Προοίμιο

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Τιτλοποιήσεων Νόμος του 2018.

Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αδειοδοτημένος διαχειριστής» σημαίνει εταιρεία στην οποία παραχωρήθηκε άδεια διαχειριστή δυνάμει του παρόντος Νόμου για να διεξάγει τις δραστηριότητες διαχειριστή σύμφωνα με το Μέρος VI·

«αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα» ή «ΑΠΙ» έχει την έννοια που του αποδίδει το άρθρο 2(1) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·

«αρμόδια αρχή» έχει την έννοια που της αποδίδει το Άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 40), του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013∙

«Διακανονισμός Αφερεγγυότητας» έχει την έννοια που του αποδίδει το άρθρο 2(1) του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου·

«διαχειριστής» σημαίνει οντότητα που διεξάγει τις δραστηριότητες διαχειριστή σύμφωνα με το Μέρος VI και περιλαμβάνει οποιαδήποτε οντότητα αναφέρεται στο άρθρο 7.

«διοικητικό όργανο» έχει την έννοια που του αποδίδει το άρθρο 2(1) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·

«εκκαθαριστής» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διορίζεται ως εκκαθαριστής, κατόπιν αίτησης της Κεντρικής Τράπεζας, δυνάμει του άρθρου 38.

«επαγγελματίας πελάτης» έχει την έννοια που του αποδίδει το άρθρο 2(1) του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου.

«επικεφαλής κρίσιμων λειτουργιών» σημαίνει φυσικά πρόσωπα που είναι υπεύθυνα στο ανώτατο επίπεδο ιεραρχίας για τη διοίκηση των καθημερινών λειτουργιών της Μονάδας Διαχείρισης Κινδύνων, της Μονάδας Κανονιστικής Συμμόρφωσης και της Μονάδας Εσωτερικής Επιθεώρησης του διαχειριστή και περιλαμβάνει τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και τον Οικονομικό Διευθυντή, σε περίπτωση που δεν είναι μέλη του διοικητικού οργάνου·

«επίτροπος εμπιστεύματος» σημαίνει νομικό ή φυσικό πρόσωπο το οποίο κατέχει ή στο οποίο έχει μεταβιβασθεί ή εξυπακούεται ότι κατέχει ή ότι του έχει μεταβιβαστεί ή αναμένεται να του παραδοθεί η κατοχή ή να του μεταβιβαστεί η περιουσία της ΟΕΣΤ και την κατέχει σε εμπίστευμα-

(α) προς όφελος δικαιούχου, ανεξαρτήτως του εάν ο επίτροπος είναι και δικαιούχος του εμπιστεύματος, ή/και

(β) για οποιονδήποτε σκοπό, όχι αποκλειστικά προς όφελος του επιτρόπου.

«εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων» σημαίνει εταιρεία στην οποία παραχωρήθηκε άδεια δυνάμει του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου.

«θέση τιτλοποίησης» έχει την έννοια που της αποδίδει το Άρθρο 2, σημείο 19), του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402∙

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012» όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/2401 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2017·

«Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)·

«Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2017 σχετικά με τη θέσπιση γενικού πλαισίου για την τιτλοποίηση και σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012»·

«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, η οποία διέπεται από τον περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμο.

«μεταβιβάζουσα οντότητα» έχει την έννοια που της αποδίδει το Άρθρο 2, σημείο 3) του Κανονισμού (EΕ) 2017/2402

«Μηχανισμός Ανταλλαγής Δεδομένων» σημαίνει τον μηχανισμό ανταλλαγής δεδομένων ΑΡΤΕΜΙΣ, όπως αυτός ο μηχανισμός ορίζεται στο άρθρο 2(1) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·

«οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση» ή «ΟΕΣΤ» σημαίνει οντότητα ειδικού σκοπού-

(α)η οποία έχει συσταθεί ως εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, εμπίστευμα ή άλλη νομική οντότητα, με σκοπό να αναλάβει μια ή περισσότερες τιτλοποιήσεις, και

(β)οι δραστηριότητες της οποίας περιορίζονται στις δέουσες για την επίτευξη του σκοπού αυτού και η δομή ή οι συμβατικές πρόνοιες που την αφορούν αποσκοπούν στον διαχωρισμό των υποχρεώσεων της ίδιας από εκείνες της μεταβιβάζουσας οντότητας,

αλλά δεν περιλαμβάνει μεταβιβάζουσα οντότητα·

«παραδοσιακή τιτλοποίηση» έχει την έννοια που της αποδίδει το Άρθρο 2, σημείο 9), του Κανονισμού (EΕ) 2017/2402.

«πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει ΑΠΙ ή υποκατάστημα που λειτουργεί στη Δημοκρατία δυνάμει του άρθρου 10Α του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·

«πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης» ή «ΠΜΔ» έχει την έννοια που του αποδίδει το άρθρο 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου.

«ρυθμιζόμενη αγορά» έχει την έννοια που της αποδίδει το άρθρο 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου.

«στενοί δεσμοί» έχει την έννοια που τους αποδίδει το Άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 38), του Κανονισμού (EΕ) αριθ. 575/2013·

«συνδεδεμένα πρόσωπα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «ομάδα συνδεδεμένων προσώπων» στο Άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 39), του Κανονισμού (EΕ) 2017/2402·

«σύνθετη τιτλοποίηση» έχει την έννοια που της αποδίδει το Άρθρο 2, σημείο 10), του Κανονισμού (EΕ) 2017/2402.

«τιτλοποίηση» έχει την έννοια που της αποδίδει το Άρθρο 2, σημείο 1), του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402∙

«τμήμα τιτλοποίησης» έχει την έννοια που του αποδίδει το Άρθρο 2, σημείο 6), του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402∙

«τόπος διαπραγμάτευσης» έχει την έννοια που του αποδίδει το άρθρο 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου.

«υποκατάστημα» σημαίνει έδρα εκμετάλλευσης του διαχειριστή η οποία αποτελεί τμήμα του, στερείται νομικής προσωπικότητας και παρέχει μία ή περισσότερες υπηρεσίες στη Δημοκρατία, για τις οποίες ο διαχειριστής έχει λάβει άδεια από αρμόδια αρχή·

«υποκείμενος δανειολήπτης» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η υποχρέωση έναντι της μεταβιβάζουσας οντότητας αποτελεί μέρος του αντικειμένου της τιτλοποίησης.

«χρηματοδοτικό ίδρυμα» έχει την έννοια που του αποδίδει το Άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 26), του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και περιλαμβάνει θυγατρική οντότητα πιστωτικού ιδρύματος η οποία ιδρύθηκε σε άλλο κράτος μέλος και λειτουργεί στη Δημοκρατία μέσω υποκαταστήματος, σύμφωνα με το άρθρο 10Βδις του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, και της οποίας το ιδρυτικό έγγραφο και καταστατικό, καθώς και η παραχωρηθείσα από την αρμόδια αρχή άδεια της επιτρέπουν τη διεξαγωγή της δραστηριότητας της παροχής πιστωτικών διευκολύνσεων·

«χρηματοοικονομικό μέσο» έχει την έννοια που του αποδίδει το άρθρο 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου.

(2) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες-

(α) Οποιαδήποτε αναφορά σε Οδηγία, Κανονισμό, Απόφαση ή άλλη νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει την εν λόγω πράξη, όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο, και

(β) οποιαδήποτε αναφορά σε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη της Δημοκρατίας σημαίνει τον εν λόγω νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη, όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο.

Πεδίο εφαρμογής

3. Το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου περιορίζεται στην τιτλοποίηση πιστωτικών διευκολύνσεων ή άλλης μορφής απαιτήσεων ή/και ανοιγμάτων, που είτε προήλθαν είτε αποκτήθηκαν από πιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοδοτικά ιδρύματα ή αποκτήθηκαν από εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων, νοουμένου ότι τα εν λόγω ιδρύματα ή εταιρείες είναι οντότητες που υπόκεινται σε εποπτεία από αρμόδια αρχή.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ
Γνωστοποίηση για τιτλοποίηση

4.-(1) ΟΕΣΤ που έχει δημιουργηθεί από μεταβιβάζουσα οντότητα δύναται να ξεκινήσει τις δραστηριότητές της ως όχημα τιτλοποίησης στην ή από τη Δημοκρατία, μόνο όταν η μεταβιβάζουσα οντότητα γνωστοποιήσει γραπτώς στην Κεντρική Τράπεζα ότι σκοπεύει να προχωρήσει με μία ή περισσότερες πράξεις τιτλοποίησης, συνυποβάλλοντας τις πληροφορίες που καθορίζονται στην παρόντα Νόμο ή δυνάμει αυτού.

(2) Σε περίπτωση παραδοσιακής τιτλοποίησης, η μεταβιβάζουσα οντότητα υποβάλλει προς την Κεντρική Τράπεζα, ώστε αυτή να είναι σε θέση να αξιολογήσει κατά πόσο ο διαχειριστής διαθέτει επαρκείς πόρους για την άσκηση των δραστηριοτήτων του και ότι επιτυγχάνεται η ορθή και συνετή διαχείριση της ΟΕΣΤ, τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Το ποσό και το είδος των πιστωτικών διευκολύνσεων που πρόκειται να τιτλοποιηθούν.

(β) το ποσό της θέσης τιτλοποίησης που πρόκειται να παραμείνει στην κυριότητα της μεταβιβάζουσας οντότητας.

(γ) τα καταστατικά και τα ιδρυτικά έγγραφα της ΟΕΣΤ.

(δ) στοιχεία σχετικά με τη δομή της προτεινόμενης τιτλοποίησης, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσο η διαχείριση της τιτλοποίησης πρόκειται να διεξάγεται από τη μεταβιβάζουσα οντότητα ή εάν πρόκειται να ανατεθεί σε άλλον διαχειριστή.

(ε) πληροφορίες σχετικά με τον διαχειριστή και τη σχετική σύμβαση διαχείρισης.

(στ) πληροφορίες σε σχέση με τον επίτροπο εμπιστεύματος και περίληψη των κύριων διατάξεων που περιλαμβάνονται στην προτεινόμενη σύμβαση εμπιστεύματος στην περίπτωση κατά την οποία η μεταφορά των ανοιγμάτων θα γίνει μέσω εμπιστεύματος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 21·

(ζ) τους όρους των χρηματοοικονομικών μέσων που πρόκειται να εκδοθούν από την ΟΕΣΤ, υποδεικνύοντας εάν πρόκειται να τοποθετηθούν ιδιωτικά ή δημόσια και εάν πρόκειται να εισαχθούν προς διαπραγμάτευση σε χρηματιστήριο ή άλλη ρυθμιζόμενη αγορά ή εάν πρόκειται να τυγχάνουν διαπραγμάτευσης σε άλλον τόπο διαπραγμάτευσης και, όπου εφαρμόζεται, τους όρους οποιασδήποτε πιστωτικής διευκόλυνσης παραχωρηθεί προς την ΟΕΣΤ.

