχει αρμοδιότητα για τη διασφάλιση της εφαρμογής των Κυρώσεων στη Δημοκρατία, σχετικά με τους τομείς για τους οποίους έχει αρμοδιότητα, σύμφωνα με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, τους νόμους, τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις και τις αποφάσεις της εκτελεστικής εξουσίας∙
«αρχές επιβολής του νόμου» σημαίνει την Αστυνομία Κύπρου ή/και το Τμήμα Τελωνείων ή/και τη ΜΟΚΑΣ, ανάλογα με την περίπτωση∙
«Γενικός Διευθυντής» σημαίνει τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών∙
«δέσμευση κεφαλαίων» σημαίνει την παρεμπόδιση κίνησης, μεταβίβασης, μεταβολής ή χρήσης κεφαλαίων ή πρόσβασης σε κεφάλαια ή διαπραγμάτευσης κεφαλαίων που δύναται να οδηγήσει σε μεταβολή ως προς τον όγκο, το ποσό, τον τόπο διατήρησής τους, το ιδιοκτησιακό καθεστώς, την κατοχή, τον χαρακτήρα, τον προορισμό ή άλλη μεταβολή η οποία θα καθιστούσε δυνατή τη χρησιμοποίηση των συγκεκριμένων κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης χαρτο-φυλακίων∙
«δέσμευση οικονομικών πόρων» σημαίνει την παρεμπόδιση της χρήσης οικονομικών πόρων για την απόκτηση κεφαλαίων, αγαθών ή υπηρεσιών συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων της πώλησης, της εκμίσθωσης ή της υποθήκευσής τους·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία∙
«δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα» σημαίνει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εποπτεύεται ή και αδειοδοτείται από τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο ή καλύπτεται από το αναγνωρισμένο κατά τον νόμο επαγγελματικό απόρρητο του δικηγόρου∙
«έδαφος της Ένωσης» σημαίνει τα εδάφη των κρατών μελών στα οποία εφαρμόζεται η Συνθήκη, υπό τους όρους που προβλέπονται σε αυτήν, συμπεριλαμβανομένου του εναερίου χώρου τους∙
«Εθνικές Κυρώσεις» σημαίνει τα περιοριστικά μέτρα και κυρώσεις που υιοθετούνται κατά τα οριζόμενα στο Μέρος VI∙
«ΕΜΕΚ» σημαίνει την Εθνική Μονάδα Εφαρμογής Κυρώσεων που ιδρύεται δυνάμει του παρόντος Νόμου∙
«Εποπτική Αρχή» σημαίνει κάθε αρχή που καθορίζεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 59 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, καθώς και κάθε αρχή που ορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρο 59 του ίδιου νόμου∙
«Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)»·
«Κανονισμός (ΕΕ) 2023/1114» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2023/1114 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 2023, για τις αγορές κρυπτοστοιχείων και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 και των οδηγιών 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/1937»·
«Καταστατικός Χάρτης» σημαίνει τον Καταστατικό Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, όπως αυτός παρατίθεται στον Δεύτερο Πίνακα του περί Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών (Τροποποιήσεις) Κυρωτικού Νόμου·
«κατονομαζόμενο πρόσωπο, οντότητα ή φορέας» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα που υπόκειται σε Κυρώσεις∙
«κεφάλαια» σημαίνει χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία και οικονομικά οφέλη κάθε είδους, στα οποία ενδεικτικώς περιλαμβάνονται-
(α) μετρητά, επιταγές, χρηματικές απαιτήσεις, συναλλαγματικές, εντολές πληρωμών και άλλα μέσα πληρωμών·
(β) καταθέσεις σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή άλλες οντότητες, τα πιστωτικά υπόλοιπα, οι απαιτήσεις και οι τίτλοι απαιτήσεων·
(γ) οι δημοσίως διαπραγματεύσιμοι και ιδιωτικώς διαπραγματεύσιμοι τίτλοι και χρεόγραφα, μεταξύ των οποίων οι μετοχές και τα μερίδια, τα πιστοποιητικά που αντιπροσωπεύουν κινητές αξίες, τα ομόλογα, τα γραμμάτια, τα πιστοποιητικά δικαιώματος ανάληψης μετοχών (warrants), οι ομολογίες χρέους και οι συμβάσεις παραγώγων·
(δ) τόκοι, μερίσματα ή άλλα έσοδα από περιουσιακά στοιχεία ή υπεραξίες που προέρχονται ή δημιουργούνται από περιουσιακά στοιχεία·
(ε) πιστώσεις, δικαιώματα συμψηφισμών απαιτήσεων, εγγυήσεις, εγγυητικές επιστολές ή άλλες χρηματοοικονομικές δεσμεύσεις·
(στ) πιστωτικές επιστολές, φορτωτικές, πωλητήρια συμβόλαια·
(ζ) έγγραφα που αποδεικνύουν συμμετοχή σε κεφάλαια ή σε χρηματοοικονομικούς πόρους·
(η) κρυπτοστοιχεία, όπως ορίζονται στο Άρθρο 3, παράγραφος 1, σημείο 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 2023/1114∙
«Κυρώσεις» σημαίνει τα Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης, τις Εθνικές Κυρώσεις και τις Κυρώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας∙
«Κυρώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας» σημαίνει τις κυρώσεις που υιοθετούνται, επιβάλλονται και εφαρμόζονται στη Δημοκρατία δυνάμει των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας·
«ΜΕΚ» σημαίνει τη Μονάδα Εφαρμογής Κυρώσεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η οποία συστάθηκε με απόφαση Υπουργικού Συμβουλίου∙
«ΜΟΚΑΣ» σημαίνει την Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης και Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών, η οποία εγκαθιδρύεται δυνάμει του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου∙
«Νόμος» σημαίνει τον παρόντα Νόμο∙
«οικονομικές κυρώσεις» σημαίνει Κυρώσεις που αφορούν σε-
(α) δέσμευση κεφαλαίων και οικονομικών πόρων,
(β) απαγόρευση της διάθεσης κεφαλαίων και οικονομικών πόρων,
(γ) περιορισμούς που εμπίπτουν στον χρηματοοικονομικό τομέα∙
«οικονομικοί πόροι» σημαίνει τα περιουσιακά στοιχεία, υλικά ή άυλα, κινητά ή ακίνητα, που δεν είναι κεφάλαια, αλλά δύναται να χρησιμοποιηθούν για την απόκτηση κεφαλαίων, αγαθών ή υπηρεσιών·
«Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης» σημαίνει τα περιοριστικά μέτρα που θεσπίζονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση δυνάμει του άρθρου 29 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή του άρθρου 215 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«Πλαίσιο Κυρώσεων» σημαίνει τις νομοθετικές πράξεις που θεσπίζουν τα Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης, τα Ψηφίσματα ή Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας (Κυρώσεις) και τους κανονισμούς και τα διατάγματα του Υπουργικού Συμβουλίου με τα οποία υιοθετούνται Εθνικές Κυρώσεις∙
«Προϊστάμενος» ή «Προϊστάμενος της ΕΜΕΚ» σημαίνει το πρόσωπο που έχει την ευθύνη λειτουργίας της ΕΜΕΚ∙
«ΣΕΟΚ» σημαίνει την Συμβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών Κυρώσεων, η οποία συστάθηκε με απόφαση Υπουργικού Συμβουλίου∙
«Συμβουλευτική Επιτροπή» σημαίνει την επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 21∙
«Συμβούλιο Ασφαλείας» σημαίνει το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, το οποίο συστάθηκε δυνάμει του Άρθρου 7 του Κεφαλαίου III του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών∙
«υπόχρεη οντότητα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο∙
«χρηματοοικονομικός τομέας» σημαίνει μεταξύ άλλων-
(α) επενδύσεις, αποεπενδύσεις, χρηματοδοτήσεις, παροχή ασφαλιστικών, αντασφα-λιστικών, μεσιτικών, διαμεσολαβητικών ή συμβουλευτικών υπηρεσιών,
(β) αναδιαρθρώσεις εταιρειών ή άλλων νομικών προσώπων, μεταβιβάσεις μετοχών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, συνέχιση υπηρεσιών για εμπιστεύματα, μεταφορά χρηματοοικονομικών μεσών από αποθετήρια αξιών (national settlement depository-NSD), μεταφορά έδρας, εκούσια εκκαθάριση, αλλαγές στο μετοχικό κεφάλαιο, στη μετοχική δομή, στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εταιρειών όπου υπάρχουν μέτοχοι, πραγματικοί δικαιούχοι ή αξιωματούχοι που το όνομά τους περιλαμβάνεται σε καταλόγους Κυρώσεων∙
«Ψηφίσματα ή Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας (Κυρώσεις)» σημαίνει τα Ψηφίσματα ή τις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που υιοθετούνται δυνάμει του Κεφαλαίου VII του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
(2)(α) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οποιαδήποτε αναφορά σε Οδηγία, Κανονισμό ή άλλη πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σημαίνει αναφορά σε τέτοιο νομοθέτημα όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο.
