1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Παροχής Υπηρεσιών Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής Νόμος του 2025.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«άδεια λειτουργίας Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών» σημαίνει την άδεια που χορηγείται από τον Έφορο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6∙
«άδεια παροχής υπηρεσιών» σημαίνει άδεια παροχής υπηρεσιών Κοινοτικής Νοσηλευτικής και/ή Κοινοτικής Μαιευτικής που χορηγείται από τον Έφορο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5∙
«Διευθύνον Πρόσωπο» σημαίνει το πρόσωπο το οποίο ορίζεται ως τέτοιο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12 και κατέχει τα προβλεπόμενα στο εν λόγω άρθρο ελάχιστα προσόντα∙
«Επιτροπή Ελέγχου» σημαίνει την επιτροπή που διορίζεται από τον Υπουργό δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 15·
«Έφορος» σημαίνει τον Διευθυντή Νοσηλευτικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας·
«Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών» σημαίνει υπηρεσία, εταιρεία ή οργανισμό που παρέχει υπηρεσίες κοινοτικής νοσηλευτικής ή/και κοινοτικής μαιευτικής και έχει εξασφαλίσει άδεια λειτουργίας Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών∙
«κοινότητα» σημαίνει τον γεωγραφικό, κοινωνικό, συναισθηματικό και πολιτισμικό σχηματισμό προς τον οποίο ο νοσηλευτής και/ή η μαία παρέχει νοσηλευτικές ή μαιευτικές υπηρεσίες·
«Κοινοτική Γενική Νοσηλευτική» σημαίνει υπηρεσίες νοσηλευτικής που παρέχονται αυτόνομα, κατά τα προβλεπόμενα στον περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμο και στους περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής (Κώδικας Νοσηλευτικής Δεοντολογίας, Κώδικας Πρότυπης Επαγγελματικής Πρακτικής στη Νοσηλευτική, Περίγραμμα Αρμοδιοτήτων των Νοσηλευτών και Κώδικας Μαιευτικής Δεοντολογίας, Κώδικας Πρότυπης Επαγγελματικής Συμπεριφοράς των Μαιών και Κώδικας Επαγγελματικών Αρμοδιοτήτων και Υποχρεώσεων των Μαιών) Κανονισμούς, σε εξωνοσοκομειακό περιβάλλον και απευθύνονται σε πρόσωπα, ομάδες προσώπων, οικογένειες ή/και στο σύνολο της κοινότητας·
«Κοινοτική Μαία» σημαίνει μαία η οποία παρέχει υπηρεσίες κοινοτικής μαιευτικής και έχει εξασφαλίσει άδεια παροχής υπηρεσιών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5·
«Κοινοτική Μαιευτική» σημαίνει τη μαιευτική που παρέχεται αυτόνομα, κατά τα προβλεπόμενα στον περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμο και στους περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής (Κώδικας Νοσηλευτικής Δεοντολογίας, Κώδικας Πρότυπης Επαγγελματικής Πρακτικής στη Νοσηλευτική, Περίγραμμα Αρμοδιοτήτων των Νοσηλευτών και Κώδικας Μαιευτικής Δεοντολογίας, Κώδικας Πρότυπης Επαγγελματικής Συμπεριφοράς των Μαιών και Κώδικας Επαγγελματικών Αρμοδιοτήτων και Υποχρεώσεων των Μαιών) Κανονισμούς, σε εξωνοσοκομειακό περιβάλλον και απευθύνεται σε γυναίκες, νεογνά, ομάδες προσώπων, οικογένειες ή/και στο σύνολο της κοινότητας·
«Κοινοτική Νοσηλευτική» σημαίνει Κοινοτική Γενική Νοσηλευτική και Κοινοτική Ψυχιατρική Νοσηλευτική∙
«Κοινοτική Ψυχιατρική Νοσηλευτική» σημαίνει υπηρεσίες ψυχιατρικής νοσηλευτικής που παρέχονται αυτόνομα σε εξωνοσοκομειακό περιβάλλον και απευθύνεται σε πρόσωπα, ομάδες προσώπων, οικογένειες ή/και στο σύνολο της κοινότητας·
«Κοινοτικός Νοσηλευτής Γενικής Νοσηλευτικής» σημαίνει νοσηλευτή γενικής νοσηλευτικής ο οποίος παρέχει υπηρεσίες κοινοτικής νοσηλευτικής και έχει εξασφαλίσει άδεια παροχής υπηρεσιών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5·
«Κοινοτικός Νοσηλευτής Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής» σημαίνει νοσηλευτή ψυχιατρικής νοσηλευτικής ο οποίος παρέχει υπηρεσίες Κοινοτικής Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής και έχει εξασφαλίσει άδεια παροχής υπηρεσιών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5∙
«κρατικές υπηρεσίες υγείας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμου∙
«μαία» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «εγγεγραμμένη μαία» από το άρθρο 2 του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου·
«μαιευτική» σημαίνει τη μαιευτική επιστήμη όπως καθορίζεται στους περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής (Κώδικας Νοσηλευτικής Δεοντολογίας, Κώδικας Πρότυπης Επαγγελματικής Πρακτικής στη Νοσηλευτική, Περίγραμμα Αρμοδιοτήτων των Νοσηλευτών και Κώδικας Μαιευτικής Δεοντολογίας, Κώδικας Πρότυπης Επαγγελματικής Συμπεριφοράς των Μαιών και Κώδικας Επαγγελματικών Αρμοδιοτήτων και Υποχρεώσεων των Μαιών) Κανονισμούς·
«Μητρώο Παροχέων Υπηρεσιών Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής» σημαίνει το μητρώο το οποίο τηρεί ο Έφορος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8·
«νοσηλευτής γενικής νοσηλευτικής» σημαίνει εγγεγραμμένο νοσηλευτή, κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου, ο οποίος είναι εγγεγραμμένος στο μέρος του Μητρώου Νοσηλευτών που περιλαμβάνει τα ονόματα των εγγεγραμμένων νοσηλευτών γενικής νοσηλευτικής·
«νοσηλευτής ψυχιατρικής νοσηλευτικής» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου·
«νοσηλευτική» σημαίνει την νοσηλευτική επιστήμη όπως καθορίζεται στους περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής (Κώδικας Νοσηλευτικής Δεοντολογίας, Κώδικας Πρότυπης Επαγγελματικής Πρακτικής στη Νοσηλευτική, Περίγραμμα Αρμοδιοτήτων των Νοσηλευτών και Κώδικας Μαιευτικής Δεοντολογίας, Κώδικας Πρότυπης Επαγγελματικής Συμπεριφοράς των Μαιών και Κώδικας Επαγγελματικών Αρμοδιοτήτων και Υποχρεώσεων των Μαιών) Κανονισμούς·
«πάροχος υπηρεσιών» σημαίνει πρόσωπο το οποίο παρέχει υπηρεσίες κοινοτικής νοσηλευτικής και/ή κοινοτικής μαιευτικής και το οποίο έχει εξασφαλίσει άδεια παροχής υπηρεσιών ή άδεια λειτουργίας Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση∙
«Συμβουλευτική Επιτροπή Αξιολόγησης Αιτήσεων» σημαίνει την επιτροπή που διορίζεται από τον Υπουργό δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Υγείας.
4.-(1) Κανένα πρόσωπο δεν παρέχει στη Δημοκρατία υπηρεσίες Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής, εκτός εάν-
(α) σε περίπτωση φυσικού προσώπου, έχει εξασφαλίσει άδεια παροχής υπηρεσιών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5∙
(β) σε περίπτωση νομικού προσώπου, έχει εξασφαλίσει άδεια λειτουργίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6.
(2) Ο πάροχος υπηρεσιών υιοθετεί και εφαρμόζει επιστημονικά τεκμηριωμένες και διεθνώς αναγνωρισμένες μεθόδους, προσεγγίσεις και προγράμματα, όπως αυτά αναφέρονται στον περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμο:
5.-(1) Φυσικό πρόσωπο το οποίο επιθυμεί να παρέχει υπηρεσίες Κοινοτικής Νοσηλευτικής ή Κοινοτικής Μαιευτικής υποβάλλει αίτηση στον Έφορο σε Τύπο που καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και καταβάλλει το σχετικό τέλος το ύψος του οποίου καθορίζεται από τον Έφορο:
(2) Για τη χορήγηση άδειας παροχής υπηρεσιών απαιτείται όπως-
(α) σε περίπτωση Κοινοτικού Νοσηλευτή Γενικής Νοσηλευτικής, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο-
(i) είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Νοσηλευτών στο μέρος εγγεγραμμένων νοσηλευτών γενικής νοσηλευτικής δυνάμει των διατάξεων του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου·
(ii) κατέχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε ισχύ δυνάμει των διατάξεων του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου∙
(iii) κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο στην κοινοτική νοσηλευτική, ή/και μεταπτυχιακό τίτλο σε κλάδο συναφές με το αντικείμενο της νοσηλευτικής ή/και μεταβασικό δίπλωμα κοινοτικής νοσηλευτικής, όπως αυτά καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου. και
(iv) κατέχει τουλάχιστον τριετή εμπειρία στην άσκηση της Γενικής Νοσηλευτικής.
(β) σε περίπτωση Κοινοτικού Νοσηλευτή Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο-
(i) είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Νοσηλευτών στο μέρος εγγεγραμμένων νοσηλευτών ψυχιατρικής νοσηλευτικής δυνάμει των διατάξεων του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου·
(ii) κατέχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε ισχύ δυνάμει των διατάξεων του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου. και
(iii) κατέχει τουλάχιστον τριετή εμπειρία στην άσκηση της Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής.
