Προοίμιο

Για σκοπούς-

(α) εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», και

(β) θεσμοθέτησης εθνικών διαδικασιών διαμεσολάβησης σε αστικές διαφορές, περιλαμβανομένων εμπορικών διαφορών.

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΜΕΡΟΣ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ορισμένων Θεμάτων Διαμεσολάβησης σε Αστικές Διαφορές Νόμος του 2012.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -

«αστική διαφορά» σημαίνει κάθε διαφορά που δυνατό να είναι αντικείμενο πολιτικής διαδικασίας, κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό δυνάμει του περί Δικαστηρίων Νόμου και περιλαμβάνει εργατικές διαφορές αλλά δεν περιλαμβάνει οικογενειακές διαφορές·

«διαμεσολάβηση» σημαίνει διαρθρωμένη διαδικασία, ανεξαρτήτως ονομασίας, στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη μιας διαφοράς επιχειρούν εκουσίως να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την επίλυση της διαφοράς τους, με τη βοήθεια διαμεσολαβητή·

Νοείται ότι, η έννοια αυτή δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε προσπάθεια επίλυσης διαφοράς που δυνατό να καταβάλλεται από το δικαστήριο ή το δικαστή που έχει επιληφθεί της υπόθεσης, για την επίλυση διαφοράς κατά τη διάρκεια της σχετικής με την εν λόγω διαφορά δικαστικής διαδικασίας·

«διαμεσολαβητής» σημαίνει οποιοδήποτε τρίτο προς τα μέρη πρόσωπο, το οποίο είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Διαμεσολαβητών και από το οποίο ζητείται να αναλάβει τη διεξαγωγή διαμεσολάβησης δυνάμει του παρόντος Νόμου·

«δικαστήριο» σημαίνει το Επαρχιακό Δικαστήριο ή οποιοδήποτε δικαστή αυτού ο οποίος έχει δικαιοδοσία επί του θέματος, περιλαμβανομένων και των Δικαστηρίων Εργατικών Διαφορών·

«διασυνοριακή διαφορά» σημαίνει διαφορά που εμπίπτει στις πρόνοιες του άρθρου 4·

«εμπορική διαφορά» σημαίνει διαφορά που προκύπτει από εμπορική συναλλαγή που διενεργείται μεταξύ επιχειρήσεων ή μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών, όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται στον περί Καταπολέμησης των Καθυστερήσεων Πληρωμών στις Εμπορικές Συναλλαγές Νόμο·

«εργατική διαφορά» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Ετήσιων Αδειών με Απολαβές Νόμο·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με εξαίρεση τη Δανία·

«μέρη» σημαίνει τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που προσφεύγουν σε διαμεσολάβηση·

«Μητρώο Διαμεσολαβητών» σημαίνει το μητρώο διαμεσολαβητών που καταρτίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6·

«νομικό πρόσωπο» σημαίνει κάθε οντότητα με νομική προσωπικότητα η οποία αναγνωρίζεται ως τέτοια δυνάμει των σχετικών νόμων της Δημοκρατίας ή οποιασδήποτε άλλης σχετικής εφαρμοστέας νομοθεσίας, με εξαίρεση τα κράτη ή άλλους φορείς δημοσίου δικαίου κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας και τους διεθνείς οργανισμούς δημοσίου δικαίου·

«οικογενειακή διαφορά» σημαίνει διαφορά που εμπίπτει στη δικαιοδοσία οικογενειακού δικαστηρίου που συστήνεται και λειτουργεί με νόμο της Δημοκρατίας·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Πεδίο εφαρμογής

3.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε αστικές διαφορές, περιλαμβανομένων των διασυνοριακών διαφορών.

(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε-

(α) οποιεσδήποτε αστικές διαφορές, διασυνοριακές ή μη, οι οποίες αφορούν ορισμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις, για τα οποία τα μέρη δεν έχουν την ελευθερία να αποφασίζουν βάσει του εφαρμοστέου δικαίου·

(β) εργατικές διαφορές που δεν περιλαμβάνονται στις διασυνοριακές διαφορές ανεξάρτητα αν δεν εγείρονται σ’αυτές δικαιώματα και υποχρεώσεις για τα οποία τα μέρη δεν έχουν την ελευθερία να αποφασίζουν βάσει του εφαρμοστέου δικαίου· και

(γ) οποιεσδήποτε φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές διαφορές, ή διαφορές που αφορούν την ευθύνη του κράτους λόγω πράξεων ή παραλείψεων κατά την άσκηση της κρατικής εξουσίας.

