ΜΕΡΟΣ III ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I - ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΙ
Δικαίωμα διαμονής έως τρεις μήνες

8.-(1) Οι πολίτες της Ένωσης έχουν δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες, χωρίς κανένα όρο ή διατύπωση, εκτός από την απαίτηση κατοχής ισχύοντος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) εφαρμόζονται και στα μέλη της οικογένειας που είναι κάτοχοι ισχύοντος διαβατηρίου, δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, και συνοδεύουν ή αφίκνεινται για να συναντήσουν τον πολίτη της Ένωσης.

Δικαίωμα διαμονής άνω των τριών μηνών

9.-(1) Οι πολίτες της Ένωσης έχουν δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία για περίοδο που υπερβαίνει τους τρεις μήνες, εφόσον-

(α) Είναι μισθωτοί εργαζόμενοι ή μη μισθωτοί εργαζόμενοι στη Δημοκρατία˙ ή

(β) διαθέτουν επαρκείς πόρους για τους ίδιους και τα μέλη των οικογενειών τους, ώστε να μην επιβαρύνουν κατά τη διάρκεια της περιόδου διαμονής τους το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας, καθώς και πλήρη ασφαλιστική κάλυψη ασθένειας στη Δημοκρατία˙ ή

(γ) είναι εγγεγραμμένοι σε ιδιωτικό ή δημόσιο ίδρυμα, εγκεκριμένο ή χρηματοδοτούμενο από τη Δημοκρατία με βάση την εκάστοτε ισχύουσα στη Δημοκρατία σχετική νομοθεσία ή διοικητική πρακτική, για να παρακολουθήσουν κατά κύριο λόγο σπουδές, συμπεριλαμβανομένων μαθημάτων επαγγελματικής κατάρτισης, διαθέτουν πλήρη ασφαλιστική κάλυψη ασθένειας στη Δημοκρατία και βεβαιώνουν την αρμόδια αρχή, μέσω δήλωσης ή άλλου ισοδύναμου μέσου της επιλογής τους, ότι διαθέτουν επαρκείς πόρους για τους ίδιους και τα μέλη των οικογενειών τους, ώστε να μην επιβαρύνουν κατά τη διάρκεια της περιόδου διαμονής τους το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας˙ ή

(δ) είναι μέλη της οικογένειας, που συνοδεύουν ή αφίκνεινται για να συναντήσουν πολίτη της Ένωσης, ο οποίος πληρεί τους όρους που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) ή (γ) του παρόντος εδαφίου.

(2) Το δικαίωμα διαμονής που προβλέπεται στο εδάφιο (1), εκτείνεται και στα μέλη της οικογένειας, που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, όταν συνοδεύουν ή αφίκνεινται για να συναντήσουν τον πολίτη της Ένωσης στη Δημοκρατία, και εφόσον ο εν λόγω πολίτης πληρεί του όρους που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) ή (γ) του εδαφίου (1).

(3) Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) και τις διατάξεις του εδαφίου (2), σε περίπτωση πολίτη της Ένωσης ο οποίος ασκεί το δικαίωμα διαμονής του δυνάμει της παραγράφου (γ), του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, το δικαίωμα διαμονής των μελών της οικογένειας περιορίζεται μόνο στο/στη σύζυγο και στα συντηρούμενα τέκνα :

Νοείται ότι για τους συντηρούμενους απευθείας ανιόντες του εν λόγω πολίτη της Ένωσης καθώς και εκείνους της/του συζύγου του/της, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 4.

(4) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), η ιδιότητα του μισθωτού εργαζόμενου ή μη μισθωτού εργαζόμενου διατηρείται για τον πολίτη της Ένωσης που έχει παύσει να είναι μισθωτός εργαζόμενος ή μη μισθωτός εργαζόμενος στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Είναι προσωρινά ανίκανος για εργασία λόγω ασθένειας ή ατυχήματος˙ ή

(β) έχει καταγραφεί δεόντως ως ακούσια άνεργος, έχοντας ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα άνω του ενός έτους, και ως πρόσωπο το οποίο αναζητά εργασία στο Τμήμα Εργασίας˙ ή