(γ) σε περίπτωση Κοινοτικής Μαίας, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο-
(i) είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Μαιών δυνάμει των διατάξεων του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου·
(ii) κατέχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε ισχύ δυνάμει των διατάξεων του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου. και
(iii) κατέχει τουλάχιστον τριετή εμπειρία στην άσκηση της Μαιευτικής.
(3) Κατά την αξιολόγηση υποβληθείσας δυνάμει του παρόντος άρθρου αίτησης, ο Έφορος δύναται να ζητήσει την προσκόμιση επιπρόσθετων διευκρινιστικών στοιχείων.
6.-(1) Άδεια λειτουργίας Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών εκδίδεται από τον Έφορο κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται από ενδιαφερόμενο πρόσωπο σε Τύπο που καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και καταβολής τέλους το ύψος του οποίου καθορίζεται από τον Έφορο:
(2) Η υποβληθείσα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) αίτηση για έκδοση άδειας λειτουργίας Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών συνοδεύεται από-
(α) κατάλογο με τα στοιχεία των Κοινοτικών Νοσηλευτών Γενικής Νοσηλευτικής και/ή των Κοινοτικών Νοσηλευτών Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής και/ή των Κοινοτικών Μαιών οι οποίοι εργοδοτούνται από το Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών∙
(β) περιγραφή των υπηρεσιών που παρέχονται από το Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών∙
(γ) κατάλογο του ελάχιστου κτιριακού και ειδικού εξοπλισμού του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών ο οποίος ανταποκρίνεται στις παρεχόμενες από αυτό υπηρεσίες σύμφωνα με τις πρόνοιες των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙ και
(δ) την επωνυμία υπό την οποία θα παρέχει υπηρεσίες το Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών.
(3) Κατά την αξιολόγηση υποβληθείσας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου αίτησης, ο Έφορος δύναται να ζητήσει γραπτώς από τον αιτητή την προσκόμιση ελλειπόντων και/ή επιπρόσθετων και/ή διευκρινιστικών στοιχείων.
(4) Ο Έφορος ενημερώνει τον αιτητή για την παραλαβή της αίτησής του εντός ενός (1) μηνός από την υποβολή της.
(5) Ο Έφορος εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης ή από την ημέρα που έχουν υποβληθεί όλα τα αναγκαία στοιχεία για την εξέτασή της και, σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση την οποία κοινοποιεί γραπτώς στον αιτητή.
(6) Η άδεια λειτουργίας Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών ισχύει για περίοδο τριών (3) ετών από την ημερομηνία έκδοσής της και δύναται να ανανεώνεται για ακόμα τρία (3) συναπτά έτη κατόπιν υποβολής αίτησης ανανέωσης σε Τύπο που καθορίζεται από τον Έφορο και καταβολής του καθοριζόμενου από αυτόν τέλους, εφόσον ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι συνεχίζουν να πληρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος Νόμου:
(7) Η χορήγηση, η ανανέωση, η αναστολή και η ακύρωση άδειας λειτουργίας αναρτάται αμέσως μετά τη λήψη της σχετικής απόφασης στην επίσημη ιστοσελίδα του Υπουργείου Υγείας και ακολούθως δημοσιεύεται από τον Έφορο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας εντός τριάντα (30) ημερών από τη λήψη της σχετικής απόφασης.
(8) Ο Έφορος δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, τον Ιανουάριο κάθε έτους, κατάλογο όλων των Κέντρων Παροχής Υπηρεσιών που κατέχουν άδεια λειτουργίας.
7.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου, έκαστο Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών δραστηριοποιείται υπό επωνυμία η οποία εγκρίνεται από τον Έφορο κατά την αξιολόγηση και χορήγηση άδειας λειτουργίας.
(2) Ο Έφορος δύναται να απορρίψει οποιαδήποτε επωνυμία η οποία κατά την κρίση του είναι ανάρμοστη ή άσχετη προς την κατηγορία ή την εξειδίκευση του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών και ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση με οποιοδήποτε άλλο, ιδιωτικό ή δημόσιο, Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών.
(3) Το δικαίωμα κυριότητας του ονόματος και της χρήσης αυτού στη Δημοκρατία ανήκει στον ιδιοκτήτη του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών, είναι αδιαίρετο και δύναται να μεταβιβάζεται μόνο με την ταυτόχρονη μεταβίβαση της επιχείρησης του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών.
