ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ
Γενικές αρχές αναφορικά με ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές κατά τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων

394Γ.-(1) Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές κατά την άσκηση δραστηριότητας διανομής ασφαλιστικών προϊόντων ενεργούν πάντοτε με έντιμο, αμερόληπτο και επαγγελματικό τρόπο, με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πελατών τους.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του  περί των Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών των Επιχειρήσεων προς τους Καταναλωτές Νόμου, όλες οι πληροφορίες που σχετίζονται με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους,  περιλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων που απευθύνονται από διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων προς πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, είναι αμερόληπτες, σαφείς και μη παραπλανητικές και οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων διασφαλίζουν ότι οι διαφημιστικές ανακοινώσεις αναγνωρίζονται πάντοτε σαφώς ως τέτοιες.

(3)(α) Οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων δεν αμείβονται ούτε αμείβουν ή αξιολογούν την απόδοση των υπαλλήλων τους κατά τρόπο που να έρχεται σε σύγκρουση με το καθήκον τους να ενεργούν προς το συμφέρον των πελατών τους.

(β) Διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων δεν προβαίνει σε καμία ρύθμιση υπό τη μορφή αμοιβών, στόχων πωλήσεων ή υπό άλλη μορφή που θα αποτελούσε κίνητρο για τον ίδιο ή τους υπαλλήλους του να συστήσουν συγκεκριμένο ασφαλιστικό προϊόν σε πελάτη, ενώ ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων θα μπορούσε να προσφέρει διαφορετικό ασφαλιστικό προϊόν το οποίο θα ικανοποιούσε καλύτερα τις ανάγκες του πελάτη.

Γνωστοποίηση στοιχείων από ασφαλιστικό διαμεσολαβητή και ασφαλιστική επιχείρηση προς πελάτες

394Δ.-(1) Κάθε ασφαλιστικός διαμεσολαβητής γνωστοποιεί εγκαίρως στους πελάτες του, πριν από τη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, τα ακόλουθα:

(α) Την ταυτότητα και τη διεύθυνσή του, καθώς και το γεγονός ότι είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής·

(β) κατά πόσο παρέχει συμβουλές σχετικά με τα πωλούμενα ασφαλιστικά προϊόντα·

(γ) τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 394ΙΗ, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και σε άλλους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν αιτιάσεις για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, καθώς και τις διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που προβλέπονται στο άρθρο 394ΙΘˑ

(δ) το Μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και τα διαθέσιμα μέσα για την εξακρίβωση της εγγραφής του· και

(ε) κατά πόσο ο διαμεσολαβητής εκπροσωπεί τον πελάτη ή ενεργεί για λογαριασμό και εξ ονόματος της ασφαλιστικής επιχείρησης.

(2) Κάθε ασφαλιστική επιχείρηση γνωστοποιεί εγκαίρως στους πελάτες της, πριν από τη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) Την ταυτότητα και τη διεύθυνση της, καθώς και το γεγονός ότι είναι ασφαλιστική επιχείρηση·

(β) κατά πόσο παρέχει συμβουλές σχετικά με τα πωλούμενα ασφαλιστικά προϊόντα·

(γ) τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 394ΙΗ, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και σε άλλους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν αιτιάσεις για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, καθώς και τις διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που προβλέπονται στο άρθρο 394ΙΘ.

Παροχή πληροφοριών από ασφαλιστικό διαμεσολαβητή και ασφαλιστική επιχείρηση προς πελάτες για σκοπούς διαφάνειας

394Ε.-(1) Κάθε ασφαλιστικός διαμεσολαβητής παρέχει στους πελάτες του  εγκαίρως, πριν από τη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες:

(α) Κατά πόσο κατέχει οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή που να αντιστοιχεί στο δέκα τοις εκατό (10%) ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης·

(β) κατά πόσο συγκεκριμένη ασφαλιστική επιχείρηση ή μητρική επιχείρηση συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης κατέχει οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή που να αντιστοιχεί στο δέκα τοις εκατό (10%) ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή·

