ΜΕΡΟΣ VI ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΕΙΣΟΔΟ, ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ
Εξουσία προς συλλογή πληροφοριών

32.-(1) Η Επιτροπή δύναται να ζητεί και συλλέγει πληροφορίες απαραίτητες ή χρήσιμες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της και να απαιτεί μέσα σε ταχθείσα προθεσμία με γραπτό αίτημά της, την παροχή πληροφοριών από εκδότες, ΕΠΕΥ, ΟΣΕΚΑ και από κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εμπίπτει εντός των αρμοδιοτήτων ελέγχου της, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της κειμένης νομοθεσίας, καθώς και από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που η Επιτροπή, κατά την απόλυτή της κρίση, θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις αιτούμενες πληροφορίες.

(2) Στο γραπτό αίτημα της Επιτροπής, καθορίζεται ο σκοπός της έρευνας, η διάταξη στην οποία βασίζεται η εξουσία της Επιτροπής, η τασσόμενη προς παροχή των πληροφοριών προθεσμία και οι ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1), υποχρέωση παροχής πληροφοριών.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται το αίτημα της Επιτροπής για συλλογή πληροφοριών, έχει υποχρέωση για έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των ζητούμενων πληροφοριών.

(4) Αναφορικά με το τραπεζικό απόρρητο, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 29 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου, μέλος ή υπάλληλος της Επιτροπής ή άλλο πρόσωπο που είναι εντεταλμένο ύστερα από ρητή απόφαση του Συμβουλίου της Επιτροπής προς λήψη πληροφοριών δυνάμει του παρόντος Νόμου, λογίζεται ως δημόσιος λειτουργός κατά την έννοια του εδαφίου (2)(δ) για την εξασφάλιση οποιασδήποτε πληροφορίας:

Νοείται ότι η πιο πάνω αρμοδιότητα της Επιτροπής εκτείνεται στις περιπτώσεις διεξαγωγής ελέγχων και ερευνών δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 33, 34 και 50.

(5) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με αίτημα για συλλογή πληροφοριών μέσα στην ταχθείσα προθεσμία ή σε περίπτωση που αυτό αρνείται να δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες ή επιδεικνύει ή προσκομίζει ελλιπείς, ψευδείς ή παραποιημένες πληροφορίες, η Επιτροπή έχει εξουσία να του επιβάλει-

(α) Διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37, ή/και

(β) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτακόσιων πενήντα ευρώ (€850) για κάθε ημέρα συνέχισης της άρνησης συμμόρφωσης ή άλλης παράβασης.

(6) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσεως και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της:

Νοείται ότι, αν κατά τη συλλογή πληροφοριών προκύψουν οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία δυνατό να συνιστούν ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας, πέραν από αυτήν που διερευνάται από την Επιτροπή σύμφωνα με το γραπτό της αίτημα, τότε τα στοιχεία αυτά δύναται να αποτελέσουν ικανή βάση για λήψη περαιτέρω μέτρων κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 35, 36, 37 και 38, χωρίς να υποχρεούται η Επιτροπή να προβεί σε νέα συλλογή πληροφοριών ή σε διενέργεια νέας έρευνας.

(7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η “υποχρέωση παροχής πληροφοριών” περιλαμβάνει υποχρέωση για προσκόμιση, παράθεση και κατάθεση-

(α) Kάθε είδους γραπτών στοιχείων και πληροφοριών, περιλαμβανομένων των πρακτικών συνεδριάσεων οποιουδήποτε νομικού προσώπου, όπως και πληροφοριών εναποθηκευμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές,

(β) οποιωνδήποτε στοιχείων, τα οποία πρόσωπο κατέχει υπό την ιδιότητά του ως καταπιστευματοδόχος, περιλαμβανομένης και της πραγματικής ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων των χρηματοοικονομικών μέσων εν σχέσει με τα οποία, άμεσα ή έμμεσα, είναι καταπιστευματοδόχος.

(8) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει αίτημα της Επιτροπής για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος άρθρου οφείλει να μην το κοινοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο και να το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα.