(η) οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες η Κεντρική Τράπεζα κρίνει χρήσιμες.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα αξιολογεί τις πληροφορίες που της υποβάλλονται σε σχέση με σκοπούμενη τιτλοποίηση, με γνώμονα την ομαλή λειτουργία της αγοράς τιτλοποιήσεων στην ή από τη Δημοκρατία και την τήρηση του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών και κατευθυντήριων γραμμών.

(4) Κάθε ΟΕΣΤ πρέπει να πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

(α) Το καταστατικό ή άλλα ιδρυτικά έγγραφα της ΟΕΣΤ πρέπει να προβλέπουν ότι οι δραστηριότητες της ΟΕΣΤ περιορίζονται σε αυτές που εύλογα απαιτούνται για τη διενέργεια συναλλαγών που αποσκοπούν ή χρειάζονται για την πραγματοποίηση της τιτλοποίησης και άλλων συναφών ή παρεπόμενων δραστηριοτήτων.

(β) το διοικητικό όργανο της ΟΕΣΤ πρέπει να απαρτίζεται από πρόσωπα τα οποία διαθέτουν εχέγγυα ήθους και εντιμότητας και τα οποία δεν είναι μέλη του διοικητικού οργάνου της μεταβιβάζουσας οντότητας·

(γ) o διαχειριστής της ΟΕΣΤ είναι οντότητα που διεξάγει τις δραστηριότητες διαχειριστή σύμφωνα με το Μέρος VI και είναι μόνο οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 7.

Απόφαση Κεντρικής Τράπεζας

5.-(1) Σε περίπτωση υποβολής γνωστοποίησης που δεν είναι δεόντως συμπληρωμένη κατά το άρθρο 4, η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει συναφώς τη μεταβιβάζουσα οντότητα εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα παραλαβής της γνωστοποίησης και, με απόφασή της, καθορίζει χρονική περίοδο εντός της οποίας δέον να της υποβληθούν όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες και στοιχεία που καθορίζονται από τον παρόντα Νόμο ή από οδηγία εκδιδόμενη δυνάμει αυτού.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει τη μεταβιβάζουσα οντότητα για την απόφασή της να αντιταχθεί ή όχι στη δραστηριοποίηση της τιτλοποίησης εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της πλήρως συμπληρωμένης γνωστοποίησης.

(3) Σε σχέση με ΟΕΣΤ που δεν αρχίζει να λειτουργεί εντός είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα εξέδωσε θετική απόφαση κατά το εδάφιο (2), υποβάλλονται εκ νέου όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 4.

Γνωστοποίηση για σύνθετη τιτλοποίηση

6. Σε περίπτωση σύνθετης τιτλοποίησης, οι κατά το άρθρο 4(1) γνωστοποιήσεις από τη μεταβιβάζουσα οντότητα πρέπει να συνοδεύονται από τέτοιες πληροφορίες, που να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του Νόμου ή με τις οδηγίες που εκδίδονται από την Κεντρική Τράπεζα, εφαρμοζόμενων κατά τα λοιπά των διατάξεων των άρθρων 4 και 5.

Διαχειριστές

7. Τα ακόλουθα νομικά πρόσωπα επιτρέπεται να ενεργούν ως διαχειριστές της τιτλοποίησης δυνάμει του παρόντος Νόμου:

(α) Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης που συστάθηκαν στη Δημοκρατία και στις οποίες χορηγήθηκε άδεια από την Κεντρική Τράπεζα, δυνάμει του άρθρου 9, να ενεργούν ως αδειοδοτημένοι διαχειριστές∙

(β) διαχειριστές τιτλοποιημένων ανοιγμάτων οι οποίοι έχουν αδειοδοτηθεί για τον σκοπό αυτό από αρμόδια αρχή και οι οποίοι γνωστοποιούν στην Κεντρική Τράπεζα την πρόθεσή τους να προσφέρουν υπηρεσίες μέσω υποκαταστήματος προς ΟΕΣΤ, παρέχοντας επίσης πληροφόρηση αναφορικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς και την οργάνωση του διαχειριστή·

(γ) πιστωτικά ιδρύματα∙

(δ) εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων των οποίων η άδεια λειτουργίας τους το επιτρέπει∙

(ε) χρηματοδοτικά ιδρύματα των οποίων η άδεια λειτουργίας τους το επιτρέπει.

Αίτηση για αδειοδότηση διαχειριστή

8.-(1) Εταιρεία περιορισμένης ευθύνης που συστάθηκε στη Δημοκρατία και προτίθεται να δραστηριοποιηθεί ως διαχειριστής τιτλοποιημένων ανοιγμάτων αιτείται άδειας άσκησης της δραστηριότητας αυτής από την Κεντρική Τράπεζα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τις σχετικές οδηγίες που εκδίδονται από την Κεντρική Τράπεζα.

(2) H αιτήτρια εταιρεία υποβάλλει αίτηση προς την Κεντρική Τράπεζα, η οποία συνοδεύεται από τα ακόλουθα έγγραφα:

(α) Το καταστατικό και τα ιδρυτικά έγγραφα της αιτήτριας εταιρείας, τα οποία πρέπει να προβλέπουν ή να μην περιορίζουν με οποιονδήποτε τρόπο τη διεξαγωγή της δραστηριότητας της διαχείρισης των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων και να απαγορεύουν ρητά την έκδοση μετοχών προς τον κομιστή∙

(β) εκτός εάν η αιτήτρια εταιρεία είναι 100% θυγατρική πιστωτικού ιδρύματος ή εταιρείας εξαγοράς πιστώσεων, την ταυτότητα όλων των άμεσων και έμμεσων μετόχων που κατέχουν ειδική συμμετοχή, καθώς και το ποσό αυτών των συμμετοχών ή, αν δεν υπάρχουν ειδικές συμμετοχές, την ταυτότητα των είκοσι (20) μεγαλύτερων μετόχων της αιτήτριας εταιρείας μαζί με ορθά συμπληρωμένο και υπογεγραμμένο ατομικό ή εταιρικό ερωτηματολόγιο των μετόχων από έκαστον μέτοχο, βάσει υποδειγμάτων που είναι δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα της Κεντρικής Τράπεζας∙

(γ) την ταυτότητα των μελών του διοικητικού οργάνου και των επικεφαλής κρίσιμων λειτουργιών της αιτήτριας εταιρείας μαζί με ορθά συμπληρωμένο και υπογεγραμμένο ατομικό ερωτηματολόγιο από τα εν λόγω πρόσωπα, βάσει υποδειγμάτων που είναι δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα της Κεντρικής Τράπεζας∙

(δ) την οργανωτική δομή της αιτήτριας εταιρείας∙

(ε) το πρόγραμμα δραστηριοτήτων της αιτήτριας εταιρείας∙

(στ) πιστοποιητικό του εκδομένου και καταβεβλημένου κεφαλαίου της αιτήτριας εταιρείας, το οποίο δεν είναι μικρότερο από εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), ή βεβαίωση από πιστωτικό ίδρυμα ότι έχει κατατεθεί το ελάχιστο ποσό των εκατό χιλιάδων ευρώ (€100.000) για τον σκοπό αυτό και το οποίο θα παραμείνει δεσμευμένο καθ’ όλη τη διάρκεια της εξέτασης της αίτησης από την Κεντρική Τράπεζα∙

(ζ) πληροφορίες σχετικά με οποιαδήποτε ανάθεση εργασιών σε τρίτους μαζί με τη σχετική σύμβαση ανάθεσης·

(η) οποιαδήποτε πρόσθετη πληροφορία που η Κεντρική Τράπεζα θεωρεί απαραίτητη για την εξέταση της αίτησης.

Αδειοδότηση διαχειριστών

9.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να χορηγήσει άδεια σε εταιρεία, για να διεξάγει τη δραστηριότητα του διαχειριστή, εάν είναι ικανοποιημένη ότι-

(α) Aνεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 81 του περί Εταιρειών Νόμου, το καταστατικό της εταιρείας δεν επιτρέπει την έκδοση μετοχών προς τον κομιστή∙

(β) η εταιρεία θα είναι σε θέση να συμμορφώνεται πλήρως με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και οποιασδήποτε οδηγίας ή κανονισμού εκδίδεται δυνάμει αυτού∙

(γ) οι μέτοχοι που κατέχουν ειδική συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας χαίρουν καλής φήμης και επιπρόσθετα ικανοποιούν τα ακόλουθα εχέγγυα εντιμότητας και καταλληλότητας:

(i) Διαθέτουν λευκό ποινικό μητρώο∙

(ii) δεν έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση στο παρελθόν, εκτός σε περίπτωση που έχουν αποκατασταθεί σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία∙

(iii) δεν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι, σε σχέση με τη συμμετοχή τους στην αιτήτρια εταιρεία, διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά την έννοια του άρθρου 4 ή 5 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, ή αυξάνεται ο κίνδυνος μιας τέτοιας διάπραξης∙

(δ) τα μέλη του διοικητικού οργάνου και οι επικεφαλής κρίσιμων λειτουργιών χαίρουν καλής φήμης, έχουν επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία, για να ασκούν τις αρμοδιότητές τους, και πληρούν κατ’ αναλογία τα κριτήρια της ικανότητας και καταλληλότητας, όπως αυτά καθορίζονται στην περί της Αξιολόγησης της Ικανότητας και Καταλληλότητας Μελών του Διοικητικού Οργάνου και Διευθυντών των Αδειοδοτημένων Πιστωτικών Ιδρυμάτων Οδηγία του 2014 ή άλλη οδηγία, όπως εκάστοτε ισχύει·

(ε) η εταιρεία διαθέτει άρτιο πλαίσιο διακυβέρνησης, που περιλαμβάνει σαφή οργανωτική δομή με ευκρινείς και διαφανείς γραμμές ευθύνης, καθώς και επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων κατάλληλων διοικητικών και λογιστικών διαδικασιών, η δε Κεντρική Τράπεζα αξιολογεί τις διαδικασίες εσωτερικής διακυβέρνησης που θα εφαρμόζουν οι εταιρείες, αφού λάβει υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της εταιρείας, και εφαρμόζει κατ’ αναλογία τις πρόνοιες της περί Ρυθμίσεων Διακυβέρνησης και Διαχείρισης Οδηγίας του 2014, συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων της εν λόγω Οδηγίας για την ανάθεση εργασιών σε τρίτους ή άλλης οδηγίας, όπως εκάστοτε ισχύει·

(στ) το προτεινόμενο πρόγραμμα δραστηριοτήτων δεν εγείρει αμφιβολίες ή ανησυχίες σε σχέση με τη δυνατότητα της εταιρείας να ενεργεί ως διαχειριστής, καθώς και σε σχέση με τη δυνατότητα δημιουργίας δυσμενών επιπτώσεων στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη Δημοκρατία∙

(ζ) δεν υπάρχουν στενοί δεσμοί, λόγω επαγγελματικών ή άλλων σχέσεων, μεταξύ της αιτήτριας εταιρείας και οποιουδήποτε άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου που, κατά την άποψη της Κεντρικής Τράπεζας, ενδέχεται να εμποδίσουν την αποτελεσματική άσκηση της εποπτείας της.