(γ) σε σχέση με την προτεινόμενη σύμβαση ή τη σύμβαση για την οποία παρέχει συμβουλή, κατά πόσο-

(i) παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης και προσωπικής ανάλυσης,

(ii) έχει συμβατική υποχρέωση να ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων αποκλειστικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις και στην περίπτωση αυτή τον ενημερώνει για τις επωνυμίες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή

(iii) δεν έχει συμβατική υποχρέωση να ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων αποκλειστικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις και δεν παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης και προσωπικής ανάλυσης και στην περίπτωση αυτή τον ενημερώνει για τις επωνυμίες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τις οποίες δύναται να ασκεί και πραγματικά ασκεί επιχειρηματικές δραστηριότητες·

(δ) τη φύση της αμοιβής που λαμβάνει σε σχέση με την ασφαλιστική σύμβαση·

(ε) σε σχέση με την ασφαλιστική σύμβαση, κατά πόσο εργάζεται βάσει-

(i) αμοιβής, η οποία καταβάλλεται απευθείας από τον πελάτη,

(ii) προμήθειας κάθε είδους, όπου η αμοιβή περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο,

(iii) άλλου τύπου αμοιβής, συμπεριλαμβανομένου κάθε είδους οικονομικού οφέλους που προτείνεται ή παρέχεται σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισηςˑ ή

(iv) συνδυασμού οποιουδήποτε τύπου αμοιβής που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i), (ii) και (iii).(2) Σε περίπτωση που η αμοιβή πρέπει να καταβάλλεται απευθείας από τον πελάτη, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενημερώνει τον πελάτη για το ποσό της αμοιβής ή, σε περίπτωση που αυτό δεν είναι δυνατό, για τη μέθοδο υπολογισμού της αμοιβής.

(3) Σε περίπτωση που ο πελάτης πραγματοποιεί πληρωμές, πέραν των τρεχόντων ασφαλίστρων και των προγραμματισμένων πληρωμών, δυνάμει της ασφαλιστικής σύμβασης μετά τη σύναψή της, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση του γνωστοποιεί επίσης, για καθεμία από τις εν λόγω μεταγενέστερες πληρωμές, τις πληροφορίες που πρέπει να του διαβιβάζει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(4) Κάθε ασφαλιστική επιχείρηση κοινοποιεί στον πελάτη της εγκαίρως, πριν από τη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, τη φύση της αμοιβής που λαμβάνουν οι υπάλληλοί της σε σχέση με την ασφαλιστική σύμβαση.

Παροχή συμβουλών και πρότυπα πωλήσεων σε περίπτωση μη παροχής συμβουλών

394ΣΤ.-(1) Ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων προσδιορίζει, πριν από τη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, βάσει των πληροφοριών που έλαβε από τον πελάτη, τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη και του παρέχει αντικειμενικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν σε μορφή κατανοητή, ώστε ο πελάτης να λάβει ενημερωμένη απόφαση.

(2) Κάθε προτεινόμενη σύμβαση είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη και, σε περίπτωση που παρέχονται συμβουλές πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε συγκεκριμένης σύμβασης, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων παρέχει στον πελάτη εξατομικευμένη σύσταση στην οποία εξηγεί τους λόγους για τους οποίους συγκεκριμένο προϊόν ικανοποιεί καλύτερα τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του.

(3) Οι πληροφορίες και διευκρινίσεις που παρέχονται στον πελάτη σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) διαφοροποιούνται ανάλογα με τον σύνθετο χαρακτήρα του προτεινόμενου ασφαλιστικού προϊόντος και τον τύπο του πελάτη.

(4) Σε περίπτωση που ασφαλιστικός διαμεσολαβητής πληροφορεί τον πελάτη ότι παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης και προσωπικής ανάλυσης, παρέχει τις συμβουλές βάσει ανάλυσης επαρκώς μεγάλου αριθμού ασφαλιστικών συμβάσεων που διατίθενται στην αγορά, ώστε να είναι σε θέση να συστήσει προσωπικά, σύμφωνα με επαγγελματικά κριτήρια, τη σύμβαση ασφάλισης που θα ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες του πελάτη.

