ΜΕΡΟΣ IΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΕΣ
Πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου

4. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε όλους τους εργοδοτουμένους με εξαίρεση-

(α) τους ναυτικούς για τους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ του παρόντος Νόμου με επιφύλαξη τις διατάξεις του περί της Διεθνούς Συμβάσεως Ναυτικής Εργασίας του 2006 (Κυρωτικού) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου και για τους οποίους εφαρμόζονται όλες οι υπόλοιπες διατάξεις του παρόντος Νόμου με εξαίρεση τις παραγράφους (ιβ) και (ιδ) του εδαφίου (3) του άρθρου 11 και τα άρθρα 14, 16,17 και 19·

(β) τους αλιείς για τους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ του παρόντος Νόμου, με επιφύλαξη τις διατάξεις του περί Εμπορικής Αλιείας (Υλοποίηση της Συμφωνίας μεταξύ COGECA, ETF και Europêche για την Εφαρμογή της Σύμβασης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 2007, σχετικά με την Εργασία στον Τομέα της Αλιείας) Νόμου και για τους οποίους εφαρμόζονται όλες οι υπόλοιπες διατάξεις του παρόντος Νόμου, με εξαίρεση τις παραγράφους (ιβ) και (ιδ) του εδαφίου (3) του άρθρου 11 και τα άρθρα 14, 16,17 και 19·

(γ) τους εργοδοτουμένους των οποίων η προκαθορισμένη συνολική διάρκεια απασχόλησης δεν υπερβαίνει τις τρεις (3) ώρες ανά εβδομάδα κατά μέσο όρο σε περίοδο αναφοράς τεσσάρων (4) συναπτών εβδομάδων συνυπολογίζοντας τον χρόνο εργασίας σε όλους τους εργοδότες που αποτελούν ή ανήκουν στην ίδια επιχείρηση, ομάδα ή οντότητα:

Νοείται ότι, η εξαίρεση δεν εφαρμόζεται για εργοδοτουμένους των οποίων δεν προβλέπεται εγγυημένη διάρκεια εργασίας πριν από την έναρξη της απασχόλησης·

(δ) το Μέρος IV του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζεται στους δημόσιους υπαλλήλους, στους εκπαιδευτικούς λειτουργούς της δημόσιας εκπαιδευτικής υπηρεσίας, στις δημόσιες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, στις ένοπλες δυνάμεις και στις αστυνομικές αρχές, στους δικαστές, στους εισαγγελείς, στους ανακριτές, σε άλλες υπηρεσίες επιβολής του Νόμου, καθώς και στους υπαλλήλους των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου των οποίων οι όροι απασχόλησης ρυθμίζονται από άλλους Νόμους και Κανονισμούς:

Νοείται ότι, «υπηρεσία έκτακτης ανάγκης» σημαίνει την υπηρεσία, που αναγνωρίζεται ως τέτοια από τη Δημοκρατία, η οποία παρέχει άμεση και ταχεία συνδρομή σε καταστάσεις στις οποίες υπάρχει, ιδίως, άμεσος κίνδυνος για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα, την ατομική ή τη δημόσια υγεία ή την ασφάλεια, την ιδιωτική ή τη δημόσια περιουσία ή το περιβάλλον.

Διορισμός επιθεωρητών

5. Ο Υπουργός δύναται να ορίζει επιθεωρητές ή άλλους λειτουργούς, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.

Καθήκοντα επιθεωρητή

6. Επιθεωρητής, που ορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5-

(α) εξασφαλίζει την πλήρη και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είτε με τη διεξαγωγή αυτεπάγγελτης έρευνας για τον έλεγχο της εφαρμογής του, είτε με την εξέταση παραπόνων που υποβάλλονται σε αυτόν για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(β) παρέχει πληροφορίες, συμβουλές και υποδείξεις προς τους εργοδότες και τους εργοδοτουμένους, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου· και

(γ) αναφέρει στον Υπουργό προβλήματα που δημιουργούνται στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και υποβάλλει προτάσεις σχετικά με μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπισή τους.

Εξουσίες επιθεωρητή

7.-(1) Κάθε επιθεωρητής, για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Νόμου, δύναται-

(α) να εισέρχεται, με την επίδειξη της ταυτότητάς του, ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας, σε οποιοδήποτε χώρο απασχόλησης, εκτός από κατοικίες:

Νοείται ότι, η είσοδος σε κατοικίες δύναται να πραγματοποιείται, αφού εξασφαλισθεί προηγουμένως η συγκατάθεση του κατόχου τους·

(β) να συνοδεύεται από αστυνομικό, εάν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι θα παρεμποδιστεί στην άσκηση των εξουσιών του ή στην εκτέλεση των καθηκόντων του, και, σε τέτοια περίπτωση, η Αστυνομία έχει υποχρέωση να διαθέτει έναν ή περισσότερους αστυνομικούς για να τον συνοδεύουν·

(γ) να συνοδεύεται από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ήθελε κρίνει αναγκαίο·

(δ) να προβαίνει σε ελέγχους, επιθεωρήσεις, έρευνες, ανακρίσεις, ή εξετάσεις, όπως θεωρεί αναγκαίο, για τη διαπίστωση της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και ιδιαίτερα-