(γ) έχει καταγραφεί δεόντως ως ακούσια άνεργος, αφού συμπλήρωσε σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου διάρκειας μικρότερης του ενός έτους ή αφού κατέστη ακούσια άνεργος κατά τη διάρκεια των πρώτων δώδεκα μηνών, και έχει καταγραφεί ως πρόσωπο το οποίο αναζητά εργασία στο Τμήμα Εργασίας. Στην περίπτωση αυτή, η ιδιότητα του εργαζόμενου διατηρείται επί χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να είναι μικρότερο του εξαμήνου˙ ή

(δ) παρακολουθεί μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης. Στην περίπτωση αυτή και εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος κατέστη ακούσια άνεργος, η διατήρηση της ιδιότητας του εργαζόμενου προϋποθέτει την ύπαρξη σχέσης μεταξύ της προηγούμενης επαγγελματικής δραστηριότητας και της κατάρτισης.

(5) Το κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων (β) και (γ) του πιο πάνω εδαφίου πιστοποιείται από το Τμήμα Εργασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II - ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ
Εγγραφή πολίτη της Ένωσης και μέλους της οικογένειάς του, που είναι και αυτός πολίτης της Ένωσης

10.-(1) Παρά τις σχετικές αντίστοιχες διατάξεις για την εγγραφή στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς και στον περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμο, οι πολίτες της Ένωσης και τα μέλη της οικογένειας τους που είναι επίσης πολίτες της Ένωσης, υποχρεούνται να εγγραφούν στο Αρχείο Πληθυσμού για τις περιόδους διαμονής τους στη Δημοκρατία που υπερβαίνουν τους τρεις μήνες σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία άφιξής τους στη Δημοκρατία.

(2) Η αρμόδια αρχή χορηγεί αμέσως βεβαίωση εγγραφής στον Τύπο που αποφασίζεται από την αρμόδια αρχή, στην οποία αναγράφονται μόνο το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση του εγγραφέντος και η ημερομηνία εγγραφής.

(3) Η μη συμμόρφωση με την απαίτηση για εγγραφή θεωρείται αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€2500).

(4) Για τη χορήγηση της αναφερόμενης στο εδάφιο (2) βεβαίωσης εγγραφής, απαιτείται αίτηση που υποβάλλεται στον Τύπο που αποφασίζεται από την αρμόδια αρχή και η καταβολή τέλους ύψους είκοσι ευρώ (€20) καθώς και η προσκόμιση των ακόλουθων εγγράφων:

(α) Για όσους έχει εφαρμογή η παράγραφος (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ισχύοντος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου, βεβαίωση πρόσληψης από τον εργοδότη ή πιστοποιητικού απασχόλησης ή απόδειξη ότι είναι αυτοεργοδοτούμενοι∙

(β) για όσους έχει εφαρμογή η παράγραφος (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ισχύοντος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου και των ακόλουθων δικαιολογητικών που να αποδεικνύουν ότι τα εν λόγω πρόσωπα πληρούν τους όρους που καθορίζονται στην εν λόγω παράγραφο-

(i) σταθερό ή ικανοποιητικό εισόδημα από απασχόληση εκτός της Δημοκρατίας∙ ή

(ii) σταθερό ή ικανοποιητικό εισόδημα από άλλες πηγές νόμιμου χαρακτήρα∙ ή

(iii) καταθέσεις επαρκούς ύψους σε τραπεζικά ιδρύματα της Δημοκρατίας ή του εξωτερικού∙ και

(iv) απόδειξη πλήρους ασφαλιστικής κάλυψης ασθένειας στη Δημοκρατία.

(γ) για όσους έχει εφαρμογή η παράγραφος (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, ισχύοντος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου, απόδειξης της εγγραφής τους σε ιδιωτικό ή δημόσιο ίδρυμα, εγκεκριμένο ή χρηματοδοτούμενο από τη Δημοκρατία για παρακολούθηση κατά κύριο λόγο σπουδών, συμπεριλαμβανομένων μαθημάτων επαγγελματικής κατάρτισης, απόδειξης πλήρους ασφαλιστικής κάλυψης ασθένειας στη Δημοκρατία, καθώς και δήλωσης ή ισοδύναμου μέσου της επιλογής τους η οποία ή το οποίο δεν είναι απαραίτητο να αναφέρει συγκεκριμένο ύψος πόρων, που να βεβαιώνει την αρμόδια αρχή ότι διαθέτουν επαρκείς πόρους για τον εαυτό τους και τα μέλη της οικογένειας τους ούτως ώστε να μην επιβαρύνουν το σύστημα της κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας κατά τη διάρκεια της παραμονής τους.

