Εξουσία της Επιτροπής προς διενέργεια ελέγχων

33.-(1) Η Επιτροπή για σκοπούς ελέγχου συμμόρφωσης των προσώπων που εμπίπτουν εντός των αρμοδιοτήτων της με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου και της κειμένης νομοθεσίας, δύναται να διενεργεί ελέγχους και για τους σκοπούς αυτούς δύναται να ζητεί και να ελέγχει πληροφορίες, να εισέρχεται σε γραφεία και επαγγελματικούς χώρους των υπό έλεγχο προσώπων και να ελέγχει αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματα τους:

Νοείται ότι η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει αποσπάσματα αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών άλλων εγγράφων και στοιχείων εάν έχει εύλογη υποψία ότι τα αποσπάσματα αυτά ενδεχομένως να αποβούν χρήσιμα για σκοπούς απόδειξης σε ποινική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή με εκδιδόμενους δυνάμει αυτού κανονισμούς ή οδηγίες ή με την κειμένη νομοθεσία:

Νοείται περαιτέρω ότι η εξουσία ελέγχου και συλλογής πληροφοριών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εκτείνεται στη συλλογή κειμένων που συνιστούν αλληλογραφία ή επικοινωνία και το πρόσωπο φυσικό ή νομικό που υπόκειται στην έρευνα αυτή, έχει το δικαίωμα να αρνηθεί στην Επιτροπή την παροχή τέτοιων στοιχείων.

(2) Σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε πληροφορίες, αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα ή στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τα οποία δε συνιστούν αλληλογραφία ή επικοινωνία, η Επιτροπή δύναται να προβαίνει σε άμεση κατάσχεση των σχετικών πληροφοριών, αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και άλλων εγγράφων και στοιχείων, καθώς και των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων:

Νοείται ότι η Επιτροπή επιστρέφει ο,τιδήποτε κατασχέθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου στον κάτοχό του, μόλις περατωθεί ο σκοπός για τον οποίο προέβηκε στην κατάσχεση και, σε κάθε περίπτωση, εντός σαράντα πέντε ημερών από την ημερομηνία της κατάσχεσης.

(3) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσης και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της:

Νοείται ότι αν κατά τη διενέργεια του ελέγχου προκύψουν οποιαδήποτε στοιχεία, τα οποία δυνατό να συνιστούν ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας, τότε αυτά δύναται να αποτελέσουν ικανή βάση για λήψη περαιτέρω μέτρων κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 35, 36, 37 και 38, χωρίς να υποχρεούται η Επιτροπή να προβεί σε νέα συλλογή πληροφοριών ή σε διενέργεια νέας έρευνας.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται η ειδοποίηση ελέγχου της Επιτροπής έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή συμμόρφωση.

(5) Υπό την επιφύλαξη των όρων και περιορισμών που προβλέπονται στο εδάφιο (1) αναφορικά με έλεγχο που αφορά πληροφορίες που συνιστούν αλληλογραφία ή επικοινωνία και το δικαίωμα του υπό έρευνα προσώπου σε άρνηση παροχής τέτοιων πληροφοριών η Επιτροπή, σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με ειδοποίησή της για τη διενέργεια ελέγχου ή σε περίπτωση που το πρόσωπο επιδεικνύει ή προσκομίζει ελλιπή ή ψευδή ή παραποιημένα τα αιτηθέντα αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία ή πληροφορίες, έχει εξουσία να του επιβάλει-

(α) διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37, ή/και

(β) διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτακοσίων πενήντα ευρώ για κάθε ημέρα συνέχισης της άρνησης ή της παράβασης.

(6) Η Επιτροπή δύναται να ζητεί τη συνδρομή της Αστυνομίας προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο.