ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΣΤΑΣΗ ΕΠΑΡΧΙΑΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ, ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ
Σύσταση Επαρχιακών Οργανισμών Αυτοδιοίκησης

3.-(1) Με τον παρόντα Νόμο συστήνονται Επαρχιακοί Οργανισμοί Αυτοδιοίκησης σε περιοχές των οποίων τα διοικητικά όρια ταυτίζονται με τα όρια των οικείων επαρχιών.

(2) Κάθε Επαρχιακός Οργανισμός Αυτοδιοίκησης λειτουργεί διά του Συμβουλίου του με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου.

(3)Κάθε Επαρχιακός Οργανισμός Αυτοδιοίκησης αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, φέρει επωνυμία με βάση την ονομασία της οικείας επαρχίας, έχει δική του επίσημη σφραγίδα, καθώς και το δικαίωμα του ενάγειν και ενάγεσθαι υπό την εν λόγω επωνυμία.

(4) Η έδρα κάθε Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης βρίσκεται στον ομώνυμο δήμο της οικείας επαρχίας:

Νοείται ότι, κατά τη διάρκεια της έκρυθμης κατάστασης, η προσωρινή έδρα του Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης που συστήνεται στην επαρχία Αμμοχώστου καθορίζεται από το Συμβούλιο αυτού.

Σύσταση Επαρχιακών Οργανισμών Αυτοδιοίκησης σε περιοχές υπό κατοχή

4. Διαρκούσης της έκρυθμης κατάστασης, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 3 σε περιοχές που τελούν υπό τουρκική κατοχή.

Σύνθεση Συμβουλίων

5.-(1) Κάθε Συμβούλιο απαρτίζεται από τον Πρόεδρο αυτού και από δεκαέξι (16) μέλη, περιλαμβανομένου του Αντιπροέδρου αυτού, δέκα (10) εκ των οποίων προέρχονται από τα οικεία Δημοτικά Συμβούλια και έξι (6) από τα οικεία Κοινοτικά Συμβούλια.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), τα μέλη των Συμβουλίων που προέρχονται από τα οικεία Δημοτικά Συμβούλια εκλέγονται με ψηφοφορία από γενική συνέλευση στην οποία εκπροσωπούνται οι οικείοι δήμοι και τα μέλη αυτών που προέρχονται από τα οικεία Κοινοτικά Συμβούλια εκλέγονται με ψηφοφορία από γενική συνέλευση στην οποία εκπροσωπούνται οι οικείες κοινότητες:

Νοείται ότι, οι δήμοι και οι κοινότητες εκπροσωπούνται στις γενικές συνελεύσεις από όλους τους δημάρχους και όλους τους κοινοτάρχες, καθώς και από μέλη των δημοτικών συμβουλίων και των κοινοτικών συμβουλίων, στη βάση της ισχύουσας πληθυσμιακής αναλογίας κατά τον προηγούμενο της ημερομηνίας των γενικών εκλογών μήνα, ανάλογα με την περίπτωση.

(3) Ο Πρόεδρος εκάστου Συμβουλίου εκλέγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΙΙΑ του παρόντος Νόμου.

(4)(α) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου συγκαλεί το ταχύτερο δυνατό μετά την εκλογή των μελών του Συμβουλίου συνεδρίαση της οποίας προεδρεύει, για την εκλογή μεταξύ των μελών του Αντιπροέδρου του Συμβουλίου, διά μυστικής ψηφοφορίας και ως Αντιπρόεδρος εκλέγεται ο υποψήφιος που λαμβάνει τον μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψήφων:

Νοείται ότι, σε περίπτωση ισοψηφίας μεταξύ των υποψηφίων, η εκλογή του Αντιπροέδρου κρίνεται με κλήρωση που διενεργείται από τον Πρόεδρο κατά την εν λόγω συνεδρίαση του Συμβουλίου.

(β) Ο Πρόεδρος καταχωρίζει τα πρακτικά της συνεδρίασης στο βιβλίο πρακτικών του Συμβουλίου και η εν λόγω καταχώριση φέρει την υπογραφή του.

(γ) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 10ΚΑ, ο Αντιπρόεδρος κατέχει τη θέση του καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του Συμβουλίου το οποίο τον εξέλεξε.

