ΜΕΡΟΣ V ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ
Ερμηνεία

32.- Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

“αίτηση” σημαίνει την αίτηση που υποβάλλεται στην Αρμόδια Αρχή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και περιλαμβάνει οποιαδήποτε αίτηση υποβάλλεται για την παράταση της ισχύος, την αντικατάσταση, την τροποποίηση ή την επανέκδοση πιστοποιητικού∙

“πιστοποιητικό” σημαίνει το πιστοποιητικό που εκδίδεται ή εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου ή/και του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου.

Εξέταση αιτήσεων και έκδοση πιστοποιητικών

33.-(1) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία να προβαίνει σε σχέση με την εξέταση αίτησης σε οποιουσδήποτε ελέγχους ή έρευνες κρίνει σκόπιμους.

(2) Η Αρμόδια Αρχή έχει εξουσία-

(α) να απαιτεί την υποβολή επιπρόσθετων πληροφοριών, εγγράφων, αποδεικτικών στοιχείων ή/και δηλώσεων:

Νοείται ότι η Αρμόδια Αρχή έχει την εξουσία και δύναται να προβαίνει σε εξέταση αίτησης λαμβάνοντας υπόψη σε ισχύ έγγραφα, βεβαιώσεις, δηλώσεις ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που έχουν εκδοθεί ή εκδίδονται από αρμόδιες αρχές άλλων κρατών αντί των δηλώσεων που απαιτούνται από τις διατάξεις του Έκτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου, εφόσον ικανοποιείται ότι οι διατάξεις της νομοθεσίας κάτω από την οποία αυτά έχουν εκδοθεί είναι τουλάχιστον οι ίδιες ή ισοδύναμες με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(β) να απαιτεί την υποβολή πρωτότυπων ή πιστοποιημένων ή θεωρημένων από αρμόδια αρχή αντιγράφων των διαφόρων πιστοποιητικών, εγγράφων, αποδεικτικών στοιχείων ή/και δηλώσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου και στο εδάφιο (2) του άρθρου 21 του παρόντος Νόμου ή που δύναται να απαιτήσει δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου∙

(γ) να αποδέχεται πληροφορίες, έγγραφα, αποδεικτικά στοιχεία ή/και δηλώσεις τα οποία δεν χρησιμοποιούν επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας εφόσον η γλώσσα που χρησιμοποιούν είναι κατανοητή από αυτή∙ και

(δ) να προβαίνει σε γραπτή ή/και προφορική εξέταση ή/και συνέντευξη οποιουδήποτε προσώπου κρίνει ότι είναι σχετικό με υπό εξέταση αίτηση και να καταγράφει προφορικές πληροφορίες σε γλώσσα κατανοητή από αυτή:

Νοείται ότι η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει την εξουσία να καθορίζει τον τόπο, την ημερομηνία και την ώρα της έναρξης της γραπτής ή/και προφορικής εξέτασης ή/και συνέντευξης, να διενεργεί τη γραπτή ή/και προφορική εξέταση ή/και συνέντευξη σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή/και σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα κατανοητή τόσο από αυτή όσο και από το επηρεαζόμενο πρόσωπο καθώς και να καθορίζει τα προς τούτο κριτήρια επιτυχίας, με την επιφύλαξη ότι έχει την υποχρέωση να ενημερώνει εκ των προτέρων προς τούτο γραπτώς το επηρεαζόμενο πρόσωπο.

(3)(α) Ο αιτητής, ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου, το νομικό πρόσωπο που υποβάλλει αίτηση για έκδοση πιστοποιητικών δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 22, η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων και ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος της έχουν έκαστος την υποχρέωση να συνεργάζονται και να ανταποκρίνονται άμεσα στις απαιτήσεις της Αρμοδίας Αρχής.