(4) Σε περίπτωση διακοπής ή αναστολής της λειτουργίας του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών, ο κύριος του ονόματος διατηρεί το δικαίωμά του επί του ονόματος για περίοδο τριών (3) ετών, εντός της οποίας δύναται να το επαναχρησιμοποιήσει για το ίδιο Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών ή, κατόπιν έγκρισης του Εφόρου, για άλλο Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών παρόμοιας κατηγορίας, δυναμικότητας και εξειδίκευσης.
(5) Η επωνυμία του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών, όπως αυτή αναγράφεται στην άδεια λειτουργίας του, τοποθετείται σε περίοπτη θέση στο εξωτερικό μέρος των υποστατικών του σε μία (1) τουλάχιστον από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας και δύναται να αναγράφεται σε πέραν της μίας γλώσσες.
8.-(1) Ο Έφορος τηρεί Μητρώο Παροχέων Υπηρεσιών Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής κατά τον τρόπο και τύπο που ο ίδιος αποφασίζει, στο οποίο εγγράφει κάθε πρόσωπο το οποίο έχει εξασφαλίσει άδεια παροχής υπηρεσιών δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5 ή άδεια λειτουργίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6.
(2) Εντός περιόδου έξι (6) μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, πρόσωπα τα οποία παρέχουν υπηρεσίες Κοινοτικής Νοσηλευτικής και/ή Κοινοτικής Μαιευτικής στη Δημοκρατία, υποβάλλουν αίτηση στον Έφορο για εγγραφή τους στο Μητρώο, σε Τύπο που καθορίζεται από τον ίδιο και δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Υγείας.
9.-(1) Συστήνεται Συμβουλευτική Επιτροπή Αξιολόγησης Αιτήσεων η οποία απαρτίζεται από οκτώ (8) μέλη, περιλαμβανομένου του προέδρου της, ως ακολούθως:
(α) Δύο (2) Κοινοτικούς Νοσηλευτές Γενικής Νοσηλευτικής∙
(β) μία (1) Κοινοτική Μαία∙
(γ) έναν (1) Κοινοτικό Νοσηλευτή Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής∙
(δ) έναν (1) εκπρόσωπο του συμβουλίου του Συμβουλίου Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Κύπρου ο οποίος υποδεικνύεται από το εν λόγω συμβούλιο
(ε) έναν (1) εκπρόσωπο των ασθενών ο οποίος υποδεικνύεται από την Ομοσπονδία Συνδέσμων Ασθενών Κύπρου∙
(στ) ένα (1) λειτουργό της Νομικής Υπηρεσίας ο οποίος υποδεικνύεται από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας∙ και
(ζ) έναν (1) εκπρόσωπο του Παγκύπριου Συνδέσμου Νοσηλευτών και Μαιών ο οποίος υποδεικνύεται από το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου.
(2) Τα πρόσωπα που προβλέπονται στις παραγράφους (α) έως και (γ) του εδαφίου (1) υποδεικνύονται από τον Υπουργό Υγείας.
(3) Τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης εκλέγουν ένα (1) εκ των προβλεπόμενων στις παραγράφους (α), (β) και (γ) του εδαφίου (1) μελών της ως πρόεδρο της επιτροπής και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινού κωλύματός του, τα παρόντα μέλη εκλέγουν ένα (1) από αυτά για να προεδρεύει.
(4) Ο πρόεδρος και τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων διορίζονται από τον Υπουργό.
(5) Η θητεία των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων είναι τριετής και τα μέλη της δύναται να επαναδιοριστούν για μία (1) ακόμα συνεχόμενη θητεία.
(6) Πέντε (5) μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων αποτελούν απαρτία.
(7) Η νόμιμη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων δεν επηρεάζεται από την κένωση θέσης μέλους, νοουμένου ότι ο αριθμός των εναπομεινάντων μελών δεν είναι μικρότερος του απαιτούμενου αριθμού απαρτίας.
(8) Ο πρόεδρος συγκαλεί τις συνεδριάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων οποτεδήποτε κρίνει τούτο σκόπιμο.
(9) Ειδοποίηση σύγκλησης της συνεδρίασης αποστέλλεται στα μέλη τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από την πραγματοποίηση της συνεδρίας, μαζί με την ημερήσια διάταξη στην οποία περιλαμβάνονται τα προς συζήτηση θέματα.
(10) Μέλος της Επιτροπής δύναται, με επιστολή του προς τον πρόεδρο, να ζητήσει-
(α) τη σύγκλιση ειδικής συνεδρίας για τη συζήτηση σημαντικού ή κατεπείγοντος ζητήματος το οποίο άπτεται της ορθής ή αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών∙ ή
(β) την περίληψη στην ημερήσια διάταξη της επόμενης τακτικής συνεδρίας οποιουδήποτε θέματος ή ζητήματος επιθυμεί να τεθεί προς συζήτηση.
(11) Ο πρόεδρος προεδρεύει των συνεδριάσεων της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων και υπογράφει τα πρακτικά.
