Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο-

 

«Οδηγία 2005/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά ΅ε τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις», ως έχει διορθωθεί,

 

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Ρύπανση από Πλοία) Νόμος του 2008.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -

«αιγιαλίτιδα ζώνη», αναφορικά με τη Δημοκρατία, σημαίνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της, όπως διέπεται από τον περί Αιγιαλίτιδος Ζώνης Νόμο·

«αποκλειστική οικονομική ζώνη», αναφορικά με τη Δημοκρατία, σημαίνει την αποκλειστική οικονομική ζώνη της, όπως διέπεται από τον περί της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης Νόμο·

«απόρριψη» σημαίνει κάθε αποδέσμευση από πλοίο, όπως ορίζεται στο ’ρθρο 2 της Σύμβασης MΑRPOL·

«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει τον Υπουργό ή οποιοδήποτε εξουσιοδοτούμενο από τον Υπουργό πρόσωπο δυνάμει του άρθρου 4·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

«κυπριακό πλοίο» σημαίνει πλοίο το οποίο είναι εγγεγραμμένο στο Νηολόγιο κυπριακών πλοίων και φέρει τη σημαία της Δημοκρατίας, δυνάμει των διατάξεων του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου·

«Οδηγία 2005/35/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2005/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις», ως έχει διορθωθεί και ως περαιτέρω εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου» σημαίνει τον πλοιοκτήτη ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, όπως το διαχειριστή ή το ναυλωτή γυμνού πλοίου (bareboat charterer), ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας πλοίου από τον πλοιοκτήτη και ο οποίος αναλαμβάνοντας τέτοια ευθύνη έχει συμφωνήσει να αναλάβει όλα τα παρεπόμενα καθήκοντα, τις ευθύνες και υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον παρόντα Νόμο και περιλαμβάνει νομικό πρόσωπο·

«πλοίο» σημαίνει ποντοπόρο σκάφος, ανεξαρτήτως ση΅αίας και οποιουδήποτε τύπου, το οποίο λειτουργεί εντός του θαλάσσιου περιβάλλοντος, και περιλαμβάνει υδροπτέρυγο (hydrofoil boat), αερόστρω΅νο σκάφος (air-cushion vehicle), καταδυτικό σκάφος (submersible) και πλωτό ναυπήγημα (floating craft)·

«ρυπογόνος ουσία» σημαίνει ουσία που ρυθμίζεται από το Παράρτημα I (πετρέλαιο) ή II (επιβλαβείς υγρές ουσίες που ΅εταφέρονται χύδην) της Σύμβασης ΜΑRPOL·

«Σύμβαση MARPOL» σημαίνει τη Διεθνή Σύμβαση περί Προλήψεως της Ρύπανσης από Πλοία του 1973 και το Πρωτόκολλο αυτής του 1978, που κυρώθηκαν διά του περί της Διεθνούς Σύμβασης για την Πρόληψη της Ρύπανσης της Θάλασσας από Πλοία (Κυρωτικού) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου, ως αυτή η Σύμβαση και το Πρωτόκολλο έχουν στην ενημερωμένη έκδοσή της·

«Σύμβαση UNCLOS» σημαίνει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1983, η οποία κυρώθηκε διά του περί της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (Κυρωτικού) Νόμου του 1988·

«τρίτο κράτος» σημαίνει κράτος που δεν είναι κράτος μέλος·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Συγκοινωνιών και ΄Εργων.

Πεδίο εφαρμογής

3.-(1) Με την επιφύλαξη των εδαφίων (2) και (3), ο παρών Νόμος εφαρμόζεται, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, σε απόρριψη ρυπογόνου ουσίας που συντελείται -

(α) από κυπριακό πλοίο στα εσωτερικά ύδατα κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, περιλα΅βανο΅ένων των λι΅ένων, κατά το βαθ΅ό που εφαρ΅όζεται το καθεστώς της Σύμβασης MARPOL·