(β) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει την εξουσία να αρνηθεί να προβεί σε εξέταση αίτησης και να αναστέλλει την εξέταση αίτησης μέχρι την υποβολή όλων των πληροφοριών, εγγράφων, αποδεικτικών στοιχείων ή/και δηλώσεων που απαιτεί ή μέχρι την ολοκλήρωση γραπτής ή/και προφορικής εξέτασης ή/και συνέντευξης.

(4) Πρόσωπο το οποίο αρνείται να συνεργαστεί με την Αρμόδια Αρχή ή να παράσχει οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες του ζητηθούν κατά τις διατάξεις των εδαφίων (1) ή/και (2) του παρόντος άρθρου, διαπράττει ποινικό αδίκημα, τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη ή χρηματική ποινή μέχρι είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20 000) ή με αμφότερες τις ποινές.

(5)(α) Το κατά το εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου ποινικό αδίκημα διαπράττει επίσης πρόσωπο που υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία.

(β) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει της παραγράφου (α), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε την πληροφορία με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι η παρεχόμενη πληροφορία ήταν ψευδής, ελλιπής, ανακριβής ή παραπλανητική.

(6) Η Αρμόδια Αρχή τηρεί ως εμπιστευτικά έγγραφα τις αιτήσεις, τις σχετικές με αυτές πληροφορίες, έγγραφα, αποδεικτικά στοιχεία ή δηλώσεις που υποβλήθηκαν σε σχέση με την κάθε αίτηση τα έγγραφα και τις σημειώσεις σε σχέση με οποιαδήποτε γραπτή ή/και προφορική εξέταση ή/και συνέντευξη καθώς και τη σχετική με τις αιτήσεις αλληλογραφία.

(7) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να πληροφορήσει γραπτώς με αιτιολογημένη απόφαση της τον αιτητή σε περίπτωση που-

(α) αρνείται να προβεί σε έκδοση πιστοποιητικού∙ ή

(β) η απάντηση της σε αίτηση που υποβλήθηκε είναι αρνητική.

(8) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία να καθορίζει με εγκύκλιο τις ιδιωτικές εταιρείες προστασίας πλοίων στις οποίες έχει εκδοθεί πιστοποιητικό δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου ή/και τα νομικά πρόσωπα στα οποία έχει αρνηθεί να εκδώσει πιστοποιητικό δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου.

Έκδοση πιστοποιητικού στον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου

34.-(1) Η Αρμόδια Αρχή εκδίδει το πιστοποιητικό που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου και τις μετέπειτα σε σχέση με αυτό αποφάσεις και οδηγίες της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου στον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου που αναφέρεται σε αυτό.

(2) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να κοινοποιεί, τις μετέπειτα αποφάσεις και οδηγίες προς τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου, στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων η οποία αναφέρεται σε πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί στον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου, εφόσον αυτές την αφορούν ή την επηρεάζουν.

(3) Ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου έχει την υποχρέωση να αποστείλει αντίγραφο του πιστοποιητικού που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρο 13 του παρόντος Νόμου και των μετέπειτα σε σχέση με αυτό αποφάσεων και των οδηγιών της Αρμόδιας Αρχής στον πλοίαρχο του πλοίου ο οποίος έχει την υποχρέωση να ενημερώσει το προσωπικό του πλοίου και οποιουσδήποτε από τους άλλους επιβαίνοντες κρίνει αυτός σκόπιμο.

Έκδοση πιστοποιητικού στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων

35.-(1) Η Αρμόδια Αρχή εκδίδει το πιστοποιητικό που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρο 22 του παρόντος Νόμου και τις μετέπειτα σε σχέση με αυτό αποφάσεις και οδηγίες της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων που αναφέρεται σε αυτό.

(2) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να κοινοποιεί, τις μετέπειτα αποφάσεις και οδηγίες προς την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων, σε όσους έχουν την εκμετάλλευση των πλοίων αναφορικά με τα οποία έχει εκδώσει δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου πιστοποιητικό στο οποίο αναφέρεται η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων, εφόσον αυτές τους αφορούν ή τους επηρεάζουν.