(12) Οι αποφάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των παρόντων μελών και, σε περίπτωση ισοψηφίας, ο πρόεδρος έχει δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
(13) Η Συμβουλευτική Επιτροπή Αξιολόγησης Αιτήσεων δύναται να ρυθμίζει με απόφασή της τις εσωτερικές της διαδικασίες.
(14) Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας μεριμνά, ώστε να παρέχεται στη Συμβουλευτική Επιτροπή Αξιολόγησης Αιτήσεων η αναγκαία γραμματειακή υποστήριξη για τη διεξαγωγή των εργασιών της.
(15) Μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων δεν δύναται να οριστεί εντεταλμένος λειτουργός στην Επιτροπή Ελέγχου.
(16) Η Συμβουλευτική Επιτροπή Αξιολόγησης Αιτήσεων κέκτηται αρμοδιότητα και καθήκον να-
(α) συμβουλεύει τον Έφορο για θέματα που σχετίζονται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή τις πρόνοιες των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, καθώς και για θέματα που σχετίζονται με τα καθήκοντα και τις εξουσίες του όπως αυτά αποφασίζονται από την εν λόγω Επιτροπή ή παραπέμπονται σε αυτήν από τον Έφορο
(β) γνωμοδοτεί στον Έφορο αναφορικά με αιτήσεις για έκδοση άδειας παροχής υπηρεσιών και άδειας λειτουργίας Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής
(γ) εισηγείται στον Έφορο την έκδοση Κανονισμών για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, οι οποίοι υποβάλλονται στον Υπουργό.
10.-(1) Η θέση του προέδρου ή μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων κενούται-
(α) σε περίπτωση θανάτου του∙ ή
(β) σε περίπτωση παραίτησης, η οποία υποβάλλεται γραπτώς στον Υπουργό∙ ή
(γ) σε περίπτωση τερματισμού του διορισμού του κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του Υπουργού.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία η θέση του προέδρου ή του μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων κενούται πριν από τη λήξη της θητείας του, ο Υπουργός προβαίνει στον διορισμό νέου μέλους για το υπόλοιπο της θητείας του απερχόμενου μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9.
11. Ο Έφορος εποπτεύει τη συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και των προγραμμάτων τους και γενικά τον τρόπο λειτουργίας τους, στη βάση Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
12.-(1) Κάθε Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών ορίζει φυσικό πρόσωπο ως Διευθύνον Πρόσωπο το οποίο φέρει την ευθύνη της ορθής λειτουργίας και στελέχωσης του κέντρου.
(2)(α) Σε περίπτωση Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών το οποίο παρέχει υπηρεσίες Κοινοτικής Γενικής Νοσηλευτικής το Διευθύνον Πρόσωπο κατέχει κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα προσόντα:
(i) Εγγραφή στο Μητρώο Νοσηλευτών στο μέρος εγγεγραμμένων νοσηλευτών γενικής νοσηλευτικής δυνάμει των διατάξεων του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου·
(ii) άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε ισχύ·
(iii) μεταπτυχιακό τίτλο στην Κοινοτική Νοσηλευτική ή/και μεταπτυχιακό τίτλο σε αντικείμενο συναφές με τη νοσηλευτική ή/και μεταβασικό δίπλωμα Κοινοτικής Νοσηλευτικής, όπως αυτά καθορίζονται με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου· και
(iv) πείρα τουλάχιστον πέντε (5) ετών στην Κοινοτική Γενική Νοσηλευτική.
(β) Σε περίπτωση κέντρου το οποίο παρέχει υπηρεσίες Κοινοτικής Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής το Διευθύνον Πρόσωπο κατέχει κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα προσόντα:
(i) Εγγραφή στο Μητρώο Νοσηλευτών στο μέρος εγγεγραμμένων νοσηλευτών ψυχιατρικής νοσηλευτικής δυνάμει των διατάξεων του περί Νοσηλευτικής και Μαιευτικής Νόμου·
(ii) άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε ισχύ·
(iii) μεταπτυχιακό τίτλο στην Ψυχιατρική Νοσηλευτική ή/και στην Κοινοτική Νοσηλευτική ή/και μεταπτυχιακό τίτλο σε αντικείμενο συναφές με τη νοσηλευτική ή/και μεταβασικό δίπλωμα Κοινοτικής Νοσηλευτικής, όπως αυτά καθορίζονται με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου·
(iv) πείρα τουλάχιστον τριών (3) ετών στην Κοινοτική Ψυχιατρική Νοσηλευτική.