(5) Οι υπήκοοι άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται να διατελούν μέλη των Συμβουλίων, δεν δύναται όμως να υποβάλουν υποψηφιότητα για το αξίωμα του Προέδρου ή να κατέχουν το αξίωμα του Αντιπροέδρου του Συμβουλίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 10Γ.

Αποζημίωση, έξοδα παραστάσεως και άλλα επιδόματα μελών Συμβουλίου

6. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου λαμβάνουν αποζημίωση, έξοδα παραστάσεως και άλλα επιδόματα, όπως αυτά προβλέπονται στον εκάστοτε εγκεκριμένο προϋπολογισμό του Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης:

Νοείται ότι, για σκοπούς καθορισμού των κυρώσεων στις οποίες υπόκεινται ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου, σε περίπτωση αδικαιολόγητης απουσίας τους από συνεδρία, εκδίδονται Κανονισμοί από το Υπουργικό Συμβούλιο, οι οποίοι εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και οι οποίοι δύναται να ρυθμίζουν ανάλογη αποκοπή από την αποζημίωσή τους για την εν λόγω απουσία.

Επιτροπές

7.-(1) Κάθε Συμβούλιο δύναται να διορίζει μέλη του ως μέλη σε επιτροπές, για τη μελέτη, την ετοιμασία και την υποβολή στο Συμβούλιο προτάσεων και εισηγήσεων αναφορικά με τον σκοπό για τον οποίο συστάθηκε η κάθε επιτροπή, ο οποίος καθορίζεται από το οικείο Συμβούλιο.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), κάθε Συμβούλιο συγκροτεί και λειτουργεί Επιτροπή Ελέγχου, η οποία αποτελείται από πέντε (5) μέλη του Συμβουλίου, ένα εκ των οποίων, παρά τις διατάξεις του εδαφίου (4), καθορίζεται από την εν λόγω επιτροπή ως ο πρόεδρος αυτής, και η οποία έχει αρμοδιότητα-

(α) ενημέρωσης του Συμβουλίου για τα αποτελέσματα του ελέγχου των εξωτερικών ελεγκτών,

(β) παρακολούθησης της διαδικασίας χρηματοοικονομικής πληροφόρησης και υποβολής συστάσεων ή προτάσεων για τη διασφάλιση της ακεραιότητάς της,

(γ) παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου, διασφάλισης της ποιότητας και διαχείρισης των κινδύνων του Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης, καθώς και των εργασιών της μονάδας εσωτερικού ελέγχου του Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης που συστήνεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 58, και

(δ) παρακολούθησης του ελέγχου των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), το Συμβούλιο δύναται να αναπληρώνει τις θέσεις οι οποίες κενώνονται στις επιτροπές:

Νοείται ότι, θέσεις κενώνονται μόνο σε περίπτωση που τυγχάνουν εφαρμογής οι σχετικές διατάξεις του περί Δήμων Νόμου ή/και του περί Κοινοτήτων Νόμου, καθώς και σε περίπτωση υποβολής γραπτής παραίτησης του προέδρου ή μέλους της οικείας επιτροπής, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 10ΚΑ.

(4) Των συνεδριάσεων κάθε επιτροπής προεδρεύει μέλος του Συμβουλίου το οποίο ορίζεται από το εν λόγω Συμβούλιο:

Νοείται ότι, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου δύναται να παρίσταται στις συνεδρίες οποιασδήποτε επιτροπής και, εάν παρίσταται, προεδρεύει της εν λόγω επιτροπής και δεν θεωρείται μέλος της:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που παρίσταται ο Πρόεδρος του Συμβουλίου σε συνεδρίες της Επιτροπής Ελέγχου, δεν δύναται να προεδρεύει ή/και να θεωρείται μέλος αυτής.

(5) Οι προτάσεις ή εισηγήσεις οποιασδήποτε επιτροπής η οποία συστάθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), υποβάλλονται στο Συμβούλιο για έγκριση και περαιτέρω χειρισμό.