(β) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οποιαδήποτε αναφορά σε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη της Δημοκρατίας, σημαίνει αναφορά σε τέτοιο νομοθέτημα όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο.
3. Διά του παρόντος Νόμου ιδρύεται, εντός του Υπουργείου Οικονομικών, Διεύθυνση καλούμενη «Εθνική Μονάδα Εφαρμογής Κυρώσεων» (ΕΜΕΚ), η οποία έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(α) Την εφαρμογή και εποπτεία των περιοριστικών μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών σε σχέση με οικονομικές κυρώσεις∙
(β) τον συντονισμό όλων των αρχών και κρατικών υπηρεσιών για την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία∙
(γ) τη διασφάλιση κοινών προτεραιοτήτων σε σχέση με τα Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης ανάμεσα στις αρχές επιβολής του νόμου και τις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή τους και κατανόηση της σχέσης μεταξύ ποινικής και διοικητικής επιβολής∙
(δ) τη συλλογή πληροφοριών, τη συνεργασία με άλλες κρατικές αρχές και φορείς στη Δημοκρατία, με αρμόδιες αρχές του εξωτερικού και με άλλους οργανισμούς κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και την ανταλλαγή στοιχείων και πληροφοριών με αυτούς, περιλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών για στρατηγικούς σκοπούς, εντός των ορίων που καθορίζονται στο εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο·
(ε) τη διαβούλευση κατά τη διεξαγωγή ερευνών, εντός του πλαισίου που καθορίζεται στο εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο∙
(στ) την ανάληψη και εκτέλεση ενεργειών ως αρμόδια αρχή για σκοπούς εφαρμογής πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που σχετίζονται με Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης∙
(ζ) την εξέταση αιτημάτων για χορήγηση αδειών ή παρεκκλίσεων σύμφωνα με τις νομοθετικές πράξεις που θεσπίζουν Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης και/ή των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας (Κυρώσεις), όσον αφορά οικονομικές κυρώσεις και οποιεσδήποτε άλλες Κυρώσεις για τις οποίες η ΕΜΕΚ έχει καθοριστεί ως αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία και ενημέρωση του Υπουργείου Εξωτερικών αναφορικά με το αποτέλεσμα της εκάστοτε απόφασης σε σχέση με αυτά∙
(η) τη λήψη και υποβολή αναφορών, όπου απαιτείται, κατά τα οριζόμενα στα Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης και/ή στα Ψηφίσματα ή Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας (Κυρώσεις) για τα οποία η ΕΜΕΚ έχει οριστεί ως η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία∙
(θ) την επιβολή των προβλεπόμενων στον παρόντα Νόμο ή σε οποιονδήποτε άλλο νόμο δυνάμει του οποίου ανατίθενται εξουσίες και αρμοδιότητες στην ΕΜΕΚ διοικητικών προστίμων, χωρίς επηρεασμό των εξουσιών και αρμοδιοτήτων των Εποπτικών Αρχών·
(ι) την εκπροσώπηση της Δημοκρατίας σε εγχώρια, ευρωπαϊκά και διεθνή όργανα∙
(ια) την αξιολόγηση υποθέσεων ενδεχόμενης παράβασης των Κυρώσεων∙
(ιβ) την κατάρτιση εκθέσεων σε σχέση με το έργο της, εκθέσεων με στατιστικά στοιχεία και εκθέσεων αναφοράς∙
(ιγ) τον συντονισμό για τον προσδιορισμό και εντοπισμό, κατά περίπτωση, κεφαλαίων και οικονομικών πόρων τα οποία ανήκουν σε κατονομαζόμενα πρόσωπα, οντότητες ή φορείς∙
(ιδ) τη διατύπωση γνώμης, εισηγήσεων, προτάσεων και πολιτικών προς τον Υπουργό, τη Βουλή των Αντιπροσώπων, τις Αρμόδιες Αρχές, τις Εποπτικές Αρχές ή/και άλλες κρατικές υπηρεσίες για θέματα σχετικά με την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία∙
(ιε) την έκδοση οδηγιών, εγκυκλίων, κατευθυντήριων γραμμών, διευκρινίσεων και καθοδήγησης για θέματα σχετικά με την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία·
(ιστ) την υποβολή προτάσεων για κανονισμούς και νομοσχέδια για ρύθμιση τυχόν θεμάτων που αφορούν το Πλαίσιο Κυρώσεων∙
(ιζ) την εισήγηση και/ή προώθηση της σύναψης μνημονίων συνεργασίας ή άλλων συμφωνιών με άλλες αρμόδιες αρχές και οργανισμούς του εξωτερικού που αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών∙
(ιη) τη διοργάνωση εκπαιδευτικών ή επιμορφωτικών σεμιναρίων ή συνεδρίων και την έκδοση και διανομή επιμορφωτικού υλικού για θέματα σχετικά με την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία∙
(ιθ) την αναφορά από διάφορες πηγές σε σχέση με ενδεχόμενες παραβιάσεις Κυρώσεων για τις οποίες απαιτείται η εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων ειδοποίηση των αρχών επιβολής του νόμου και των Αρμοδίων Αρχών·
(κ) την τήρηση αρχείου σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου και του περί Κανόνων Ασφαλείας Διαβαθμισμένων Πληροφοριών, Εγγράφων και Υλικού και για Συναφή Θέματα Νόμου και των σχετικών διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών, εγγράφων και υλικού.
4. Η ΕΜΕΚ αναφέρεται διεθνώς ως National Sanctions Implementation Unit (NSIU).
5.-(1) Ο Γενικός Διευθυντής ορίζει Οικονομικό Διευθυντή ή αναπληρωτή Οικονομικό Διευθυντή ως Προϊστάμενο της ΕΜΕΚ δυνάμει των διατάξεων του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.
(2) Η ΕΜΕΚ στελεχώνεται με προσωπικό του Υπουργείου Οικονομικών και/ή πρόσωπα που υπηρετούν στο Υπουργείο Οικονομικών, μέσω διαδικασιών απόσπασης και/ή που παρέχουν υπηρεσίες στο Υπουργείο Οικονομικών, μέσω αγοράς υπηρεσιών.
(3) Η ΕΜΕΚ δύναται να αναθέτει κατά περίπτωση την εκτέλεση συγκεκριμένης εργασίας σε πρόσωπα εγνωσμένης ειδικής πείρας και κατάρτισης που να είναι ικανά να συνδράμουν την ΕΜΕΚ κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
6.-(1) Κάθε Αρμόδια Αρχή και κάθε Εποπτική Αρχή διασφαλίζει την εφαρμογή στη Δημοκρατία των Κυρώσεων που εμπίπτουν στους τομείς για τους οποίους έχουν αρμοδιότητα σύμφωνα με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, τους νόμους, τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις και τις αποφάσεις της εκτελεστικής εξουσίας.
(2) Εποπτική Αρχή και Αρμόδια Αρχή δύναται να εκδώσει κανονισμούς, κανονιστικού περιεχομένου οδηγίες, εγκυκλίους, κατευθυντήριες γραμμές, διευκρινίσεις και καθοδήγηση σχετικά με θέματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων της για την εφαρμογή των Κυρώσεων στη Δημοκρατία.