Εξουσία της Επιτροπής προς διενέργεια ελέγχων

33.-(1) Η Επιτροπή για σκοπούς ελέγχου συμμόρφωσης των προσώπων που εμπίπτουν εντός των αρμοδιοτήτων της με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου και της κειμένης νομοθεσίας, δύναται να διενεργεί ελέγχους και για τους σκοπούς αυτούς δύναται να ζητεί και να ελέγχει πληροφορίες, να εισέρχεται σε γραφεία και επαγγελματικούς χώρους των υπό έλεγχο προσώπων και να ελέγχει αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματα τους:

Νοείται ότι η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει αποσπάσματα αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών άλλων εγγράφων και στοιχείων εάν έχει εύλογη υποψία ότι τα αποσπάσματα αυτά ενδεχομένως να αποβούν χρήσιμα για σκοπούς απόδειξης σε ποινική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή με εκδιδόμενους δυνάμει αυτού κανονισμούς ή οδηγίες ή με την κειμένη νομοθεσία.

(2) Σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε πληροφορίες, αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα ή στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, η Επιτροπή δύναται να προβαίνει σε άμεση κατάσχεση των σχετικών πληροφοριών, αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και άλλων εγγράφων και στοιχείων, καθώς και των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων:

Νοείται ότι η Επιτροπή επιστρέφει ο,τιδήποτε κατασχέθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου στον κάτοχό του, μόλις περατωθεί ο σκοπός για τον οποίο προέβηκε στην κατάσχεση και, σε κάθε περίπτωση, εντός σαράντα πέντε ημερών από την ημερομηνία της κατάσχεσης.

(3) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσης και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της:

Νοείται ότι αν κατά τη διενέργεια του ελέγχου προκύψουν οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία δυνατό να συνιστούν ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας, τότε αυτά δύναται να αποτελέσουν ικανή βάση για λήψη περαιτέρω μέτρων κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 35, 36, 37 και 38, χωρίς να υποχρεούται η Επιτροπή να προβεί σε νέα συλλογή πληροφοριών ή σε διενέργεια νέας έρευνας.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται η ειδοποίηση ελέγχου της Επιτροπής έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή συμμόρφωση.

(5) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με ειδοποίηση για τη διενέργεια ελέγχου ή σε περίπτωση που πρόσωπο επιδεικνύει ή προσκομίζει ελλιπή, ψευδή ή παραποιημένα τα ζητηθέντα αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες, η Επιτροπή έχει εξουσία να του επιβάλει-

(α) Διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37, ή/και

(β) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτακόσιων πενήντα ευρώ (€850) για κάθε ημέρα συνέχισης της άρνησης συμμόρφωσης ή άλλης παράβασης.

(6) Η Επιτροπή δύναται να ζητεί τη συνδρομή της Αστυνομίας προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο.

Εξουσία της Επιτροπής για είσοδο και έρευνα

34.-(1)(α) Η Επιτροπή δύναται να διενεργεί έρευνες απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ή για τη διερεύνηση ενδεχόμενης παράβασης των δυνάμει του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας επιβαλλόμενων υποχρεώσεων και προς τούτο δύναται να ζητεί και να συλλέγει πληροφορίες, να εισέρχεται σε γραφεία και επαγγελματικούς χώρους και να ελέγχει αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματά τους:

Νοείται ότι η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει αποσπάσματα αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών άλλων εγγράφων και στοιχείων εάν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι τα αποσπάσματα αυτά είναι δυνατό να αποβούν χρήσιμα για σκοπούς απόδειξης σε ποινική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή με εκδιδόμενους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους κανονισμούς ή οδηγίες ή με την κειμένη νομοθεσία.

(β) Σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε πληροφορίες, αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, καθώς και σε άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, η Επιτροπή δύναται να προβαίνει σε άμεση κατάσχεση των σχετικών πληροφοριών, αρχείων, βιβλίων λογαριασμών, άλλων εγγράφων και στοιχείων, καθώς και των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων:

Νοείται ότι, η Επιτροπή υποχρεούται να επιστρέψει οτιδήποτε κατασχέθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου στον κάτοχό του, ευθύς ως περατωθεί ο σκοπός για τον οποίο προέβηκε στην κατάσχεση και, σε κάθε περίπτωση, εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία της κατάσχεσης.

(2) H Επιτροπή δύναται να διενεργεί έρευνες σε υποστατικό κάθε φυσικού ή νομικού πρόσωπου που εμπίπτει εντός των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας και σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που η Επιτροπή, κατά την απόλυτη της κρίση, θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις απαιτούμενες πληροφορίες και στοιχεία.