(5) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των άρθρων 225 και 226, πριν από τη σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, ανεξαρτήτως εάν παρέχονται ή όχι συμβουλές και ανεξαρτήτως εάν το ασφαλιστικό προϊόν αποτελεί μέρος πακέτου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 394Ι, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων παρέχει στον πελάτη τις σχετικές με το ασφαλιστικό προϊόν πληροφορίες σε μορφή κατανοητή, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τον σύνθετο χαρακτήρα του ασφαλιστικού προϊόντος και τον τύπο του πελάτη, ώστε ο πελάτης να λάβει ενημερωμένη απόφαση.

(6) Σε σχέση με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων του κλάδου ασφάλισης Γενικής Φύσεως, όπως αυτά ορίζονται στο Πρώτο Παράρτημα, οι πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (5) παρέχονται με τυποποιημένο έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν, σε χαρτί ή σε άλλο μόνιμο μέσο.

(7) Το έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν που προβλέπεται στο εδάφιο (6) συντάσσεται από τον παραγωγό του προϊόντος του κλάδου ασφάλισης Γενικής Φύσεως.

(8) Το έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν-

(α) Eίναι σύντομο και χωριστό έγγραφο·

(β) παρουσιάζεται και διαμορφώνεται, κατά τρόπο που να είναι σαφές και ευανάγνωστο, με αναγνώσιμου μεγέθους χαρακτήρες·

(γ) δεν είναι λιγότερο κατανοητό σε περίπτωση που αρχικά ήταν έγχρωμο και εκτυπώνεται ή αντιγράφεται σε φωτοτυπικό μηχάνημα σε ασπρόμαυρη μορφή·

(δ) συντάσσεται στις επίσημες γλώσσες ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας ή σε περίπτωση που συμφωνήσουν ο καταναλωτής και ο διανομέας σε άλλη γλώσσαˑ

(ε) είναι ακριβές και μη παραπλανητικό·

(στ) φέρει τον τίτλο «έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν» στο πάνω μέρος της πρώτης σελίδας· και

(ζ) περιλαμβάνει δήλωση ότι οι πλήρεις προσυμβατικές και συμβατικές πληροφορίες για το προϊόν παρέχονται σε άλλα έγγραφα.

(9) Το έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Πληροφορίες για τον τύπο της ασφάλισης·

(β) περίληψη της ασφαλιστικής κάλυψης, περιλαμβανομένων των κύριων ασφαλιζόμενων κινδύνων, του  ασφαλιζόμενου ποσού και, όπου εφαρμόζεται, του γεωγραφικού πεδίου και περίληψη των κινδύνων που αποκλείονται·

(γ) τη διάρκεια και λεπτομέρειες καταβολής των ασφαλίστρων·

(δ) τις κύριες εξαιρέσεις για τις οποίες δεν μπορούν να διατυπωθούν απαιτήσεις·

(ε) τις υποχρεώσεις κατά την έναρξη της σύμβασης·

(στ) τις υποχρεώσεις κατά τη διάρκεια της σύμβασης·

(ζ) τις υποχρεώσεις σε περίπτωση απαίτησης αποζημίωσης·

(η) τη διάρκεια της σύμβασης, περιλαμβανομένων των ημερομηνιών έναρξης και λήξης αυτήςˑ

(θ) τον τρόπο καταγγελίας της σύμβασης.

(10) Εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα καθορίζουν την τυποποιημένη μορφή της παρουσίασης του εγγράφου πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν στο οποίο προσδιορίζονται οι λεπτομέρειες της παρουσίασης των πληροφοριών που προβλέπονται στο εδάφιο (8).

Παροχή πληροφοριών από ασφαλιστικό διαμεσολαβητή που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων

394Ζ. Ο δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητής συμμορφώνεται προς τις διατάξεις των παραγράφων (α), (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 394Δ και προς τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 394Ε.Εξαιρέσεις σε σχέση με την παροχή πληροφοριών και ενημέρωση εργαζομένων.