(2) Σε περίπτωση υποβολής ελλιπώς συμπληρωμένης αίτησης, η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει συναφώς την αιτήτρια εταιρεία εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης και ζητεί όπως υποβληθούν, εντός χρόνου τον οποίο καθορίζει με απόφασή της, όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες και τα στοιχεία.

(3) Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας για τη χορήγηση ή την άρνηση χορήγησης άδειας κοινοποιείται γραπτώς στην αιτήτρια εταιρεία εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της πλήρως συμπληρωμένης αίτησης για αδειοδότηση.

(4) Εάν η Κεντρική Τράπεζα δεν έχει πεισθεί ότι η αιτήτρια εταιρεία πληροί τα κριτήρια που καθορίζονται στο εδάφιο (1), δεν χορηγεί άδεια και παρέχει σε αυτήν την πλήρως αιτιολογημένη απόφασή της.

(5) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει, είτε μόνιμα είτε προσωρινά, οποιουσδήποτε από τους όρους επιβάλλονται σε άδεια ή να επιβάλει οποιουσδήποτε νέους όρους αυτή κρίνει σκόπιμο, σε περίπτωση που τα δεδομένα που είχαν ληφθεί υπόψη για την αδειοδότηση έχουν διαφοροποιηθεί.

(6) Η Κεντρική Τράπεζα διατηρεί έναν πλήρως ενημερωμένο κατάλογο στην ιστοσελίδα της με τα ονόματα και τα στοιχεία όλων των διαχειριστών και των ΟΕΣΤ που λειτουργούν στη Δημοκρατία.

Γνωστοποίηση ουσιαστικών μεταβολών και αλλαγών μελών του διοικητικού οργάνου

10.-(1) Ο αδειοδοτημένος διαχειριστής οφείλει να γνωστοποιεί, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, στην Κεντρική Τράπεζα οποιαδήποτε ουσιαστική μεταβολή η οποία επηρεάζει την ακρίβεια των πληροφοριών, στοιχείων και εντύπων που υποβλήθηκαν δυνάμει του άρθρου 8(2) και αποτέλεσαν προϋπόθεση για τη χορήγηση σε αυτόν της άδειάς του.

(2) Κανένα πρόσωπο δεν δύναται να ενεργεί ως μέλος διοικητικού οργάνου αδειοδοτημένου διαχειριστή ή να κατέχει ειδική συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο αυτού, χωρίς να έχει λάβει την εκ των προτέρων έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αντιταχθεί σε ουσιαστικές μεταβολές που αναφέρονται στο εδάφιο (1), εάν κρίνει ότι δεν πληρούνται πλέον τα κριτήρια αδειοδότησης ή ότι δεν πληρούνται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οδηγιών εκδιδόμενων δυνάμει αυτού και, σε τέτοια περίπτωση, κοινοποιεί γραπτώς στον αδειοδοτημένο διαχειριστή, εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της μεταβολής, τη σχετική απόφασή της.

Γνωστοποίηση αλλαγών ειδικών συμμετοχών σε αδειοδοτημένο διαχειριστή

11.-(1) Σε περίπτωση που πρόσωπο αποφασίζει να αποκτήσει ή να αυξήσει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε αδειοδοτημένο διαχειριστή, που έχει ως αποτέλεσμα η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου που κατέχει να φθάσει ή να υπερβεί το είκοσι τοις εκατό, το τριάντα τοις εκατό ή το πενήντα τοις εκατό ή ώστε ο αδειοδοτημένος διαχειριστής να καταστεί θυγατρική του, γνωστοποιεί στην Κεντρική Τράπεζα το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου ή το ποσοστό της συμμετοχής που προκύπτει στην περίπτωση αυτή, υποβάλλοντας όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και/ή έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των ερωτηματολογίων δεόντως συμπληρωμένων και υπογεγραμμένων.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα, εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής των πλήρως συμπληρωμένων πληροφοριών και των εγγράφων που καταδεικνύονται στα ερωτηματολόγια, ενημερώνει για την απόφασή της και δύναται να επιτρέψει ή να μην επιτρέψει την άμεση ή έμμεση απόκτηση ή αύξηση κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), ιδίως με βάση την αξιολόγηση της Κεντρικής Τράπεζας όσον αφορά την καταλληλόλητα των νέων μετόχων.

(3) Σε περίπτωση που πρόσωπο αποκτά ή αυξάνει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε αδειοδοτημένο διαχειριστή, χωρίς να συμμορφώνεται με την υποχρέωση της γνωστοποίησης που προβλέπεται στο εδάφιο (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λάβει μέτρα εναντίον του εν λόγω προσώπου, τα οποία περιλαμβάνουν την αναστολή της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από μετοχές που κατέχει το εν λόγω πρόσωπο.

(4) Σε περίπτωση που πρόσωπο αποφασίζει να μειώσει ή να διαθέσει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε αδειοδοτημένο διαχειριστή, ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου που κατέχει να μειωθεί κάτω από το είκοσι τοις εκατό, το τριάντα τοις εκατό ή το πενήντα τοις εκατό ή ώστε ο αδειοδοτημένος διαχειριστής να παύσει να είναι θυγατρική του, το γνωστοποιεί άμεσα στην Κεντρική Τράπεζα.

(5) Ο αδειοδοτημένος διαχειριστής, αμέσως μόλις περιέλθει στην αντίληψή του, ενημερώνει την Κεντρική Τράπεζα για οποιαδήποτε απόκτηση ή διάθεση συμμετοχών ως αποτέλεσμα των οποίων αυτές οι συμμετοχές υπερβαίνουν ή μειώνονται κάτω από οποιοδήποτε από τα όρια που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ή (4) ή δημιουργούν αλλαγή στον έλεγχο του αδειοδοτημένου διαχειριστή.

(6) Εάν, καθ’ οιονδήποτε χρόνο, η Κεντρική Τράπεζα κρίνει ότι οι άμεσοι ή έμμεσοι μέτοχοι με ειδική συμμετοχή στον αδειοδοτημένο διαχειριστή ενεργούν σε βάρος της ορθής και συνετής διοίκησης αδειοδοτημένου διαχειριστή, δύναται να απαιτήσει την απομάκρυνση των εν λόγω προσώπων από το διοικητικό όργανο του αδειοδοτημένου διαχειριστή ή/και τον τερματισμό της συμμετοχής τους με οποιονδήποτε άλλο τρόπο στη διοίκηση του αδειοδοτημένου διαχειριστή, για να τερματιστεί η κατάσταση αυτή, εάν δε η απαίτηση της Κεντρικής Τράπεζας δεν τύχει συμμόρφωσης, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με το άρθρο 46.

Τερματισμός δραστηριοτήτων διαχειριστή

12.-(1) Σε περίπτωση που διαχειριστής αποφασίσει να τερματίσει τις δραστηριότητές του, υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα σχέδιο δράσης για τη διαδικασία τερματισμού, το οποίο περιλαμβάνει τη μεταβίβαση των δραστηριοτήτων του σε άλλον διαχειριστή.

(2) Η ΟΕΣΤ οφείλει να πληροφορήσει την Κεντρική Τράπεζα ότι το σχέδιο δράσης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), καθώς και ο τερματισμός των δραστηριοτήτων έχουν εγκριθεί από διοικητικό όργανο της ΟΕΣΤ, καθώς και να ενημερώσει πάραυτα την Κεντρική Τράπεζα για την ταυτότητα του νέου διαχειριστή.

(3) Σε περίπτωση που οι εργασίες του αδειοδοτημένου διαχειριστή τερματίζονται ως αποτέλεσμα της λήξης και αποπληρωμής ή άλλης διευθέτησης των υποκείμενων δανείων των τιτλοποιήσεων της ΟΕΣΤ, ο αδειοδοτημένος διαχειριστής υποβάλλει γνωστοποίηση στην Κεντρική Τράπεζα.

Αναστολή άδειας αδειοδοτημένου διαχειριστή

13.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αναστείλει την άδεια αδειοδοτημένου διαχειριστή-

(α) Όταν υφίσταται υποψία παράβασης του παρόντος Νόμου ή/και των οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας ή/και των όρων της άδειας του αδειοδοτημένου διαχειριστή, ή/και

(β) σε περίπτωση κατά την οποία, σταθμίζοντας τη βαρύτητα των παραβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 14(1)(α) έως (γ), αποφασίσει να μην προχωρήσει με την ανάκληση της άδειας του αδειοδοτημένου διαχειριστή.

(2) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να θέσει εύλογη προθεσμία, η οποία δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία γνωστοποίησης της αναστολής της άδειας, ώστε ο αδειοδοτημένος διαχειριστής να λάβει διορθωτικά μέτρα.

(3) Ο αδειοδοτημένος διαχειριστής, εντός της προθεσμίας που ορίζεται από την Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με το εδάφιο (2), ενημερώνει και παρουσιάζει στοιχεία στην Κεντρική Τράπεζα για τα μέτρα που έλαβε για τη συμμόρφωσή του με τον παρόντα Νόμο, τις σχετικές οδηγίες και τους όρους της άδειάς του.

(4) Όταν η Κεντρική Τράπεζα ικανοποιηθεί ότι ο αδειοδοτημένος διαχειριστής έλαβε τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα και συμμορφώθηκε με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου, των σχετικών οδηγιών και τους όρους της άδειάς του, τερματίζει την αναστολή της άδειας και ενημερώνει γραπτώς την ΟΕΣΤ και τον αδειοδοτημένο διαχειριστή.

(5) Εάν η Κεντρική Τράπεζα δεν ικανοποιηθεί ότι ο αδειοδοτημένος διαχειριστής συμμορφώθηκε με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου και των σχετικών οδηγιών, καθώς και τους όρους της άδειάς του, παρατείνει άμεσα την αναστολή της άδειας και ενεργοποιεί τη διαδικασία ανάκλησης.

(6) Κατά την περίοδο της αναστολής της άδειας, ο αδειοδοτημένος διαχειριστής δεν επιτρέπεται να αναλάβει τη διαχείριση νέων τιτλοποιήσεων.

(7) Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας να αναστείλει την άδεια αδειοδοτημένου διαχειριστή δεν θίγει τα δικαιώματα οποιουδήποτε υποκείμενου δανειολήπτη, της μεταβιβάζουσας οντότητας, των επενδυτών και του παρόχου υπηρεσιών προς την ΟΕΣΤ ή της ΟΕΣΤ.

