8.-(1) Σε περίπτωση εκπόνησης σχεδίου αστικού αναδασμού ιδρύεται Επιτροπή, με την πλήρη ονομασία «Επιτροπή Αστικού Αναδασμού», για να ασκεί τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που παρέχονται σε αυτή από τον παρόντα Νόμο και τους εκδιδόμενους δυνάμει αυτού Κανονισμούς.
(2) Στην Επιτροπή μετέχουν με εκπρόσωπό τους-
(α) ο Γενικός Διευθυντής, ασκώντας καθήκοντα προέδρου της Επιτροπής·
(β) ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως·
(γ) ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας·
(δ) η αρχή ή οι αρχές τοπικής διοίκησης, εντός των διοικητικών ορίων των οποίων ευρίσκεται η ακίνητη ιδιοκτησία σε σχέση με την οποία κηρύσσεται η εφαρμογή αστικού αναδασμού·
(ε) ο Γενικός Διευθυντής του Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης. και
(στ) ο Πρόεδρος της Ένωσης Δήμων Κύπρου, σε περίπτωση που η ακίνητη ιδιοκτησία ευρίσκεται εντός δημοτικών ορίων, ή ο Πρόεδρος της Ένωσης Κοινοτήτων Κύπρου, σε περίπτωση που η ακίνητη ιδιοκτησία ευρίσκεται εντός ορίων κοινότητας,
οι οποίοι εγγράφως ορίζουν τον εκπρόσωπό τους:
(3) Η Επιτροπή εκπροσωπείται από τον πρόεδρό της και ενεργεί μέσω αυτού.
(4) Η Επιτροπή, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, καθορίζει τον τρόπο και τον τόπο σύγκλησης των συνεδριών της και τη διαδικασία που διέπει τη λειτουργία της κατά την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της, σύμφωνα με τα ακόλουθα:
(α) Ο πρόεδρος της Επιτροπής συγκαλεί τις συνεδρίες αυτής και υπογράφει την αλληλογραφία ή/και οποιοδήποτε έγγραφο το οποίο την αφορά·
(β) ο πρόεδρος της Επιτροπής καταρτίζει την ημερήσια διάταξη εκάστης συνεδρίας της Επιτροπής και εγγράφει οποιοδήποτε θέμα σχετικό με τις αρμοδιότητές της, μεριμνά δε η ημερήσια διάταξη να κοινοποιείται στα μέλη της μαζί με τη σχετική πρόσκληση τουλάχιστον επτά (7) ημέρες πριν από τη συνεδρία:
(γ) σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον ο πρόεδρος της Επιτροπής κρίνει ότι είναι αναγκαία η έκτακτη σύγκληση συνεδρίας της Επιτροπής, αυτή συγκαλείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από τη συνεδρία·
(δ) απαρτία αποτελεί η παρουσία τουλάχιστον τεσσάρων (4) μελών της Επιτροπής, περιλαμβανομένου του προέδρου της, και οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων και ψηφιζόντων μελών, ενώ, σε περίπτωση ισοψηφίας, ο πρόεδρος αυτής έχει νικώσα ψήφο.
(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «Γενικός Διευθυντής του Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης» αναφέρεται στην εκτελεστική αρχή του Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης εντός των διοικητικών ορίων του οποίου σχεδιάζεται ή διενεργείται αστικός αναδασμός.
9. Η Επιτροπή-
(α) μέσω του προέδρου της, καλεί στις συνεδρίες της οποιονδήποτε λειτουργό κρατικής υπηρεσίας ή οργανισμού δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο οι απόψεις ή εξειδικευμένες γνώσεις του οποίου επί συγκεκριμένου θέματος δυνατόν να κριθούν χρήσιμες ή αναγκαίες για την εκτέλεση του έργου της·
(β) δύναται να ορίζει υποεπιτροπές από μέλη της, καθώς και τεχνικές επιτροπές εμπειρογνωμόνων, για τη μελέτη εξειδικευμένων θεμάτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της και να καθορίζει τους όρους εντολής τους·
(γ) τυγχάνει συνδρομής και αιτείται από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ή άλλο αρμόδιο κυβερνητικό τμήμα ή πρόσωπο ή οργανισμό, μέσω του προέδρου της, την εκπόνηση σχεδίων και μελετών, τη διενέργεια εκτιμήσεων και την ανάληψη άλλων ενεργειών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου· και
(δ) υποβάλλει εισήγηση για τον οργανισμό ο οποίος αναλαμβάνει τον ρόλο του φορέα υλοποίησης του έργου, νοουμένου ότι κατόπιν διαβούλευσης αυτός συναινεί στην ανάληψη του ρόλου αυτού.
10.Ο Γενικός Διευθυντής-
(α) παρέχει στην Επιτροπή τις αναγκαίες διευκολύνσεις για την απρόσκοπτη πραγματοποίηση των συνεδριών και τη διεκπεραίωση των εργασιών που είναι αναγκαίες για την αποτελεσματική της λειτουργία· και
(β) ορίζει λειτουργό, για να εκτελεί καθήκοντα γραμματέα της Επιτροπής, ο οποίος παρευρίσκεται και τηρεί τα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής και μεριμνά για την υλοποίηση των αποφάσεών της.