Διασυνοριακές διαφορές

4.-(1) Ως διασυνοριακή διαφορά νοείται οποιαδήποτε διαφορά στην οποία τουλάχιστον ένα από τα μέρη έχει τη μόνιμη κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή εμπορεύεται ή εργάζεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο οποιουδήποτε άλλου μέρους στη διαφορά κατά την ημερομηνία που-

(α) τα μέρη συμφώνησαν να προσφύγουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης, αφότου ανέκυψε η διαφορά·

(β) διετάχθη η παραπομπή της διαφοράς σε διαμεσολάβηση από δικαστήριο κράτους μέλους·

(γ) υφίσταται υποχρέωση διαμεσολάβησης δυνάμει του δικαίου κράτους μέλους·

(δ) τα μέρη κλήθηκαν να παραστούν ενώπιον δικαστηρίου για ενημέρωση όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 15.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), για τους σκοπούς των άρθρων 23 και 27, ως διασυνοριακή διαφορά νοείται επίσης οποιαδήποτε διαφορά για την οποία αρχίζει δικαστική διαδικασία ή διαιτησία έπειτα από διαμεσολάβηση μεταξύ των μερών σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο τα μέρη είχαν τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή τους κατά την ημερομηνία που προβλέπεται στις παραγράφους (α), (β) ή (γ) του εδαφίου (1).

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η κατοικία μέρους στη διαφορά προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ
Διαμεσολάβηση

5.-(1) Διαμεσολάβηση δυνατόν να λαμβάνει χώρα οποτεδήποτε, καθώς και στα πλαίσια δικαστικής διαδικασίας και διενεργείται μόνο από πρόσωπο το οποίο-

(α) σε περίπτωση που η εν λόγω διαμεσολάβηση αφορά εμπορική διαφορά, είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Διαμεσολαβητών δυνάμει των υποπαραγράφων (i) ή (ii) της παραγράφου (α) του άρθρου 7 και

(β) σε περίπτωση που η εν λόγω διαμεσολάβηση αφορά αστική διαφορά άλλη από εμπορική είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Διαμεσολαβητών δυνάμει της υποπαραγράφου (i) της παραγράφου (α) του άρθρου 7 και υποβάλει στον Υπουργό βεβαίωση ότι έχει παρακολουθήσει πρόγραμμα κατάρτισης ως διαμεσολαβητής καθώς και βεβαίωση της συνέχισης της επαγγελματικής του κατάρτισης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12.

(2) Για σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου πρόσωπο θεωρείται κατάλληλα καταρτισμένο αν υποβάλλει στον υπουργό βεβαίωση ότι έχει παρακολουθήσει πρόγραμμα κατάρτισης ως διαμεσολαβητής, καθώς και βεβαίωση της συνέχισης της επαγγελματικής του κατάρτισης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12.

(3) Διαμεσολάβηση δυνατό να διενεργείται για μέρος ή για το σύνολο της διαφοράς.

Μητρώο Διαμεσολαβητών

6.-(1) Ο Υπουργός τηρεί ειδικό μητρώο στο οποίο εγγράφονται από αυτόν, μετά από αίτησή τους και καταβολή του καθοριζόμενου δυνάμει του άρθρου 9 τέλους, πρόσωπα που επιθυμούν να διενεργούν διαμεσολάβηση ως διαμεσολαβητές και τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 7.

(2) Το Μητρώο Διαμεσολαβητών δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως:

Νοείται ότι, το πρώτο Μητρώο Διαμεσολαβητών που καταρτίζεται δυνάμει του παρόντος Νόμου δημοσιεύεται το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του.

Εγγραφή στο Μητρώο Διαμεσολαβητών

7. Στο Μητρώο Διαμεσολαβητών δύναται να εγγραφεί οποιοδήποτε πρόσωπο -

(α)(i) είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Δικηγόρων που Ασκούν το Επάγγελμα και είναι κάτοχος ετήσιας άδειας άσκησης επαγγέλματος σύμφωνα με τον περί Δικηγόρων Νόμο και, αν επιθυμεί να αναλάβει τη διεξαγωγή διαμεσολάβησης δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 5, είναι κατάλληλα καταρτισμένο, όπως καθορίζεται στο εν λόγω άρθρο· ή

(ii) είναι μέλος του Κυπριακού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ή του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου, είναι κάτοχος αναγνωρισμένου τίτλου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έχει παρακολουθήσει ειδικό πρόγραμμα κατάρτισης ως διαμεσολαβητής διάρκειας σαράντα (40) ωρών, το οποίο διοργανώνεται από το Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο ή το Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου, ή αντίστοιχο πρόγραμμα·

(β) δεν κατέχει δημόσια θέση είτε μόνιμα, είτε προσωρινά, είτε με αναπλήρωση στη δημόσια υπηρεσία·

(γ) δεν έχει καταδικαστεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα ή για αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα· και

(δ) δεν βρίσκεται υπό επιτροπεία ή κηδεμονία και δεν έχει στερηθεί της δικαιοπρακτικής του ικανότητας.