Ανάκληση άδειας αδειοδοτημένου διαχειριστή

14.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να ανακαλέσει την άδεια που χορηγήθηκε σε αδειοδοτημένο διαχειριστή, εάν κατά την κρίση της αποδειχθεί ότι ο εν λόγω αδειοδοτημένος διαχειριστής-

(α) Εξασφάλισε την άδεια βάσει ψευδών ή/και παραπλανητικών στοιχείων ή/και με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο ή/και υπέβαλε ή/και γνωστοποίησε ή/και άλλως πως δημοσιοποίησε με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ή/και παραπλανητικές πληροφορίες ή/και ψευδή ή/και παραπλανητικά στοιχεία ή/και έγγραφα, ή/και

(β) δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες του χορηγήθηκε η άδεια, ή/και

(γ) έχει διαπράξει σοβαρές ή/και επανειλημμένες παραβάσεις σε σχέση με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου ή/και των οδηγιών που εκδίδονται από την Κεντρική Τράπεζα ή/και της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και των όρων της άδειας, ή/και

(δ) δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός ενός (1) έτους, παραιτείται ρητώς απ’ αυτήν ή έπαυσε να ασκεί τη δραστηριότητά του για περίοδο μεγαλύτερη των έξι (6) μηνών, εκτός εάν η Κεντρική Τράπεζα έχει θέσει προϋπόθεση ότι στις περιπτώσεις αυτές η άδεια παύει να ισχύει.

(2) Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας, ο αδειοδοτημένος διαχειριστής παύει άμεσα την ενασχόληση με τιτλοποιήσεις, με την επιφύλαξη του εδαφίου (6).

(3) Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας για ανάκληση της άδειας δεν θίγει τα δικαιώματα της μεταβιβάζουσας οντότητας, οποιουδήποτε υποκείμενου δανειολήπτη, οποιουδήποτε επενδυτή, οποιουδήποτε παρόχου υπηρεσιών προς την ΟΕΣΤ ή της ΟΕΣΤ.

(4) Η ΟΕΣΤ και ο αδειοδοτημένος διαχειριστής έχουν, μαζί και ξεχωριστά, υποχρέωση να μεριμνήσουν για την υποβολή στην Κεντρική Τράπεζα, το συντομότερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει το αργότερο εντός ενός (1) μηνός από την παραλαβή της ειδοποίησης ανάκλησης από την Κεντρική Τράπεζα της άδειας του αδειοδοτημένου διαχειριστή, σχεδίου δράσης το οποίο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη μεταφορά, το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή σχεδίου δράσης στην Κεντρική Τράπεζα, των λειτουργιών του αδειοδοτημένου διαχειριστή σε άλλον διαχειριστή.

(5) Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας να ανακαλέσει την άδεια του αδειοδοτημένου διαχειριστή δεν συνεπάγεται τη διάλυση των τιτλοποιήσεων της ΟΕΣΤ.

(6) Αδειοδοτημένος διαχειριστής του οποίου η άδεια έχει ανακληθεί αρχίζει αμέσως τις λειτουργίες του σε νέο διαχειριστή, κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (4), και παραμένει υπό την εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας μέχρις ότου η Κεντρική Τράπεζα ικανοποιηθεί ότι έχει μεταφέρει πλήρως και ολοκληρωτικά τις δραστηριότητές του στον νέο διαχειριστή.

ΜΕΡΟΣ III ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΖΟΥΣΑΣ ΟΝΤΟΤΗΤΑΣ
Γνωστοποίηση μεταβιβάζουσας οντότητας προς υποκείμενους δανειολήπτες

15.-(1) Μεταβιβάζουσα οντότητα που προτίθεται να μεταφέρει σε ΟΕΣΤ χρηματοδοτικά ανοίγματα για σκοπούς τιτλοποίησης οφείλει να προβεί σε κοινοποίηση της πρόθεσής της, εντός τουλάχιστον τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, προτού προχωρήσει με την εν λόγω μεταφορά των χρηματοδοτικών ανοιγμάτων, εφαρμόζοντας μία από τις ακόλουθες μεθόδους:

(α) Δημοσίευση σε περίοπτη θέση τριών (3) εφημερίδων του ημερήσιου τύπου∙

(β) γραπτή γνωστοποίηση στους υποκείμενους δανειολήπτες, στους παρόχους εξασφαλίσεων και στους εγγυητές αυτών των ανοιγμάτων.

(2) Κάθε κοινοποίηση κατά το εδάφιο (1), είτε μέσω δημοσίευσης είτε μέσω γραπτής γνωστοποίησης, περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες και διαβεβαιώσεις:

(α) Τυχόν τέλη ή φόροι που σχετίζονται με τη μεταφορά και την τιτλοποίηση των ανοιγμάτων και των σχετικών εξασφαλίσεων στην ΟΕΣΤ δεν επιβαρύνουν τον υποκείμενο δανειολήπτη.

(β) η μεταφορά των ανοιγμάτων από τη μεταβιβάζουσα οντότητα προς την ΟΕΣΤ, για σκοπούς τιτλοποίησης, δεν επηρεάζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του υποκειμένου δανειολήπτη όσον αφορά τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κώδικα Συμπεριφοράς που προσαρτάται στην περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγία του 2015 ή άλλη διαδικασία, όπως εκάστοτε ισχύει και εφαρμόζεται από τη μεταβιβάζουσα οντότητα βάσει κείμενης νομοθεσίας ή/και οδηγιών της Κεντρικής Τράπεζας.

(γ) η μεταφορά των ανοιγμάτων από τη μεταβιβάζουσα οντότητα προς την ΟΕΣΤ, για σκοπούς τιτλοποίησης, δεν επηρεάζει το δικαίωμα του υποκείμενου δανειολήπτη να υποβάλει αίτηση για Διακανονισμό Αφερεγγυότητας ούτε το δικαίωμα του υποκείμενου δανειολήπτη ή άλλων εμπλεκόμενων μερών για διορισμό εξεταστή δυνάμει του Μέρους IVΑ του περί Εταιρειών Νόμου.

(δ) οποιαδήποτε διαδικασία η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, δυνάμει των διατάξεων του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου ή του Μέρους IVΑ του περί Εταιρειών Νόμου, δεν επηρεάζεται από τη μεταφορά και εξακολουθεί να διενεργείται μεταξύ του δανειολήπτη και του διαχειριστή∙

(ε) επεξήγηση αναφορικά με την ύπαρξη ή όχι του δικαιώματος συμψηφισμού, σε περίπτωση εκκαθάρισης της μεταβιβάζουσας οντότητας βάσει του άρθρου 298Β του περί Εταιρειών Νόμου∙

(στ) ενημέρωση ως προς την ταυτότητα του διαχειριστή και το ότι ο διαχειριστής αναλαμβάνει εφεξής τον ρόλο του υπευθύνου επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και επεξηγεί στον δανειολήπτη τα καθήκοντα του υπευθύνου επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων τα οποία απορρέουν από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και τον περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμο.

Δικαίωμα συμψηφισμού

16.-(1) Όταν η μεταβιβάζουσα οντότητα είναι πιστωτικό ίδρυμα, οι όροι σύστασης της τιτλοποίησης δύνανται να περιλαμβάνουν πρόνοιες, ώστε κατά την τιτλοποίηση να δημιουργείται ή να διατηρείται δικαίωμα συμψηφισμού των υποκείμενων ανοιγμάτων της τιτλοποίησης με πιστωτικά υπόλοιπα που διατηρούνται από τον υποκείμενο δανειολήπτη στη μεταβιβάζουσα οντότητα.

(2) Σε περίπτωση που, κατά την τιτλοποίηση, δημιουργείται ή διατηρείται δικαίωμα συμψηφισμού των υποκείμενων ανοιγμάτων της τιτλοποίησης με πιστωτικά υπόλοιπα που διατηρούνται από τον υποκείμενο δανειολήπτη στη μεταβιβάζουσα οντότητα, τηρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Τα καταστατικά έγγραφα της τιτλοποίησης περιγράφουν επακριβώς το πεδίο εφαρμογής του συμψηφισμού∙

(β) εφαρμόζεται διαδικασία θωράκισης των πιστωτικών υπολοίπων των υποκείμενων δανειοληπτών στη μεταβιβάζουσα οντότητα που υπόκεινται στο δικαίωμα συμψηφισμού, η δε διαδικασία θωράκισης αφορά τη δέσμευση στοιχείων ενεργητικού προς όφελος της ΟΕΣΤ, ίσης τουλάχιστον αξίας με τα ποσά που υπόκεινται στο δικαίωμα συμψηφισμού, με σκοπό την πλήρη αντιστάθμιση του κινδύνου συμψηφισμού των επενδυτών της ΟΕΣΤ, και τα εν λόγω στοιχεία του ενεργητικού δεν είναι διαθέσιμα για τη γενική περιουσία της μεταβιβάζουσας οντότητας∙

(γ) η μεταβιβάζουσα οντότητα και η ΟΕΣΤ θεσμοθετούν και καταγράφουν στα καταστατικά έγγραφα της τιτλοποίησης τη διαδικασία και συχνότητα ενημέρωσης αμφοτέρων για το ποσό που εμπίπτει σε δέσμευση, σύμφωνα με την παράγραφο (β), και για τη συχνότητα της λογιστικής αναπροσαρμογής για το σύνολο των ποσών που υπόκεινται σε συμψηφισμό.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει οδηγίες αναφορικά με τη διαδικασία θωράκισης του δικαιώματος συμψηφισμού, το είδος των στοιχείων που τηρούνται εις όφελος της ΟΕΣΤ και για τις πληροφορίες που υποβάλλονται στην Κεντρική Τράπεζα για σκοπούς εποπτείας της ορθής εφαρμογής και λειτουργίας της διαδικασίας.

Πληρωμές στη μεταβιβάζουσα οντότητα

17. Σε περίπτωση που η διαχείριση των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων παραμένει με τη μεταβιβάζουσα οντότητα, όλες οι πληρωμές σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα εξακολουθούν να γίνονται από τους υποκείμενους δανειολήπτες στη μεταβιβάζουσα οντότητα και οι πληρωμές αυτές θεωρούνται ως πληρωμές προς την ΟΕΣΤ, για τους σκοπούς της πληρωμής ή αποπληρωμής των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, και δεν είναι διαθέσιμες για τη γενική περιουσία της μεταβιβάζουσας οντότητας.

Μεταφορά εξασφαλίσεων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων

18.-(1)(α) Η ΟΕΣΤ υποκαθιστά τη μεταβιβάζουσα οντότητα ως προς όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που άπτονται των εξασφαλίσεων οι οποίες επισυνάπτονται στo άνοιγμα για τους σκοπούς διασφάλισης της αποπληρωμής του ανοίγματος και για τον ίδιο σκοπό οι εξασφαλίσεις αυτές μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ, η δε υποκατάσταση της μεταβιβάζουσας οντότητας από την ΟΕΣΤ συντελείται ταυτόχρονα με τη μεταφορά των ανοιγμάτων στην ΟΕΣΤ και πραγματοποιείται ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή οδηγιών εκδίδονται δυνάμει αυτού, που ισχύουν για τη μεταβιβάζουσα οντότητα, την ΟΕΣΤ ή οποιαδήποτε άλλα μέρη, συμπεριλαμβανομένου, χωρίς περιορισμό, του άρθρου 32 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου και του άρθρου 90 του περί Εταιρειών Νόμου. Το γεγονός της προαναφερόμενης υποκατάστασης καταχωρίζεται και εγγράφεται στα μητρώα που τηρούνται για τις αντίστοιχες κατηγορίες εξασφαλίσεων, συμπεριλαμβανομένων, χωρίς περιορισμό, των μητρώων του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε φόρου, τέλους, εισφοράς ή άλλης χρέωσης, κατόπιν της παράδοσης σχετικής γραπτής ειδοποίησης για τον σκοπό αυτόν προς την αρχή που τηρεί το εκάστοτε μητρώο, υπογεγραμμένης από ή εκ μέρους της ΟΕΣΤ και της μεταβιβάζουσας οντότητας, στην οποία περιγράφονται επαρκώς οι εξασφαλίσεις οι οποίες μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ ή/και οι εξασφαλίσεις αναφορικά με τις οποίες η ΟΕΣΤ υποκαθιστά τη μεταβιβάζουσα οντότητα, η δε αρχή που τηρεί το εκάστοτε μητρώο προχωρεί άμεσα στις σχετικές καταχωρίσεις και εγγραφές.