(3) Για σκοπούς συντονισμού, οι Εποπτικές Αρχές και οι Αρμόδιες Αρχές ενημερώνουν την ΕΜΕΚ για τυχόν έκδοση κανονισμών, κανονιστικού περιεχομένου οδηγιών, εγκυκλίων, κατευθυντήριων γραμμών, διευκρινίσεων και καθοδήγησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2).
7.-(1) Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 14, το οποίο αφορά την ΕΜΕΚ, οι Εποπτικές Αρχές και οι Αρμόδιες Αρχές συνεργάζονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους, για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Νόμου και του νομοθετικού πλαισίου των Κυρώσεων.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1)-
(α) οποιαδήποτε συνεργασία ή ανταλλαγή πληροφοριών περιορίζεται στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της κάθε Εποπτικής Αρχής και κάθε Αρμόδιας Αρχής·
(β) οποιαδήποτε ανταλλαγή πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δεν συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης προς εχεμύθεια, η οποία προβλέπεται δυνάμει οποιουδήποτε νόμου.
8. Ανεξάρτητα από την εξουσία της ΕΜΕΚ που προβλέπεται στο άρθρο 28, σε περίπτωση που οποιαδήποτε Εποπτική Αρχή ή Αρμόδια Αρχή έχει εύλογη υποψία ότι πρόσωπο έχει διαπράξει ή διαπράττει πράξη ή παράλειψη που παραβαίνει τις Κυρώσεις, αναφέρει την ενδεχόμενη παράβαση στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και ενημερώνει ταυτόχρονα την ΕΜΕΚ.
9.-(1) Για τη χορήγηση άδειας ή παρέκκλισης σε σχέση με οικονομικές κυρώσεις και οποιεσδήποτε άλλες Κυρώσεις για τις οποίες η ΕΜΕΚ ορίζεται ως αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία, απαιτείται η προηγούμενη υποβολή αιτήματος προς την ΕΜΕΚ.
(2) Ο αιτητής αναφέρει στο αίτημά του την ανάγκη για τη χορήγηση της άδειας ή παρέκκλισης, καθώς και τη νομική βάση αυτού και το αίτημα συνοδεύεται από όλες τις πληροφορίες και έγγραφα, ως καθορίζονται σε έντυπο που εκδίδεται από την ΕΜΕΚ.
(3) Το αίτημα υποβάλλεται σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή στην αγγλική γλώσσα.
(4) Τα έγγραφα και στοιχεία που συνοδεύουν το αίτημα, πρέπει να είναι πρωτότυπα ή πιστά αντίγραφα αυτών ή, όπου αυτό δεν είναι δυνατό, αντίγραφα των πρωτοτύπων, ενώ σε περίπτωση που τα συγκεκριμένα έγγραφα και στοιχεία έχουν συνταχθεί σε γλώσσα άλλη από επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή την αγγλική γλώσσα, τότε υποβάλλονται στην ΕΜΕΚ και πιστοποιημένες μεταφράσεις αυτών.
(5) Η ΕΜΕΚ κατά την εξέταση του αιτήματος δύναται να ζητά διευκρινίσεις και πρόσθετα στοιχεία, έγγραφα ή πληροφορίες τα οποία είναι, κατά την κρίση της, απαραίτητα για τον πληρέστερο έλεγχο του αιτήματος.
(6) Η ΕΜΕΚ δύναται, με οδηγία της, να ρυθμίζει κάθε ζήτημα που αφορά την υποβολή αιτήματος, εξειδικεύοντας τις σχετικές λεπτομέρειες.
10.-(1)(α) Η ΕΜΕΚ δύναται, κατά την κρίση της, να εγκρίνει ή να απορρίψει το αίτημα που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9·η ΕΜΕΚ εγκρίνει το αίτημα και χορηγεί άδεια ή παρέκκλιση σε σχέση οικονομικές κυρώσεις και οποιεσδήποτε άλλες Κυρώσεις για τις οποίες η ΕΜΕΚ ορίζεται ως αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία, εφόσον διαπιστώσει ότι πληρούνται οι σχετικοί όροι και προϋποθέσεις που προβλέπονται στο σχετικό νομοθετικό Πλαίσιο Κυρώσεων.
(β) Η ΕΜΕΚ δύναται να χορηγεί άδεια ή παρέκκλιση υπό όρους και προϋποθέσεις.
(2) Η ΕΜΕΚ δύναται να χορηγεί γενικές ή ειδικές άδειες, σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στο σχετικό νομοθετικό Πλαίσιο Κυρώσεων.
(3) Η ΕΜΕΚ εξετάζει το αίτημα και γνωστοποιεί την απόφασή της στον αιτητή.
(4) Η απόρριψη του αιτήματος αιτιολογείται κατάλληλα και ο αιτητής ενημερώνεται περί του δικαιώματος άσκησης ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12.
11.-(1) H χορήγηση άδειας ή παρέκκλισης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 10, δύναται να τροποποιηθεί, να ανασταλεί και/ή να ανακληθεί οποτεδήποτε, κατόπιν σχετικής απόφασης της ΕΜΕΚ.
(2) Η ΕΜΕΚ ενημερώνει γραπτώς τον αιτητή για την απόφασή της να τροποποιήσει, αναστείλει και/ή να ανακαλέσει την άδεια ή την παρέκκλιση και κοινοποιεί τυχόν αναθεωρημένη άδεια ή παρέκκλιση στον αιτητή και η απόφαση για τροποποίηση, αναστολή ή ανάκληση άδειας ή παρέκκλισης αιτιολογείται δεόντως και ο αιτητής ενημερώνεται περί του δικαιώματος άσκησης ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12.
12.-(1) Αιτητής ο οποίος δεν ικανοποιείται από απόφαση της ΕΜΕΚ, δύναται, εντός είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία που κοινοποιείται σε αυτόν η απόφαση της ΕΜΕΚ, να προσβάλει την απόφαση με γραπτή ένστασή του στον Υπουργό, στην οποία εκθέτει τους λόγους προς υποστήριξή της.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει κάθε ένσταση που υποβάλλεται σε αυτόν και εάν, σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση ήθελε θεωρήσει αυτό αναγκαίο ή σκόπιμο, ακούει ή με άλλο τρόπο δίνει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η ένσταση.
(3) Ο Υπουργός αποφασίζει σε σχέση με κάθε ένσταση το ταχύτερο και κοινοποιεί την απόφασή του στον προσφεύγοντα εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία άσκησης της ένστασης.
(4) Ο Υπουργός, προτού εκδώσει την απόφασή του για την ένσταση, δύναται να αναθέσει σε ένα ή περισσότερους λειτουργούς του Υπουργείου Οικονομικών, εκτός από λειτουργό που συμμετείχε στην εξέταση της αρχικής αίτησης και στη λήψη της απόφασης που αποτελεί αντικείμενο της ένστασης, την εξέταση θεμάτων που προβάλλονται στην ένσταση και την υποβολή σε αυτόν σχετικού πορίσματος.
(5) Ο Υπουργός δύναται-
(α) να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση∙
(δ) να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης προς αντικατάσταση της προσβληθείσας.
(6) Πρόσωπο που δεν ικανοποιείται από την απόφαση του Υπουργού δύναται να καταχωρίσει προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
13.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 22, η ΕΜΕΚ, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της, δύναται, με γραπτό και αιτιολογημένο αίτημά της-
(α) να ζητεί και να συλλέγει πληροφορίες· και
(β) να απαιτεί μέσα σε ταχθείσα προθεσμία την παροχή των εν λόγω πληροφοριών,
από οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από Εποπτική Αρχή ή Αρμόδια Αρχή, που η ΕΜΕΚ, κατά την απόλυτή της κρίση, θεωρεί ότι είναι σε θέση να της παράσχει τις απαιτούμενες για την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων της πληροφορίες.
