ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός Τίτλος.

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί των Πράξεων Προσώπων που Κατέχουν Εμπιστευτικές Πληροφορίες και των Πράξεων Χειραγώγησης της Αγοράς (Κατάχρηση Αγοράς) Νόμος του  2005.

Ερμηνεία.

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια –

«αποδεκτές πρακτικές αγοράς» σημαίνει τις πρακτικές οι οποίες αναμένονται ευλόγως σε μια ή περισσότερες χρηματοοικονομικές αγορές και είναι αποδεκτές από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 25 του παρόντος Νόμου·

«αρμόδια εποπτική αρχή της αλλοδαπής» σημαίνει την αρμόδια εποπτική αρχή, επιφορτισμένη με την άσκηση αναλόγων με την Επιτροπή αρμοδιοτήτων, σε κράτος άλλο από τη Δημοκρατία·

«Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς» ή «Επιτροπή» σημαίνει το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, που συνεστήθη και λειτουργεί δυνάμει του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου·

«εκδότης» σημαίνει το πρόσωπο, ή την ένωση προσώπων, που εκδίδει χρηματοοικονομικά μέσα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, ή για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση για εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά·

«εμπιστευτικές πληροφορίες» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο από το άρθρο 5·

«επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών», ή «επιχείρηση επενδύσεων» ή κατά ταυτόσημη έννοια «Ε.Π.Ε.Υ.», έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) Νόμου·

«εξωτερικό» σημαίνει κράτος άλλο από τη Δημοκρατία·

«Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών)» ή «ΕΑΚΑΑ» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), που ιδρύθηκε με βάση τον Κανονισμό 1095/2010∙

«κανονισμός (ΕΚ) αρ.2273/2003» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμό της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 2003 για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις απαλλαγές που προβλέπονται για τα προγράμματα επαναγοράς και για τις πράξεις σταθεροποίησης χρηματοπιστωτικών μέσων » (EE L 336 της 23ης Δεκεμβρίου 2003, σ. 33) ·

«Κανονισμός 1095/2010» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο “Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ” όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011.

«κανάλι επικοινωνίας» (distribution channels)  νοείται ένα κανάλι µέσω του οποίου δημοσιοποιείται ή είναι πιθανό ότι θα δημοσιοποιηθεί η πληροφορία·

«καταστατική έδρα» σημαίνει το κράτος στο οποίο έχει συσταθεί μια εταιρεία·

«κάτοχος εμπιστευτικών πληροφοριών» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο από το άρθρο 8·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιλαμβάνει συμβαλλόμενο μέρος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου·

«Οδηγία» σημαίνει την κανονιστικού περιεχομένου Οδηγία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·

«οργανισμός» σημαίνει οργανισμό στη Δημοκρατία ή το εξωτερικό, ο οποίος ασκεί αρμοδιότητες παρόμοιες ή συναφείς με αυτές της Επιτροπής ή οποιοδήποτε διεθνή οργανισμό στον οποίο είθισται να μετέχουν εποπτικές αρχές με αρμοδιότητες παρόμοιες μ’ αυτές της Επιτροπής·

«οργανωμένη αγορά» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) Νόμου·

«πληροφορία που είναι πιθανό ότι θα δημοσιοποιηθεί» σημαίνει μια πληροφορία στην οποία έχει πρόσβαση μεγάλος αριθμός προσώπων·

«προπορευόμενες συναλλαγές» (front running) συντρέχουν στην περίπτωση κατά την οποία ένα πρόσωπο, γνωρίζοντας τις εντολές αγοράς ή πώλησης τρίτων που πρόκειται να εκτελεσθούν, προβαίνει σε κατάρτιση αντίστοιχων συναλλαγών πριν από, ή παράλληλα με, την εκτέλεση τους. Επίσης δυνατή είναι και η κατάρτιση αντίθετων συναλλαγών από τις εντολές των τρίτων ·