(β) στα εσωτερικά ύδατα της Δημοκρατίας, περιλα΅βανο΅ένων των λι΅ένων, από οποιοδήποτε πλοίο, κατά το βαθ΅ό που εφαρ΅όζεται το καθεστώς της Σύμβασης MARPOL·

(γ) από κυπριακό πλοίο στα χωρικά ύδατα μέλους άλλου από τη Δημοκρατία·

(δ) στην αιγιαλίτιδα ζώνη της Δημοκρατίας, από οποιοδήποτε πλοίο·

(ε) από κυπριακό πλοίο στα στενά που χρησιμοποιούνται για τη διεθνή ναυσιπλοΐα και υπόκεινται στο καθεστώς ελεύθερης διέλευσης, όπως ορίζεται από το Μέρος III, Τμήμα 2 της Σύμβασης UNCLOS, τα οποία τελούν υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία·

(στ) από κυπριακό πλοίο στην αποκλειστική οικονομική ζώνη κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία ή ισοδύναμη ζώνη που καθορίστηκε σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο·

(ζ) στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Δημοκρατίας, από οποιοδήποτε πλοίο·

(η) στην ανοικτή θάλασσα από -

(i) κυπριακό πλοίο, ή

(ii) μη κυπριακό πλοίο, το οποίο βρίσκεται εκουσίως σε λιμένα ή υπεράκτιο τερματικό σταθμό της Δημοκρατίας.

(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε απόρριψη ρυπογόνου ουσίας από -

(α) πολε΅ικό πλοίο,

(β) βοηθητικό πλοίο του πολε΅ικού ναυτικού, ή

(γ) από άλλο πλοίο το οποίο τυγχάνει ιδιοκτησίας ή εκμετάλλευσης από κράτος και το οποίο χρησι΅οποιείται προσωρινά ΅όνο για κρατικούς και ΅η ε΅πορικούς σκοπούς.

(3) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται χωρίς τυπικές ή ουσιαστικές διακρίσεις κατά των μη κυπριακών πλοίων και σύ΅φωνα ΅ε το εφαρ΅οστέο διεθνές δίκαιο, συ΅περιλα΅βανο΅ένου του Τ΅ή΅ατος 7, του Μέρους XII της Σύ΅βασης UNCLOS.

Υπεξουσιοδότηση από Αρμόδια Αρχή

4.-(1) Ο Υπουργός έχει εξουσία να μεταβιβάζει γραπτώς στο Διευθυντή του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που υπηρετεί στο εν λόγω Τμήμα την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, στην Αρμόδια Αρχή.

Σε περίπτωση τέτοιας μεταβίβασης, ο Υπουργός διατηρεί την εξουσία να ασκεί ούτως μεταβιβαζόμενη εξουσία και να εκτελεί ούτως μεταβιβαζόμενο καθήκον, από και κατά τη διάρκεια της εν λόγω μεταβίβασης.

(2) Πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος δυνάμει του εδαφίου (1) έχει υποχρέωση να ασκεί την εξουσία και να εκτελεί το καθήκον σύμφωνα με τις τυχόν οδηγίες του Υπουργού.

(3) Ο Υπουργός έχει εξουσία να τροποποιεί και να ανακαλεί μεταβίβαση που έκανε δυνάμει του εδαφίου (1) με γραπτή ειδοποίηση προς το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση.

(4) Σε περίπτωση που δυνάμει του παρόντος άρθρου δύο ή περισσότερα πρόσωπα ταυτόχρονα ασκούν την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο ιεραρχικά υφιστάμενος από τα εν λόγω πρόσωπα λαμβάνει τα δέοντα μέτρα έτσι ώστε να μην ασκεί την εξουσία ή να εκτελεί καθήκον στα ίδια πραγματικά γεγονότα με τον ιεραρχικά ανώτερό του, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει και σύμφωνα με τυχόν οδηγίες του τελευταίου.

(5) Σε περίπτωση που δυνάμει του παρόντος άρθρου πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, σε άλλο πρόσωπο, ο παρών Νόμος και οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί εφαρμόζονται ωσάν να είχαν παραχωρήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκούν αυτήν πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εκτελούν αυτό πρόσωπο.