(5) Η αρμόδια αρχή δεν δύναται να προσδιορίζει το ύψος των πόρων του οποίους η ίδια θεωρεί ως επαρκείς, αλλά πρέπει να λαμβάνει υπόψη την προσωπική κατάσταση του ενδιαφερομένου και, εν πάση περιπτώσει, το εν λόγω ύψος δεν πρέπει να υπερβαίνει το όριο κάτω του οποίου οι πολίτες της Δημοκρατίας δύνανται να λαμβάνουν κοινωνικές παροχές ή, όπου το κριτήριο αυτό δεν εφαρμόζεται, το ύψος της κατώτατης σύνταξης κοινωνικών ασφαλίσεων που καταβάλλεται στη Δημοκρατία.

(6) Για τη χορήγηση βεβαίωσης εγγραφής στα μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, που είναι και αυτά πολίτες της Ένωσης, απαιτείται αίτηση που υποβάλλεται στον Τύπο που αποφασίζεται από την αρμόδια αρχή και η καταβολή τέλους είκοσι ευρώ (€20), καθώς και η προσκόμιση των ακόλουθων εγγράφων:

(α) Ισχύοντος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου∙

(β) εγγράφου το οποίο πιστοποιεί την ύπαρξη δεσμού συγγένειας∙

(γ) κατά περίπτωση, της βεβαίωσης εγγραφής του πολίτη της Ένωσης που συνοδεύουν ή έρχονται για να τον/την συναντήσουν∙

(δ) στις περιπτώσεις που εμπίπτουν -

(i) στην παράγραφο (β) του ορισμού που αποδίδεται από το άρθρο 2 στον όρο «μέλος της οικογένειας», απόδειξης της ύπαρξης δεσμού συγγένειας και του γεγονότος ότι τα εν λόγω μέλη της οικογένειας είτε είναι ηλικίας κάτω των 21 ετών είτε συντηρούνται από τον πολίτη της Ένωσης,

(ii) στην παράγραφο (γ) του ορισμού που αποδίδεται από το άρθρο 2 στον όρο «μέλος της οικογένειας», απόδειξης της ύπαρξης δεσμού συγγένειας και του γεγονότος ότι τα εν λόγω μέλη της οικογένειας συντηρούνται από τον πολίτη της Ένωσης·

(ε) στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, εγγράφου χορηγηθέντος από την αρμόδια αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης, το οποίο πιστοποιεί ότι τα εν λόγω μέλη της οικογένειας συντηρούνται από τον πολίτη της Ένωσης ή ότι συμβιώνουν κάτω από τη στέγη του στην εν λόγω χώρα ή απόδειξης της ύπαρξης σοβαρών λόγων υγείας, που καθιστούν απολύτως αναγκαία την προσωπική τους φροντίδα από τον πολίτη της Ένωσης∙ και

(στ) στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, απόδειξης της ύπαρξης διαρκούς σχέσης με τον πολίτη της Ένωσης.

Δελτίο διαμονής για τα μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους

11.-(1) Στα μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, χορηγείται από την αρμόδια αρχή δελτίο διαμονής κατά τα διαλαμβανόμενα στα ακόλουθα εδάφια, εφόσον η προβλεπόμενη διάρκεια διαμονής τους στη Δημοκρατία υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

(2)(α) Η προθεσμία που προνοείται για την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση του δελτίου διαμονής, είναι τέσσερις μήνες από την ημερομηνία άφιξης στη Δημοκρατία του μέλους της οικογένειας πολίτη της Ένωσης. Η αρμόδια αρχή, με την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση δελτίου διαμονής και με την καταβολή του τέλους των είκοσι ευρώ (€20) εκδίδει αμέσως βεβαίωση υποβολής της εν λόγω αίτησης.

