ΜΕΡΟΣ VI ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΛΟΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΚΑΤΟΧΗ
Παράνομη κατοχή πλοίου

37.- Η παράνομη κατοχή πλοίου-

(1) δεν συνιστά απώλεια του πλοίου∙

(2) δεν συνιστά απώλεια της κυπριακής εθνικότητας ή/και της κυπριακής σημαίας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 104 της Σύμβασης UNCLOS∙

(3) δεν καθιστά το πλοίο ακατάλληλο για πλόες∙

(4) δεν συνιστά λόγο αμφισβήτησης της ισχύος των συμβάσεων εργασίας που έχουν συναφθεί με τα μέλη του προσωπικού του πλοίου∙

(5) δεν συνιστά λόγο αμφισβήτησης της ισχύος σύμβασης γυμνής ναύλωσης του πλοίου που έχει εγγραφεί στο Ειδικό Βιβλίο Παράλληλης Νηολόγησης∙

(6) δεν συνιστά λόγο αμφισβήτησης της έγκρισης που είχε δοθεί από τον Υπουργό ή/και Νηολόγο σε πλοίο που είναι εγγεγραμμένο στο Νηολόγιο Κυπριακών Πλοίων να φέρει τη σημαία άλλου κράτους∙ και

(7) δεν συνιστά λόγο αμφισβήτησης της ισχύος οποιωνδήποτε άλλων συμβάσεων έχει συνάψει ο πλοιοκτήτης, ο εγγεγραμμένος ναυλωτής του γυμνού πλοίου ή ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου.

Παράταση της ισχύος των πιστοποιητικών και άλλων εγγράφων του πλοίου σε περίπτωση παράνομης κατοχής

38-(1) Με επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίων (2) και (3) του παρόντος άρθρου, η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία να παρατείνει την περίοδο της ισχύος των πιστοποιητικών και άλλων εγγράφων που έχουν εκδοθεί-

(α) σε, ή σε σχέση με το, πλοίο∙ και

(β) στο, ή σε σχέση με το, προσωπικού πλοίου∙

δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε νόμου της Δημοκρατίας ή διεθνούς σύμβασης που έχει κυρώσει η Δημοκρατία, που λήγουν κατά τη διάρκεια της περιόδου που το πλοίο τελεί υπό παράνομη κατοχή ή/και κατά τη διάρκεια της περιόδου των επακόλουθων σε αυτή ταξιδιών του πλοίου, μέχρι του κατάπλου του πλοίου σε λιμένα ή λιμενική εγκατάσταση όπου είναι δυνατόν να γίνουν οι αναγκαίες ενέργειες για επιβεβαίωση της ισχύος ή την ανανέωση αυτών όπως καθορίζει για το σκοπό αυτό.

(2) Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται σε πλοία δυνάμει των διατάξεων-

(α) του Άρθρου VII της Σύμβασης CLC 1992∙ και

(β) του Άρθρου 7 της Σύμβασης Bunkers 2001∙

που λήγουν κατά τη διάρκεια της περιόδου που το πλοίο τελεί υπό παράνομη κατοχή ανανεώνονται εφόσον προσκομιστεί αποδεικτικό με βάση το οποίο διαπιστώνεται ότι υπάρχει σε ισχύ συμβόλαιο ασφάλισης ή άλλη οικονομική εξασφάλιση που πληροί τις απαιτήσεις των πιο πάνω διεθνών συμβάσεων.

(3) Στις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου δεν εμπίπτουν-

(α) το Προσωρινό Πιστοποιητικό Νηολόγησης που εκδόθηκε στο πλοίο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 23 των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγηση, Πώληση και Υποθήκευση Πλοίων) Νόμων∙

(β) το Πιστοποιητικό Παράλληλης Νηολόγησης που εκδόθηκε στο πλοίο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 23Ζ των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγηση, Πώληση και Υποθήκευση Πλοίων) Νόμων ή η περίοδος που έχει επιτραπεί σε πλοίο να φέρει την κυπριακή σημαία μετά από σχετική εγγραφή στο Ειδικό Βιβλίο Παράλληλης Νηολόγησης∙ και

(γ) η περίοδος που έχει επιτραπεί, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 23Ν των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγηση, Πώληση και Υποθήκευση Πλοίων) Νόμων, σε πλοίο που είναι εγγεγραμμένο στο Νηολόγιο Κυπριακών Πλοίων να φέρει τη σημαία άλλου κράτους.

(4) Η λήξη, κατά τη διάρκεια της περιόδου που πλοίο τελεί υπό παράνομη κατοχή, της ισχύος του Προσωρινού Πιστοποιητικού Νηολόγησης ή του Πιστοποιητικού Παράλληλης Νηολόγησης δεν συνιστά λόγο αμφισβήτησης της ισχύος των συμβάσεων εργασίας που έχουν συναφθεί με τα μέλη του προσωπικού του πλοίου.

