ΜΕΡΟΣ IV ΟΡΟΙ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ
Γνωστοποίηση πληροφοριών και εγγράφων

13.-(1) Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται στη Δημοκρατία από ένα άλλο κράτος μέλος υπό οποιαδήποτε μορφή, καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου και τυγχάνουν της προστασίας που προβλέπεται για τέτοιου είδους πληροφορίες από τις νομοθετικές, κανονιστικές διατάξεις και τις διοικητικές πρακτικές που ισχύουν στη Δημοκρατία.

(2) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δύνανται να χρησιμοποιούνται ως ακολούθως:

(α)  Για την αξιολόγηση, εφαρμογή και επιβολή της νομοθεσίας της Δημοκρατίας αναφορικά με τους φόρους που καλύπτονται από το άρθρο 4, τον ΦΠΑ και με άλλους έμμεσους φόρους∙

(β) για τον προσδιορισμό και την επιβολή άλλων φόρων και δασμών που καλύπτονται από το άρθρο 4 του περί Αμοιβαίας Συνδρομής για την Είσπραξη Απαιτήσεων Σχετικών με Φόρους, Δασμούς και Άλλα Μέτρα Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καθώς και για τον προσδιορισμό και την επιβολή υποχρεωτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης·

(γ) σε περίπτωση δικαστικής ή διοικητικής διαδικασίας που ενδέχεται να επισύρει κυρώσεις, όταν η διαδικασία αυτή κινείται κατόπιν παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, χωρίς να επηρεάζονται οι γενικοί κανόνες και διατάξεις που διέπουν τα δικαιώματα των κατηγορουμένων και των μαρτύρων σε τέτοια διαδικασία.

(3) Με την άδεια της αρμόδιας αρχής της Δημοκρατίας η οποία γνωστοποιεί πληροφορίες σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και στο μέτρο που αυτό επιτρέπεται δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής που λαμβάνει τις πληροφορίες, οι πληροφορίες και τα έγγραφα που λαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, δύνανται να χρησιμοποιούνται για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στο εδάφιο (2). Η άδεια αυτή χορηγείται εάν οι πληροφορίες δύνανται να χρησιμοποιηθούν για παρόμοιους σκοπούς στη Δημοκρατία.

(3Α) Η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία δύναται να γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών κατάλογο των σκοπών για τους οποίους, σύμφωνα με την εθνική της νομοθεσία, δύναται να χρησιμοποιούνται πληροφορίες και έγγραφα, εξαιρουμένων των αναφερομένων στο εδάφιο (2), η δε αρμόδια αρχή που λαμβάνει πληροφορίες και έγγραφα δύναται να χρησιμοποιεί τις ληφθείσες πληροφορίες και έγγραφα χωρίς την προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) άδεια για οποιονδήποτε από τους σκοπούς που αναφέρονται στον κατάλογο της αρμόδιας αρχής στη Δημοκρατία.

(4) Όταν η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία θεωρεί ότι οι πληροφορίες τις οποίες έλαβε από την αρμόδια αρχή ενός άλλου κράτους μέλους ενδέχεται να είναι χρήσιμες για τους σκοπούς που αναφέρονται στο εδάφιο (2) στην αρμόδια αρχή τρίτου κράτους μέλους, δύναται να τις διαβιβάζει σε αυτήν την τελευταία αρμόδια αρχή, νοουμένου ότι η διαβίβαση αυτή είναι σύμφωνη με τους κανόνες και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο. Σε τέτοια περίπτωση, η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες σχετικά με την πρόθεσή της να γνωστοποιήσει τις πληροφορίες σε τρίτο κράτος μέλος. Το κράτος μέλος από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες δύναται να προβάλει αντίρρηση για τη γνωστοποίηση των πληροφοριών εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε την ενημέρωση από τη Δημοκρατία που επιθυμεί να γνωστοποιήσει τις πληροφορίες:

Νοείται ότι, η άδεια για τη χρησιμοποίηση κατά το εδάφιο (3) πληροφοριών, οι οποίες έχουν διαβιβαστεί σύμφωνα με το παρόν εδάφιο δύναται να χορηγηθεί μόνο από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες.