(γ) Σε περίπτωση κέντρου το οποίο παρέχει υπηρεσίες Κοινοτικής Μαιευτικής το Διευθύνον Πρόσωπο κατέχει κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα προσόντα:
(i) Εγγραφή στο Μητρώο Μαιών·
(ii) άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε ισχύ·
(iii) μεταπτυχιακό τίτλο στη Μαιευτική ή/και στην Κοινοτική Νοσηλευτική ή/και μεταπτυχιακό τίτλο σε αντικείμενο συναφές με τη νοσηλευτική ή/και μεταβασικό δίπλωμα Κοινοτικής Νοσηλευτικής, όπως αυτά καθορίζονται με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου·
(iv) πείρα τουλάχιστον πέντε (5) ετών στη Μαιευτική.
13.-(1) Ο Έφορος δύναται, σε περίπτωση που κατόπιν τακτικής ή έκτακτης επιθεώρησης ή άλλως πως θεωρεί ότι Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών κατ’ επανάληψη παραβιάζει ή δεν συμμορφώνεται με τους καθορισμένους σε Κανονισμούς όρους λειτουργίας ή με τις τυχόν δοθείσες οδηγίες του και/ή ότι το κέντρο δεν τυγχάνει διαχείρισης προς το καλύτερο συμφέρον της υγείας των προσώπων που εξυπηρετεί, να προβεί ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, σε-
(α) αναστολή της ισχύος της άδειας λειτουργίας του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών έως ότου οι συνθήκες ή οι λόγοι που προκάλεσαν την αναστολή εκλείψουν ή αποκατασταθούν∙ ή
(β) διαγραφή του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών από το Μητρώο Παροχέων Υπηρεσιών Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής.
(2) Προτού προβεί στις προβλεπόμενες στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1) ενέργειες, ο Έφορος επιδίδει στο Διευθύνον Πρόσωπο και κοινοποιεί στον ιδιοκτήτη του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών ειδοποίηση για την πρόθεσή του, στην οποία αναφέρει τους λόγους της ενέργειάς του και παρέχει πληροφορίες για τα δικαιώματα που χορηγούνται στο Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).
(3) Το Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών δύναται να υποβάλει γραπτές παραστάσεις στην Επιτροπή Ελέγχου, νοουμένου ότι εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία της επίδοσης της ειδοποίησης από τον Έφορο γνωστοποιήσει γραπτώς σε αυτόν την πρόθεσή του να ασκήσει το εν λόγω δικαίωμα.
(4) Η Επιτροπή Ελέγχου εξετάζει χωρίς καθυστέρηση τις υποβληθείσες παραστάσεις και δύναται να ζητήσει από το Διευθύνον Πρόσωπο να αναπτύξει προφορικά τις θέσεις του προτού υποβάλει σχετική έκθεση με τη γνώμη της στον Έφορο, ο οποίος αποστέλλει αντίγραφο αυτής στο Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών.
(5) Με την έκδοση του διατάγματος του Εφόρου δυνάμει του εδαφίου (1), το Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες προς συμμόρφωση με αυτό, περιλαμβανομένων-
(α) της μη εισαγωγής νέων περιστατικών στο Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών∙ και
(β) της ενημέρωσης των υφιστάμενων κατά την έκδοση του διατάγματος περιστατικών και/ή τους άμεσα υπεύθυνους για αυτούς για τον χρόνο εντός του οποίου καλούνται να εγκαταλείψουν τις εγκαταστάσεις του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών.
14.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος θεωρεί αναγκαία την άμεση αναστολή της λειτουργίας Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών, περιλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία διαπιστώνεται πρόβλημα που επηρεάζει άμεσα την υγεία των προσώπων που εξυπηρετεί εξ’ υπαιτιότητας των παρεχόμενων προς αυτούς υπηρεσιών, εκδίδει διάταγμα διερεύνησης από την Επιτροπή Ελέγχου η οποία εντός δεκαπέντε (15) ημερών εκπονεί έκθεση.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή Ελέγχου στην έκθεσή στις διαπιστώσει πρόβλημα στη λειτουργικότητα του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών, ο Έφορος εκδίδει προσωρινό διάταγμα αναστολής της λειτουργίας του, η ισχύς του οποίου δεν δύναται να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες, με δυνατότητα παράτασης για ακόμα τρεις (3) μήνες για σκοπούς διευκόλυνσης της διαδικασίας και ενεργοποιεί τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 13:
15.-(1) Καθιδρύεται Επιτροπή Ελέγχου για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, τα μέλη της οποίας διορίζονται από τον Υπουργό.
(2) Η Επιτροπή Ελέγχου είναι πενταμελής και απαρτίζεται από τα ακόλουθα πρόσωπα τα οποία είναι μέλη της Δημόσιας Υπηρεσίας:
(α) Τρεις (3) Κοινοτικούς Νοσηλευτές Γενικής Νοσηλευτικής, ένας (1) εκ των οποίων υποδεικνύεται από τον Έφορο, ένας (1) από τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Νοσηλευτών και Μαιών και ένας (1) από το Συμβούλιο Νοσηλευτικής και Μαιευτικής:
(β) έναν (1) Κοινοτικό Νοσηλευτή Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής, ο οποίος υποδεικνύεται από τον Έφορο· και
(γ) μία Κοινοτική Μαία, η οποία υποδεικνύεται από τον Έφορο.