(2) Στο γραπτό αίτημα της ΕΜΕΚ καθορίζεται ο σκοπός της συλλογής πληροφοριών, ο οποίος πρέπει να αποσκοπεί στην άσκηση μίας ή περισσότερων από τις αρμοδιότητές της, η διάταξη στην οποία βασίζεται η εξουσία της, η τασσόμενη προς παροχή των πληροφοριών προθεσμία και τα ενδεχόμενα πρόστιμα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) υποχρέωση παροχής πληροφοριών.
(3) Πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται το αίτημα της ΕΜΕΚ για συλλογή πληροφοριών, έχει υποχρέωση για έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των ζητούμενων πληροφοριών.
(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα δεν έχει υποχρέωση να αποκαλύψει πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο του δικηγόρου.
(5) Σε περίπτωση άρνησης προσώπου να συμμορφωθεί με αίτημα για συλλογή πληροφοριών μέσα στην ταχθείσα προθεσμία ή σε περίπτωση που αυτό αρνείται να δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες ή επιδεικνύει ή προσκομίζει ελλιπείς πληροφορίες, η ΕΜΕΚ δύναται να του επιβάλει-
(α) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), αφού προηγουμένως δώσει το δικαίωμα ακρόασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο, και
(β) σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των εκατό ευρώ (€100) για κάθε ημέρα συνέχισης της άρνησης συμμόρφωσης ή άλλης παράβασης.
(6) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην ΕΜΕΚ δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι εμπιστευτικής φύσεως και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της.
(7) Σε περίπτωση που κατά τη συλλογή και αξιολόγηση των πληροφοριών προκύψουν οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία δυνατό να συνιστούν ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κυρώσεων, η ΕΜΕΚ διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
(8) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «υποχρέωση παροχής πληροφοριών» περιλαμβάνει υποχρέωση για προσκόμιση-
(α) κάθε είδους γραπτών στοιχείων και πληροφοριών, καθώς και πληροφοριών εναποθηκευμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές,
(β) οποιωνδήποτε στοιχείων, τα οποία πρόσωπο κατέχει είτε προσωπικά είτε υπό την ιδιότητά του ως καταπιστευματοδόχος, περιλαμβανομένης και της πραγματικής ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων των κεφαλαίων και οικονομικών πόρων σχετικά με τα οποία, άμεσα ή έμμεσα, είναι καταπιστευματοδόχος.
(9) Πρόσωπο το οποίο λαμβάνει αίτημα της ΕΜΕΚ για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος άρθρου οφείλει να το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα, ανάλογα με το επίπεδο διαβάθμισής του, τηρουμένων των διατάξεων του περί Κανόνων Ασφαλείας Διαβαθμισμένων Πληροφοριών, Εγγράφων και Υλικού και για τα Συναφή Θέματα Νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.
(10) Όπου νομοθεσία απαιτεί όπως δημόσιος λειτουργός πρέπει να εξουσιοδοτείται από σχετικό νόμο για να λάβει πληροφορίες από άλλες αρχές ή πρόσωπα, το παρόν άρθρο θα νοείται ότι εξουσιοδοτεί δεόντως τον Προϊστάμενο της ΕΜΕΚ για τον εν λόγω σκοπό.
14.-(1)(α) H ΕΜΕΚ συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες με τις Εποπτικές Αρχές, τις Αρμόδιες Αρχές και οποιαδήποτε κρατική υπηρεσία και άλλους φορείς της Δημοκρατίας.
(β) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α)-
(i) οποιαδήποτε συνεργασία ή ανταλλαγή πληροφοριών περιορίζεται στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τόσο της ΕΜΕΚ όσο και κάθε άλλης Εποπτικής Αρχής, Αρμόδιας Αρχής, κρατικής υπηρεσίας ή άλλου φορέα της Δημοκρατίας· και
(ii) οποιαδήποτε ανταλλαγή πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) δεν συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης προς εχεμύθεια η οποία προβλέπεται δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε νόμου.
(2) Η ΕΜΕΚ έχει πρόσβαση στις πληροφορίες τις οποίες θεωρεί απαραίτητες, προκειμένου να ασκήσει τις δυνάμει του άρθρου 3 αρμοδιότητές της και για τον σκοπό αυτό απευθύνει γραπτό αίτημα προς τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) αρχές, υπηρεσίες ή φορείς στο οποίο καθορίζεται ο σκοπός του αιτήματος, ο οποίος πρέπει να αποσκοπεί στην άσκηση μίας ή περισσότερων από τις αρμοδιότητές της και η διάταξη στην οποία βασίζεται η εξουσία της.
(3) Οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) αρχές, υπηρεσίες ή φορείς απαντούν σε εύλογο χρονικό διάστημα σε αιτήματα παροχής και/ή ανταλλαγής πληροφοριών τα οποία υποβάλλονται από την ΕΜΕΚ.
15.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) και του Κεφαλαίου V του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 για τις διαβιβάσεις, η ΕΜΕΚ δύναται, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, να συνεργάζεται με αρμόδιες αρχές και οργανισμούς του εξωτερικού, οι οποίοι έχουν αντίστοιχες με την ΕΜΕΚ αρμοδιότητες και να ανταλλάζει πληροφορίες.
(2) Η ΕΜΕΚ δύναται να εισηγείται και/ή να προωθεί τη σύναψη μνημονίων συνεργασίας ή άλλες συμφωνίες με άλλες αρμόδιες αρχές και οργανισμούς του εξωτερικού, τηρουμένου του Κεφαλαίου V του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, που αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών.
16.-(1) Η ΜΟΚΑΣ δύναται να διαβιβάζει, τηρουμένων των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου, στην ΕΜΕΚ οποιεσδήποτε πληροφορίες δυνατόν να έχουν περιέλθει στην κατοχή ή την αντίληψή της στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της, περιλαμβανομένων πληροφοριών που λαμβάνει στο πλαίσιο αναφοράς ύποπτων συναλλαγών ή/και πληροφοριών που συλλέγει στο πλαίσιο αξιολόγησης τέτοιων αναφορών ή άλλως πως, οι οποίες δυνατόν να σχετίζονται με πιθανή παράβαση Κυρώσεων και οι οποίες είναι απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (ε), (θ), (ια) και (ιγ) του άρθρου 3.
(2) Η ΕΜΕΚ δύναται να ζητά και να λαμβάνει οποιεσδήποτε επιπρόσθετες πληροφορίες κρίνει αναγκαίες και τις οποίες η ΜΟΚΑΣ κατέχει στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της, τις οποίες δύναται να προσκομίζει εν ευθέτω χρόνω μετά από γραπτό, αιτιολογημένο αίτημα που υποβάλλεται από την ΕΜΕΚ και το οποίο σχετίζεται με πιθανή παράβαση Κυρώσεων.
(3) Η ΜΟΚΑΣ δύναται να ζητά και να λαμβάνει από την ΕΜΕΚ και/ή η ΕΜΕΚ δύναται να διαβιβάζει στην ΜΟΚΑΣ οποιεσδήποτε πληροφορίες δυνατόν να έχουν περιέλθει στην κατοχή ή την αντίληψή της ΕΜΕΚ, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της και οι οποίες να σχετίζονται με την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΜΟΚΑΣ.
17.-(1) Η ΕΜΕΚ διασφαλίζει, σε σχέση με τα Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης, τον συντονισμό και τη συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου και των Αρμόδιων Αρχών σε σχέση με τις εγκληματικές δραστηριότητες που καλύπτονται από τον περί της Ποινικοποίησης της Παραβίασης των Περιοριστικών Μέτρων της Ένωσης Νόμο.