(i) να απαιτεί από οποιοδήποτε πρόσωπο, για το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι μπορεί να παράσχει πληροφορίες ή διευκρινίσεις σχετιζόμενες με οποιαδήποτε επιθεώρηση που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να απαντά σε σχετικές ερωτήσεις, μόνο του ή στην παρουσία οποιουδήποτε άλλου προσώπου, την οποία δύναται ο επιθεωρητής να απαιτήσει ή να επιτρέψει και να απαιτεί από το πρόσωπο αυτό να υπογράφει δήλωση ότι οι απαντήσεις του είναι αληθείς·

(ii) να απαιτεί από οποιοδήποτε πρόσωπο στο χώρο εργασίας να του παρέχει, για θέματα τα οποία είναι υπό τον έλεγχο ή την ευθύνη του προσώπου αυτού, τις αναγκαίες διευκολύνσεις και τη βοήθεια για την ενάσκηση των προβλεπόμενων στο παρόν άρθρο εξουσιών του·

(iii) να ζητεί τη συνδρομή οποιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας ή αρχής, η οποία και υποχρεούται να του την παράσχει·

(ε)ν α ασκεί κάθε άλλη εξουσία που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Κατά τη διεξαγωγή της δυνάμει του εδαφίου (1) επιθεώρησης, ο επιθεωρητής ενημερώνει τον εργοδότη ή εκπρόσωπό του για την παρουσία του, εκτός εάν θεωρεί ότι αυτό θα επηρεάσει δυσμενώς την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Ενέργειες του επιθεωρητή σε περίπτωση υποβολής παραπόνου

8.-(1) Ο επιθεωρητής εξετάζει παράπονο σχετικά με διαφορά, που πιθανόν να προκύψει από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το οποίο υποβάλλεται από οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρεί ότι θίγεται από τη διαφορά αυτή, καθώς και από τρίτο πρόσωπο για λογαριασμό τέτοιου προσώπου και μόλις του υποβληθεί τέτοιο παράπονο, ακολουθεί τη διαδικασία που προβλέπεται στα εδάφια (2), (3) και (4), υπό την προϋπόθεση ότι η υπόθεση δεν έχει προσαχθεί ενώπιον Δικαστηρίου.

(2) Ο επιθεωρητής, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει ο παρών Νόμος, ερευνά με κάθε πρόσφορο τρόπο το παράπονο που του έχει υποβληθεί, και ιδίως καλεί το πρόσωπο, κατά του οποίου υποβλήθηκε παράπονο, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που έχει αρμοδιότητα ή ευθύνη σε σχέση με το υποβληθέν παράπονο, να παράσχει πληροφορίες, διευκρινίσεις, ή οποιοδήποτε στοιχείο κατέχει ή είναι υπό τον έλεγχό του, που εξυπηρετούν ή διευκολύνουν τη διερεύνηση του παραπόνου και επιχειρεί να διευθετήσει τη διαφορά.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία έχει επιτευχθεί διευθέτηση της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο επιθεωρητής συντάσσει πρακτικό διευθέτησης της διαφοράς, το οποίο υπογράφεται και από τα δύο μέρη.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία δεν επιτευχθεί διευθέτηση της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο επιθεωρητής συντάσσει πρακτικό, στο οποίο αναγράφει όλες τις ενέργειες και διαπιστώσεις του, το οποίο κοινοποιεί αμέσως στα δύο μέρη και το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών σε διαδικασία ενώπιόν του.

(5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, από την ημέρα της υποβολής του δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) παραπόνου μέχρι την ημέρα που συντάχθηκε το προβλεπόμενο στο εδάφιο (4) πρακτικό, διακόπτεται η τυχόν ισχύουσα προθεσμία προσφυγής στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών του προσώπου που την έχει υποβάλει ή για λογαριασμό του οποίου υποβλήθηκε το παράπονο, καθώς και η περίοδος παραγραφής της απαίτησής του.

Παροχή πληροφοριών στον επιθεωρητή

9.-(1) Κάθε εργοδότης ή αντιπρόσωπός του και κάθε εργοδοτούμενος στον εν λόγω εργοδότη, εφόσον το απαιτεί ο επιθεωρητής, παρέχει σε αυτόν κάθε πληροφορία, βιβλίο, αρχείο, πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο έχει στην κατοχή του σχετικά με τα ρυθμιζόμενα στον παρόντα Νόμο θέματα.

(2) Ο εργοδότης, οι αντιπρόσωποί του ή οι εργοδοτούμενοι σε αυτόν παρέχουν τα μέσα που απαιτούνται από τον επιθεωρητή, τα οποία είναι απαραίτητα για την είσοδο, επιθεώρηση, εξέταση, έρευνα, ή άσκηση άλλης εξουσίας παρέχεται σε αυτόν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου σχετικά με την επιχείρηση του εργοδότη.

Υποχρέωση του επιθεωρητή για εχεμύθεια

10. Ο επιθεωρητής θεωρεί και χειρίζεται ως απόρρητο κάθε ζήτημα και κάθε πληροφορία, γραπτή ή προφορική, που περιέρχεται σε γνώση του κατά τη διεκπεραίωση του έργου του και δεν αποκαλύπτει ή μεταδίδει οποιοδήποτε τέτοιο ζήτημα ή πληροφορία.