Ποινικό αδίκημα

5.-(1) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο το οποίο με πρόθεση, απερίσκεπτα ή με βαριά αμέλεια, απορρίπτει ρυπογόνο ουσία από πλοίο και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτακόσιες πενήντα τέσσερις χιλιάδες τριακόσια ευρώ (€854,300) ή σε αμφότερες τις ποινές.

(2) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του εδαφίου (1), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι η απόρριψη ρυπογόνου ουσίας στην οποία προέβη πληρεί είτε τους Κανονισ΅ούς 9, 10, 11(α) ή (γ) του Παραρτή΅ατος I της Σύμβασης MARPOL είτε τους Κανονισ΅ούς 5, 6(α) ή (γ) του Παραρτή΅ατος II της ίδιας Σύμβασης.

(3) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του εδαφίου (1), αποτελεί υπεράσπιση για τον πλοιοκτήτη, τον πλοίαρχο ή το μέλος του πληρώματος που ενεργεί υπό την ευθύνη του πλοιάρχου, εάν αποδείξει ότι η απόρριψη ρυπογόνου ουσίας στην οποία προέβη σε περιοχή που αναφέρεται στο άρθρο 3(1)(ε), (στ), (ζ) ή (η), πληρεί είτε τον Κανονισμό 11(β) του Παραρτή΅ατος I της Σύμβασης MARPOL είτε τον Κανονισμό 6 (β) του Παραρτή΅ατος II της ίδιας Σύμβασης.

Υποχρεώσεις Αρμόδιας Αρχής

6.-(1) Εάν παρατυπίες ή πληροφορίες δημιουργούν υπόνοιες στην Αρμόδια Αρχή ότι πλοίο το οποίο ευρίσκεται εκουσίως σε λι΅ένα ή υπεράκτιο τερ΅ατικό σταθμό της Δημοκρατίας προέβη ή προβαίνει σε απόρριψη ρυπογόνου ουσίας σε οποιαδήποτε από τις περιοχές που αναφέρονται στο άρθρο 3(1), η Αρμόδια Αρχή ΅ερι΅νά ώστε να διενεργηθεί η ενδεδειγ΅ένη επιθεώρηση δυνάμει του άρθρου 7, λα΅βάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες γρα΅΅ές που έχει εγκρίνει ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισ΅ός (ΔΝΟ).

Εάν η διενεργηθείσα επιθεώρηση αποκαλύψει γεγονότα τα οποία δυνατό να υποδεικνύουν τη διάπραξη ποινικού αδικήματος κατά το άρθρο 5, η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους της σημαίας του πλοίου.

(2) Εάν εικάζεται απόρριψη ρυπογόνου ουσίας σε περιοχή που αναφέρεται στο άρθρο 3(1)(γ), (δ), (ε), (στ), (ζ) ή (η), το δε ύποπτο για την απόρριψη πλοίο δεν καταπλεύσει -

(α) σε λι΅ένα της Δημοκρατίας, η οποία διαθέτει τις πληροφορίες σχετικά ΅ε την εικαζό΅ενη απόρριψη, αλλά καταπλεύσει σε λιμένα άλλου κράτους μέλους, η Αρμόδια Αρχή συνεργάζεται στενά με την αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους,

(β) σε λιμένα άλλου κράτους μέλους, το οποίο διαθέτει τις πληροφορίες σχετικά ΅ε την εικαζό΅ενη απόρριψη, αλλά καταπλεύσει σε λιμένα της Δημοκρατίας,η Αρμόδια Αρχή συνεργάζεται στενά με την αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους, κατά την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) επιθεώρηση και κατά τη λήψη απόφασης περί των ενδεδειγ΅ένων ΅έτρων που αφορούν κάθε απόρριψη αυτού του είδους.