(2) Η ΕΜΕΚ δύναται να απευθύνεται σε κάθε Εποπτική Αρχή και σε κάθε Αρμόδια Αρχή με σκοπό να-
(α) λαμβάνει ενημέρωση για τα μέτρα που εφαρμόζουν και/ή λαμβάνουν για τη διασφάλιση της εφαρμογής στη Δημοκρατία των Κυρώσεων που εμπίπτουν στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς τους,
(β) λαμβάνει ενημέρωση σε σχέση με πληροφορίες που τυχόν έχει στην κατοχή της η Αρμόδια Αρχή και η Εποπτική Αρχή σχετικά με τα δεσμευμένα κεφάλαια και τους δεσμευμένους οικονομικούς πόρους στη Δημοκρατία, περιλαμβανομένων των πραγματικών δικαιούχων αυτών, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων πληροφοριών κρίνει αναγκαίες είτε αυτές αφορούν δεσμευμένα κεφάλαια και δεσμευμένους οικονομικούς πόρους και πραγματικούς δικαιούχους αυτών είτε οποιαδήποτε άλλα περιουσιακά στοιχεία ή πρόσωπα,
(γ) ζητά στατιστικά στοιχεία σε σχέση με τα θέματα των Κυρώσεων που εμπίπτουν στο πλαίσιο αρμοδιότητάς τους,
(δ) αποστέλλει οποιαδήποτε στοιχεία που αφορούν αδειοδοτήσεις ή/και παρεκκλίσεις στο Υπουργείο Εξωτερικών για ενημέρωση των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των υπόλοιπων Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
18. Ανεξαρτήτως των διατάξεων των άρθρων 61Α(3), 61Β(3), 61Γ(3), 61Δ(3) και 61ΣΤ του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, η ΕΜΕΚ, για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της, έχει πρόσβαση-
(α) με ηλεκτρονικά μέσα στις πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους εταιρειών και άλλων νομικών οντοτήτων, που τηρούνται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 61Α του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων Εταιρειών και Άλλων Νομικών Οντοτήτων, χωρίς την καταβολή τέλους και χωρίς να ειδοποιείται η εταιρεία ή η άλλη νομική οντότητα∙
(β) με ηλεκτρονικά μέσα στις πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους σωματείων, ιδρυμάτων, ομοσπονδιών, ενώσεων και αγαθοεργών ιδρυμάτων, που τηρούνται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 61Β του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων Νομικών Οντοτήτων, χωρίς την καταβολή τέλους και χωρίς να ειδοποιείται το σωματείο, ίδρυμα, ομοσπονδία, ένωση ή αγαθοεργό ίδρυμα∙
(γ) με ηλεκτρονικά μέσα στις πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους ρητών εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών διευθετήσεων, που τηρούνται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 61Γ του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, στο Μητρώο Ρητών Εμπιστευμάτων και Παρεμφερών Νομικών Διευθετήσεων, χωρίς την καταβολή τέλους και χωρίς να ειδοποιείται το ρητό εμπίστευμα ή η παρεμφερής νομική διευθέτηση∙
(δ) με ηλεκτρονικά μέσα στις πληροφορίες για τους κατόχους και/ή τους πραγματικούς δικαιούχους τραπεζικών λογαριασμών πληρωμών, τραπεζικών λογαριασμών πελατών, τραπεζικών λογαριασμών προσδιοριζόμενων από αριθμό IBAN και/ή των μισθωτών θυρίδων, που τηρούνται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 61Δ του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, στο Κεντρικό Μητρώο Τραπεζικών Λογαριασμών, Λογαριασμών Πληρωμής και Θυρίδων Ασφαλείας, χωρίς την καταβολή τέλους και χωρίς να ειδοποιείται ο κάτοχος και/ή πραγματικός δικαιούχος και/ή ο μισθωτής∙
(ε) μέσω μητρώων ή ηλεκτρονικών συστημάτων ανάκτησης δεδομένων, σε πληροφορίες για εξακρίβωση κατά πόσον συγκεκριμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς, κατέχουν δεσμευμένα κεφάλαια και οικονομικούς πόρους στη Δημοκρατία.
19.-(1) Άνευ επηρεασμού υποχρεώσεων αναφοράς που δύναται να υπέχουν οι υπόχρεες οντότητες προς τις οικείες Εποπτικές Αρχές ή τις Αρμόδιες Αρχές και υπό την επιφύλαξη των εφαρμοστέων κανόνων σχετικά με την υποβολή στοιχείων, την εμπιστευτικότητα και το επαγγελματικό απόρρητο, κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο, οντότητα και φορέας-
(α) παρέχει στην EMEK εντός δύο (2) εβδομάδων από την απόκτηση αυτών των πληροφοριών, πληροφορίες σχετικά με δεσμευμένα κεφάλαια και δεσμευμένους οικονομικούς πόρους ή πληροφορίες που κατέχουν σχετικά με κεφάλαια και οικονομικούς πόρους σε έδαφος της Ένωσης που βρίσκονται στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο κατονομαζόμενων προσώπων, οντοτήτων ή φορέων και τα οποία δεν έχουν αντιμετωπιστεί ως δεσμευμένα από τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, τις οντότητες και τους φορείς που υποχρεούνται να τα δεσμεύσουν·
(β) παρέχει στην ΕΜΕΚ εντός δύο (2) εβδομάδων από την απόκτηση αυτών των πληροφοριών, πληροφορίες που κατέχουν σχετικά με κεφάλαια και οικονομικούς πόρους σε έδαφος της Ένωσης που βρίσκονται στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο κατονομαζόμενων προσώπων, οντοτήτων ή φορέων και έχουν αποτελέσει αντικείμενο οποιασδήποτε μετακίνησης, μεταβίβασης, μεταβολής, χρήσης, πρόσβασης ή διαπραγμάτευσης, κατά τις δύο (2) εβδομάδες που προηγούνται της καταχώρισης των εν λόγω κατονομαζόμενων φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων στις Κυρώσεις·
(γ) συνεργάζεται με την ΕΜΕΚ σε κάθε έλεγχο των εν λόγω πληροφοριών.
(2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα δεν έχει υποχρέωση να αποκαλύψει πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο του δικηγόρου.
(3) Οι πληροφορίες σχετικά με τα δεσμευμένα κεφάλαια και τους δεσμευμένους οικονομικούς πόρους που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:
(α) Πληροφορίες για την ταυτοποίηση των φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων, στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο των οποίων βρίσκονται τα δεσμευμένα κεφάλαια και οι δεσμευμένοι οικονομικοί πόροι, συμπεριλαμβανομένων του ονόματος, της διεύθυνσης και του αριθμού μητρώου ΦΠΑ ή του αριθμού φορολογικού μητρώου τους·
(β) το ποσό ή την αγοραία αξία των εν λόγω κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων κατά την ημερομηνία αναφοράς και κατά την ημερομηνία δέσμευσης· και
(γ) τα είδη κεφαλαίων, με ανάλυση στις κατηγορίες που ορίζονται στις παραγράφους (α) έως (η) του ορισμού «κεφάλαια» και σε μια πρόσθετη κατηγορία που αντιστοιχεί σε οικονομικούς πόρους·για καθεμία από τις εν λόγω κατηγορίες και εφόσον είναι διαθέσιμες, την ποσότητα, την τοποθεσία και άλλα σχετικά χαρακτηριστικά των κεφαλαίων ή των οικονομικών πόρων.
(4) Εποπτική Αρχή και Αρμόδια Αρχή που τυχόν λαμβάνει πληροφόρηση σχετικά με δέσμευση κεφαλαίων και/ή δέσμευση οικονομικών πόρων, διαβιβάζει τη σχετική πληροφόρηση αυτούσια στην ΕΜΕΚ.
(5) Κατονομαζόμενο πρόσωπο, οντότητα ή φορέας-
(α) αναφέρει στην ΕΜΕΚ εντός έξι (6) εβδομάδων από την ημερομηνία καταχώρισής του σε κατάλογο προσώπων που υπόκεινται σε Περιοριστικά Μέτρα της Ένωσης, κεφάλαια ή οικονομικούς πόρους εντός της δικαιοδοσίας της Δημοκρατίας στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχό τους· και
(β) συνεργάζεται με την ΕΜΕΚ σε κάθε έλεγχο των εν λόγω πληροφοριών.
(6) Εποπτική Αρχή και Αρμόδια Αρχή που τυχόν λαμβάνει πληροφόρηση σχετικά με κεφάλαια και/ή οικονομικούς πόρους στην ιδιοκτησία, στην κατοχή ή υπό τον έλεγχό κατονομαζόμενου προσώπου, οντότητας ή φορέα, διαβιβάζει τη σχετική πληροφόρηση αυτούσια στην ΕΜΕΚ.