Οι προαναφερόμενες εξασφαλίσεις περιλαμβάνουν και οποιεσδήποτε συμβάσεις εγγυήσεων.

(β) Η ΟΕΣΤ υποκαθιστά τη μεταβιβάζουσα οντότητα και έχει τα ίδια δικαιώματα και την ίδια σειρά προτεραιότητας και υπόκειται στις ίδιες υποχρεώσεις σε σχέση με τα ανοίγματα και τις επισυνημμένες στα ανοίγματα εξασφαλίσεις που μεταβιβάζονται σε αυτή, όπως η μεταβιβάζουσα οντότητα.

(γ) Η φύλαξη οποιουδήποτε εγγράφου, αγαθών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων βρίσκονταν στην κατοχή της μεταβιβάζουσας οντότητας, σε σχέση με ανοίγματα που μεταβιβάζονται, θεωρείται ότι μεταβιβάζεται στην ΟΕΣΤ, κατά τον χρόνο μεταβίβασης, μαζί με όλα τα συναφή δικαιώματα και υποχρεώσεις.

(δ) Όλα τα έγγραφα, τα αρχεία και οι παραδοχές, που αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία υπέρ ή εναντίον της μεταβιβάζουσας οντότητας σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα, αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία υπέρ ή εναντίον της ΟΕΣΤ κατά και μετά τον χρόνο μεταβίβασης.

(ε) Οποιαδήποτε νομική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης, χωρίς περιορισμό, οποιασδήποτε αγωγής, διαιτησίας, διαδικασίας εκποίησης ακινήτων ή άλλης διαδικασίας, και οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα ή διάταγμα ή απόφαση που κατά τον χρόνο μεταβίβασης εκκρεμεί ή υφίσταται από ή εναντίον ή εις όφελος της μεταβιβάζουσας οντότητας σε σχέση με τα ανοίγματα που μεταβιβάζονται δεν τερματίζεται ούτε διακόπτεται ούτε επηρεάζεται με οποιονδήποτε τρόπο δυσμενώς λόγω της μεταφοράς των ανοιγμάτων στην ΟΕΣΤ, αλλά θα μπορεί να καταχωρίζεται ή να συνεχίζεται ή να αναγνωρίζεται ή να εκτελείται από ή εναντίον της ΟΕΣΤ η οποία και υποκαθιστά αυτόματα τη μεταβιβάζουσα οντότητα στη νομική αυτή διαδικασία κατά τον χρόνο της μεταφοράς των ανοιγμάτων:

Νοείται ότι, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, στις περιπτώσεις που εκκρεμεί οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου ή επαρχιακού κτηματολογίου, η αντικατάσταση και/ή υποκατάσταση της μεταβιβάζουσας οντότητας από την ΟΕΣΤ, για τους σκοπούς της εκκρεμούσας διαδικασίας, πραγματοποιείται με την καταχώριση από τη μεταβιβάζουσα οντότητα σχετικής ειδοποίησης προς το οικείο πρωτοκολλητείο ή επαρχιακό κτηματολόγιο, ανάλογα με την περίπτωση, η οποία δεν φέρει οποιοδήποτε τέλος.

(2) Σε περίπτωση δέσμευσης (συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης δέσμευσης πιστοποιητικού κατάθεσης, συναλλαγματικών ή ομολόγων ή πιστοποιητικών μετοχών), εκχώρησης, εγγύησης ή οποιασδήποτε άλλης μορφής εξασφάλισης, η εγκυρότητα και η εκτελεστικότητα του μέσου εξασφάλισης δεν επηρεάζεται από τη μεταφορά και, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από το συμφωνητικό έγγραφο με το οποίο αυτή η εξασφάλιση δημιουργήθηκε ή αποδείχτηκε, η ΟΕΣΤ θεωρείται ότι είναι ο δικαιούχος των μέσων εξασφάλισης.

(3) Η μεταβίβαση ανοιγμάτων και των συναφών με αυτά δικαιωμάτων και υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος άρθρου θεωρείται έγκυρη, παράγει τα δι’ αυτής σκοπούμενα έννομα αποτελέσματα και ισχύει έναντι τρίτων, ανεξαρτήτως των προνοιών οποιουδήποτε άλλου νόμου, περιλαμβανομένης της συμμόρφωσης με νομικές ή άλλες διαδικασίες ή διατυπώσεις.

(4) Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στη συμφωνία μεταβίβασης μεταξύ της ΟΕΣΤ και της μεταβιβάζουσας οντότητας, η ΟΕΣΤ αντιμετωπίζεται ως να είναι το ίδιο πρόσωπο με τη μεταβιβάζουσα οντότητα σε σχέση με ανοίγματα, δικαιώματα και υποχρεώσεις που μεταβιβάζονται.

ΜΕΡΟΣ ΙV ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΩΛΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ
Μεταφορά τιτλοποιημένων ανοιγμάτων

19. Η μέθοδος μεταφοράς των ανοιγμάτων σε ΟΕΣΤ αποφασίζεται μεταξύ της μεταβιβάζουσας οντότητας και της ΟΕΣΤ και δύναται να είναι, χωρίς περιορισμό, με μεταβίβαση, εκχώρηση ή εμπίστευμα:

Νοείται ότι δεν μειώνονται και δεν περιορίζονται οποιαδήποτε συμβατικά ή/και εκ του νόμου της Δημοκρατίας προκύπτοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις του δανειολήπτη ή προσώπου που έχει παράσχει εξασφαλίσεις, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε συμβάσεων εγγυήσεων, για την πιστωτική διευκόλυνση που μεταβιβάζεται.

Μεταφορά διά μεταβίβασης ή εκχώρησης

20.-(1) Η μεταφορά είναι απόλυτη και επιτυγχάνεται τελεσίδικη και δεσμευτική μεταβίβαση που διαχωρίζει τους τίτλους των ανοιγμάτων από τη μεταβιβάζουσα οντότητα, αφότου ικανοποιηθούν οι προκαθορισμένοι όροι που έχουν συμφωνηθεί από τη μεταβιβάζουσα οντότητα και την ΟΕΣΤ, μόνο εάν η μεταβίβαση ή η εκχώρηση αφορά το συνολικό ποσό έκαστου ανοίγματος, και όχι μέρος αυτού, γίνεται εγγράφως και υπογράφεται από ή εκ μέρους της μεταβιβάζουσας οντότητας και της ΟΕΣΤ και μαρτυρείται καταλλήλως.

(2) Όταν τα ανοίγματα μεταφέρονται με μεταβίβαση ή εκχώρηση σε ΟΕΣΤ, για τους σκοπούς της τιτλοποίησης, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή οδηγιών εκδίδονται δυνάμει αυτού και ισχύουν για τη μεταβιβάζουσα οντότητα, την ΟΕΣΤ, τον υποκείμενο δανειολήπτη ή οποιαδήποτε άλλα τρίτα μέρη, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

(α) Η μεταφορά των ανοιγμάτων από τη μεταβιβάζουσα οντότητα στην ΟΕΣΤ είναι τελεσίδικη, απόλυτη και δεσμευτική για-

(i) τη μεταβιβάζουσα οντότητα και, όπου εφαρμόζεται, οποιονδήποτε λειτουργό αφερεγγυότητας διορίστηκε για την εκκαθάριση της μεταβιβάζουσας οντότητας, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας διορισμού του,

(ii) την ΟΕΣΤ,

(iii) τους υποκείμενους δανειολήπτες, και

(iv) οποιαδήποτε άλλα τρίτα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των εγγυητών και των παρόχων εμπράγματων εξασφαλίσεων σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα, καθώς και οποιουσδήποτε πιστωτές της μεταβιβάζουσας οντότητας·

(β) τα τιτλοποιημένα ανοίγματα προσδιορίζονται με σαφήνεια όσον αφορά το όνομα του υποκείμενου δανειολήπτη και αναφέρονται ευκρινώς όλα τα σημαντικά στοιχεία που αφορούν τη συμφωνία για το συγκεκριμένο άνοιγμα, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών εξασφαλίσεων∙

(γ) η μεταφορά των ανοιγμάτων δεν υπόκειται σε ακύρωση, υπαναχώρηση, ανάκληση, επανάκτηση ή τερματισμό, μεταβολή ή μείωση∙

(δ) με την επιφύλαξη του άρθρου 16, τα τιτλοποιημένα ανοίγματα δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε δικαιώματα των πιστωτών της μεταβιβάζουσας οντότητας∙

(ε) η ΟΕΣΤ, από τη στιγμή της μεταφοράς, έχει απόλυτο δικαίωμα επί όλων των χρημάτων και των δικαιωμάτων που προέρχονται από τα τιτλοποιημένα ανοίγματα από την ημερομηνία μεταβίβασης ή από οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία έχει συμφωνηθεί μεταξύ της μεταβιβάζουσας οντότητας και της ΟΕΣΤ, οποιοδήποτε δε στοιχείο ενεργητικού ή χρήματα κρατούνται ή λαμβάνονται από τη μεταβιβάζουσα οντότητα σε σχέση με τα υποκείμενα δάνεια, κατά ή μετά την ημερομηνία μεταφοράς, θεωρείται ότι τηρούνται σε καταπίστευμα προς όφελος της ΟΕΣΤ και δεν είναι στη διάθεση οποιουδήποτε πιστωτή της μεταβιβάζουσας οντότητας.