(3) Η έρευνα διενεργείται ύστερα από ειδοποίηση της Επιτροπής η οποία αποστέλλεται από προηγουμένως είτε επιδίδεται στο πρόσωπο που αφορά η ειδοποίηση κατά την ημερομηνία και ώρα έναρξης της έρευνας.

(4) Η ειδοποίηση της Επιτροπής είναι γραπτή, ορίζει την ημερομηνία και ώρα έναρξη της έρευνας, το σκοπό της, τη διάταξη στην οποία βασίζεται η εξουσία της Επιτροπής και τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση αφορά να συμμορφωθεί προς την ειδοποίηση.

(5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κατοικία ή η διεξαγωγή έρευνας σε κατοικία για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, παρά μόνο δυνάμει δικαστικού εντάλματος.

(6) Η Επιτροπή δύναται να καλεί σε κατάθεση πρόσωπα που δυνατό να έχουν στοιχεία ή να γνωρίζουν ο,τιδήποτε σχετικά με την υπό διενέργεια έρευνα και να ορίζει μέλος του Συμβουλίου ή λειτουργό της Επιτροπής ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για να ακούσει μαρτυρία και να πάρει, εκ μέρους της, γραπτή ή ηχογραφημένη κατάθεση από τα πρόσωπα αυτά, τα οποία οφείλουν να προσέρχονται ενώπιον του εντεταλμένου προσώπου και να παρέχουν τις πληροφορίες που κατέχουν.

(7) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται αίτημα της Επιτροπής έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή συμμόρφωση.

(8) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με ειδοποίησή της για έρευνα ή στην κλήση για κατάθεση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή σε περίπτωση που αυτό δεν προσκομίζει τα ζητηθέντα στοιχεία ή προσκομίζει και/ή επιδεικνύει ελλιπή, ψευδή ή παραποιημένα τα ζητηθέντα αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες, η Επιτροπή δύναται να του επιβάλει, χωρίς επηρεασμό των εξουσιών της για κατάσχεση, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1)-

(α) Διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37, ή/και

(β) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτακόσιων πενήντα ευρώ (€850) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράλειψης προς συμμόρφωση.

(9) Οι πληροφορίες που περιέρχονται στην κατοχή της Επιτροπής κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσης και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της:

Νοείται ότι αν κατά τη διενέργεια της έρευνας προκύψουν οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία δυνατό να συνιστούν ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας, πέραν αυτής που διερευνάται από την Επιτροπή στο γραπτό της αίτημα, τότε αυτά δύνανται να αποτελέσουν ικανή βάση για λήψη περαιτέρω μέτρων κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 35, 36, 37, και 38, χωρίς να υποχρεούται η Επιτροπή να προβεί σε νέα συλλογή πληροφοριών ή σε διενέργεια νέας έρευνας.

(10) Κατά τη διενέργεια έρευνας εκ μέρους αρμόδιας εποπτικής αρχής της αλλοδαπής δυνάμει του άρθρου 29, η Επιτροπή δύναται να συνοδεύεται από άτομο, το οποίο να εξουσιοδοτείται γραπτώς από την αρμόδια εποπτική αρχή του εξωτερικού ως αντιπρόσωπος της εν λόγω αρχής.

(11) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει αίτημα της Επιτροπής, δυνάμει του παρόντος άρθρου, οφείλει να μην κοινοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο το εν λόγω αίτημα και να το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα.

(12) Η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να ζητεί τη συνδρομή της Αστυνομίας προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο.

Ενέργειες της Επιτροπής σε περίπτωση παραβάσεων

35.-(1) Η Επιτροπή, σε περίπτωση που κατά την άσκηση της εξουσίας της προς συλλογή πληροφοριών, διενέργεια ελέγχου, εισόδου και έρευνας ή από στοιχεία που με οποιοδήποτε τρόπο τίθενται ενώπιόν της, διαπιστώνει το ενδεχόμενο παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας, ενεργεί ως ακολούθως:

(α) σε περίπτωση που η ενδεχόμενη παράβαση δυνατόν εκ πρώτης όψεως να συνιστά ποινικό αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας, συντάσσει πόρισμα ή έκθεση γεγονότων, και τα υποβάλλει μαζί με όλα τα στοιχεία που κατέχει στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

(β) επιλαμβάνεται η ίδια και αποφασίζει κατά πόσο δικαιολογείται η επιβολή διοικητικού προστίμου ή άλλου διοικητικού μέτρου κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 37 ή δυνάμει της κειμένης νομοθεσίας και προχωρεί στην επιβολή διοικητικού προστίμου ή άλλου διοικητικού μέτρου, ανεξαρτήτως τυχόν ποινικής ευθύνης.