Διαγραφή διαμεσολαβητή από το Μητρώο Διαμεσολαβητών

8. Διαγραφή διαμεσολαβητή από το Μητρώο Διαμεσολαβητών- διενεργείται από τον Υπουργό έπειτα από αιτιολογημένη εισήγηση του οικείου επαγγελματικού συλλόγου ή του Κυπριακού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ή του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου, ανάλογα με την περίπτωση, για οποιονδήποτε από τους πιο κάτω λόγους:

(α) Αν οι απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7, παύουν να πληρούνται μετά την εγγραφή στο Μητρώο Διαμεσολαβητών ή αν διαπιστωθεί ότι δεν υπήρχαν κατά το χρόνο της εγγραφής·

(β) θάνατος του διαμεσολαβητή·

(γ) αν ο ίδιος υποβάλει αίτημα για τη διαγραφή του από το Μητρώο Διαμεσολαβητών·

(δ) αν, κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους, κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης ή εκδοθεί κατ’αυτού διάταγμα διορισμού συνδίκου ή έλθει σε συμβιβασμό με τους πιστωτές του·

(ε) αν καταδικαστεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα ή για αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα·

(στ) αν δεν ενεργήσει σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 10, παρά την απόκτηση οικονομικού ή άλλου συμφέροντος που δυνατό να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης του·

(ζ) κατάχρηση της θέσης του κατά τρόπο ώστε τυχόν συνέχιση διεξαγωγής διαμεσολάβησης από αυτόν να αποβεί επιβλαβής για το δημόσιο συμφέρον·

(η) διαγραφή από το Μητρώο Δικηγόρων που Ασκούν το Επάγγελμα ή από μέλος του Κυπριακού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ή του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου, ανάλογα με την περίπτωση·

(θ) αν έχει εγγραφεί στο Μητρώο Διαμεσολαβητών δυνάμει της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (α) του άρθρου 7 και δεν προσκομίσει προς τον Υπουργό βεβαίωση της συνέχισης της επαγγελματικής του κατάρτισης σε θέματα διαμεσολάβησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 ή το Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου, ·

(ι) αν ο οικείος επαγγελματικός σύλλογος ή το Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, ανάλογα με την περίπτωση, εισηγηθεί τη διαγραφή του, μετά από εξέταση παραπόνου ή αυτεπάγγελτη εξέταση σε σχέση με παραβίαση του παρόντος Νόμου ή του Ευρωπαϊκού Κώδικα Δεοντολογίας για τους Διαμεσολαβητές.

Τέλη εγγραφής στο Μητρώο Διαμεσολαβητών

9. Για την εγγραφή στο Μητρώο Διαμεσολαβητών, οι διαμεσολαβητές καταβάλλουν τέλος εγγραφής στον Υπουργό, το ύψος του οποίου καθορίζεται ή αναθεωρείται με διάταγμα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Καθήκοντα διαμεσολαβητή

10.-(1) Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας διαμεσολάβησης ο διαμεσολαβητής ασκεί τα καθήκοντά του με επιμέλεια, ανεξαρτησία και αμεροληψία, κατά τρόπο κατάλληλο και αποτελεσματικό, ανεξαρτήτως της ιδιότητας ή του επαγγέλματος του στη Δημοκρατία και ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο ορίστηκε ή ανέλαβε να διεξαγάγει την εν λόγω διαμεσολάβηση και δεν υπόκειται στον έλεγχο ούτε ακολουθεί τις οδηγίες οποιουδήποτε προσώπου ή αρχής.

(2) Διαμεσολαβητής, στον οποίο προτείνεται να αναλάβει, ή ο οποίος έχει ήδη αναλάβει, τη διεξαγωγή διαμεσολάβησης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οφείλει έγκαιρα και πριν αποδεχτεί το διορισμό του ή αμέσως μόλις διαφανεί η σύγκρουση συμφέροντος ή το άλλο συμφέρον, να δηλώνει εγγράφως οποιαδήποτε σύγκρουση συμφέροντος ή οποιοδήποτε περιστατικό ή οικονομικό ή άλλο συμφέρον το οποίο ενδέχεται να επηρεάσει ή να δώσει την εντύπωση ότι επηρεάζει την ανεξαρτησία του και αρνείται το διορισμό του ή παραιτείται από διαμεσολαβητής, ανάλογα με την περίπτωση, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν ρητά ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει τη διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1):