(7) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1) και (5), καθώς και τυχόν υποχρεώσεων αναφοράς που δύναται να υπέχουν οι υπόχρεες οντότητες προς τις οικείες Εποπτικές Αρχές ή τις Αρμόδιες Αρχές, κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο, οντότητα και φορέας παρέχει στην ΕΜΕΚ οποιεσδήποτε πληροφορίες και/ή αναφορές τις οποίες οφείλει να υποβάλλει, που προκύπτουν από οποιαδήποτε πρόνοια του νομοθετικού πλαισίου Κυρώσεων, το οποίο καθορίζει την ΕΜΕΚ ως αρμόδια αρχή.
20. Η ΕΜΕΚ δύναται να αξιολογεί υποθέσεις που σχετίζονται με παραβάσεις ή ενδεχόμενες παραβάσεις των Κυρώσεων.
21.-(1) Συστήνεται Συμβουλευτική Επιτροπή της οποίας προεδρεύει Προϊστάμενος της ΕΜΕΚ ή εκπρόσωπός του, και η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους του Υπουργείου Εξωτερικών, του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας, του Τμήματος Τελωνείων, της Αστυνομίας Κύπρου και της ΜΟΚΑΣ.
(2) Η ΕΜΕΚ δύναται να προσκαλεί σε συνάντηση, όποτε κρίνεται σκόπιμο, ένα ή περισσότερα από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής για συζήτηση ειδικών θεμάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή των Κυρώσεων και για τα οποία απαιτείται η τεχνογνωσία και εμπειρογνωμοσύνη των μελών της, αναλόγως του τομέα της αρμοδιότητάς τους.
(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), η ΕΜΕΚ δύναται με γραπτό αίτημά της να ζητεί την παροχή εξειδικευμένης γνώσης από ένα ή περισσότερα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής ή Αρμόδιας Αρχής ή Εποπτικής Αρχής που δεν συμμετέχει στη Συμβουλευτική Επιτροπή και να ζητά τυχόν διευκρινίσεις είτε γραπτώς είτε σε οποιαδήποτε άλλη μορφή επί ειδικών θεμάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή των Κυρώσεων και για τα οποία απαιτείται η τεχνογνωσία και εμπειρογνωμοσύνη τους.
(4) Η ΕΜΕΚ λαμβάνει υπόψη τις θέσεις, απόψεις, συμβουλές ή διευκρινίσεις που παρέχονται κατά τα οριζόμενα στα εδάφια (2) και (3), οι οποίες δεν είναι δεσμευτικές προς την ΕΜΕΚ και η οποία αποφασίζει και επιλαμβάνεται οποιουδήποτε ζητήματος εμπίπτει στις αρμοδιότητές της κατά την απόλυτη κρίση της.
(5) Οι διατάξεις του άρθρου 23 εφαρμόζονται σε όλα τα μέλη που συμμετέχουν στη Συμβουλευτική Επιτροπή και στα πρόσωπα που καλούνται να παρέχουν στην ΕΜΕΚ τυχόν διευκρινίσεις δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3).
22.-(1) Η ΕΜΕΚ, κατά τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ενεργεί ως υπεύθυνος επεξεργασίας και υπόκειται στις υποχρεώσεις δυνάμει των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.
(2)(α) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία από την ΕΜΕΚ, τη ΜΟΚΑΣ, την Αστυνομία Κύπρου, τις Αρμόδιες Αρχές και τις Εποπτικές Αρχές μόνο για σκοπούς των διατάξεων του παρόντος Νόμου και δεν υποβάλλονται σε οποιαδήποτε άλλη ασύμβατη επεξεργασία.
(β) Η διενεργούμενη από τις αρχές επιβολής του νόμου συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία εμπίπτει στους σκοπούς της παραγράφου (α) του άρθρου 3 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου, διενεργείται τηρουμένων των διατάξεων του νόμου αυτού.
(3) Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς άλλους από αυτούς που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, όπως οι εμπορικοί σκοποί, απαγορεύεται.
(4)(α) Για τους σκοπούς του Άρθρου 23(1)(ε) του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, ο παρών Νόμος αίρει εν όλω την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης βάσει των διατάξεων του Άρθρου 15 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, αναφορικά με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρεί η ΕΜΕΚ για τους σκοπούς και κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής ερευνών και αξιολόγησης των υποθέσεων ενδεχόμενης παράβασης των Κυρώσεων.
(β) Αφότου εκλείψουν οι λόγοι που δικαιολογούν την άρση του δικαιώματος πρόσβασης, η ΕΜΕΚ έχει υποχρέωση να ικανοποιεί τα σχετικά αιτήματα πρόσβασης των υποκειμένων των δεδομένων, εκτός εάν προκύψει περίπτωση που δικαιολογεί τέτοιον περιορισμό ο οποίος σέβεται την ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων και συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο και έχει εξασφαλιστεί προηγουμένως η θετική γνώμη του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
(5) Με σκοπό την πρόληψη, τη διερεύνηση και τον εντοπισμό παραβιάσεων των Κυρώσεων, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, αποσκοπεί στη διασφάλιση του γενικού δημοσίου συμφέροντος και περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις του Άρθρου 23(1)(ε) του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.
23.-(1) Το προσωπικό που στελεχώνει την ΕΜΕΚ ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο λαμβάνει γνώση ένεκα της θέσης του ή κατά την άσκηση των καθηκόντων του, οποιασδήποτε πληροφορίας σχετικής με την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΜΕΚ, έχει υποχρέωση προς εχεμύθεια και προς τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου και χρησιμοποιεί την πληροφορία αυτή αποκλειστικά για την άσκηση των καθηκόντων του.
(2) Οποιαδήποτε κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών η οποία είναι αναγκαία βάσει νόμου ή κρίνεται αναγκαία στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας δεν συνιστά παράβαση της υποχρέωσης προς εχεμύθεια και τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.
(3) Το απόρρητο συνεπάγεται ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες που η ΕΜΕΚ ή πρόσωπο λαμβάνει κατά την άσκηση των καθηκόντων του δύναται να ανακοινωθούν μόνο σε άλλες αρμόδιες υπηρεσίες της Δημοκρατίας ή της αλλοδαπής ή σε οργανισμούς, εφόσον αναφέρονται σε θέματα που εμπίπτουν στις κατά νόμο αρμοδιότητές τους.
24. Πρόσωπο το οποίο αναλαμβάνει καθήκοντα Προϊστάμενου, υπαλλήλου, συμβούλου ή που του ανατίθενται εργασίες ως εμπειρογνώμονα της ΕΜΕΚ, προτού αναλάβει τα καθήκοντά του, υπογράφει και υποβάλλει προς την ΕΜΕΚ βεβαίωση πίστης και τήρησης εμπιστευτικότητας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.
25.-(1) Κάθε υπόχρεη οντότητα θεσπίζει και εφαρμόζει επαρκείς και κατάλληλες πολιτικές, ελέγχους, συστήματα και διαδικασίες, ώστε-
(α) να εντοπίζει, να αξιολογεί, να μετριάζει και να διαχειρίζεται αποτελεσματικά τους κινδύνους παράβασης των Κυρώσεων· και
(β) να εντοπίζει πράξεις ή παραλείψεις, οι οποίες σχετίζονται με τις επαγγελματικές της δραστηριότητες και οι οποίες παραβαίνουν ή ενδεχομένως να παραβαίνουν τις Κυρώσεις.
(2) Οι πολιτικές, οι έλεγχοι, τα συστήματα και οι διαδικασίες είναι ανάλογα με τα χαρακτηριστικά και τη δραστηριότητα της υπόχρεης οντότητας.
(3) Για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, κάθε Εποπτική Αρχή δύναται να εκδίδει κανονιστικού περιεχομένου ή και δεσμευτικές οδηγίες με τις οποίες καθορίζονται οι λεπτομέρειες και εξειδικεύεται ο τρόπος εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οι οποίες είναι δεσμευτικές και υποχρεωτικές ως προς την εφαρμογή τους από τα πρόσωπα που υπόκεινται στην εποπτεία της.