(3) Εάν η Αρμόδια Αρχή εικάζει, σύμφωνα με πληροφορίες που διαθέτει, την απόρριψη ρυπογόνου ουσίας σε περιοχή που αναφέρεται στο άρθρο 3(1)(γ), (δ), (ε), (στ), (ζ) ή (η), το δε ύποπτο για την απόρριψη πλοίο δεν καταπλεύσει σε λιμένα της Δημοκρατίας αλλά ο επό΅ενος λι΅ένας προσέγγισης του πλοίου βρίσκεται σε τρίτο κράτος, η Αρμόδια Αρχή λα΅βάνει τα αναγκαία ΅έτρα ώστε να εξασφαλίσει την ενη΅έρωση του επό΅ενου λι΅ένα προσέγγισης του πλοίου σχετικά ΅ε την εικαζό΅ενη απόρριψη, ζητεί δε από το κράτος του επό΅ενου λι΅ένα προσέγγισης να λάβει τα ενδεδειγ΅ένα ΅έτρα που αφορούν κάθε απόρριψη αυτού του είδους.

(4) Εάν η Αρμόδια Αρχή έχει σαφή και αντικει΅ενικά αποδεικτικά στοιχεία ότι πλοίο, το οποίο πλέει σε περιοχή που αναφέρεται το άρθρο 3(1)(δ) ή (ζ) απέρριψε ρυπογόνο ουσία στην περιοχή που αναφέρεται στο άρθρο 3(1)(ζ), η οποία απόρριψη προκαλεί ση΅αντική ζη΅ία ή συνιστά απειλή ση΅αντικής ζη΅ιάς για τις ακτές ή άλλα σχετικά συ΅φέροντα της Δημοκρατίας ή για οποιουσδήποτε πόρους περιοχής η οποία αναφέρεται στο άρθρο 3(1)(δ) ή (ζ), το δε πλοίο δεν καταπλεύσει σε λιμένα της Δημοκρατίας, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει τα δέοντα μέτρα, περιλαμβανομένης της δέσμευσης του πλοίου δυνάμει του άρθρου 8, υπό την επιφύλαξη του Τ΅ή΅ατος 7, του Μέρους ΧΙΙ της Σύ΅βασης UNCLOS και εφόσον το δικαιολογούν τα αποδεικτικά στοιχεία.

(5) Η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει το κράτος της σημαίας του επηρεαζόμενου πλοίου και κάθε άλλο ενδιαφερόμενο κράτος για κάθε μέτρο το οποίο λαμβάνεται από τη Δημοκρατία δυνάμει του παρόντος Νόμου και επηρεάζει το εν λόγω πλοίο.

(6) Η Αρμόδια Αρχή ενεργεί εκ μέρους της Δημοκρατίας ως απαιτούν τα άρθρα 10 και 12 της Οδηγίας 2005/35/ΕΚ.

Εξουσίες επιθεωρήσεων

7.-(1)(α) Οι εξουσίες που χορηγούνται από το παρόν άρθρο αναφορικά με την επιθεώρηση πλοίου, χορηγούνται σε -

(i) οποιοδήποτε επιθεωρητή πλοίων ο οποίος διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 3(2)(α) του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου, και

(ii) οποιοδήποτε επόπτη πλοίων ο οποίος διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 3(2)(β) του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου.

(β) Για τους σκοπούς της παραγράφoυ (α), το άρθρο 3(2) του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου εφαρμόζεται ως εάν η φράση «διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και του Κώδικος», η οποία περιέχεται σε έκαστη των παραγράφων (α) και (β) του εν λόγω άρθρου, είχε αντικατασταθεί από τη φράση «διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, του Κώδικος και του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Ρύπανση από Πλοία) Νόμου του 2008».