Νοείται ότι, οι περιστάσεις που αναφέρονται πιο πάνω περιλαμβάνουν -

(α) κάθε προσωπική ή επαγγελματική σχέση του διαμεσολαβητή με ένα από τα μέρη στη διαμεσολάβηση,

(β) οποιοδήποτε, άμεσο ή έμμεσο, οικονομικό ή άλλο συμφέρον του διαμεσολαβητή, από την έκβαση της διαμεσολάβησης,

(γ) οποιαδήποτε ενέργεια στο παρελθόν του ίδιου του διαμεσολαβητή ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου, που εργοδοτείται ή κατέχει οποιαδήποτε θέση στο νομικό πρόσωπο στο οποίο εργοδοτείται ή κατέχει οποιαδήποτε θέση ο διαμεσολαβητής, υπό άλλη ιδιότητα πλην του διαμεσολαβητή για κάποιο από τα μέρη.

(3) Πριν την έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης, ο διαμεσολαβητής βεβαιώνεται ότι τα μέρη αντιλαμβάνονται τη φύση της διαδικασίας διαμεσολάβησης και το ρόλο του διαμεσολαβητή και των μερών.

(4) Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας διαμεσολάβησης, ο διαμεσολαβητής διασφαλίζει ότι τα μέρη έχουν ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στη διαδικασία.

(5) Ο διαμεσολαβητής, εφόσον του ζητηθεί, παρέχει στα μέρη πληροφορίες σχετικά με το επαγγελματικό του υπόβαθρο, την εκπαίδευση και την εμπειρία του στον τομέα της διαμεσολάβησης.

(6) Ο διαμεσολαβητής δεν επιβάλλει συγκεκριμένη επίλυση της διαφοράς, δύναται όμως, κατά την κρίση του και με σκοπό να διευκολύνει τη φιλική διευθέτηση της διαφοράς, να υποβάλλει εισηγήσεις οι οποίες δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα.

(7) Οι διαμεσολαβητές καθοδηγούνται από τον Ευρωπαϊκό Κώδικα Δεοντολογίας για τους Διαμεσολαβητές.

Άσκηση επαγγέλματος από διαμεσολαβητή

11. Ο διαμεσολαβητής δεν αποκλείεται από την άσκηση του επαγγέλματός του.

Συνέχιση επαγγελματικής κατάρτισης διαμεσολαβητή

12. Πρόσωπο το οποίο -

(α) έχει εγγραφεί στο Μητρώο Διαμεσολαβητών δυνάμει της υποπαραγράφου (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του άρθρου 7 και επιθυμεί να διεξάγει, ως διαμεσολαβητής, διαδικασία διαμεσολάβησης δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 5· ή

(β) έχει εγγραφεί στο Μητρώο Διαμεσολαβητών δυνάμει της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (α) του άρθρου 7·

οφείλει να συνεχίζει την κατάρτισή του σε θέματα διαμεσολάβησης, ολοκληρώνοντας παρακολούθηση τουλάχιστο είκοσι τεσσάρων (24) ωρών εκπαίδευσης ανά τριετία, της πρώτης τριετίας αρχομένης από την πάροδο τριών (3) ετών από την ημερομηνία εγγραφής του στο Μητρώο Διαμεσολαβητών, και να υποβάλλει σχετική βεβαίωση στον Υπουργό:

Νοείται ότι, για πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του παρόντος άρθρου, η συνέχιση της κατάρτισης διενεργείται μέσω προγράμματος κατάρτισης που διοργανώνεται από το Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο ή το Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου, ή αντίστοιχου προγράμματος.

Ενημέρωση του κοινού

13.-(1) Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως μεριμνά με κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως μέσω του διαδικτύου να παρέχεται πληροφόρηση στο ευρύ κοινό σχετικά με τον τρόπο πρόσβασης σε διαμεσολαβητές.

(2) Οι δικηγόροι ενημερώνουν τους πελάτες τους σχετικά με τη δυνατότητα προσφυγής σε διαμεσολάβηση, όπως προβλέπεται στον παρόντα Νόμο, για την επίλυση οποιωνδήποτε διαφορών τους εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού.

ΜΕΡΟΣ IV ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ
Επιλογή διαμεσολαβητή

14.-(1) Σε περίπτωση που τα μέρη συμφωνήσουν να προσφύγουν σε διαμεσολάβηση για την επίλυση της διαφοράς ή των διαφορών τους, επιλέγουν εκ συμφώνου διαμεσολαβητή από το Μητρώο Διαμεσολαβητών:

Νοείται ότι, αν τα μέρη δεν συμφωνούν ως προς το πρόσωπο του διαμεσολαβητή, δεν λαμβάνει χώρα η διαμεσολάβηση.