(5) Όλες οι αρμόδιες αρχές στη Δημοκρατία, δύνανται να επικαλούνται πληροφορίες, εκθέσεις, δηλώσεις και κάθε άλλο έγγραφο, ή επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα ή αποσπάσματά αυτών, που έχουν γνωστοποιηθεί στη Δημοκρατία σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ως αποδεικτικά στοιχεία υπό τους ίδιους όρους που επικαλούνται παρόμοιες πληροφορίες, εκθέσεις, δηλώσεις και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα, τα οποία παρέχονται από μια άλλη αρχή της Δημοκρατίας.

(6) Με την επιφύλαξη των εδαφίων (1) έως (4), οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ κρατών μελών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7Γ, χρησιμοποιούνται για σκοπούς αξιολόγησης υψηλών κινδύνων σε σχέση με τις τιμές μεταβίβασης και άλλων κινδύνων σε σχέση με τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μετατόπιση κερδών, περιλαμβανομένης της αξιολόγησης του κινδύνου μη συμμόρφωσης μελών του Ομίλου ΠΕ με τους εφαρμοστέους κανόνες για τις τιμές μεταβίβασης και κατά περίπτωση για οικονομικές και στατιστικές αναλύσεις· οι διορθώσεις των τιμών μεταβίβασης από τις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους παραλαβής δεν βασίζονται στις πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7Γ:

Νοείται ότι, ανεξαρτήτως των πιο πάνω, κανένας περιορισμός δεν υφίσταται ως προς τη χρήση των πληροφοριών που κοινοποιούνται μεταξύ κρατών μελών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7Γ, ως βάσης για την πραγματοποίηση περαιτέρω ερευνών όσον αφορά στις ρυθμίσεις του Ομίλου ΠΕ για τις τιμές μεταβίβασης ή όσον αφορά άλλα φορολογικά θέματα στο πλαίσιο του φορολογικού ελέγχου και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να γίνουν οι κατάλληλες προσαρμογές στο φορολογητέο εισόδημα μιας Συνιστώσας Οντότητας.

Όρια

14.-(1) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία παρέχει στην αιτούσα αρχή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 με την προϋπόθεση ότι η αιτούσα αρχή έχει εξαντλήσει τις δικές της συνήθεις διαδικασίες για την εξασφάλιση των πληροφοριών, τις οποίες θα μπορούσε υπό τις περιστάσεις να χρησιμοποιήσει για να αποκτήσει τις αιτούμενες πληροφορίες, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος διακύβευσης της επίτευξης του στόχου της.

(2) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία δεν υποχρεούται να διεξάγει έρευνες ή να κοινοποιήσει πληροφορίες, εάν η ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία δεν της επιτρέπει να διεξάγει τέτοιες έρευνες ή να συγκεντρώνει τις αιτούμενες πληροφορίες για δικούς της σκοπούς.

(3) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία δύναται να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών, όταν η αιτούσα αρχή δεν είναι σε θέση, για νομικούς λόγους, να παρέχει στην αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας παρόμοιες πληροφορίες.

(4) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία δύναται να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών σε περίπτωση που τέτοια παροχή θα οδηγούσε στην αποκάλυψη εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού μυστικού ή εμπορικής μεθόδου ή πληροφορίας, των οποίων η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη.

(5) Η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία πληροφορεί την αιτούσα αρχή για τους λόγους άρνησης της να ικανοποιήσει αίτηση πληροφοριών.

Υποχρεώσεις

15.-(1) Η Δημοκρατία όταν λαμβάνει αίτηση για πληροφορίες σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, θα χρησιμοποιεί τα μέτρα τα οποία διαθέτει για συλλογή πληροφοριών, για να εξασφαλίσει τις αιτούμενες πληροφορίες, ακόμα και αν η Δημοκρατία δεν χρειάζεται τις πληροφορίες αυτές για δικούς της φορολογικούς σκοπούς. Η υποχρέωση αυτή ισχύει με την επιφύλαξη των εδαφίων (2), (3) και (4) του άρθρου 14, η επίκληση των οποίων δε μπορεί, σε καμία περίπτωση, να θεωρηθεί ότι επιτρέπει στη Δημοκρατία να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνο επειδή η Δημοκρατία δεν έχει εσωτερικό συμφέρον στις πληροφορίες αυτές.