(2) Με σκοπό τη διακρίβωση της εκπλήρωσης οποιασδήποτε υποχρέωσης ή εξουσίας, που απορρέει από τον παρόντα Νόμο ή από Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού, κάθε επιθεωρητής έχει εξουσία σε κάθε εύλογο χρόνο ή, σε περίπτωση που, κατά την εύλογη κρίση του, ενέχει κίνδυνο, σε οποιοδήποτε χρόνο -

(α) να εισέρχεται, επιθεωρεί, ερευνά και διενεργεί έλεγχο σε οποιοδήποτε υποστατικό ή άλλο χώρο, εκτός από κατοικία, στον οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι είναι εγκατεστημένος ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου · και

(β) να ανακόπτει, εισέρχεται, επιθεωρεί και διενεργεί έλεγχο σε οποιοδήποτε πλοίο, είτε αυτό ναυλοχεί είτε είναι εν πλω, και να παρέχει οποιαδήποτε, κατά την κρίση του, αναγκαία βοήθεια στον πλοίαρχο· και

(γ) να εξετάζει οποιαδήποτε στοιχεία, καταχωρημένα σε μηχανικό, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό σύστημα δεδομένων, και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα, τα οποία βρίσκονται είτε σε υποστατικό ή σε άλλο χώρο είτε σε πλοίο, στο οποίο έχει εξουσία να εισέρχεται δυνάμει των παραγράφων (α) και (β), για τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι περιέχουν πληροφορία ή καταχώρηση σε σχέση με οποιαδήποτε υποχρέωση που απορρέει όπως προαναφέρεται, να τα αντιγράφει και φωτοτυπεί, και να παίρνει αντίγραφα, φωτοτυπίες και αποσπάσματά τους, υπό την προϋπόθεση, όσον αφορά τα αποσπάσματα, ότι έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι τα αποσπάσματα αυτά ενδεχομένως να χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε ποινική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης είτε με τον παρόντα Νόμο είτε με τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού· και

(δ) να εισέρχεται είτε σε υποστατικό ή σε άλλο χώρο, εξαιρουμένων των κατοικιών είτε σε πλοίο -

(i) συνοδευόμενος από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, του οποίου την παρουσία κρίνει αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει του παρόντος εδαφίου ή του εδαφίου (3), και

(ii) φέροντας μαζί του οποιοδήποτε εξοπλισμό ή υλικά, που κρίνει αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει του παρόντος εδαφίου ή του εδαφίου (3).

(3) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου, ο πλοίαρχος και τα μέλη του πληρώματος πλοίου έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στον επιθεωρητή, εφόσον ο τελευταίος εύλογα το απαιτεί-

(α) οποιαδήποτε διευκόλυνση, και

(β) οποιαδήποτε πληροφορία, και

(γ) υπογεγραμμένη δήλωση περί του αληθούς των πληροφοριών που παρέχουν στον επιθεωρητή,

ο δε επιθεωρητής έχει εξουσία να απαιτεί και να λαμβάνει τέτοια διευκόλυνση, πληροφορία και δήλωση.

(4) Κάθε επιθεωρητής επιδεικνύει, εφόσον του ζητηθεί, πριν και κατά την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του χορηγούνται δυνάμει των εδαφίων (2) και (3), το δελτίο ταυτότητάς του το οποίο εκδίδεται από τον Υπουργό σύμφωνα με τους περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Δελτία Ταυτότητας Επιθεωρητών Πλοίων και Εποπτών Πλοίων) Κανονισμούς, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται.

(5) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο -

(α) στο οποίο το εδάφιο (3) επιβάλλει υποχρέωση και το οποίο αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τέτοια υποχρέωση, ή

(β) χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της παραγράφου (α), το οποίο αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο, ή παρέχει σε επιθεωρητή ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο ή αρνείται ή παραλείπει να παράσχει σε επιθεωρητή πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο, την οποία πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο επιθεωρητής απαιτεί κατά την άσκηση των εξουσιών που του χορηγεί το παρόν άρθρο, και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε περίπτωση πρώτου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες και εκατόν είκοσι πέντε ευρώ (€5,125) ή σε αμφότερες τις ποινές.

(6) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του εδαφίου (5) -

(α) αναφορικά με την άρνηση ή παράλειψη συμμόρφωσης με υποχρέωση που επιβάλλεται βάσει του εδαφίου (3), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι είχε εύλογη αιτία για την εν λόγω άρνηση ή παράλειψη·

(β) αναφορικά με την παροχή ψευδούς, ελλιπούς, ανακριβούς ή παραπλανητικής πληροφορίας, δήλωσης, στοιχείου, βιβλίου ή εγγράφου, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε την πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι η παρεχόμενη πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο ήταν ψευδές, ελλιπές, ανακριβές ή παραπλανητικό.