Εξαιρέσεις σε σχέση με την παροχή πληροφοριών και ενημέρωση εργαζομένων

394Η.-(1) Οι πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 394Δ, 394Ε και  394ΣΤ δεν χρειάζεται να παρέχονται σε περίπτωση που ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων ασκεί δραστηριότητες διανομής σε σχέση με την ασφάλιση μεγάλων κινδύνων:

Νοείται ότι, οι πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 394ΙΣΤ και 394ΙΖ δεν χρειάζεται να παρέχονται σε επαγγελματία πελάτη, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι τοπικές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 και στο Δεύτερο Παράρτημα του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου, είναι οι επιχειρήσεις που εξουσιοδοτούνται ή αδειοδοτούνται από τις αρμόδιες αρχές για να λειτουργούν στις χρηματοοικονομικές αγορές.

(2) Σε περίπτωση που διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων είναι υπεύθυνος για την παροχή υποχρεωτικών επαγγελματικών συνταξιοδοτικών συμφωνιών και εργαζόμενος γίνεται μέλος τέτοιας συμφωνίας χωρίς να έχει λάβει μεμονωμένη απόφαση να προσχωρήσει σε αυτήν, οι πληροφορίες που προβλέπονται στο παρόν Κεφάλαιο παρέχονται στον εργαζόμενο αμέσως μετά την προσχώρησή του στη σχετική συμφωνία.

Όροι ενημέρωσης πελατών

394Θ.-(1) Κάθε πληροφορία που παρέχεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 394Δ, 394Ε, 394ΣΤ και  394ΙΣΤ γνωστοποιείται στους πελάτες-

(α) Γραπτώς∙

(β) με σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να είναι κατανοητή από τον πελάτη∙

(γ) σε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται ο κίνδυνος ή του κράτους μέλους της ασφαλιστικής υποχρέωσης ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους οι αντισυμβαλλόμενοι∙ και

(δ) δωρεάν.

(2) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), οι πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 394Δ, 394Ε, 394ΣΤ και 394ΙΣΤ δύναται να παρέχονται στον πελάτη σε ένα από τα ακόλουθα μέσα:

(α) Σε μόνιμο μέσο  εκτός του χαρτιού, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (4)· ή

(β) μέσω διαδικτυακού τόπου, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (5).

(3) Σε περίπτωση που οι πληροφορίες  που προβλέπονται στα άρθρα 394Δ, 394Ε, 394ΣΤ και 394ΙΣΤ παρέχονται σε μόνιμο μέσο εκτός του χαρτιού ή μέσω διαδικτυακού τόπου, παρέχεται στον πελάτη δωρεάν έντυπο αντίγραφο, κατόπιν αίτησής του.

(4) Οι πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 394Δ, 394Ε, 394ΣΤ και 394ΙΣΤ δύναται να παρέχονται σε σταθερό μέσο εκτός του χαρτιού, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η χρήση του μόνιμου μέσου είναι κατάλληλη στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων και του πελάτη· και

(β) στον πελάτη έχει δοθεί η δυνατότητα επιλογής μεταξύ πληροφόρησης σε χαρτί ή σε μόνιμο μέσο και αυτός έχει επιλέξει το μόνιμο μέσο.

(5) Οι πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 394Δ, 394Ε, 394ΣΤ και 394ΙΣΤ δύναται να παρέχονται μέσω διαδικτυακού τόπου, εάν απευθύνονται προσωπικά στον πελάτη ή εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η παροχή των πληροφοριών μέσω διαδικτυακού τόπου είναι κατάλληλη στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων και του πελάτη·

(β) ο πελάτης έχει συναινέσει για την παροχή των πληροφοριών μέσω διαδικτυακού τόπου·

(γ) στον πελάτη έχει κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά η διεύθυνση του διαδικτυακού τόπου και το σημείο του διαδικτυακού τόπου όπου μπορεί να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες·

(δ) διασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες παραμένουν προσβάσιμες στον διαδικτυακό τόπο για όσο χρονικό διάστημα είναι εύλογο να χρειάζεται να τις συμβουλεύεται ο πελάτης.