Συνεδρίες Συμβουλίου και επιτροπών

8.-(1) Οι συνεδρίες του Συμβουλίου και των επιτροπών συγκαλούνται από τον Πρόεδρο αυτού ή τον πρόεδρο της οικείας επιτροπής, αντίστοιχα, και πραγματοποιούνται μία (1) φορά κάθε μήνα και εκτάκτως, όποτε τούτο κριθεί αναγκαίο, από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου ή τον Πρόεδρο της οικείας επιτροπής, ανάλογα με την περίπτωση, ή όταν τούτο ζητηθεί γραπτώς από το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον των μελών:

Νοείται ότι, οι έκτακτες συνεδρίες του Συμβουλίου και των επιτροπών πραγματοποιούνται μέσα σε πέντε (5) ημερολογιακές ημέρες από τη λήψη του αιτήματος.

(2)(α) Οι συνεδρίες του Συμβουλίου και των επιτροπών είναι δημόσιες και μαγνητοφωνούνται, κατ’ εξαίρεση δε, με απόφαση του Συμβουλίου ή της οικείας επιτροπής, δύναται σε συγκεκριμένη συνεδρία να αποφασιστεί η μη μαγνητοφώνησή της, δεδομένου ότι αυτό καταγράφεται στα πρακτικά αυτής.

(β) Με βάση την απομαγνητοφώνηση των πιο πάνω αναφερόμενων συνεδριών, συγγράφονται τα πρακτικά, τα οποία επικυρώνονται στη συνέχεια από το Συμβούλιο ή την οικεία επιτροπή, ανάλογα με την περίπτωση, και αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου, εξαιρουμένων των σημείων αυτών που η δημοσιοποίησή τους παραβιάζει τις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.

(γ) Το Συμβούλιο και κάθε επιτροπή δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εάν κριθεί αναγκαίο, να συνέρχονται σε κεκλεισμένων των θυρών συνεδρία, έπειτα από σχετική απόφαση που λαμβάνεται με απλή πλειοψηφία των παρόντων και ψηφιζόντων μελών, αφού προηγουμένως υποβάλει σχετική εισήγηση ο προεδρεύων ή μέλη του Συμβουλίου ή της οικείας επιτροπής.

(3)(α) Τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από οποιαδήποτε τακτική συνεδρία και είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από οποιαδήποτε έκτακτη συνεδρία, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου ή ο πρόεδρος της οικείας επιτροπής, ανάλογα με την περίπτωση, μεριμνούν για την επίδοση γραπτής πρόσκλησης σε όλα τα μέλη του Συμβουλίου ή της οικείας επιτροπής για να παραστούν στη συνεδρία.

(β) Η πρόσκληση επιδίδεται είτε με παράδοσή της στο μέλος στο οποίο απευθύνεται ή σε πρόσωπο που βρίσκεται εντός της κατοικίας αυτού, είτε με αποστολή της με τηλεομοιότυπο ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, εφόσον το μέλος προς τον οποίο απευθύνεται η πρόσκληση έχει γνωστοποιήσει γραπτώς στο Συμβούλιο ότι αποδέχεται την επίδοση της πρόσκλησης με τηλεομοιότυπο ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.

(γ) Η πρόσκληση υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου ή από τον πρόεδρο της οικείας επιτροπής, ανάλογα με την περίπτωση, και περιλαμβάνει τον τόπο και τον χρόνο διεξαγωγής της συνεδρίας, καθώς και την ημερήσια διάταξη των εργασιών της.

(δ) Η πρόσκληση, ταυτόχρονα με την επίδοσή της, αναρτάται σε περίοπτη θέση στα γραφεία και στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου.

(4) Κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε συνεδρίας του Συμβουλίου ή της οικείας επιτροπής δεν διεξάγεται άλλη εργασία παρά μόνο εκείνη που καθορίζεται στην ημερήσια διάταξη που αναφέρεται στην πρόσκληση, εκτός εάν συναινούν τουλάχιστον τα δύο τρίτα (2/3) των παριστάμενων μελών του Συμβουλίου ή της οικείας επιτροπής.