Διαδικασία λήψης δεσμευτικών μέτρων από την Αρμόδια Αρχή

8.-(1) Η Αρμόδια Αρχή έχει εξουσία να διατάζει με οδηγία της όπως πλοίο παραμένει σε συγκεκριμένο χώρο ή μετακινηθεί σε συγκεκριμένο χώρο και παραμείνει εκεί, την οποία οδηγία διαβιβάζει διά χειρός ή μέσω τηλέτυπου, τηλεομοιοτύπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου.

(2) ΄Εκαστη οδηγία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου το οποίο αφορά, και ισχύει μέχρι να ανακληθεί από την Αρμόδια Αρχή κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (5) ή ακυρωθεί, τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί στα πλαίσια ένστασης ή προσφυγής ενώπιον του Υπουργού ή δικαστικής προσφυγής.

(3) Σε κάθε οδηγία που αναφέρεται στο εδάφιο (1), η Αρμόδια Αρχή -

(α) παραθέτει τους λόγους έκδοσής της, και

(β) πληροφορεί τον πλοίαρχο, στον οποίο η οδηγία διαβιβάζεται περί του δικαιώματος του έχοντος την εκμετάλλευση του επηρεαζόμενου πλοίου να προσβάλει την οδηγία με προσφυγή στον Υπουργό κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 10 και με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά τα διαλαμβανόμενα στο ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος και περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα.

(4) Έκαστος εκ των πλοιάρχων και του έχοντος την εκμετάλλευση του επηρεαζόμενου πλοίου υποχρεούται κατά την περίοδο ισχύος της οδηγίας να συμμορφώνεται με αυτή.

(5) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή ικανοποιηθεί ότι εξέλειπαν οι λόγοι για τους οποίους εξέδωσε οδηγία δυνάμει του εδαφίου (1), ανακαλεί την οδηγία διά γραπτής απόφασής της την οποία διαβιβάζει διά χειρός ή μέσω τέλεξ, τηλειομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου.

(6) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο που αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με υποχρέωση που του επιβάλλει το εδάφιο (4) και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες και πεντακόσια σαράντα τρία ευρώ (€8,543) ή σε αμφότερες τις ποινές.

(7) Διαπράττει το κατά το εδάφιο (6) ποινικό αδίκημα και υπόκειται στις καθοριζόμενες στο ίδιο εδάφιο ποινές, οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, εν γνώσει του, συμπράττει ή συντρέχει στη διάπραξη του προαναφερόμενου ποινικού αδικήματος.

Διοικητικό πρόστιμο

9.-(1)(α) Με την επιφύλαξη των παραγράφων (β) και (γ), σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι ο έχων την εκμετάλλευση κυπριακού πλοίου ή ο πλοίαρχος τέτοιου πλοίου προβαίνει ή προέβη σε απόρριψη ρυπογόνου ουσίας από πλοίο, η Αρμόδια Αρχή έχει εξουσία να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις ογδόντα πέντε χιλιάδες και τετρακόσια τριάντα ευρώ (€85,430), ανάλογα με την βαρύτητα αυτής της παράβασης, και ανεξάρτητα από το εάν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει του παρόντος Νόμου ή άλλης νομοθεσίας.

(β) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η Αρμόδια Αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει με τον τρόπο αυτό και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από την ημερομηνία ειδοποίησης.

(γ) Η Αρμόδια Αρχή δεν επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, εφόσον ικανοποιηθεί ότι -

(i) η απόρριψη ρυπογόνου ουσίας πληρεί είτε τους Κανονισ΅ούς 9, 10, 11(α) ή (γ) του Παραρτή΅ατος I της Σύμβασης MARPOL είτε τους Κανονισ΅ούς 5, 6(α) ή (γ) του Παραρτή΅ατος II της ίδιας Σύμβασης·

(ii) η απόρριψη ρυπογόνου ουσίας σε περιοχή που αναφέρεται στο άρθρο 3(1)(ε), (στ), (ζ) ή (η) πληρεί είτε τον Κανονισ΅ό 11(β) του Παραρτή΅ατος I της Σύμβασης MARPOL είτε τον Κανονισ΅ό 6(β) του Παραρτή΅ατος II της ίδιας Σύμβασης.