«πρόσωπο» περιλαμβάνει οποιοδήποτε νομικό ή φυσικό πρόσωπο·

«πρόσωπο που πραγματοποιεί κατ’ επάγγελμα συναλλαγές» σημαίνει Ε.Π.Ε.Υ. ή τράπεζα·

«στενός δεσμός» [Διαγράφηκε]·

«συναλλαγή» περιλαμβάνει πώληση ή αγορά ή συμφωνία πώλησης ή αγοράς χρηματοοικονομικών μέσων ενός εκδότη και την παραχώρηση, αποδοχή, απόκτηση, διάθεση, άσκηση δικαιωμάτων επιλογής ή άλλο δικαίωμα ή υποχρέωση, παρούσα ή μελλοντική υπό όρους ή χωρίς όρους για απόκτηση ή διάθεση χρηματοοικονομικών μέσων ή οποιουδήποτε συμφέροντος σε χρηματοοικονομικά μέσα ενός εκδότη∙

«τράπεζα» έχει την έννοια που της αποδίδεται από το άρθρο 2 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου και περιλαμβάνει τράπεζα που λειτουργεί δυνάμει αντίστοιχου νόμου κράτους-μέλους·

«υπεύθυνο πρόσωπο» σημαίνει κάθε πρόσωπο που παράγει ή διαδίδει συστάσεις κατά την άσκηση του επαγγέλματος ή της δραστηριότητάς του·

«Χρηματιστήριο», σημαίνει το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου που ιδρύθηκε κατά τις διατάξεις του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου·

(2) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οποιαδήποτε αναφορά σε Οδηγία, Κανονισμό, Απόφαση ή άλλη πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια.

Έκταση εφαρμογής.

3.(1)   Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται:

(α) Στις ενέργειες που διενεργούνται στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό και οι οποίες αφορούν χρηματοοικονομικά μέσα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ευρισκόμενη ή λειτουργούσα στη Δημοκρατία ή για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση για εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε μια τέτοια αγορά·

(β) στις ενέργειες που διενεργούνται στη Δημοκρατία και οι οποίες αφορούν χρηματοοικονομικά μέσα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά του εξωτερικού ή για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση για εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε μια τέτοια αγορά.

(2) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σε κάθε χρηματοοικονομικό μέσο εισηγμένο προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά τουλάχιστο στη Δημοκρατία ή για το οποίο έχει ζητηθεί η εισαγωγή προς διαπραγμάτευση στη Δημοκρατία, ανεξάρτητα από το εάν η ίδια η συναλλαγή πραγματοποιείται ή όχι σε αυτή την αγορά.

(3) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται:

(α) Στις συναλλαγές που διενεργούνται αποκλειστικά με σκοπό την άσκηση νομισματικής ή συναλλαγματικής πολιτικής ή με σκοπό τη διαχείριση του δημόσιου χρέους από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας, από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) που καθιδρύεται δυνάμει του Τίτλου VII Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ή από άλλο εξουσιοδοτημένο από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας ή την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου οργανισμό ή κατ’ εντολή τους·

(β) στις συναλλαγές σε ίδιες μετοχές που διενεργούνται στο πλαίσιο προγραμμάτων επαναγοράς ιδίων μετοχών (buy-back), και στα μέτρα σταθεροποίησης ενός χρηματοοικονομικού μέσου, εφόσον οι σχετικές συναλλαγές διενεργούνται σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα που έχουν θεσπισθεί κατά τα ισχύοντα στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 2273/2003.

Χρηματοοικονομικά μέσα.

4.Χρηματοοικονομικά μέσα περιλαμβάνουν:

(α)Τα μέσα τα οποία καθορίζονται στο Μέρος ΙΙ του Πρώτου Παραρτήματος του περί των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) Νόμου·

(β)τα παράγωγα μέσα σε βασικά εμπορεύματα (derivatives on commodities) ·  και

(γ)κάθε άλλο μέσο που έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά κράτους μέλους ή, για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση εισαγωγής προς διαπραγμάτευση σε μια τέτοια αγορά.