Ειδική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου

39.- Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία-

(1) να επιτρέπει ειδική σύνθεση του πληρώματος πλοίου για την περίοδο μεταξύ της λήξης της παράνομης κατοχής μέχρι τον κατάπλου αυτού σε λιμένα ή λιμενική εγκατάσταση όπου θα είναι δυνατή η αποκατάσταση των ελλείψεων στη σύνθεση του πληρώματος∙ και

(2) να αναστείλει, προσωρινά ή μερικώς, την υποχρέωση συμμόρφωσης του πλοιάρχου ή του υπόλοιπου προσωπικού του πλοίου με διατάξεις των νόμων της Δημοκρατίας ή/και των διεθνών συμβάσεων που έχει κυρώσει η Δημοκρατία αναφορικά με τον μέγιστο αριθμό ωρών εργασίας του πληρώματος.

Υποχρεώσεις κατά τη διάρκεια της παράνομης κατοχής

40-(1)(α) Κατά τη διάρκεια της παράνομης κατοχής, o πλοίαρχος του πλοίου είναι και παραμένει το πρόσωπο το οποίο, με βάση τις διατάξεις των νόμων της Δημοκρατίας, είναι πλοίαρχος ή ο αντικαταστατής αυτού.

(β) Οποιεσδήποτε πράξεις, ενέργειες ή εντολές των προσώπων που διέπραξαν την παράνομη κατοχή ή έχουν υπό τον έλεγχο τους το πλοίο δεν αναγνωρίζονται ως πράξεις, ενέργειες ή εντολές του πλοιάρχου.

(2) Κατά την πιο πάνω περίοδο, o πλοίαρχος και το υπόλοιπο προσωπικό του πλοίου έχουν την υποχρέωση να εκτελούν, στο βαθμό που είναι υπό τις περιστάσεις δυνατό, τα καθήκοντα τους πάνω στο πλοίο.

(3) Κατά την πιο πάνω περίοδο ο πλοίαρχος του πλοίου μεριμνά, στο βαθμό που είναι υπό τις περιστάσεις δυνατό και χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη ζωή ή την υγεία του ίδιου ή του προσωπικού του πλοίου ή των άλλων επιβαινόντων-

(α) για την τροφοδοσία, υγιεινή και ενδιαίτηση του προσωπικού του πλοίου και των άλλων επιβαινόντων∙

(β) για την τήρηση των φυλακών καταστρώματος και μηχανοστασίου και των μεγίστων επιτρεπομένων ωρών εργασίας του πληρώματος∙

(γ) για την τήρηση του επίσημου ημερολογίου του πλοίου∙ και

(δ) για την τήρηση των υποχρεώσεων του πλοίου που απορρέουν από διατάξεις των νόμων της Δημοκρατίας και των διεθνών συμβάσεων που έχει κυρώσει η Δημοκρατία που εφαρμόζονται σε αυτό καθώς και των νόμων του κράτους στην επικράτεια του οποίου το πλοίο βρίσκεται.

(4) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης του πλοιάρχου ή του υπόλοιπου προσωπικού του πλοίου ή των άλλων επιβαινόντων για αδίκημα ή παράβαση των διατάξεων των νόμων της Δημοκρατίας ή/και των διεθνών συμβάσεων που έχει κυρώσει η Δημοκρατία που εφαρμόζονται σε σχέση με αυτό, εφόσον το αδίκημα ή παράβαση δεν προκάλεσε απώλεια ζωής ή σωματική βλάβη σε επιβαίνοντα ή δεν έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή ή την υγεία επιβαινόντων, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι η συμμόρφωση με τις σχετικές διατάξεις ήταν, υπό τις περιστάσεις, αντικειμενικά κρίνοντας πρακτικά αδύνατη.

(5) Δεν συνιστά, κατά τη διάρκεια παράνομης κατοχής, αδίκημα η παράβαση, από πλοίαρχο ή το υπόλοιπο προσωπικό του πλοίου ή των άλλων επιβαινόντων, διατάξεων των νόμων της Δημοκρατίας ή/και των διεθνών συμβάσεων που έχει κυρώσει η Δημοκρατία που εφαρμόζονται σε σχέση με αυτό, εφόσον η πράξη έγινε μετά από την άσκηση ή την απειλή άσκησης βίας ή οποιασδήποτε άλλης μορφής εκβιασμού ή εκφοβισμού και εφόσον αυτή δεν προκάλεσε απώλεια ζωής ή σωματική βλάβη σε επιβαίνοντα ή δεν έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή ή την υγεία επιβαινόντων.