(2) Οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (4) του άρθρο 14, σε καμία περίπτωση ερμηνεύονται ότι επιτρέπουν στη λαμβάνουσα την αίτηση αρχή στη Δημοκρατία να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνο επειδή κάτοχος των πληροφοριών αυτών είναι τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πρόσωπο που ενεργεί ως πράκτορας ή υπό εχέμυθη ιδιότητα ή επειδή οι πληροφορίες αφορούν ιδιοκτησιακά συμφέροντα προσώπου.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), η Δημοκρατία δύναται να αρνηθεί την παροχή της αιτούμενης πληροφορίας όταν η εν λόγω πληροφορία αφορά φορολογικές περιόδους προγενέστερες της 1ης Ιανουαρίου 2011 και όταν η παροχή τέτοιας πληροφορίας θα μπορούσε να έχει απορριφθεί βάσει του άρθρου 6 (β) του περί Αμοιβαίας Συνδρομής των Αρμόδιων Φορολογικών Αρχών των Κρατών Μελών στον Τομέα των Άμεσων Φόρων, και των Φόρων Επί των Ασφαλίστρων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, αν είχε ζητηθεί πριν από την 11η Μαρτίου 2011.

Επέκταση της ευρύτερης συνεργασίας που παρέχεται σε τρίτη χώρα

16. Όταν η Δημοκρατία παρέχει προς τρίτη χώρα συνεργασία ευρύτερη από αυτήν που προβλέπει ο παρών Νόμος, η Δημοκρατία δεν μπορεί να αρνηθεί την παροχή εξίσου ευρείας συνεργασίας προς οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος που επιθυμεί να συμμετάσχει στην ευρύτερη αυτή αμοιβαία συνεργασία με τη Δημοκρατία.

Τυποποιημένα έντυπα και ηλεκτρονικοί μορφότυποι

17.-(1) Οι αιτήσεις παροχής πληροφοριών και διεξαγωγής διοικητικών ερευνών σύμφωνα με το άρθρο 6 και οι απαντήσεις τους, η αποδοχή παραλαβής τους, το αίτημα επιπρόσθετων πληροφοριών, η αδυναμία ή η άρνηση ικανοποίησης του αιτήματος σύμφωνα με το άρθρο 6, αποστέλλονται, όπου είναι δυνατό, με χρήση τυποποιημένων εντύπων τα οποία εγκρίνει η Επιτροπή.

(2) Τα τυποποιημένα έντυπα είναι δυνατό να συνοδεύονται από εκθέσεις, δηλώσεις και λοιπά έγγραφα ή πιστοποιημένα αντίγραφα ή αποσπάσματά τους.

(3) Η αιτούσα αρχή στη Δημοκρατία πρέπει να παρέχει στο τυποποιημένο έντυπο τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) Τα στοιχεία ταυτοποίησης του προσώπου που υπόκειται στην εξέταση ή έρευνα και, σε περίπτωση ομαδοποιημένων αιτημάτων, κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρου 6Α, λεπτομερή περιγραφή της ομάδας·

β) το φορολογικό σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες.

(4) Η αιτούσα αρχή στη Δημοκρατία δύναται, στο βαθμό που γνωρίζει και σύμφωνα με τις διεθνείς εξελίξεις, να παρέχει το όνομα και τη διεύθυνση οποιουδήποτε προσώπου που πιστεύει ότι έχει στην κατοχή του τις αιτούμενες πληροφορίες, καθώς και οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο δύναται να διευκολύνει τη συλλογή των πληροφοριών από τη λαμβάνουσα αρχή.

(5) Οι αυθόρμητα παρεχόμενες πληροφορίες και η αποδοχή τους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, τα αιτήματα διοικητικών κοινοποιήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, οι πληροφορίες ανατροφοδότησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 και οι κοινοποιήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (3), (3Α) και (4) του άρθρου 13 και του εδαφίου (2) του άρθρου 21 αποστέλλονται μέσω των τυποποιημένων εντύπων που εγκρίνει η Επιτροπή.

(6) Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 και 7Ε πραγματοποιείται χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μηχανογραφημένο μορφότυπο, ο οποίος έχει στόχο τη διευκόλυνση της αυτόματης ανταλλαγής και εγκρίνεται από την Επιτροπή.