(5) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου ή ο πρόεδρος της οικείας επιτροπής, ανάλογα με την περίπτωση, προεδρεύει της συνεδρίας του Συμβουλίου ή της οικείας επιτροπής, αντίστοιχα, σε περίπτωση δε απουσίας του Πρόεδρου του Συμβουλίου, προεδρεύει της σχετικής συνεδρίας ο Αντιπρόεδρος, ενώ, σε περίπτωση απουσίας αυτού, προεδρεύει ο γηραιότερος των παρόντων μελών, σε περίπτωση δε που απουσιάζει ο πρόεδρος της οικείας επιτροπής, προεδρεύει ο γηραιότερος των παρόντων μελών.

(6) Απαρτία κατά τη διάρκεια συνεδρίας του Συμβουλίου ή των επιτροπών υπάρχει όταν παρευρίσκονται περισσότερα από τα μισά μέλη, περιλαμβανομένου του προεδρεύοντος της συνεδρίας.

(7) Οι αποφάσεις συνεδρίας του Συμβουλίου ή των επιτροπών λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, και, σε περίπτωση ισοψηφίας, ο προεδρεύων της συνεδρίας έχει νικώσα ψήφο.

(8) Στις συνεδρίες του Συμβουλίου ή των επιτροπών δύναται να παρίστανται, κατά τη διάρκεια των συζητήσεων, ο Γενικός Διευθυντής ή/και οι προϊστάμενοι των υπηρεσιών του Επαρχιακού Οργανισμού Αυτοδιοίκησης, για την υποβοήθηση του έργου του Συμβουλίου ή των επιτροπών, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

(9) Το Συμβούλιο ρυθμίζει με εσωτερικούς κανονισμούς επιμέρους ή/και επιπρόσθετες λεπτομέρειες σχετικά με την ακολουθητέα διαδικασία στις συνεδρίες του Συμβουλίου και των επιτροπών.

Νομιμότητα συνεδριών και εγκυρότητα αποφάσεων

9.-(1) Εκτός εάν αποδειχθεί διαφορετικά, κάθε συνεδρία του Συμβουλίου ή οποιασδήποτε επιτροπής η οποία συγκροτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, για τις εργασίες των οποίων έχουν τηρηθεί πρακτικά, θεωρείται ότι έχει συγκληθεί και πραγματοποιηθεί με το δέοντα τρόπο και όλα τα πρόσωπα τα οποία παρευρέθηκαν στη συνεδρία θεωρείται ότι διαθέτουν τα νόμιμα προσόντα μέλους του Συμβουλίου ή επιτροπής, ανάλογα με την περίπτωση.

(2) Αναφορικά με τις εργασίες οποιασδήποτε επιτροπής, η επιτροπή θεωρείται ότι συστάθηκε με τον δέοντα τρόπο και έχει εξουσία να επιληφθεί του θέματος για το οποίο συστάθηκε ή το οποίο παραπέμφθηκε σε αυτή και είναι καταχωρισμένο στα πρακτικά.

(3) Η εγκυρότητα οποιασδήποτε απόφασης του Συμβουλίου και οποιασδήποτε επιτροπής δεν επηρεάζεται σε περίπτωση που είναι κενή η θέση μέλους.

Πρακτικά των συνεδριών

10.-(1) Τα πρακτικά των συνεδριών του Συμβουλίου ή οποιασδήποτε επιτροπής κοινοποιούνται από τον προεδρεύοντα της συνεδρίας σε όλα τα μέλη του Συμβουλίου ή της επιτροπής, ανάλογα με την περίπτωση, πριν από την επόμενη συνεδρία.

(2) Τα πρακτικά επικυρώνονται στην αμέσως επόμενη συνεδρία, υπογράφονται από τον προεδρεύοντα αυτής και, αμέσως μετά την υπογραφή τους, γίνονται δεκτά ως μαρτυρία, χωρίς περαιτέρω απόδειξη.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, ο Γενικός Διευθυντής κοινοποιεί τις αποφάσεις του Συμβουλίου στον Υπουργό, στον Γενικό Ελεγκτή, καθώς και στους οικείους δήμους και στις οικείες κοινότητες για θέματα που τους αφορούν, εντός επτά (7) ημερών από την επικύρωση των πρακτικών της συνεδρίας κατά την οποία αυτές έχουν ληφθεί.