(2) Ο διαμεσολαβητής δύναται να αρνηθεί το διορισμό του χωρίς αιτιολογία.

Παραπομπή σε διαμεσολάβηση από δικαστήριο

15.-(1) Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου διεξάγεται δικαστική διαδικασία για υπόθεση το αντικείμενο της οποίας εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου δύναται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας πριν την έκδοση απόφασης -

(α) να καλέσει τους διάδικους να παραστούν ενώπιόν του για ενημέρωση αναφορικά με τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας διαμεσολάβησης και τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς τους με την διαδικασία αυτή· και

(β) κατόπιν κοινής αίτησης όλων των διαδίκων, ή κατόπιν αίτησης ενός από τους διάδικους και με τη ρητή συναίνεση των υπολοίπων, ανάλογα με την περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης να αποφασίσει την αναβολή της δικαστικής διαδικασίας για να λάβει χώρα διαμεσολάβηση.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία οποιοσδήποτε από τους διάδικους δεν συμφωνεί στην προσφυγή στη διαμεσολάβηση, το δικαστήριο προχωρεί με τη δικαστική διαδικασία.

(3) Στην απόφαση του δικαστηρίου για αναβολή της δικαστικής διαδικασίας που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) περιλαμβάνεται ρητή αναφορά στη συναίνεση των διαδίκων και στη διάρκεια της διαμεσολάβησης, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες.

(4) Με τη συμπλήρωση της χρονικής διάρκειας που καθορίζεται στην απόφαση του δικαστηρίου, οι διάδικοι ενημερώνουν το δικαστήριο για την ακολουθούμενη διαδικασία και το αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης και, σε περίπτωση που δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία συμβιβασμού, δύνανται να ζητήσουν παράταση της διάρκειας της διαμεσολάβησης για περίοδο που δεν δύναται να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες.

(5) Το δικαστήριο δύναται, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε διάδικου, να διακόψει τη διαδικασία διαμεσολάβησης πριν από τη λήξη της καθορισμένης δυνάμει του παρόντος άρθρου προθεσμίας.

(6) Απόφαση του δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (4) ή του εδαφίου (5) δεν υπόκειται σε έφεση.

Συμφωνία διαμεσολάβησης

16. Χωρίς επηρεασμό των προνοιών του άρθρου 15 και του εδαφίου (3) του άρθρου 21, πριν την έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης, τα μέρη συμφωνούν, σε συνεννόηση με το διαμεσολαβητή, τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας, τη διάρκειά της, την υποχρέωση τήρησης του απορρήτου της διαδικασίας, τον τρόπο καθορισμού της αμοιβής του διαμεσολαβητή και τους όρους πληρωμής του, οποιαδήποτε άλλα έξοδα της διαδικασίας και κάθε άλλο ζήτημα κρίνουν αναγκαίο:

Νοείται ότι, ανεξάρτητα από οποιοδήποτε όρο της συμφωνίας, τα μέρη δύνανται να τερματίσουν τη διαδικασία διαμεσολάβησης οποτεδήποτε το επιθυμούν.

Έναρξη διαδικασίας διαμεσολάβησης

17. Η ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας διαμεσολάβησης είναι η ημερομηνία κατά την οποία υπογράφηκε η συμφωνία διαμεσολάβησης, όπου αυτή είναι γραπτή, ή, στην περίπτωση του άρθρου 15, η ημερομηνία έκδοσης της απόφασης που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του εν λόγω άρθρου ή, σε κάθε άλλη περίπτωση, η ημερομηνία κατά την οποία ο διαμεσολαβητής προέβηκε σε συγκεκριμένες ενέργειες στα πλαίσια της διαμεσολάβησης.

Διαδικασία διαμεσολάβησης

18.-(1) Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα και η εμπιστευτικότητα δεσμεύει οποιονδήποτε λαμβάνει μέρος σε αυτή.

(2) Ο διαμεσολαβητής δύναται, αν το κρίνει σκόπιμο, να επικοινωνεί και να διεξάγει χωριστές συναντήσεις με τα μέρη και οποιαδήποτε πληροφορία λάβει σε τέτοια συνάντηση είναι εμπιστευτική και δεν κοινοποιείται στο άλλο μέρος ή σε τρίτο πρόσωπο χωρίς τη συγκατάθεση του μέρους από το οποίο λήφθηκε η πληροφορία αυτή.