(β) Η μη συμμόρφωση με την απαίτηση υποβολής αίτησης για τη χορήγηση δελτίου διαμονής θεωρείται αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€2500).

Χορήγηση δελτίου διαμονής

12.-(1) Το δικαίωμα διαμονής των μελών της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, πιστοποιείται με τη χορήγηση εγγράφου, το οποίο καλείται «Δελτίο διαμονής μέλους της οικογένειας πολίτη της Ένωσης που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους της Ένωσης» και το οποίο εκδίδεται από την αρμόδια αρχή έπειτα από αίτηση που υποβάλλεται στον Τύπο που αποφασίζεται από την αρμόδια αρχή, το αργότερο εντός εξαμήνου από τη ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

(2) Για τη χορήγηση του αναφερομένου στο εδάφιο (1) δελτίου διαμονής, στον τύπο που αποφασίζεται από την αρμόδια αρχή, απαιτείται από τα μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης η προσκόμιση των ακόλουθων εγγράφων:

(α) Ισχύοντος διαβατηρίου∙

(β) εγγράφου το οποίο πιστοποιεί την ύπαρξη δεσμού συγγένειας∙

(γ) βεβαίωσης εγγραφής στη Δημοκρατία του πολίτη της Ένωσης που συνοδεύουν ή αφίκνεινται για να συναντήσουν, όπου εφαρμόζεται∙

(δ) στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στις παραγράφους (β) και (γ) του ορισμού του όρου «μέλος της οικογένειας» του άρθρου 2, απόδειξης της ύπαρξης δεσμού συγγένειας και του γεγονότος ότι αυτά συντηρούνται από τον πολίτη της Ένωσης∙

(ε) στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, εγγράφου χορηγηθέντος από την αρμόδια αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης το οποίο πιστοποιεί ότι συντηρούνται από τον πολίτη της Ένωσης ή ότι συμβιώνουν κάτω από την ίδια στέγη στην εν λόγω χώρα ή απόδειξης της ύπαρξης σοβαρών λόγων υγείας, που καθιστούν απολύτως αναγκαία την προσωπική φροντίδα του μέλους της οικογένειας από τον πολίτη της Ένωσης∙ και

(στ) στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, απόδειξης της ύπαρξης διαρκούς σχέσης με τον πολίτη της Ένωσης.

Ισχύς του δελτίου διαμονής

13.-(1) Η διάρκεια ισχύος του δελτίου διαμονής, που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 12, είναι πέντε έτη από την ημερομηνία χορήγησης ή για την προβλεπόμενη περίοδο διαμονής του πολίτη της Ένωσης, εφόσον η εν λόγω περίοδος είναι μικρότερη των πέντε ετών.

(2) Σε περίπτωση που η διάρκεια ισχύος του δελτίου διαμονής είναι μικρότερη των πέντε ετών, και ο κάτοχός του δεν αναχώρησε από τη Δημοκρατία, κατά τη λήξη της εν λόγω ισχύος, το πρόσωπο αυτό υποχρεούται να υποβάλει αίτηση για έκδοση νέου δελτίου διαμονής το αργότερο ένα μήνα μετά τη λήξη του προηγούμενου δελτίου διαμονής.

(3) Η μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, θεωρείται αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€2500).

(4) Η ισχύς του δελτίου διαμονής δεν επηρεάζεται από προσωρινές απουσίες που δεν υπερβαίνουν τους έξι μήνες ετησίως ή από απουσίες μεγαλύτερης διάρκειας για την εκπλήρωση υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας ή από μία απουσία δώδεκα συναπτών μηνών κατ’ ανώτατο όριο για σοβαρούς λόγους, περιλαμβανομένης εγκυμοσύνης και μητρότητας, σοβαρής ασθένειας, σπουδών ή επαγγελματικής κατάρτισης ή απόσπασης σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα.

(5) Η ισχύς του δελτίου διαμονής τερματίζεται όταν η απουσία υπερβαίνει τις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στο εδάφιο (4) ανωτέρω.