(4) Για σκοπούς συντονισμού, οι Εποπτικές Αρχές ενημερώνουν την ΕΜΕΚ για τις οδηγίες που εκδίδουν δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3).
(5) Κάθε Εποπτική Αρχή παρακολουθεί, αξιολογεί και εποπτεύει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και των προβλεπόμενων στο εδάφιο (3) οδηγιών που η ίδια έχει εκδώσει, από τις υπόχρεες οντότητες που υπόκεινται στην εποπτεία της.
26.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου και άνευ επηρεασμού των διατάξεων του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομές Δραστηριότητες Νόμου, για την υποβολή από τις υπόχρεες οντότητες αναφορών στη ΜΟΚΑΣ οι υπόχρεες οντότητες διαβιβάζουν στην ΕΜΕΚ οποιεσδήποτε πληροφορίες δυνατό να έχουν περιέλθει στην κατοχή ή την αντίληψή τους σχετικά με πιθανή παραβίαση Κυρώσεων στο πλαίσιο άσκησης των δραστηριοτήτων τους.
(2) H ΕΜΕΚ δύναται κατόπιν γραπτού, αιτιολογημένου αιτήματος να ζητήσει και να λάβει οποιεσδήποτε επιπρόσθετες πληροφορίες κρίνει αναγκαίες και τις οποίες οι υπόχρεες οντότητες προσκομίζουν εντός του χρόνου που καθορίζει η ΕΜΕΚ.
27.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία υπόχρεη οντότητα που υπόκειται στην εποπτεία της Εποπτικής Αρχής παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου 25 και τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες της, αφού δώσει την ευκαιρία στην υπόχρεη οντότητα να ακουστεί, δύναται να λάβει όλα ή οποιαδήποτε από τα ακόλουθα μέτρα-
(α) να απαιτεί από την υπόχρεη οντότητα να λάβει τέτοια μέτρα εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, ως η Εποπτική Αρχή ήθελε καθορίσει για τη θεραπεία της κατάστασης∙
(β) να επιβάλει-
(i) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)· και
(ii) σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα πεντακόσια ευρώ (€500) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης∙
(γ) να τροποποιήσει ή αναστείλει ή ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας ή την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος υπόχρεης οντότητας, ανάλογα με την περίπτωση∙
(δ) να απαγορεύσει, προσωρινά ή μόνιμα, σε πρόσωπα που ασκούν διοικητικά καθήκοντα σε υπόχρεη οντότητα ή σε άλλο φυσικό πρόσωπο που θεωρείται υπαίτιο για την παράβαση την άσκηση διοικητικών καθηκόντων σε υπόχρεη οντότητα·
(ε) να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο που προβλέπεται στην παράγραφο (β) σε πρόσωπο που ασκεί διοικητικά καθήκοντα σε υπόχρεη οντότητα ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια·
(στ) να υποχρεώσει φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο θεωρείται υπαίτιο για την παράβαση να τερματίσει την παράβαση και να μην την επαναλάβει·
(ζ) να προβεί σε δημόσια δήλωση η οποία αναφέρει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο θεωρείται υπαίτιο για την παράβαση και τη φύση της σχετικής παράβασης.
(2) Η αρμόδια Εποπτική Αρχή δημοσιεύει στον επίσημο διαδικτυακό της τόπο το διοικητικό πρόστιμο ή τα μέτρα που προβλέπονται στο εδάφιο (1), κατ΄ αναλογία εφαρμόζοντας τις διατάξεις του άρθρου 59(6Α) του περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου.
(3) Κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου του διοικητικού μέτρου, η Εποπτική Αρχή λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση-
(α) της σοβαρότητας και διάρκειας της παράβασης·
(β) του βαθμού ευθύνης του υπαίτιου προσώπου·
(γ) της οικονομικής κατάστασης του υπαίτιου προσώπου, όπως προκύπτει από τον συνολικό κύκλο εργασιών του εάν είναι νομικό πρόσωπο ή από το ετήσιο εισόδημα του εάν είναι φυσικό πρόσωπο·
(δ) του κέρδους που το υπαίτιο πρόσωπο αποκόμισε από την παράβαση, στον βαθμό που μπορεί να προσδιοριστεί·
(ε) τις ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·
(στ) του βαθμού συνεργασίας του υπαίτιου προσώπου με την αρμόδια Εποπτική Αρχή·
(ζ) προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου προσώπου τις οποίες η Εποπτική Αρχή θεωρήσει σχετικές.
(4) Η Εποπτική Αρχή ασκεί τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο εξουσίες επιβολής διοικητικών μέτρων άμεσα ή/και σε συνεργασία με άλλες αρχές.
(5) Κατά την άσκηση των εξουσιών επιβολής διοικητικών μέτρων, οι Εποπτικές Αρχές συνεργάζονται στενά, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι τα επιβληθέντα μέτρα θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και, σε περίπτωση διασυνοριακών υποθέσεων, συντονίζουν τις ενέργειές τους.
28. Η ΕΜΕΚ, σε περίπτωση που κατά την άσκηση των εξουσιών της, διαπιστώνει το ενδεχόμενο παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κυρώσεων, ενεργεί ως ακολούθως:
(α) Σε περίπτωση που έχει εύλογη υποψία ότι πρόσωπο έχει διαπράξει ή διαπράττει πράξη ή παράληψη που παραβαίνει τις Κυρώσεις, αναφέρει την ενδεχόμενη παράβαση στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας· και
(β) αποφασίζει κατά πόσο δικαιολογείται η επιβολή διοικητικού προστίμου κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 13 και 29 και προχωρεί στην επιβολή διοικητικού προστίμου.
29.-(1) Ανεξαρτήτως τυχόν ποινικής ευθύνης, σε περίπτωση που η ΕΜΕΚ διαπιστώνει ότι πρόσωπο προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη κατά παράβαση του άρθρου 19 ή των δυνάμει του άρθρου 34 εκδιδόμενων κανονισμών, η ΕΜΕΚ δύναται να του επιβάλει-
(α) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), αφού προηγουμένως δώσει το δικαίωμα ακρόασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο· και
(β) σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των εκατό ευρώ (€100) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1), η ΕΜΕΚ δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο-
(α) σε νομικό πρόσωπο· ή/και
(β) σε σύμβουλο, διευθυντή ή αξιωματούχο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια.
30.-(1) Προτού προβεί στην έκδοση της απόφασής της για ενδεχόμενη επιβολή διοικητικού προστίμου, η ΕΜΕΚ δίδει δικαίωμα ακρόασης σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο και επισημαίνει τα δικαιώματα που του παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2).
(2) Πρόσωπο στο οποίο κοινοποιείται έγγραφο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) έχει το δικαίωμα, εντός προθεσμίας την οποία ορίζει η ΕΜΕΚ και η οποία δύναται να είναι μεταξύ τριών (3) και είκοσι μίας (21) ημερών από την εν λόγω κοινοποίηση, να προβεί σε γραπτές παραστάσεις προς την ΕΜΕΚ.
(3) Η ΕΜΕΚ λαμβάνει υπόψη της τις παραστάσεις αυτές πριν να προβεί στην έκδοση απόφασης για την ύπαρξη ή μη παράβασης, στην επιβολή διοικητικού προστίμου και στον καθορισμό του ύψους αυτού.
(4) Η ΕΜΕΚ δύναται να δίδει παράταση της προθεσμίας που τάσσεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) σε περίπτωση κωλύματος ή άλλης εύλογης αιτίας.
(5) Σε περίπτωση μη υποβολής οποιωνδήποτε παραστάσεων εντός ταχθείσας προθεσμίας, η ΕΜΕΚ δύναται να προχωρεί στη λήψη απόφασης, χωρίς άλλη ειδοποίηση.