(3) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η διαδικασία διαμεσολάβησης δύναται να διενεργείται με τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών επικοινωνίας.

Καθορισμός τόπου και χρόνου διεξαγωγής της διαμεσολάβησης

19.-(1) Ο διαμεσολαβητής ορίζει τον τόπο διεξαγωγής της διαμεσολάβησης, αφού πρώτα λάβει υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπό διαμεσολάβηση διαφοράς, καθώς και τις απόψεις των μερών σε σχέση με την εύκολη πρόσβασή τους.

(2) Ο διαμεσολαβητής διαβουλεύεται με τα μέρη προκειμένου να διευθετούνται κατάλληλες ημερομηνίες για τη διεξαγωγή διαμεσολάβησης.

Γλώσσα διαμεσολάβησης

20. Ο διαμεσολαβητής, σε συμφωνία με τα μέρη, ορίζει τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες διεξάγεται η διαδικασία διαμεσολάβησης και στις οποίες διατυπώνεται η συμφωνία συμβιβασμού.

Εμφανίσεις

21.-(1) Τα μέρη παρίστανται ενώπιον του διαμεσολαβητή αυτοπροσώπως ή μαζί με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, περιλαμβανομένου δικηγόρου.

(2) Σε περίπτωση που το ένα από τα μέρη είναι νομικό πρόσωπο, εκπροσωπείται από φυσικό πρόσωπο που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένο να ενεργεί για λογαριασμό του και, για τον σκοπό αυτό, πριν την έναρξη της διαμεσολάβησης, προσκομίζει στον διαμεσολαβητή την σχετική απόφαση του νομικού προσώπου.

(3) Σε περίπτωση που μέρος στη διαμεσολάβηση εμφανίζεται με δικηγόρο τα σχετικά έξοδα βαρύνουν το μέρος αυτό.

Κατάθεση εμπειρογνώμονα

22.-(1) Εμπειρογνώμονας δύναται να καταθέσει στη διαδικασία διαμεσολάβησης εάν κληθεί από-

(α) το διαμεσολαβητή, με τη συναίνεση των μερών και λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα της διαφοράς, ή

(β) οποιοδήποτε μέρος στη διαμεσολάβηση.

(2) Σε περίπτωση όπου ο εμπειρογνώμονας καλείται από μέρος στη διαμεσολάβηση, τα έξοδα αυτού βαραίνουν το μέρος που τον έχει καλέσει.

Εμπιστευτικότητα της διαμεσολάβησης

23.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 18 και ανεξάρτητα από οποιοδήποτε άλλο νόμο, και εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, ο διαμεσολαβητής και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εμπλέκεται διοικητικά ή άλλως πως στη διαδικασία διαμεσολάβησης, υποχρεούται να μην προσκομίσει, σε οποιαδήποτε αστική δικαστική διαδικασία ή διαιτησία, οποιοδήποτε στοιχείο που έχει προκύψει από διαδικασία διαμεσολάβησης ή έχει σχέση με αυτήν, παρά μόνο -

(α) εφόσον τούτο είναι αναγκαίο για επιτακτικούς λόγους δημόσιας τάξης της Δημοκρατίας, κυρίως για να εξασφαλιστεί η προστασία των πρωταρχικών συμφερόντων των παιδιών ή να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θιγεί η σωματική ή ψυχολογική ακεραιότητα προσώπου, ή

(β) όταν η κοινολόγηση του περιεχομένου της συμφωνίας που προέκυψε από τη διαμεσολάβηση είναι απαραίτητη για την εφαρμογή ή την εκτέλεση αυτής της συμφωνίας.

(2) Η υποχρέωση του διαμεσολαβητή για τήρηση της εμπιστευτικότητας υφίσταται και μετά τον τερματισμό των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων ως διαμεσολαβητή, τόσο για το διάστημα που είναι εγγεγραμμένος ως διαμεσολαβητής, όσο και μετά τη διαγραφή του, για οποιοδήποτε λόγο, από το Μητρώο Διαμεσολαβητών.

Δηλώσεις ενώπιον διαμεσολαβητή

24. Ανεξάρτητα από τις πρόνοιες οποιουδήποτε άλλου νόμου και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 23 του παρόντος Νόμου, δήλωση η οποία γίνεται ενώπιον διαμεσολαβητή κατά τη διάρκεια διαδικασίας διαμεσολάβησης δεν είναι δεκτή ως μαρτυρία εναντίον οποιουδήποτε προσώπου ενώπιον του δικαστηρίου.