Παράταση, αντικατάσταση, τροποποίηση, αναστολή και ακύρωση πιστοποιητικού

36.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία-

(i) να παρατείνει τη χρονική περίοδο της ισχύος πιστοποιητικού∙ ή

(ii) να αναστείλει ή να ακυρώσει την ισχύ πιστοποιητικού και να καθορίζει το πεδίο ή την περίοδο της αναστολής ή της ακύρωσης της ισχύος αυτού∙ ή

(iii) να αντικαθιστά με νέο πιστοποιητικό∙ ή

(iv) να τροποποιεί τα στοιχεία που αναφέρονται σε πιστοποιητικό∙ ή

(v) να τροποποιεί τους όρους ή τις προϋποθέσεις ή τις πληροφορίες που αναφέρονται σε πιστοποιητικό∙

και να καθορίζει την ημερομηνία ή ώρα ή χρόνο από τον οποίο εφαρμόζεται η απόφαση της.

(β) Σε τέτοια περίπτωση η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να πληροφορήσει γραπτώς με αιτιολογημένη απόφασή της τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου στο οποίο, ή την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων στην οποία, είχε εκδοθεί το πιστοποιητικό.

(2)(α) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση και την εξουσία να αναστείλει ή/και να ακυρώσει την ισχύ πιστοποιητικού σε περίπτωση που διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή όροι ή προϋποθέσεις που αναφέρονται σε αυτό και δύναται να καθορίζει την ημερομηνία ή ώρα ή χρόνο από τον οποίο εφαρμόζεται η απόφαση της και το πεδίο ή την περίοδο της αναστολής της ισχύος αυτού.

(β) Σε τέτοια περίπτωση η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να πληροφορήσει γραπτώς με αιτιολογημένη απόφασή της τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου στο οποίο, ή την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων στην οποία, είχε εκδοθεί το πιστοποιητικό.

(3)(α) Από το χρόνο ακύρωσης της ισχύος του πιστοποιητικού, εκτός εάν η Αρμόδια Αρχή ορίσει διαφορετικά-

(i) οι ιδιωτικοί φρουροί πλοίων που βρίσκονται πάνω στο πλοίο θεωρούνται ως επιβαίνοντες με τη συγκατάθεση του πλοιάρχου ή/και του έχοντος την εκμετάλλευση του πλοίου που δεν απασχολούνται ή δεν έχουν προσληφθεί υπό οποιαδήποτε ιδιότητα στο πλοίο για τις ανάγκες του εν λόγω πλοίου και ως προς αυτούς εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου∙ και

(ii) τα όπλα ή/και ο ειδικός εξοπλισμός ασφαλείας που είναι φορτωμένα στο πλοίο για χρήση από την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων θεωρούνται ως αντικείμενα που μεταφέρονται από το πλοίο τα οποία ανήκουν σε αυτή.

(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου, οι ιδιωτικοί φρουροί πλοίων που βρίσκονται, κατά το χρόνο ακύρωσης της ισχύος πιστοποιητικού, πάνω στο πλοίο δύνανται, με τη συγκατάθεση του πλοιάρχου ή/και του έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και μετά από έγκριση της Αρμόδιας Αρχής δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου 5 του παρόντος άρθρου, να παραμείνουν και να συνεχίσουν να μεταφέρονται από αυτό μέχρι την πρώτη ευκαιρία κατά την οποία θα είναι δυνατή η αποβίβαση των.