(7)(α) Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με-

(i) τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7Α· και

(ii) τις δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις δυνάμει του άρθρου 7Δ,

διενεργείται με τη χρήση τυποποιημένων εντύπων που εγκρίνει η Επιτροπή, περιλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων, τα οποία περιλαμβάνουν μόνο τα στοιχεία που προβλέπονται στο εδάφιο (8) του άρθρου 7Α και στο εδάφιο (13) του άρθρου 7Δ για την ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και τα άλλα σχετικά πεδία που συνδέονται με τα στοιχεία αυτά και απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 7Α και 7Δ, αντίστοιχα.

(β) Η γνωστοποίηση των πληροφοριών που αναφέρεται στα άρθρα 7Α και 7Δ δύναται να πραγματοποιηθεί σε οποιεσδήποτε από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης· η Επιτροπή δύναται να καθορίσει γλωσσικές ρυθμίσεις οι οποίες προβλέπουν ότι τα βασικά στοιχεία των πληροφοριών αποστέλλονται επίσης σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(8) Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την έκθεση ανά χώρα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7Γ, αποστέλλεται κατά τον τύπο του εντύπου που προβλέπεται στους Πίνακες 1, 2 και 3 του Τμήματος ΙΙΙ του Παραρτήματος ΙΙΙ.

Πρακτικές ρυθμίσεις

18.-(1) Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο πρέπει να παρέχονται, όπου είναι δυνατό, με ηλεκτρονικά μέσα χρησιμοποιώντας το δίκτυο CCN:

Νοείται ότι, οι πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7Γ και του άρθρου 7Δ παρέχονται μόνο με ηλεκτρονικά μέσα χρησιμοποιώντας το δίκτυο CCN.

(2)(α) Η Δημοκρατία είναι υπεύθυνη για κάθε ανάπτυξη των συστημάτων της, η οποία απαιτείται προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών μέσω του δικτύου CCN, καθώς και για τη διασφάλιση της ασφάλειας των συστημάτων της.

(β) Κάθε Δηλωτέο Πρόσωπο ειδοποιείται από την αρμόδια αρχή ή από το Δηλούν Κυπριακό Χρηματοοικονομικό Ίδρυμα ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, υπηρεσία ή οργανισμό που τηρεί δεδομένα του Δηλωτέου Προσώπου σε περίπτωση παραβίασης ασφάλειας που αφορά τα δεδομένα του προσώπου αυτού, όταν η παραβίαση αυτή ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην προστασία των προσωπικών του δεδομένων ή του ιδιωτικού του βίου.

(3) Η Δημοκρατία παραιτείται από κάθε αξίωση επιστροφής δαπανών που προκύπτουν κατά την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, εξαιρουμένων, όπου απαιτείται, των αμοιβών εμπειρογνωμόνων.

(4) Οι αιτήσεις συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων κοινοποίησης και τα συνημμένα έγγραφα είναι δυνατό να συντάσσονται σε οποιαδήποτε γλώσσα συμφωνούν μεταξύ τους η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή και η αιτούσα αρχή:

Νοείται ότι, οι αιτήσεις αυτές συνοδεύονται από μετάφραση στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους της λαμβάνουσας την αίτηση αρχής μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, όταν η λαμβάνουσα την αίτηση αρχή δηλώνει το λόγο για τον οποίο ζητά μετάφραση.

(5) Πρόσωπα που είναι δεόντως διαπιστευμένα από την Αρχή Διαπίστευσης Ασφαλείας της Επιτροπής επιτρέπεται να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που γνωστοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, μόνον εφόσον είναι αναγκαίο για σκοπούς διατήρησης, συντήρησης και ανάπτυξης του ευρετηρίου που προβλέπεται στο Άρθρο 21, παράγραφος (5) της Οδηγίας 2011/16/ΕΚ όπως έχει τροποποιηθεί από την Οδηγία (ΕΕ) 2018/822 και του δικτύου CCN.

(6) Η αρμόδια Αρχή της Δημοκρατίας έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που καταγράφονται στο ευρετήριο που θα τεθεί σε λειτουργία σύμφωνα με το Άρθρο 21, παράγραφος 5 της Οδηγίας 2011/16ΕΚ, όπως έχει τροποποιηθεί από την Οδηγία (ΕΕ) 2018/822.