Μεταφορά μέσω εμπιστεύματος

21. Όταν το όφελος ανοιγμάτων μεταφέρεται σε ΟΕΣΤ για σκοπούς τιτλοποίησης μέσω της δημιουργίας εμπιστεύματος, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή οδηγιών εκδίδονται δυνάμει αυτού και ισχύουν έναντι της μεταβιβάζουσας οντότητας, της ΟΕΣΤ, των υποκείμενων δανειοληπτών ή οποιωνδήποτε άλλων τρίτων μερών, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

(α) Η μεταβιβάζουσα οντότητα καταρτίζει εμπίστευμα αναφορικά με, κατ’ ελάχιστο, το σύνολο των δικαιωμάτων είσπραξης των εισπρακτέων των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, τα οποία πρέπει να περιγράφονται και να είναι αναγνωρίσιμα, το καθένα ξεχωριστά, ως ανοίγματα σε σχέση με τα οποία τηρείται εμπίστευμα (εφεξής καλούμενα «τιτλοποιημένα ανοίγματα εμπιστεύματος») προς όφελος της ΟΕΣΤ ως δικαιούχου, μη εξαιρουμένων άλλων δικαιούχων∙

(β) η ΟΕΣΤ αγοράζει από τη μεταβιβάζουσα οντότητα το σύνολο ή μέρος των δικαιωμάτων που αποτελούν το στοιχείο του εμπιστεύματος∙

(γ) η μεταβιβάζουσα οντότητα λειτουργεί ως εμπιστευματοπάροχος, δηλαδή ως η οντότητα που δημιουργεί το εμπίστευμα, και εγκαθιστά ή μεταβιβάζει τα περιουσιακά στοιχεία σε αυτό ή στους επιτρόπους εμπιστεύματος ή προς όφελος των δικαιούχων και δύναται να ενεργεί και ως επίτροπος εμπιστεύματος των στοιχείων του εμπιστεύματος∙

(δ) η ΟΕΣΤ αποκτά ιδιοκτησιακό συμφέρον στα εισπρακτέα οφέλη και σε όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από τα τιτλοποιημένα ανοίγματα εμπιστεύματος, χωρίς να καθίσταται αναγκαία η μεταβίβαση της νομικής ιδιοκτησίας των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων εμπιστεύματος από τη μεταβιβάζουσα οντότητα (στον βαθμό που αυτή ενεργεί ως επίτροπος εμπιστεύματος) ή από οποιονδήποτε άλλο επίτροπο εμπιστεύματος στην ΟΕΣΤ∙

(ε) στον βαθμό που η μεταβιβάζουσα οντότητα ενεργεί ως επίτροπος εμπιστεύματος, οποιοδήποτε πληρεξούσιο παραχωρείται από αυτή στην ΟΕΣΤ, λόγω της ιδιότητάς της ως δικαιούχου του εμπιστεύματος, εκτός εάν ρητά συμφωνείται διαφορετικά, είναι αμετάκλητο και, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή οδηγιών εκδίδονται δυνάμει αυτού, παραμένει έγκυρο και εκτελεστέο, παρά την όποια μεταγενέστερη αφερεγγυότητα της μεταβιβάζουσας οντότητας∙

(στ) από τη σύσταση του εμπιστεύματος και στον βαθμό που η μεταβιβάζουσα οντότητα ενεργεί ως επίτροπος εμπιστεύματος, τα τιτλοποιημένα ανοίγματα εμπιστεύματος δεν θεωρούνται ότι αποτελούν περιουσιακά στοιχεία της μεταβιβάζουσας οντότητας∙

(ζ) στον βαθμό που η μεταβιβάζουσα οντότητα ενεργεί ως επίτροπος εμπιστεύματος, δύναται οποτεδήποτε να μεταβιβάσει τα τιτλοποιημένα ανοίγματα εμπιστεύματος στην ΟΕΣΤ ή σε πρόσωπο που θα υποδειχθεί από την ΟΕΣΤ.

Απομάκρυνση κινδύνου αφερεγγυότητας της ΟΕΣΤ

22. Με την επιφύλαξη του άρθρου 16, ουδεμία διαδικασία που διενεργείται σε σχέση με τη μεταβιβάζουσα οντότητα, στο πλαίσιο του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών εξυγίανσης, εκκαθάρισης και διάλυσης, των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ή αναδιοργάνωσης, καθώς και τυχόν διαδικασιών που επηρεάζουν τα δικαιώματα των πιστωτών, έχει οποιαδήποτε επίδραση-

(α) Στην ΟΕΣΤ ή στα δικαιώματα της ΟΕΣΤ σε σχέση είτε με τα τιτλοποιημένα ανοίγματα είτε με τη μεταβιβάζουσα οντότητα∙

(β) στα τιτλοποιημένα ανοίγματα ή οποιεσδήποτε ταμειακές ροές ή οποιαδήποτε άλλα περιουσιακά στοιχεία σε σχέση με τα τιτλοποιημένα ανοίγματα.

ΜΕΡΟΣ V ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΟΕΣΤ
Διαπραγμάτευση χρηματοοικονομικών μέσων και χρηματοδότηση

23.-(1) Η ΟΕΣΤ δύναται να εκδίδει χρηματοοικονομικά μέσα τα οποία δύναται να προσφέρει σε επαγγελματίες πελάτες ή/και να επιδιώξει την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, με την επιφύλαξη-

(α) Του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου,

(β) όπου εφαρμόζεται, του περί Δημόσιας Προσφοράς και Ενημερωτικού Δελτίου Νόμου, και,

(γ) όπου εφαρμόζεται, των κανόνων που διέπουν την ιδιωτική τοποθέτηση ή την εισαγωγή χρηματοοικονομικών μέσων για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης.

(2) Η ΟΕΣΤ δύναται να λαμβάνει πιστωτικές διευκολύνσεις.

Διορισμός διαχειριστή

24.-(1) Η ΟΕΣΤ διορίζει διαχειριστή, για να διεξάγει την καθημερινή διαχείριση των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, αλλά παραμένει υπεύθυνη για τη διαχείριση του κινδύνου της τιτλοποίησης και η ευθύνη αυτή δεν μετατίθεται στον διαχειριστή.

(2) Ο διαχειριστής, προτού αναλάβει τη διαχείριση τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, δύναται να λαμβάνει πληροφορίες από τη μεταβιβάζουσα οντότητα που είναι αναγκαίες για τη δέουσα αξιολόγηση των ανοιγμάτων.

(3) Η ΟΕΣΤ δύναται να αναθέσει οποιαδήποτε άλλη εργασία ή δραστηριότητα αφορά την τιτλοποίηση στον διαχειριστή, συνάπτοντας σύμβαση ανάθεσης δραστηριοτήτων.

Πληρεξούσιο στον διαχειριστή

25.-(1) Η ΟΕΣΤ δύναται να παρέχει πληρεξούσιο στον διαχειριστή, το οποίο δύναται να περιλαμβάνει και το δικαίωμα του διαχειριστή να προβαίνει σε διαπραγματεύσεις και να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις με τους υποκείμενους δανειολήπτες όσον αφορά την αναδιάρθρωση των ανοιγμάτων, σύμφωνα με την περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγία του 2015 ή δυνάμει του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου ή του Μέρους IVΑ του περί Εταιρειών Νόμου, ανάλογα με την περίπτωση.

(2) Η ΟΕΣΤ δύναται να εξουσιοδοτεί τον διαχειριστή να ενεργεί για λογαριασμό της σε όλες τις δικαστικές διαδικασίες, είτε ως ενάγων είτε ως εναγόμενος, και στο πλαίσιο αυτό οι επενδυτές της ΟΕΣΤ δεν μπορούν να εναντιωθούν στην ανωτέρω διαδικασία.

ΜΕΡΟΣ VI ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ
Καθήκοντα διαχειριστή και σύμβαση διαχείρισης

26.-(1) Ο διαχειριστής οφείλει να επιτελεί τις ακόλουθες ελάχιστες λειτουργίες διαχείρισης των υποκείμενων στοιχείων της τιτλοποίησης, συμπεριλαμβανομένων-

(α) Του διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων και των ταμειακών ροών που απορρέουν από τα τιτλοποιημένα ανοίγματα της ΟΕΣΤ, έτσι ώστε να είναι σαφώς προσδιορισμένα,

(β) της διαχείρισης όλων των ταμειακών εισροών και εκροών για κάθε υποκείμενο άνοιγμα μιας τιτλοποίησης και της διατήρησης επαρκών σχετικών λεπτομερών αρχείων,

(γ) της διασφάλισης ότι τα τιτλοποιημένα ανοίγματα και οποιαδήποτε χρήματα προκύπτουν από ή σε σχέση με τα τιτλοποιημένα ανοίγματα που κατέχονται από τον διαχειριστή για λογαριασμό της ΟΕΣΤ κατέχονται σε εμπίστευμα προς όφελος της ΟΕΣΤ και δεν είναι διαθέσιμα για οποιονδήποτε άλλο πιστωτή του διαχειριστή,

(δ) της παρακολούθησης της απόδοσης των συμβάσεων πίστωσης,

(ε) της συλλογής και διαχείρισης των πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση των συμβάσεων πίστωσης, του δανειολήπτη και των εξασφαλίσεων των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων,

(στ) της διαχείρισης των παραπόνων από δανειολήπτες,

(ζ) της παροχής πληροφοριών προς δανειολήπτες αναφορικά με τα επιτόκια, τις χρεώσεις και τα οφειλόμενα ποσά ή οτιδήποτε άλλο αφορά τη σύμβαση πίστωσής τους.

(2) Ο διαχειριστής δύναται επίσης να επιτελεί τις ακόλουθες εργασίες:

(α) Τήρηση μητρώου επενδυτών·

(β) υπηρεσίες παροχής πληροφοριών προς επενδυτές·

(γ) διαχείριση των χρηματοοικονομικών μέσων της τιτλοποίησης.

(3) Η ΟΕΣΤ δύναται να αναθέτει σε πρόσωπα άλλα από τον διαχειριστή, μετά από συνεννόηση με τον διαχειριστή, τις εργασίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2).

Γνωστοποίηση από τον διαχειριστή προς τους υποκείμενους δανειολήπτες και εγγυητές

27. Σε περίπτωση που η ΟΕΣΤ αναθέτει τη διαχείριση των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων σε διαχειριστή άλλον από τη μεταβιβάζουσα οντότητα, ο διαχειριστής ενημερώνει τους υποκείμενους δανειολήπτες και όλους τους εγγυητές τους, το αργότερο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία του διορισμού του, περί του ότι η ΟΕΣΤ του ανέθεσε τη διαχείριση των ανοιγμάτων και των σχετικών εξασφαλίσεων και-

(α) Παρέχει στους υποκείμενους δανειολήπτες όλα τα σχετικά στοιχεία επικοινωνίας των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων τους και, όπου εφαρμόζεται, τα νέα στοιχεία λογαριασμού των ανοιγμάτων, και

(β) ενημερώνει τους υποκείμενους δανειολήπτες και όλους τους εγγυητές τους για την επεξεργασία των προσωπικών τους δεδομένων σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και τις διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

Καταβολές στον διαχειριστή

28. Σε περίπτωση που η διαχείριση των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων εκχωρείται από την ΟΕΣΤ σε διαχειριστή άλλον από τη μεταβιβάζουσα οντότητα, ο δανειολήπτης, με την παραλαβή της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 27, καταβάλλει τις πληρωμές επί των υποκείμενων ανοιγμάτων στους λογαριασμούς που προσδιορίζονται από τον διαχειριστή.