(3) Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου εκλέγεται από τα μέλη της και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινού κωλύματός του, τα παρόντα μέλη εκλέγουν ένα (1) από αυτά για να προεδρεύει.
(4) Η θητεία των μελών της Επιτροπής Ελέγχου είναι τριετής και τα μέλη της δύναται να επαναδιοριστούν για μία (1) επιπλέον συνεχόμενη θητεία.
(5) Στον πρόεδρο και στα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου καταβάλλεται κατ’ αποκοπή αντιμισθία ανά συνεδρία, το ύψος της οποίας καθορίζεται από τις εκάστοτε εγκυκλίους του Υπουργού Οικονομικών:
(6) Κένωση θέσης στην Επιτροπή Ελέγχου, εξαιρουμένης της θέσης του προέδρου, δεν επηρεάζει τη νόμιμη διεξαγωγή των εργασιών της, νοουμένου ότι ο αριθμός των μελών που απομένουν δεν είναι μικρότερος από τον απαιτούμενο αριθμό απαρτίας.
16.-(1) Η θέση του προέδρου ή μέλους της Επιτροπής Ελέγχου κενούται σε περίπτωση-
(α) θανάτου του∙
(β) παραίτησης, τη οποία υποβάλλει γραπτώς στον Υπουργό∙ ή
(γ) τερματισμού του διορισμού του κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του Υπουργού.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία η θέση του προέδρου ή μέλους της Επιτροπής Ελέγχου κενούται πριν από τη λήξη της θητείας του, ο Υπουργός προβαίνει στον διορισμό νέου μέλους για το υπόλοιπο της θητείας του απερχόμενου μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15.
17.-(1) Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου συγκαλεί τις συνεδρίες της επιτροπής οποτεδήποτε κρίνει τούτο σκόπιμο, προεδρεύει αυτών και υπογράφει τα πρακτικά, την αλληλογραφία και έγγραφό της.
(2) Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου καταρτίζει την ημερήσια διάταξη κάθε συνεδρίας της, την κοινοποιεί στα μέλη της επιτροπής τουλάχιστον επτά (7) ημέρες πριν από τη συνεδρία και εγγράφει σε αυτή θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες της επιτροπής.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία ο πρόεδρος κρίνει ότι υπάρχει ανάγκη επείγουσας σύγκλησης συνεδρίας της Επιτροπής Ελέγχου, η ημερήσια διάταξη δύναται να σταλεί στα μέλη τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από τη συνεδρία.
(4) Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου, σε περίπτωση που ζητηθεί από μέλος της, εγγράφει στην ημερήσια διάταξη, τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρία, οποιοδήποτε θέμα, νοουμένου ότι ο όγκος εργασίας ή άλλοι παράγοντες επιτρέπουν την εξέτασή του, διαφορετικά το θέμα περιλαμβάνεται στην ημερήσια διάταξη μελλοντικής συνεδρίας της επιτροπής.
(5) Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου και άλλα δύο (2) μέλη της ή, εάν ο πρόεδρος απουσιάζει, οποιαδήποτε τρία (3) μέλη της, αποτελούν απαρτία.
(6) Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ελέγχου λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών και, σε περίπτωση ισοψηφίας, ο πρόεδρος ή ο προεδρεύων έχει δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
(7) Η Επιτροπή Ελέγχου δύναται να ρυθμίζει με απόφασή της τις εσωτερικές διαδικασίες που ακολουθεί κατά τις συνεδρίες της και γενικά κατά την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της.
(8) Ο Έφορος μεριμνά, ώστε να παρέχονται στην Επιτροπή Ελέγχου οι αναγκαίες διευκολύνσεις για την απρόσκοπτη διεξαγωγή των συνεδριών της και την εν γένει διεκπεραίωση των εργασιών της.
18.-(1) Δύο (2) ή περισσότερα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου ενεργώντας ως εντεταλμένοι λειτουργοί, εντός ευλόγου χρόνου και κατόπιν επίδειξης του αποδεικτικού της ιδιότητάς τους, έχουν εξουσία να εισέρχονται σε Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών με σκοπό τη διενέργεια τακτικού ή έκτακτου ελέγχου και/ή επιθεώρησης για να διαπιστωθεί κατά πόσο τηρούνται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, σε περίπτωση δε που το Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών παρέχει υπηρεσίες Κοινοτικής Ψυχιατρικής Νοσηλευτικής, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμου.