(2) Η Αρμόδια Αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του εδαφίου (1), με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της -

(α) η οποία καθορίζει την παράβαση·

(β) διά της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή στον Υπουργό κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 10 και με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά τα διαλαμβανόμενα στο ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος και περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα·

(γ) την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο· και

(δ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της.

(3) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου το οποίο επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, η Αρμόδια Αρχή έχει εξουσία να λάβει δικαστικά μέτρα με σκοπό την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικού χρέους οφειλόμενου στη Δημοκρατία.

(4) Διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε στον πλοιοκτήτη δυνάμει του παρόντος Νόμου συνιστά επιβάρυνση επί του σχετικού πλοίου, η οποία επιβάρυνση ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των δανειστών, έπεται όμως κάθε υποθήκης.

Προσφυγή ενώπιον του Υπουργού

10.-(1) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου δικαιούται να προσβάλει οδηγία που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 8 και επηρεάζει το πλοίο ή διοικητικό πρόστιμο που του επιβλήθηκε δυνάμει του άρθρου 9, και πλοίαρχος δύναται να προσβάλει διοικητικό πρόστιμο που του επιβλήθηκε δυνάμει του άρθρου 9, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από τη διαβίβαση της προσβαλλόμενης πράξης, με γραπτή και αιτιολογημένη προσφυγή στον Υπουργό.

(2) Η κατά το εδάφιο (1) υποβολή προσφυγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβληθείσας πράξης.

(3) Σε περίπτωση υποβολής προσφυγής δυνάμει του εδαφίου (1), ο Υπουργός την εξετάζει, δυνάμενος κατά την κρίση του να ακούσει τον προσφεύγοντα ή να δώσει σε αυτόν την ευκαιρία να υποστηρίξει γραπτώς περαιτέρω τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή.

(4) Ο Υπουργός έχει εξουσία να αναθέτει σε έναν ή περισσότερους λειτουργούς του Υπουργείου του την εξέταση θεμάτων που αφορούν την προαναφερόμενη προσφυγή και να απαιτεί από αυτούς να του υποβάλλουν το πόρισμα τέτοιας εξέτασης πριν από την έκδοση της απόφασής του επί της προσφυγής.

(5) Ο Υπουργός, εντός προθεσμίας 30 ημερών από την υποβολή της προσφυγής, εκδίδει και διαβιβάζει γραπτώς στον προσφεύγοντα την απόφασή του επί της προσφυγής, διά της οποίας απόφασης -

(α) αποδέχεται εν όλω ή αποδέχεται εν μέρει ή απορρίπτει την προσφυγή, και

(β) κατά περίπτωση, ακυρώνει ή τροποποιεί ή επικυρώνει ή αντικαθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση.

Η απόφαση του Υπουργού επί της προσφυγής καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της στον προσφεύγοντα.

(6) Σε περίπτωση που η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε από τον Υπουργό ως Αρμόδια Αρχή, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται ωσάν να ήταν διάταξη που προβλέπει την υποβολή ένστασης στον Υπουργό κατά της πράξης την οποία εξέδωσε.

(7) Διαπράττει ποινικό αδίκημα, πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με εκτελεστή απόφαση του Υπουργού δυνάμει του παρόντος άρθρου αναφορικά με τη δέσμευση πλοίου και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες και πεντακόσια σαράντα τρία ευρώ (€8,543) ή σε αμφότερες τις ποινές.

Εξουσία έκδοσης Κανονισμών

11. Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει Κανονισμούς που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, για την καλύτερη λειτουργία ή εφαρμογή του παρόντος Νόμου.