Ανταλλαγή πληροφοριών με τον Μηχανισμό Ανταλλαγής Δεδομένων

29.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται ο διαχειριστής των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων υποχρεούται να ενημερώνει τον Μηχανισμό Ανταλλαγής Δεδομένων και, για αυτό τον σκοπό, ετοιμάζει και υποβάλλει δεόντως συμπληρωμένο τον πίνακα που παρατίθεται στο Παράρτημα Α της περί του Ορισμού Λειτουργίας Συστήματος ή Μηχανισμού Ανταλλαγής, Συγκέντρωσης και Παροχής Δεδομένων Οδηγίας του 2015, με τις σχετικές πληροφορίες για τα υποκείμενα ανοίγματα δυνάμει της Οδηγίας αυτής, στον διαχειριστή του συστήματος ανταλλαγής δεδομένων, προκειμένου να ενημερώνεται έγκαιρα το κεντρικό μητρώο δανειοληπτών.

(2) Ο πίνακας με τα υποκείμενα ανοίγματα ετοιμάζεται και υποβάλλεται στον διαχειριστή του συστήματος ανταλλαγής δεδομένων σε μηνιαία βάση, με ημερομηνία αναφοράς την τελευταία ημερολογιακή ημέρα κάθε μήνα και με ημερομηνία υποβολής όχι αργότερα από την όγδοη εργάσιμη ημέρα του μήνα που έπεται της ημερομηνίας αναφοράς.

(3) Ο Μηχανισμός Ανταλλαγής Δεδομένων παρέχει στον διαχειριστή πληροφορίες για τα ανοίγματα των υποκείμενων δανειοληπτών.

ΜΕΡΟΣ VII ΕΠΟΠΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ
Εποπτεία

30.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων των ΟΕΣΤ και των διαχειριστών, εποπτεύει την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και παρακολουθεί με τις κατάλληλες μεθόδους που υιοθετεί και εφαρμόζει τη διαρκή συμμόρφωση των ΟΕΣΤ και των διαχειριστών τους με τις υποχρεώσεις τους που προκύπτουν από τον παρόντα Νόμο.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν η Δημοκρατία είναι κράτος μέλος υποδοχής του διαχειριστή, ασκεί εποπτεία για τη συμμόρφωση του διαχειριστή, εφόσον αυτός διαχειρίζεται ΟΕΣΤ διά μέσου υποκαταστήματος στη Δημοκρατία.

Αξιολόγηση του διοικητικού οργάνου και των επικεφαλής κρίσιμων λειτουργιών των αδειοδοτημένων διαχειριστών

31.-(1) Εάν η Κεντρική Τράπεζα, κατά την εκτέλεση των εποπτικών της καθηκόντων, εκτιμά ότι οποιοδήποτε μέλος του διοικητικού οργάνου της ΟΕΣΤ ή/και οποιοδήποτε μέλος του διοικητικού οργάνου ή/και οποιοσδήποτε επικεφαλής κρίσιμων λειτουργιών του διαχειριστή είναι ανίκανο/ος ή ακατάλληλο/ος να ενεργεί ως μέλος του διοικητικού οργάνου ή ως επικεφαλής κρίσιμων λειτουργιών, δύναται να διατάξει όπως το πρόσωπο αυτό παύσει να ενεργεί ως μέλος του διοικητικού οργάνου ή ως επικεφαλής κρίσιμων λειτουργιών της εν λόγω ΟΕΣΤ ή του εν λόγω αδειοδοτημένου διαχειριστή.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα, κατά τη διεξαγωγή προληπτικής εποπτείας των διαχειριστών, διασφαλίζει ότι αυτοί διαθέτουν άρτιο πλαίσιο διακυβέρνησης, που περιλαμβάνει σαφή οργανωτική δομή, με ευκρινείς και διαφανείς γραμμές ευθύνης, καθώς και επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου για εντοπισμό όλων των κινδύνων, περιλαμβανομένων κατάλληλων διοικητικών και λογιστικών διαδικασιών.

Πληροφόρηση προς την Κεντρική Τράπεζα

32.-(1) Κάθε ΟΕΣΤ και διαχειριστής έχουν, μαζί και ξεχωριστά, υποχρέωση να μεριμνήσουν για την αποστολή στην Κεντρική Τράπεζα, το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από το τέλος του οικονομικού έτους, των ετήσιων ελεγμένων οικονομικών καταστάσεων της ΟΕΣΤ, οι οποίες περιλαμβάνουν την έκθεση του ελεγκτή και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, για σκοπούς αξιολόγησης των κινδύνων που αναλαμβάνει η εταιρεία.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει οδηγίες, για να καθορίσει τον τύπο, τη συχνότητα, τις ημερομηνίες υποβολής και αναφοράς και τη μορφή άλλων επιπρόσθετων πληροφοριών που δύναται να απαιτηθούν αναφορικά με τις εργασίες της ΟΕΣΤ ή του διαχειριστή.

(3) Με την επιφύλαξη του άρθρου 34, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τις ΟΕΣΤ και τους διαχειριστές και να τις δημοσιεύει ή να τις αποστέλλει σε συγκεντρωτική μορφή σε άλλη αρμόδια αρχή.

Πρόσβαση σε αρχεία και βιβλία

33.-(1) Οι ΟΕΣΤ και οι διαχειριστές, εφόσον απαιτηθεί από την Κεντρική Τράπεζα, επιτρέπουν σε δεόντως εξουσιοδοτημένους λειτουργούς της Κεντρικής Τράπεζας ή προσοντούχα πρόσωπα τα οποία έχουν διοριστεί για τον σκοπό αυτό από την Κεντρική Τράπεζα να εισέλθουν στις εγκαταστάσεις τους και να διερευνήσουν τις λειτουργίες και τις δραστηριότητές τους και παρέχουν στην Κεντρική Τράπεζα όλα τα βιβλία, έγγραφα, αρχεία ή/και πληροφορίες που θεωρούνται αναγκαία για τη διεξαγωγή των εποπτικών δραστηριοτήτων της, δυνάμει του παρόντος Νόμου ή/και των εν δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών, και ιδίως τα δεδομένα και τις πληροφορίες που αφορούν τα τιτλοποιημένα ανοίγματα.

(2) Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί της Κεντρικής Τράπεζας δύνανται να υποβοηθούνται από δεόντως προσοντούχα πρόσωπα που έχουν διοριστεί για τον σκοπό αυτό από την Κεντρική Τράπεζα και οι οποίοι υπόκεινται στις ίδιες υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας όπως οι λειτουργοί της Κεντρικής Τράπεζας.

(3) Σε περίπτωση που υποκείμενοι δανειολήπτες διατηρούν ανοίγματα, πέραν των τιτλοποιημένων, με τη μεταβιβάζουσα οντότητα, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτεί, μεταξύ άλλων, πληροφορίες και εκθέσεις απόδοσης του συνολικού ανοίγματος των υποκείμενων δανειοληπτών και των συνδεδεμένων με αυτούς προσώπων από τη μεταβιβάζουσα οντότητα, ανεξάρτητα από το εάν αυτό αφορά αποκλειστικά τιτλοποιημένα ανοίγματα ή όχι.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αποφασίζει ότι καταβάλλονται από την ΟΕΣΤ οποιαδήποτε εύλογα και κοστοστρεφή έξοδα αναφερόμενου στο εδάφιο (1) ή/και (2) εξουσιοδοτημένου προσώπου, τα οποία σχετίζονται με την εκτέλεση των εργασιών του δυνάμει του άρθρου αυτού.

Εμπιστευτικότητα

34.-(1) Οποιαδήποτε πληροφορία λαμβάνεται δυνάμει του παρόντος Νόμου από λειτουργούς ή προσοντούχα πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Κεντρική Τράπεζα, συμπεριλαμβανομένων των δεόντως εξουσιοδοτημένων προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 33, είναι εμπιστευτική και χρησιμοποιείται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου, του περί Εργασιών Πιστωτικών ιδρυμάτων Νόμου, του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και για τους σκοπούς οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας ή οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας.

(2) Ανεξάρτητα από το εδάφιο (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να χρησιμοποιεί οποιαδήποτε πληροφορία λάβει δυνάμει του παρόντος Νόμου για τη δημοσίευση ανώνυμων συγκεντρωτικών στατιστικών δεδομένων.

Αστική ευθύνη

35. Οποιοδήποτε πρόσωπο είναι σύμβουλος ή λειτουργός της Κεντρικής Τράπεζας δεν ευθύνεται σε περίπτωση οποιασδήποτε αγωγής ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων της Κεντρικής Τράπεζας δυνάμει του παρόντος Νόμου ή δυνάμει οποιασδήποτε από τις οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, εκτός αν αποδειχθεί ότι η πράξη ή παράλειψη δεν είναι καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας.

Εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας να εκδίδει οδηγίες και κατευθυντήριες γραμμές

36.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει οδηγίες σε σχέση με τη λειτουργία και τις δραστηριότητες των ΟΕΣΤ και των διαχειριστών, με σκοπό τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και άλλων σχετικών νόμων.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει οδηγίες, μεταξύ άλλων, για τα ακόλουθα:

(α) Τις διαδικασίες για τη χορήγηση άδειας διαχειριστή∙

(β) τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των διαχειριστών∙

(γ) τις απαιτήσεις πληροφόρησης και δημοσιοποιήσεων∙

(δ) το ετήσιο εποπτικό τέλος ή άλλο τέλος που η Κεντρική Τράπεζα δύναται να καθορίζει, ευλόγως και κοστοστρεφώς, από καιρό σε καιρό∙

(ε) άλλες γενικές ή ειδικές οδηγίες.

ΜΕΡΟΣ VIII ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΤΩΝ ΟΕΣΤ
Εκούσια εκκαθάριση

37. ΟΕΣΤ που προτίθεται να προχωρήσει σε διαδικασία εκούσιας εκκαθάρισης ενημερώνει την Κεντρική Τράπεζα επεξηγώντας τους λόγους αυτής της πρόθεσης και κατά πόσο όλα τα χρηματοοικονομικά μέσα ή άλλες πιστώσεις, ανάλογα με την περίπτωση, έχουν αποπληρωθεί πλήρως, η δε Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει βεβαίωση από εξωτερικό ελεγκτή αναφορικά με την πλήρη αποπληρωμή των υποχρεώσεων της ΟΕΣΤ.

Εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας να αιτηθεί διορισμού εκκαθαριστή για την ΟΕΣΤ

38.-(1) Με την επιφύλαξη του άρθρου 42, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αιτηθεί έναρξης της διαδικασίας εκκαθάρισης της ΟΕΣΤ και του διορισμού κατάλληλου προσώπου ως εκκαθαριστή της ΟΕΣΤ, το οποίο ενεργεί σύμφωνα με το Μέρος V του περί Εταιρειών Νόμου, σε περίπτωση που προκύψει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Η ΟΕΣΤ είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της ή τα περιουσιακά της στοιχεία υπολείπονται ή υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία που υποστηρίζουν το συμπέρασμα ότι τα περιουσιακά στοιχεία της ΟΕΣΤ πρόκειται στο εγγύς μέλλον να υπολείπονται των υποχρεώσεών της (σε κάθε περίπτωση λαμβάνοντας υπόψη την επίδραση οποιωνδήποτε προνοιών στα έγγραφα τιτλοποίησης που περιορίζουν τις υποχρεώσεις της ΟΕΣΤ προς τους πιστωτές της σε απαιτήσεις που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία της ΟΕΣΤ)·

(β) έχει υποβληθεί αίτημα για την εκκαθάριση της ΟΕΣΤ ή έχει περάσει ψήφισμα για την εκούσια εκκαθάριση της ΟΕΣΤ .