Παράλειψη ή αδυναμία προς εκπλήρωση των καθηκόντων του διαμεσολαβητή

25.-(1) Σε περίπτωση νομικής ή πραγματικής αδυναμίας προς εκπλήρωση των καθηκόντων του διαμεσολαβητή ή σε περίπτωση παράλειψής του να ενεργήσει χωρίς αναίτια καθυστέρηση, η εντολή του ως διαμεσολαβητής τερματίζεται, αν ο ίδιος παραιτηθεί ή αν τα μέρη συμφωνήσουν προς τούτο ή εάν το ένα εκ των μερών τερματίσει την εντολή του προς διαμεσολάβηση.

(2) Παραίτηση διαμεσολαβητή ή συμφωνία των μερών ή απόφαση του ενός των μερών προς τερματισμό της εντολής διαμεσολαβητή υπό τις περιστάσεις του παρόντος άρθρου, δεν επάγεται παραδοχή των προβαλλόμενων ισχυρισμών.

Αντικατάσταση διαμεσολαβητή

26. Ο διαμεσολαβητής αντικαθίσταται σε περίπτωση διαγραφής του από το Μητρώο Διαμεσολαβητών δυνάμει του άρθρου 8 ή τερματισμού της εντολής του δυνάμει του άρθρου 25 ή ανάκλησης της εντολής του με συμφωνία των μερών ή σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση τερματισμού της εντολής του και η επιλογή αντικαταστάτη αυτού διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14.

Αποτελέσματα της διαμεσολάβησης στην παραγραφή και στις αποσβεστικές προθεσμίες

27.-(1) Η έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης κατά τις διατάξεις του άρθρου 17 επάγεται αναστολή του χρόνου της παραγραφής ή της αποσβεστικής προθεσμίας καθ’όλη τη διάρκεια της διαδικασίας διαμεσολάβησης.

(2) Σε περίπτωση αποτυχίας της διαδικασίας διαμεσολάβησης, ο χρόνος παραγραφής ή αποσβεστικής προθεσμίας που αναστάληκε συνεχίζει να τρέχει από την ημερομηνία τερματισμού της διαδικασίας διαμεσολάβησης.

(3) Το εδάφιο (1) δεν θίγει τις περί παραγραφής ή λήξεως αποσβεστικής προθεσμίας διατάξεις των διεθνών συμφωνιών στις οποίες είναι συμβαλλόμενη η Δημοκρατία.

ΜΕΡΟΣ V ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥ
Τερματισμός διαδικασίας διαμεσολάβησης

28.-(1) Η διαδικασία διαμεσολάβησης τερματίζεται-

(α) με τη σύναψη μεταξύ των μερών συμφωνίας συμβιβασμού·

(β) με τη σύνταξη πρακτικού περί μη επίτευξης συμφωνίας·

(γ) με συμφωνία των μερών για διακοπή της διαδικασίας·

(δ) σε περίπτωση που ένα από τα μέρη παύσει να συναινεί στη συνέχισή της·

(ε) αν ο διαμεσολαβητής κρίνει ότι για οποιοδήποτε λόγο η συνέχιση της διαμεσολάβησης κατέστη περιττή ή αδύνατη·

(στ) αν ο διαμεσολαβητής κρίνει ότι η συμφωνία συμβιβασμού στην οποία έχουν καταλήξει τα μέρη είναι παράνομη·

(ζ) αν ο διαμεσολαβητής κρίνει ότι η επερχόμενη διευθέτηση της διαφοράς δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από το δικαστήριο.

(2) Ο τερματισμός της διαδικασίας διαμεσολάβησης επάγεται τον τερματισμό της εντολής του ίδιου του διαμεσολαβητή.

Φύλαξη εγγράφων διαμεσολάβησης από το διαμεσολαβητή

29. Όλα τα έγγραφα που αφορούν τη διαδικασία διαμεσολάβησης φυλάσσονται από το διαμεσολαβητή για περίοδο τουλάχιστον επτά (7) ετών από την ημερομηνία τερματισμού της διαδικασίας διαμεσολάβησης.

Σύναψη συμφωνίας συμβιβασμού

30.-(1) Σε περίπτωση επίτευξης συμφωνίας μεταξύ των μερών για επίλυση συνόλου ή μέρους της διαφοράς τους, ο διαμεσολαβητής συντάσσει γραπτή συμφωνία συμβιβασμού η οποία περιλαμβάνει-

(α) τα στοιχεία του διαμεσολαβητή·

(β) τον τόπο και το χρόνο της διαμεσολάβησης·

(γ) τα στοιχεία των μερών·

(δ) τα στοιχεία των προσώπων που έλαβαν μέρος στη διαδικασία της διαμεσολάβησης·

(ε) τη συμφωνία διαμεσολάβησης αναφορικά με τα ζητήματα που αναφέρονται στο άρθρο 16·

(στ) τους όρους της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν τα μέρη κατά τη διαμεσολάβηση· και

(ζ) την ημερομηνία σύναψής της.