(6) Για τους σκοπούς των εδαφίων (4) και (5) η παροχή πληροφοριών σε μόνιμο μέσο εκτός του χαρτιού ή μέσω διαδικτυακού τόπου θεωρείται κατάλληλη, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων και του πελάτη, εάν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία που καταδεικνύουν ότι ο πελάτης έχει τακτική πρόσβαση στο διαδίκτυο, η παροχή δε από τον πελάτη διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, για τους σκοπούς της δραστηριότητας αυτής, θεωρείται αποδεικτικό στοιχείο προς τον σκοπό αυτό.

(7) Σε περίπτωση ασφάλισης μέσω τηλεφώνου, οι πληροφορίες που δίδονται στον πελάτη από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή πριν από τη σύναψη της σύμβασης, περιλαμβανομένου του εγγράφου πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν, παρέχονται σύμφωνα με τους κανόνες της Ένωσης που διέπουν την εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών προς τους καταναλωτές, περιλαμβανομένων των κανόνων που προβλέπονται στον περί της εξ Αποστάσεως Εμπορίας Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών προς τους Καταναλωτές Νόμο, ακόμη και εάν ο  πελάτης επιλέξει να λαμβάνει πληροφορίες σε άλλο μόνιμο μέσο, εκτός του χαρτιού, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), και στην περίπτωση αυτή παρέχονται από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή στον πελάτη πληροφορίες, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) ή (2) αμέσως μετά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης.

Διασταυρούμενες πωλήσεις

394Ι.-(1) Σε περίπτωση που ασφαλιστικό προϊόν προσφέρεται από κοινού με συμπληρωματικό προϊόν ή με μία υπηρεσία που δεν είναι ιδιωτική ασφάλιση, ως μέρος πακέτου ή της ίδιας συμφωνίας, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων ενημερώνει τον πελάτη κατά πόσο υπάρχει η δυνατότητα αγοράς των διαφορετικών συστατικών στοιχείων χωριστά και, εάν υπάρχει, παρέχει επαρκή περιγραφή των διαφορετικών στοιχείων της συμφωνίας ή του πακέτου, καθώς και χωριστή τεκμηρίωση για το κόστος και τις χρεώσεις του κάθε στοιχείου.

(2) Στην περίπτωση που ισχύουν οι διατάξεις του εδαφίου (1) και ο κίνδυνος ή η ασφαλιστική κάλυψη που προκύπτει από τη συμφωνία ή το πακέτο που προσφέρεται σε πελάτη διαφέρει από τον κίνδυνο που σχετίζεται με κάθε συστατικό στοιχείο χωριστά, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων παρέχει επαρκή περιγραφή των διαφορετικών στοιχείων της συμφωνίας ή του πακέτου και του τρόπου με τον οποίο η αλληλεπίδρασή τους μεταβάλλει τον κίνδυνο ή την ασφαλιστική κάλυψη.

(3) Σε περίπτωση που ασφαλιστικό προϊόν είναι συμπληρωματικό αγαθού ή υπηρεσίας που δεν είναι ιδιωτική ασφάλιση, ως μέρος πακέτου ή της ίδιας συμφωνίας, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων προσφέρει στον πελάτη τη δυνατότητα να αγοράσει το αγαθό ή την υπηρεσία χωριστά:

Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζονται, σε περίπτωση που ασφαλιστικό προϊόν είναι συμπληρωματικό σε επενδυτική υπηρεσία ή επενδυτική δραστηριότητα κατά την έννοια του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου, σε σύμβαση πίστωσης κατά την έννοια  του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου ή σε λογαριασμό πληρωμών κατά την έννοια του  περί της Συγκρισιμότητας των Τελών, της Αλλαγής Λογαριασμού Πληρωμών και της Πρόσβασης σε Λογαριασμούς Πληρωμών Νόμου.