(6) Οι αποφάσεις της ΕΜΕΚ που αφορούν επιβολή διοικητικού προστίμου ή άλλου διοικητικού μέτρου υπόκεινται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
31.-(1) Διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται και εισπράττεται από την ΕΜΕΚ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου λογίζεται ως εισπραχθέν έναντι των εσόδων του Πάγιου Ταμείου.
(2) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής διοικητικού προστίμου, αυτό δύναται να εισπραχθεί ως αστικό χρέος.
32. Πρόσωπο το οποίο, κατά την παροχή πληροφορίας για οποιοδήποτε ζήτημα που αποτελεί αντικείμενο ρύθμισης του παρόντος Νόμου, προβαίνει σε παροχή ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών ή στοιχείων ή εγγράφων ή εντύπων ή σε απόκρυψη ουσιώδους πληροφορίας από οποιαδήποτε αίτηση ή αναφορά που υποβάλλεται στην ΕΜΕΚ, διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή μέχρι διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.
33. Οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει οποιαδήποτε Εθνική Κύρωση ή οποιαδήποτε από τις διατάξεις των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας (Κυρώσεις) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, υπό την επιφύλαξη οποιασδήποτε άλλης διάταξης νόμου που προβλέπει μεγαλύτερη ποινή, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται-
(α) εάν είναι φυσικό πρόσωπο, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ή και στις δύο αυτές ποινές·
(β) εάν είναι νομικό πρόσωπο, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000).
34.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πλην του Μέρους IΙΙ, καθώς και για τον καθορισμό ή τη ρύθμιση κάθε θέματος, το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διατάγματά του να-
(α) καθορίζει Αρμόδια Αρχή για να ενεργεί ως η αρμόδια αρχή για την εφαρμογή οποιασδήποτε πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ρυθμίζει θέματα Κυρώσεων·
(β) καθορίζει τις αρμοδιότητες των Αρμόδιων Αρχών σε σχέση με την εφαρμογή των Κυρώσεων.
(3) Σε περίπτωση παράβασης των προνοιών των κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), επιβάλλονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο 29 διοικητικά πρόστιμα.
35.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, κατόπιν εισήγησης του Υπουργού Εξωτερικών, να εκδίδει Κανονισμούς, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου που αφορούν τις διατάξεις για τις Εθνικές Κυρώσεις, καθώς και για τον καθορισμό ή τη ρύθμιση κάθε θέματος, το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1), οι εκδιδόμενοι δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου κανονισμοί δύναται να ρυθμίζουν-
(α) την επιβολή οικονομικών κυρώσεων·
(β) την επιβολή ταξιδιωτικών περιορισμών·
(γ) την επιβολή μέτρων περιορισμού στην κυκλοφορία αγαθών στρατηγικής σημασίας και άλλων αγαθών.
36.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, κατόπιν εισήγησης του Υπουργού Εξωτερικών, με διάταγμά του να καθορίζει μεταξύ άλλων την καταχώριση νομικού ή φυσικού προσώπου, οντότητας ή φορέα σε καταλόγους Εθνικών Κυρώσεων που με τις πράξεις τους-
(α) απειλούν ή διαταράσσουν τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια·
(β) παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα εντός της Δημοκρατίας·
(γ) απειλούν τη διαφύλαξη των συμφερόντων της Δημοκρατίας και/ή τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας και/ή της δημόσιας τάξης της Δημοκρατίας·
(δ) ενέχονται σε εγκλήματα διεθνούς τρομοκρατίας·
(ε) εμπλέκονται σε πράξεις παραγωγής, αποθήκευσης, κυκλοφορίας, χρήσης ή διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής·
(στ) απειλούν ή παραβιάζουν την κυριαρχία και/ή κυριαρχικά δικαιώματα και/ή την εδαφική ακεραιότητα και/ή ανεξαρτησία της Δημοκρατίας·
(ζ) παραβιάζουν το κυριαρχικό δικαίωμα της Δημοκρατίας επί των υπογείων υδάτων, ορυχείων, μεταλλείων και αρχαιοτήτων.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να τροποποιεί ή αντικαθιστά τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στους προβλεπόμενους στο εδάφιο (1) καταλόγους και με απόφασή του να τροποποιεί το διάταγμα, ως ακολούθως:
(α) Με την επικαιροποίηση των πληροφοριών που αφορούν στους λόγους για τους οποίους το νομικό ή φυσικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέας έχει καταχωριστεί σε κατάλογο Εθνικών Κυρώσεων∙
(β) με την καταχώριση νέου νομικού ή φυσικού προσώπου, οντότητας ή φορέα∙
(γ) με τη διαγραφή καταχώρισης νομικού ή φυσικού προσώπου, οντότητας ή φορέα.
(3) Ο προβλεπόμενος στο εδάφιο (4) κατάλογος επανεξετάζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον κάθε έτος.
37.-(1) Μητρώα, βιβλία ή καταστάσεις, που τηρούντο από την ΜΕΚ ή την ΣΕΟΚ, εξακολουθούν να ισχύουν και συνεχίζουν να τηρούνται από την ΕΜΕΚ.
(2) Στοιχεία και πληροφορίες που κατείχαν η ΜΕΚ ή η ΣΕΟΚ παραδίδονται στην ΕΜΕΚ και δύναται να χρησιμοποιηθούν για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
(3) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του άρθρου 10 του περί Ερμηνείας Νόμου, οι οδηγίες των Εποπτικών Αρχών και άλλες κανονιστικές πράξεις οι οποίες έχουν εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του περί της Εφαρμογής των Διατάξεων των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Κυρώσεις) και των Αποφάσεων και Κανονισμών του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Περιοριστικά Μέτρα) Νόμου, συνεχίζουν να ισχύουν μέχρις ότου τροποποιηθούν ή αντικατασταθούν από αντίστοιχες οδηγίες ή κανονιστικές πράξεις δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(4) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του άρθρου 10 του περί Ερμηνείας Νόμου, οι πράξεις και αποφάσεις οι οποίες νομίμως λήφθηκαν ή εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του περί της Εφαρμογής των Διατάξεων των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Κυρώσεις) και των Αποφάσεων και Κανονισμών του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Περιοριστικά Μέτρα) Νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν, εκτός εάν τροποποιηθούν ή ανακληθούν από την Αρμόδια Αρχή ή ακυρωθούν από αρμόδιο δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
(5) Άδεια ή παρέκκλιση που χορηγήθηκε από την ΜΕΚ ή την ΣΕΟΚ, σε σχέση με θέματα Κυρώσεων, λογίζεται ως άδεια ή παρέκκλιση που χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(6)(α) Αιτήματα που είχαν υποβληθεί προς την ΜΕΚ και ΣΕΟΚ και τα οποία κατά τον χρόνο έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου βρίσκονται υπό εξέταση ή εκκρεμούν, αποφασίζονται από την ΕΜΕΚ ωσάν να είχαν υποβληθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9.
(β) Η ΕΜΕΚ δύναται να ζητήσει οποιαδήποτε νέα στοιχεία και πληροφορίες για την ολοκλήρωση της εξέτασης του αιτήματος.
(7) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (6), διαδικασίες διεκπεραίωσης υποθέσεων και ερευνών και εξέτασης καταγγελιών, οι οποίες, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου εκκρεμούν ενώπιον οποιασδήποτε Εποπτικής Αρχής δυνάμει των διατάξεων του περί της Εφαρμογής των Διατάξεων των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Κυρώσεις) και των Αποφάσεων και Κανονισμών του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Περιοριστικά Μέτρα) Νόμου, θεωρούνται εκκρεμούσες ενώπιον της σχετικής Εποπτικής Αρχής και εξετάζονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(8) Στις περιπτώσεις παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ή μη συμμόρφωσης με απόφαση της αντίστοιχης Εποπτικής Αρχής, οι οποίες συντελέστηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται, σε σχέση με την επιβολή προστίμου, οι διατάξεις του περί της Εφαρμογής των Διατάξεων των Ψηφισμάτων ή Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Κυρώσεις) και των Αποφάσεων και Κανονισμών του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Περιοριστικά Μέτρα) Νόμου.