(2) Η συμφωνία συμβιβασμού δύναται επίσης να προβλέπει ότι τα μέρη συγκατατίθενται στην κατάθεση από οποιοδήποτε μέρος αίτησης για εκτέλεση συμφωνίας συμβιβασμού δυνάμει του άρθρου 32.

(3) Η συμφωνία συμβιβασμού υπογράφεται ιδιοχείρως από το διαμεσολαβητή και τα μέρη.

(4) Ο διαμεσολαβητής παρέχει αντίγραφο της συμφωνίας συμβιβασμού στα μέρη.

Μη επίτευξη συμφωνίας συμβιβασμού

31.-(1) Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας κατά τη διαμεσολάβηση, ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό στο οποίο καταγράφει τη μη επίτευξη συμφωνίας συμβιβασμού και το οποίο υπογράφεται από το διαμεσολαβητή και, αν το επιθυμούν, από τα μέρη.

(2) Ο διαμεσολαβητής παρέχει αντίγραφο του πρακτικού που αναφέρεται στο εδάφιο (1) στα μέρη στη διαμεσολάβηση.

Εκτελεστότητα συμφωνίας συμβιβασμού

32.-(1) Αίτηση για εκτέλεση συμφωνίας συμβιβασμού δύναται να κατατεθεί στο δικαστήριο -

(α) από κοινού από όλα τα μέρη· ή

(β) από ένα εκ των μερών με τη ρητή συγκατάθεση των υπολοίπων μερών εκτός αν η ρητή συγκατάθεση των υπολοίπων προς το σκοπό αυτό παρέχεται δυνάμει της συμφωνίας συμβιβασμού.

(2) Αν η συμφωνία συμβιβασμού είναι διατυπωμένη σε γλώσσα άλλη από την Ελληνική γλώσσα, το δικαστήριο δύναται να ζητήσει και την προσκόμιση δεόντως κεκυρωμένης μετάφρασης αυτής στην Ελληνική γλώσσα.

(3) Μετά από αίτηση που κατατίθεται δυνάμει του εδαφίου (1), το δικαστήριο δύναται να-

(α) κηρύξει το σύνολο ή μέρος της συμφωνίας συμβιβασμού ως εκτελεστό κατά τον ίδιο τρόπο που εκτελείται δικαστική απόφαση ή διάταγμα με την ίδια ισχύ και σε τέτοια περίπτωση δύναται να εκδοθεί δικαστική απόφαση με περιεχόμενο εκείνο της συμφωνίας συμβιβασμού· ή

(β) απορρίψει την αίτηση για εκτέλεση της συμφωνίας συμβιβασμού, αν κρίνει ότι το περιεχόμενο της συμφωνίας αντίκειται στο νόμο ή δεν είναι εκτελεστό ή αν η διαφορά δεν μπορεί να επιλυθεί με διαμεσολάβηση.

(4) Απόφαση του δικαστηρίου να απορρίψει αίτηση για εκτέλεση συμφωνίας συμβιβασμού για τους λόγους που αναφέρονται στο εδάφιο (3) δύναται να εφεσιβληθεί με τον ίδιο τρόπο που εφεσιβάλλεται δικαστική απόφαση.

(5) Αρμόδιο να λαμβάνει αιτήσεις σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου είναι το δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου εμπίπτει η συγκεκριμένη διαφορά, σύμφωνα με τους νόμους της Δημοκρατίας, και ανεξαρτήτως του τόπου διεξαγωγής της διαδικασίας διαμεσολάβησης.

(6) Το παρόν άρθρο δεν θίγει τους κανόνες που ισχύουν για την αναγνώριση και την εφαρμογή σε άλλο κράτος μέλος συμφωνίας συμβιβασμού, η οποία έχει κηρυχθεί εκτελεστή σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

ΜΕΡΟΣ VI ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ
Έκδοση κανονισμών

33. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, με εξαίρεση τα θέματα σε σχέση με τα οποία ρητά αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ότι ρυθμίζονται με Διαδικαστικό Κανονισμό.

Διαδικαστικοί Κανονισμοί

34. Το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να εκδίδει Διαδικαστικό Κανονισμό, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για τον καθορισμό της διαδικασίας κατάθεσης της συμφωνίας συμβιβασμού στο δικαστήριο ή για οποιοδήποτε άλλο θέμα το οποίο ως εκ της φύσεως του ρυθμίζεται με Διαδικαστικό Κανονισμό.