(γ) η εκκαθάριση της ΟΕΣΤ εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.

(δ) συντρέχει οποιοσδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 212 του περί Εταιρειών Νόμου.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα κοινοποιεί, με οποιονδήποτε τρόπο κρίνει κατάλληλο, την απόφασή της για διορισμό εκκαθαριστή της ΟΕΣΤ.

Εξουσίες του εκκαθαριστή της ΟΕΣΤ

39. Χωρίς επηρεασμό των εξουσιών εκκαθαριστή κατά το άρθρο 233 του περί Εταιρειών Νόμου, ο εκκαθαριστής υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα για έγκριση σχέδιο δράσης που καθορίζει τις διαδικασίες που θα ακολουθηθούν για τη μεταφορά ή τη μεταβίβαση των υποκείμενων ανοιγμάτων των τιτλοποιήσεων της ΟΕΣΤ.

Εποπτεία κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης της ΟΕΣΤ

40. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης η ΟΕΣΤ εξακολουθεί να υπόκειται στην εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας.

Εφαρμογή άλλων νομοθετικών διατάξεων

41. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους δεν θίγουν την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 46, 47 και 48 του περί Πτώχευσης Νόμου, τις διατάξεις των άρθρων 301 και 302 του περί Εταιρειών Νόμου και κάθε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου που θα καθιστούσε τη σύμβαση τιτλοποίησης άκυρη ή ακυρώσιμη λόγω απάτης ή παραπλάνησης.

ΜΕΡΟΣ IΧ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Δικαιοδοσία για τα τιτλοποιημένα ανοίγματα

42.-(1) Όλες οι αιτήσεις από ή για λογαριασμό της ΟΕΣΤ για την έναρξη νομικών διαδικασιών, σε σχέση με οποιαδήποτε υποκείμενα ανοίγματα τιτλοποίησης δημιουργήθηκαν σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και πραγματοποιούνται στη Δημοκρατία, συνοδεύονται από βεβαίωση ότι τα υποκείμενα ανοίγματα ήταν καθ’ όλη τη διάρκεια της τιτλοποίησης υπό τη διαχείριση διαχειριστή.

(2) Η κατά το εδάφιο (1) βεβαίωση πρέπει να εκδίδεται από το διοικητικό όργανο της ΟΕΣΤ κατά τη στιγμή της υποβολής της αίτησης.

Επαγγελματικό απόρρητο, εμπιστευτικότητα και προστασία δεδομένων

43.-(1) Η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του δανειολήπτη ή/και του εγγυητή, υποκειμένου των δεδομένων, για τους σκοπούς της δραστηριότητας της τιτλοποίησης γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, καθώς και των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(2) Οποιαδήποτε στοιχεία ή πληροφορίες μεταβιβάζονται μεταξύ προσώπων στα πλαίσια της τιτλοποίησης, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου διαπραγματεύσεων των όρων που αποσκοπούν να καταλήξουν σε τιτλοποίηση, ακόμη και εάν οι εν λόγω διαπραγματεύσεις δεν καταλήγουν σε τιτλοποίηση, δυνάμει του παρόντος άρθρου, μεταβιβάζονται, τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού, καθώς και των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, όπως εκάστοτε τροποποιείται και/ή αντικαθίσταται, και ανεξάρτητα από την τήρηση οποιουδήποτε επαγγελματικού απορρήτου.

(3) Για τους σκοπούς των εδαφίων (1) και (2) του παρόντος άρθρου-

(α) Παραλήπτης των δεδομένων που μεταβιβάζονται στο πλαίσιο της τιτλοποίησης δύναται να είναι οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους:

(i) Η Κεντρική Τράπεζα,

(ii) η ΟΕΣΤ ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πράκτοράς της,

(iii) πάροχος υπηρεσιών ή διαχειριστής που διορίζεται σε σχέση με την τιτλοποίηση,

(iv) οργανισμός αξιολόγησης που εμπλέκεται στην αξιολόγηση των χρηματοοικονομικών μέσων ή οποιωνδήποτε άλλων περιουσιακών στοιχείων που προκύπτει ως αποτέλεσμα της τιτλοποίησης,

(v) επενδυτής ή δανειστής σε σχέση με την τιτλοποίηση,

(vi) τυχόν σύμβουλος, συμπεριλαμβανομένων ελεγκτών∙

(β) τα πρόσωπα που δύνανται να αποκαλύπτουν ή να μεταβιβάζουν εμπιστευτικές πληροφορίες ή προσωπικά δεδομένα στο πλαίσιο της τιτλοποίησης είναι:

(i) η μεταβιβάζουσα οντότητα,

(ii) η ΟΕΣΤ ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πράκτοράς της, και

(iii) κάθε πάροχος υπηρεσιών ή διαχειριστής που διορίζεται σε σχέση με την τιτλοποίηση.

Υποχρεώσεις για μεταβιβαστικά τέλη και χαρτόσημα

44. Ανεξάρτητα από τις απαιτήσεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή οδηγιών εκδίδονται δυνάμει αυτού, η μεταβίβαση των υποκείμενων δανείων και των σχετικών εξασφαλίσεων σε ΟΕΣΤ δεν υπόκειται σε μεταβιβαστικά τέλη ή/και χαρτόσημα που να επιβαρύνουν τους υποκείμενους δανειολήπτες ή/και τη μεταβιβάζουσα οντότητα ή/και την ΟΕΣΤ.

Υποχρεώσεις ελεγκτή για γνωστοποίηση στην Κεντρική Τράπεζα

45.-(1) Ο ελεγκτής της ΟΕΣΤ υποχρεούται να γνωστοποιεί αμελλητί στην Κεντρική Τράπεζα κάθε απόφαση ή γεγονός που αφορά τη διαχείριση της ΟΕΣΤ, για την οποία απόφαση ή γεγονός έλαβε γνώση κατά τον έλεγχό του, και που είναι δυνατό-

(α) Να αποτελέσει παράβαση σημαντικών νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων που θέτουν υπό αμφισβήτηση τις προϋποθέσεις άδειας λειτουργίας του διαχειριστή ή που διέπουν τις δραστηριότητες του διαχειριστή, ή/και

(β) να επηρεάσει τη συνεχή εύρυθμη λειτουργία της ΟΕΣΤ, ή/και

(γ) να οδηγήσει σε άρνηση της έγκρισης των λογαριασμών ή σε διατύπωση επιφυλάξεων ή διαφοροποιημένης ή αρνητικής γνώμης στην έκθεσή του για τον διαχειριστή.

(2) Ο ελεγκτής διενεργεί τη γνωστοποίηση, που προνοείται στο παρόν άρθρο, ταυτόχρονα στο διοικητικό όργανο της ΟΕΣΤ και του διαχειριστή, εφόσον δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για το αντίθετο.

(3) Η αναφορά σε ελεγκτή στο παρόν άρθρο περιλαμβάνει τον εσωτερικό και τον εξωτερικό ελεγκτή.

ΜΕΡΟΣ X ΕΠΟΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Διοικητικές κυρώσεις

46.-(1) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα, κατά την άσκηση των εξουσιών και αρμοδιοτήτων της, όπως καθορίζονται στον παρόντα Νόμο ή στον περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμο, διαπιστώνει ότι οποιαδήποτε ΟΕΣΤ ή διαχειριστής, ανεξάρτητα από το εάν η άδειά τους ανακλήθηκε ή αναστάλθηκε σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των οδηγιών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, αφού καλέσει την εν λόγω ΟΕΣΤ ή τον διαχειριστή να λογοδοτήσει και αφότου δοθεί εύλογο χρονικό διάστημα στην ΟΕΣΤ και/ή στον διαχειριστή, αναλόγως, για να διορθώσει μια τέτοια παράβαση, δύναται να επιβάλει για κάθε παράβαση διοικητικό πρόστιμο τουλάχιστον το διπλάσιο του ποσού του οφέλους που αποκόμισε από την παράβαση, όταν αυτό μπορεί να προσδιοριστεί, και, εάν αυτό δεν μπορεί να προσδιοριστεί, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000), ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης.

(2) Εάν η κατά το εδάφιο (1) παράβαση συνεχίζεται, η Κεντρική Τράπεζα δύναται επιπρόσθετα να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, ποσού που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.

(3) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα, κατά την άσκηση των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της, όπως προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες, διαπιστώνει ότι πρόσωπο που συμμετέχει στη διοίκηση και διαχείριση των υποθέσεων της τιτλοποίησης της ΟΕΣΤ ή του διαχειριστή, ανεξάρτητα από το εάν η άδεια ανακλήθηκε ή αναστάληκε σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των οδηγιών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, αφού προηγουμένως καλέσει το εν λόγω πρόσωπο να λογοδοτήσει, δύναται να επιβάλει για κάθε παράβαση διοικητικό πρόστιμο τουλάχιστον το διπλάσιο του ποσού του οφέλους που αποκόμισε από την παράβαση, όταν αυτό μπορεί να προσδιοριστεί, και, εάν αυτό δεν μπορεί να προσδιοριστεί, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000), ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης.

(4) Εάν η κατά το εδάφιο (3) παράβαση συνεχίζεται, η Κεντρική Τράπεζα δύναται επιπρόσθετα να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, ποσού που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.

Αδικήματα, ποινές και αστική ευθύνη

47.-(1) Η παράβαση οποιασδήποτε από τις διατάξεις των άρθρων 4, 7 και 8 από οποιονδήποτε εσκεμμένα παραλείπει ή αρνείται να συμμορφωθεί με τις εν λόγω διατάξεις συνιστά ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή σε αμφότερες τις ποινές, εάν δε το αδίκημα συνεχίζεται κατά την ημερομηνία επιβολής της ποινής από το δικαστήριο, αυτό δύναται επιπρόσθετα να επιβάλει χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.

(2) Ποινική ευθύνη για το προβλεπόμενο αδίκημα στο εδάφιο (1), το οποίο διαπράττεται από νομικό πρόσωπο, υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών του οργάνων αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στην τέλεση του αδικήματος.

(3) Πρόσωπα που, κατά το εδάφιο (2), υπέχουν ποινική ευθύνη για τα διαπραττόμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα ευθύνονται, μαζί και ξεχωριστά με το νομικό πρόσωπο, για κάθε ζημιά που γίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παράλειψης που στοιχειοθετεί το αδίκημα.

(4) Ποινικές διώξεις για οποιοδήποτε αδίκημα, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, δύναται να γίνουν μόνο από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή με τη συγκατάθεσή του.