Διορισμός ερευνώντος λειτουργού

36.-(1) Για τους σκοπούς των άρθρων 32, 34, 35 και 50, η Επιτροπή δύναται να ορίζει μέλος του Συμβουλίου ή και υπάλληλο της Επιτροπής ή και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, ως ερευνώντα λειτουργό.

(2) Η έρευνα διεξάγεται το ταχύτερο δυνατό.

(3) Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας, ο ερευνών λειτουργός -

(α) δύναται να συμβουλεύεται και να συνοδεύεται από επαγγελματικό σύμβουλο, από άτομο το οποίο εξουσιοδοτείται γραπτώς από την αρμόδια εποπτική αρχή του εξωτερικού ως αντιπρόσωπος της εν λόγω αρχής ή και απ’ οποιοδήποτε άλλο άτομο, και

(β) δύναται να ασκεί τις εξουσίες προς συλλογή πληροφοριών, είσοδο και έρευνα, με τις οποίες περιβάλλεται η Επιτροπή βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(4) Ο ερευνών λειτουργός δύναται να καλεί, να ακούει μαρτυρία και να παίρνει γραπτή ή ηχογραφημένη, κατά την κρίση του ερευνώντος λειτουργού, κατάθεση από πρόσωπα που δυνατό να έχουν στοιχεία ή να γνωρίζουν ο,τιδήποτε σχετικά με την υπόθεση, τα οποία οφείλουν να προσέρχονται ενώπιον του ερευνώντος λειτουργού και να παρέχουν τις πληροφορίες που κατέχουν.

(5) Ο ερευνών λειτουργός, αφού ολοκληρώσει την έρευνα συντάσσει το πόρισμά του περιλαμβάνοντας τις απόψεις ή και τις εισηγήσεις του επί των ευρημάτων του, και το υποβάλλει στην Επιτροπή μαζί με όλα τα σχετικά με την υπόθεση έγγραφα:

Διοικητικό πρόστιμο, διοικητικά μέτρα και συμβιβασμός

37.-(1) Η Επιτροπή, σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι πρόσωπο προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη κατά παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή οδηγιών ή της κειμένης νομοθεσίας, δύναται να του επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο -

(α) που δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων ευρώ, και

(β) σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες χιλιάδες ευρώ ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, χωρίς επηρεασμό οποιωνδήποτε άλλων διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας περί επιβολής διοικητικών κυρώσεων.

(1Α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), η Επιτροπή επιβάλλει τις διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα που προβλέπονται στις πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή των οποίων η Επιτροπή ορίζεται ως αρμόδια αρχή είτε δυνάμει των εν λόγω πράξεων είτε δυνάμει γνωστοποίησης του Υπουργού.

(2) Η Επιτροπή σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος της παράβασης προσπορίστηκε όφελος, το οποίο υπερβαίνει το ύψος των διοικητικών προστίμων, τα οποία καθορίζονται στο εδάφιο (1), ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να επιβάλλει στον υπαίτιο διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι του διπλασίου του οφέλους που ο υπαίτιος αποδεδειγμένα προσπορίστηκε.

(3) Χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (1), η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο:

(α) σε νομικό πρόσωπο, ή και

(β) σε σύμβουλο, διευθυντή ή αξιωματούχο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια.

(3Α) Ανεξάρτητα από τα εδάφια (1), (2) και (3), η Επιτροπή δεν επιβάλλει σε οποιοδήποτε πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο βάσει του παρόντος άρθρου, αν στο ίδιο πρόσωπο ήδη επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο από την Επιτροπή ή άλλη αρχή, σε σχέση με την ίδια παράβαση και τα ίδια γεγονότα που τη στοιχειοθετούν.