(γ) Τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου, τα όπλα ή/και ο ειδικός εξοπλισμός ασφαλείας που είναι φορτωμένα στο πλοίο, κατά το χρόνο ακύρωσης της ισχύος πιστοποιητικού, δύνανται, με τη συγκατάθεση του πλοιάρχου ή/και του έχοντος την εκμετάλλευση του πλοίου και μετά από έγκριση της Αρμόδιας Αρχής δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου 5 του παρόντος άρθρου, να παραμείνουν πάνω στο πλοίο μέχρι την πρώτη ευκαιρία κατά την οποία είναι δυνατή η εκφόρτωσή τους:

Νοείται ότι-

(i) η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων έχει την υποχρέωση να προβεί στην εκφόρτωση των όπλων ή/και του ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας όχι αργότερα από το χρόνο που καθορίζει προς τούτο η Αρμόδια Αρχή∙ και

(ii) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων τα όπλα ή/και ο ειδικός εξοπλισμός ασφαλείας κατάσχονται από την Αρμόδια Αρχή ως υποκείμενα σε δήμευση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 του παρόντος Νόμου:

Νοείται περαιτέρω ότι-

(i) ο πλοίαρχος του πλοίου έχει την υποχρέωση να επιτηρεί, εποπτεύει και να ελέγχει την αποθήκευση πάνω στο, τη μεταφορά από το, και την εκφόρτωση από το, πλοίο των όπλων ή/και του ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας∙

(ii) η αποθήκευση πάνω στο πλοίο των όπλων ή/και του ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας γίνεται με τρόπο ο οποίος διασφαλίζει ότι οι επιβαίνοντες και οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει ή αποπειράται να διαπράξει παράνομη ενέργεια δε θα έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά∙ και

(iii) η αποθήκευση πάνω στο πλοίο των όπλων ή/και του ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας γίνεται με τρόπο ο οποίος διασφαλίζει ότι η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων θα έχει πρόσβαση σε αυτά μόνον σε σχέση με την εκφόρτωση αυτών από το πλοίο.

(4) Από το χρόνο αναστολής της ισχύος του πιστοποιητικού ισχύουν και εφαρμόζονται κατά αναλογία, εκτός εάν η Αρμόδια Αρχή ορίσει διαφορετικά, οι διατάξεις του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου.

(5)(α) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία, σε περίπτωση ακύρωσης ή αναστολής της ισχύος πιστοποιητικού, να δίνει στον πλοίαρχο, τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων, λαμβάνοντας υπόψη τα πραγματικά δεδομένα, οποιεσδήποτε σχετικές οδηγίες κρίνει, υπό τις περιστάσεις, σκόπιμες ή εναλλακτικές ή συμπληρωματικές των διατάξεων των εδαφίων (3) και (4) του παρόντος άρθρου.

(β) Ο πλοίαρχος, ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου και η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων, ανεξάρτητα από το εάν η γραπτή σύμβαση με τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου είναι σε ισχύ ή όχι, έχουν έκαστος την υποχρέωση να συμμορφωθούν και να υλοποιήσουν τις οδηγίες της Αρμόδιας Αρχής στο βαθμό που τους αφορά.

(6) Η ακύρωση και η αναστολή της ισχύος πιστοποιητικού δεν αναστέλλει την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 28 του παρόντος Νόμου.

(7)(α) Η ακύρωση της ισχύος πιστοποιητικού τερματίζει το πλαίσιο της υλοποίησης της γραπτής σύμβασης πάνω στο πλοίο αλλά δεν επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο την ισχύ ή τις διατάξεις αυτής.

(β) Η αναστολή της ισχύος πιστοποιητικού τερματίζει το πλαίσιο της υλοποίησης της γραπτής σύμβασης πάνω στο πλοίο μόνο σε ότι αφορά τους λόγους για τους οποίους η ισχύς αυτού αναστάληκε αλλά δεν επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο την ισχύ ή τις διατάξεις αυτής.

(γ) Η ακύρωση και η αναστολή της ισχύος πιστοποιητικού δεν επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο τις εργασιακές σχέσεις μεταξύ της ιδιωτικής εταιρείας προστασίας πλοίων και των ιδιωτικών φρουρών πλοίων που βρίσκονται πάνω στο πλοίο.