ΜΕΡΟΣ VI ΜΕΡΟΣ VI – ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Κανονισμοί

22. (1) Ο Υπουργός δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), Κανονισμοί δύναται να προβλέπουν για όλα ή μερικά από τα ακόλουθα -

(α) Οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με την αναγνώριση επαγγελματικών σωμάτων, την ακολουθούμενη διαδικασία και την ανάκληση αναγνώρισης κατά τα οριζόμενα στο Μέρος ΙΙ∙

(β) οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με τη χορήγηση και ανάκληση άδειας σύμβουλων αφερεγγυότητας, δυνάμει των διατάξεων του Μέρους ΙΙΙ∙

(γ) οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με την εξέταση και την επαγγελματική πείρα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 14∙

(δ) οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με τον πειθαρχικό έλεγχο και την επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων σε συμβούλους αφερεγγυότητας από τις αρμόδιες αρχές∙

(ε) οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με την αμοιβή των συμβούλων αφερεγγυότητας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 15∙ και

(στ) οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με την τήρηση μητρώου, εγγραφή σε αυτό, παροχή πληροφοριών στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και οποιοδήποτε άλλο συναφές θέμα, κατά τα οριζόμενα στο Μέρος V.

Μεταβατικές διατάξεις

23. (1)(α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πρόσωπα, τα οποία πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου ενεργούσαν -

(i) σε σχέση με εταιρεία, ως εκκαθαριστές, προσωρινοί εκκαθαριστές, παραλήπτες, διαχειριστές· ή

(ii) σε σχέση με φυσικό πρόσωπο, ως διαχειριστές πτώχευσης, προσωρινοί παραλήπτες της ιδιοκτησίας του ή ειδικοί διαχειριστές της περιουσίας ή της επιχείρησής του,

δύναται να συνεχίσουν να ενεργούν υπό την ιδιότητά τους αυτή σε σχέση με την εν λόγω εταιρεία ή το φυσικό πρόσωπο, ανάλογα με την περίπτωση, χωρίς να είναι εξουσιοδοτημένα να ενεργούν ως σύμβουλοι αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, μέχρι την τελική περάτωση των υποθέσεων αυτών ή μέχρι την απαλλαγή τους δεόντως από τα καθήκοντά τους στις υποθέσεις αυτές, ανάλογα με την περίπτωση.

(β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (α), τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο (α), συμμορφώνονται με τα όσα ορίζονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 8, διατηρούν κατάλληλη ασφαλιστική κάλυψη σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 14 και υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 16.

(2)(α) Ο Υπουργός δύναται με Απόφασή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να αναστείλει τις απαιτήσεις των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 14 για μέγιστη περίοδο ενός (1) έτους από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.

(β) Οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτείται να ενεργεί ως σύμβουλος αφερεγγυότητας δυνάμει οποιασδήποτε αναστολής έχει αποφασισθεί από τον Υπουργό σύμφωνα με την παράγραφο (α) εντός περιόδου πέντε (5) μηνών από την αδειοδότησή του, συμμετέχει σε ειδικό εκπαιδευτικό σεμινάριο διάρκειας τουλάχιστον σαράντα (40) ωρών που διοργανώνεται ή εγκρίνεται από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, παρακάθεται με επιτυχία σε εξέταση επί της ύλης και προσκομίζει, προς την αρμόδια αρχή, σχετικό πιστοποιητικό.

(3) Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και για τέτοιο χρόνο όπως ο Υπουργός δύναται να ορίσει με Απόφασή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ο αιτητής πρέπει να πληροί, αντί των απαιτήσεων που αναφέρονται στις παραγράφους (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 14, τις ακόλουθες απαιτήσεις:

(α) Έχει απασχοληθεί για ελάχιστη περίοδο οκτώ (8) ετών η οποία προηγείται της αίτησης, υπό μια τουλάχιστο από τις ιδιότητες δικηγόρου, νομικού, εγκεκριμένου λογιστή, εγγεγραμμένου ελεγκτή, αναλογιστή, λειτουργού ή/και εξεταστή στον Επίσημο Παραλήπτη ή/και στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, επαγγελματία στο χρηματοοικονομικό τομέα∙ και

(β) έχει αποκτήσει την καθορισμένη επαγγελματική πείρα σύμφωνα με το εδάφιο (4).

(4) Για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (3), επαγγελματική πείρα σημαίνει αποδεδειγμένη επαγγελματική πείρα σε θέματα αφερεγγυότητας, η οποία προηγείται της αίτησης για περίοδο πέντε (5) ετών ή για χίλιες οχτακόσιες (1800) ώρες εντός περιόδου πέντε (5) ετών ή πείρα σε είκοσι (20) υποθέσεις εκ των οποίων οι μισές τουλάχιστον να μην αφορούν σε εκούσιες εκκαθαρίσεις, εντός περιόδου πέντε (5) ετών.

Ειδική διάταξη

24.(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των άρθρων 14 και 23, πρόσωπο εξουσιοδοτηθέν να ενεργεί ως σύμβουλος αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14 ή δυνάμει οποιασδήποτε απόφασης του Υπουργού, σύμφωνα με την εξουσία που του παρέχεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, το οποίο ασκεί το επάγγελμα δικηγόρου, νομικού, εγκεκριμένου λογιστή, εγγεγραμμένου ελεγκτή, αναλογιστή, λειτουργού ή/και εξεταστή στον Επίσημο Παραλήπτη ή/και στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας ή  επαγγελματία στο χρηματοοικονομικό τομέα, δεν υπόκειται στην υποχρέωση επιτυχίας σε εξετάσεις επαγγελματικής ικανότητας για σκοπούς εξουσιοδότησης του να ενεργεί ως σύμβουλος αφερεγγυότητας, για περίοδο ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015:

Νοείται ότι, πρόσωπα τα οποία περιλαμβάνονται στις επαγγελματικές κατηγορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1), δύνανται να παρακάθονται σε εξετάσεις που διοργανώνονται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 23.

(2) Μετά την πάροδο ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2015, όλα τα πρόσωπα τα οποία εμπίπτουν στις επαγγελματικές κατηγορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (1), οφείλουν υποχρεωτικά, για σκοπούς εξουσιοδότησής τους να ενεργούν ως σύμβουλοι αφερεγγυότητας, να έχουν παρακαθίσει με επιτυχία στις εξετάσεις επαγγελματικής ικανότητας και να έχουν προσκομίσει προς την αρμόδια αρχή σχετικό πιστοποιητικό, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, πρόσωπα τα οποία δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (2), χωρίς να είναι εξουσιοδοτημένα να ενεργούν ως σύμβουλοι αφερεγγυότητας, συνεχίζουν να χειρίζονται τις υποθέσεις που ανέλαβαν μέχρι την τελική περάτωση αυτών ή μέχρι την απαλλαγή τους δεόντως από τα καθήκοντά τους στις υποθέσεις αυτές, ανάλογα με την περίπτωση, χωρίς όμως να έχουν το δικαίωμα ανάληψης οποιασδήποτε νέας υπόθεσης.