(4) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζουν τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων που παρέχουν κάλυψη για διάφορους τύπους κινδύνων (ασφαλιστήρια συμβόλαια πολλαπλών κινδύνων).

(5) Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (3), ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων προσδιορίζει τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη σε σχέση με τα ασφαλιστικά προϊόντα που αποτελούν μέρος του συνολικού πακέτου ή της ίδιας συμφωνίας.

Εποπτεία προϊόντων και απαιτήσεις διακυβέρνησης

394ΙΑ.-(1) Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι διαμεσολαβητές που δημιουργούν ασφαλιστικό προϊόν προς πώληση σε πελάτες διαθέτουν, χρησιμοποιούν και επανεξετάζουν διαδικασία για την έγκριση κάθε ασφαλιστικού προϊόντος ή των σημαντικών προσαρμογών υφιστάμενου ασφαλιστικού προϊόντος, πριν το προωθήσουν στην αγορά ή το διανείμουν σε πελάτες.

(2) Η διαδικασία έγκρισης προϊόντων που προβλέπεται στο εδάφιο (1) είναι κατάλληλη και ανάλογη προς τη φύση του ασφαλιστικού προϊόντος, προσδιορίζει και εντοπίζει συγκεκριμένη αγορά-στόχο για κάθε προϊόν και διασφαλίζει ότι όλοι οι κίνδυνοι που συνδέονται με την προσδιορισμένη αγορά-στόχο αξιολογούνται και ότι η σκοπούμενη στρατηγική διανομής είναι κατάλληλη για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο και λαμβάνει εύλογα μέτρα για να διασφαλίσει ότι το ασφαλιστικό προϊόν διανέμεται στην προσδιορισμένη αγορά-στόχο.

(3) Η ασφαλιστική επιχείρηση κατανοεί και αναθεωρεί τακτικά τα ασφαλιστικά προϊόντα που προσφέρει ή προωθεί στην αγορά, λαμβάνοντας υπόψη κάθε γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει σοβαρά τον δυνητικό κίνδυνο για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο, με σκοπό να αξιολογεί τουλάχιστον κατά πόσο το ασφαλιστικό προϊόν συνεχίζει να είναι συνεπές με τις ανάγκες της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου και κατά πόσο η σκοπούμενη στρατηγική διανομής συνεχίζει να είναι η κατάλληλη.

(4) Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι διαμεσολαβητές που δημιουργούν ασφαλιστικά προϊόντα θέτουν στη διάθεση των διανομέων όλες τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με το ασφαλιστικό προϊόν και τη διαδικασία έγκρισης προϊόντων, στις οποίες περιλαμβάνεται και η προσδιορισμένη αγορά-στόχος του ασφαλιστικού προϊόντος.

(5) Διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων  ο οποίος προσφέρει συμβουλές για ασφαλιστικά προϊόντα ή προτείνει ασφαλιστικά προϊόντα τα οποία δεν δημιουργεί ο ίδιος, διαθέτει κατάλληλες οργανωτικές ρυθμίσεις, ώστε να λαμβάνει τις πληροφορίες  που προβλέπονται στο εδάφιο (4) και να κατανοεί τα χαρακτηριστικά και την προσδιορισμένη αγορά-στόχο για κάθε ασφαλιστικό προϊόν.

(6) Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις καθορίζουν τον περαιτέρω προσδιορισμό των αρχών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, λαμβάνοντας υπόψη, κατ’ αναλογία, τις ασκούμενες δραστηριότητες, τη φύση των ασφαλιστικών προϊόντων που πωλούνται και τη φύση του διανομέα.

(7) Οι πολιτικές, διαδικασίες και ρυθμίσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται χωρίς επηρεασμό κάθε άλλης υποχρέωσης που προκύπτει από τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την κοινοποίηση, την καταλληλότητα ή συμβατότητα, την ταυτοποίηση και διαχείριση σύγκρουσης συμφερόντων, καθώς και με τις αντιπαροχές.

(8)Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις  ασφαλιστικών προϊόντων που αποτελούνται από ασφάλιση μεγάλων κινδύνων.