(2) Το Διευθύνον Πρόσωπο του Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών το οποίο υπόκειται σε έλεγχο από την Επιτροπή Ελέγχου έχει την ευθύνη του κέντρου κατά τη διενέργεια του ελέγχου και/ή της επιθεώρησης και διασφαλίζει την παροχή κάθε δυνατής διευκόλυνσης στους εντεταλμένους λειτουργούς για την ταχεία και απρόσκοπτη διεκπεραίωση του ελέγχου.
19.-(1) H Επιτροπή Ελέγχου, στο πλαίσιο υποβοήθησης και ενίσχυσης των παρεχόμενων υπηρεσιών Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής, έχει αρμοδιότητα, μεταξύ άλλων-
(α) για τη διασφάλιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών κοινοτικής νοσηλευτικής και κοινοτικής μαιευτικής· και
(β) να υποβάλλει στον Έφορο εισηγήσεις για τη δημιουργία ή/και έγκριση αίτησης για παροχή άδειας λειτουργίας νέων Κέντρων Παροχής Υπηρεσιών ή/και για αναδιοργάνωση ή βελτίωση υφισταμένων.
(2) Η Επιτροπή Ελέγχου συντάσσει και υποβάλλει στον Έφορο κατά τον μήνα Ιανουάριο εκάστου έτους ετήσια έκθεση πεπραγμένων για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.
20. Το κόστος λειτουργίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής Αξιολόγησης Αιτήσεων και της Επιτροπής Ελέγχου καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας σε ξεχωριστό άρθρο.
21.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, εντός εννέα (9) μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του και για τη ρύθμιση ή τον καθορισμό οποιουδήποτε θέματος χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), Κανονισμοί δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να προβλέπουν για τα ακόλουθα θέματα:
(α) Τον τύπο και τον τρόπο τήρησης του Μητρώου Παροχέων Υπηρεσιών Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής, καθώς και για τον τύπο και το περιεχόμενο της αίτησης εγγραφής σε αυτό∙
(β) τις απαιτήσεις και προδιαγραφές εγκαθίδρυσης, λειτουργίας και εποπτείας των παρόχων υπηρεσιών·
(γ) τα επαγγελματικά προσόντα και τους όρους στελέχωσης των παρόχων υπηρεσιών·
(δ) τον απαραίτητο ελάχιστο κτιριακό και ειδικό εξοπλισμό αναλόγως της περίπτωσης
(ε) το ελάχιστο επίπεδο υγειονομικών διευθετήσεων που εφαρμόζεται και τηρείται από τους παρόχους υπηρεσιών·
(στ) θέματα λειτουργίας της Επιτροπής Ελέγχου·
(ζ) θέματα συνεργασίας για τις υπηρεσίες παροχής Κοινοτικής Νοσηλευτικής και Κοινοτικής Μαιευτικής
(η) τους τομείς της Κοινοτικής Γενικής Νοσηλευτικής.
22.-(1) Πρόσωπο το οποίο-
(α) λειτουργεί Κέντρο Παροχής Υπηρεσιών κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών∙ ή
(β) αρνείται ή παραλείπει να αναστείλει τη λειτουργία Κέντρου Παροχής Υπηρεσιών σε σχέση με το οποίο έχει εκδοθεί Διάταγμα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13 ή 14 ή παρεμποδίζει ή παρακωλύει τον Έφορο να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια την οποία θεωρεί σκόπιμη δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 13 και 14,
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000) ή και στις δύο αυτές ποινές, και σε περίπτωση κατά την οποία το αδίκημα είναι συνεχούς φύσεως, σε περαιτέρω χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα (€150) ευρώ για κάθε ημέρα κατά την οποία συνεχίζεται η διάπραξη του αδικήματος.
(2) Πρόσωπο το οποίο-
(α) παρεμποδίζει εντεταλμένο λειτουργό κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που του χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου· ή/και
(β) παραλείπει να συμμορφωθεί με νόμιμη απαίτηση που επιβάλλεται από τον Έφορο δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 13 και 14· ή/και
(γ) χωρίς εύλογη αιτία παραλείπει να παρέχει στους εντεταλμένους λειτουργούς βοήθεια ή πληροφορία η οποία εύλογα ζητείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών,
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (€1.500) ή και στις δύο αυτές ποινές.
23. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε σχέση με τις υπηρεσίες επισκεπτών και επισκεπτριών υγείας της Διεύθυνσης Νοσηλευτικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας στη Σχολική Υγεία και στα Κέντρα Προστασίας Μητρότητας και Ευημερίας του Παιδιού του κρατικού τομέα, οι οποίες στελεχώνονται με επισκέπτες ή/και επισκέπτριες υγείας ή/και νοσηλευτές γενικής νοσηλευτικής με εξειδίκευση στην κοινοτική νοσηλευτική ή/και στη δημόσια υγεία.