(4) Η Επιτροπή δύναται να προβαίνει σε συμβιβασμό οποιασδήποτε παράβασης ή ενδεχόμενης παράβασης, πράξης ή παράλειψης για την οποία υπάρχει εύλογη υποψία ότι διαπράχθηκε από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών ή οδηγιών ή της κειμένης νομοθεσίας.

(5)(α) Η Επιτροπή σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι πρόσωπο δεν συμμορφώνεται με την εγκύκλιο που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων της υποπαραγράφου (iii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 25, δύναται να του επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (€200.000), καθώς και διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων ευρώ (€500) για κάθε ημέρα συνέχισης άρνησης συμμόρφωσης ή άλλης παράβασης.

(β) Σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τετρακόσιες χιλιάδες ευρώ (€400.000), καθώς και διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των χιλίων ευρώ (€1.000) για κάθε ημέρα συνέχισης άρνησης συμμόρφωσης ή άλλης παράβασης.

Δικαίωμα ακρόασης

38.-(1) Πριν να προβεί στην έκδοση της απόφασής της για ενδεχόμενη επιβολή διοικητικού προστίμου ή άλλου διοικητικού μέτρου, η Επιτροπή οφείλει να δίδει δικαίωμα ακρόασης σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο και να επισημαίνει τα δικαιώματα που του παρέχονται δυνάμει του εδαφίου (2).

(2) Πρόσωπο, στο οποίο κοινοποιείται έγγραφο με βάση το εδάφιο (1) έχει το δικαίωμα, εντός προθεσμίας την οποία τάσσει η Επιτροπή και η οποία δύναται να είναι μεταξύ τριών και είκοσι μίας ημερών από την εν λόγω κοινοποίηση, να προβεί σε γραπτές παραστάσεις προς την Επιτροπή.

(3) Η Επιτροπή οφείλει να λαμβάνει υπόψη της τις παραστάσεις αυτές πριν να προβεί στην έκδοση απόφασης για την ύπαρξη ή μη παράβασης, στην επιβολή διοικητικού προστίμου ή άλλου διοικητικού μέτρου και στον καθορισμό του ύψους αυτού.

(4) Η Επιτροπή δύναται να καλέσει πρόσωπο ή να δεχτεί αίτημά του για προφορικές παραστάσεις, σε περίπτωση που αυτές απαιτούνται, για την επεξήγηση των γραπτών παραστάσεων που έχουν ήδη υποβληθεί.

(5) Η Επιτροπή δύναται να δίδει παράταση της προθεσμίας που τάσσεται δυνάμει του εδαφίου (2) σε περίπτωση κωλύματος ή άλλης εύλογης αιτίας.

(6) Σε περίπτωση μη υποβολής οποιωνδήποτε παραστάσεων εντός ταχθείσας προθεσμίας, η Επιτροπή δύναται να προχωρεί στη λήψη απόφασης χωρίς άλλη ειδοποίηση.

(7) Οι περί επιβολής διοικητικού προστίμου ή άλλου διοικητικού μέτρου αποφάσεις της Επιτροπής υπόκεινται σε προσφυγή.

Είσπραξη διοικητικών προστίμων

39.-(1) Διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται από την Επιτροπή κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας λογίζεται έναντι των εσόδων του Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας.

(2) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής διοικητικού προστίμου ή χρηματικής πληρωμής που καθορίζεται στα πλαίσια συμβιβασμού, η Επιτροπή δύναται-

(α) να λαμβάνει δικαστικά μέτρα προς είσπραξή του, οπότε το οφειλόμενο ποσό εισπράττεται ως αστικό χρέος·

(β) να λαμβάνει οποιαδήποτε άλλα μέτρα, τα οποία δύναται να καθορίζει με οδηγία της.

Αποδοχή εκθέσεων

40. Η Επιτροπή δύναται να αποδέχεται ή να απορρίπτει, κατά την αξιολόγηση, εκθέσεις που της υποβάλλουν οποιαδήποτε πρόσωπα ή ελεγκτές των προσώπων που υπόκεινται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής δυνάμει του παρόντος Νόμου και της κειμένης νομοθεσίας, ή να ζητά την υποβολή τέτοιων ή άλλων εκθέσεων.

Για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή, εάν το κρίνει σκόπιμο, δύναται να καθορίζει με οδηγία της οποιοδήποτε σχετικό θέμα.