Προοίμιο

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Κτηματομεσιτών Νόμος του 2004.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετικά-

“αδειούχος κτηματομεσίτης” σημαίνει εγγεγραμμένο κτηματομεσίτη, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο κατέχει ισχύουσα άδεια που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 15·

“ακίνητο” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο “ακίνητη ιδιοκτησία” από το άρθρο 2 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου·

“αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο” σε σχέση με ζητήματα που αφορούν ακίνητο, σημαίνει το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο της Επαρχίας στην οποία ευρίσκεται το συγκεκριμένο ακίνητο·

“Δημοκρατία” σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

“εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης” σημαίνει κτηματομεσίτη, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο ως κτηματομεσίτης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

“κράτος μέλος” σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιλαμβάνει τα κράτη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και την Ελβετία.

“κτηματική συναλλαγή” σημαίνει κάθε συναλλαγή για τη σύναψη συμφωνίας για πώληση, αγορά, ανταλλαγή ή μίσθωση ακινήτου πέραν του ενός μηνός, περιλαμβανομένης της παραχώρησης ακινήτου με αντιπαροχή και περιλαμβάνει κάθε συναλλαγή για τη σύναψη συμφωνίας για πώληση, αγορά, ανταλλαγή ακινήτου μέσω της μεταβίβασης εταιρικών μετοχών·

“κτηματομεσίτης” σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η απασχόληση είναι η έναντι αμοιβής μεσολάβηση για κτηματική συναλλαγή·

“Μητρώο” σημαίνει το δυνάμει του παρόντος Νόμου τηρούμενο Μητρώο Κτηματομεσιτών·

“πείρα”, σε σχέση με κτηματομεσιτική εργασία, σημαίνει πείρα ικανοποιητικά αποδεικνυόμενη που αποκτάται από φυσικό πρόσωπο κατόπιν επαρκούς και ουσιαστικής απασχόλησής του με κτηματικές συναλλαγές, στα πλαίσια εργοδότησής του από κτηματομεσίτη που δραστηριοποιείται νόμιμα στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος μέλος.

“Πρόεδρος” σημαίνει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου·

“Συμβούλιο” σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 3 καθιδρυόμενο Συμβούλιο·

“Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο” σημαίνει τη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο που υπογράφτηκε στις 2 Μαΐου 1992 στο Οπόρτο (EE L1 της 03.01.1994, σ.3), όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται.

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Εσωτερικών.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Καθίδρυση και συγκρότηση Συμβουλίου

3.(1) Καθιδρύεται Συμβούλιο με την επωνυμία “Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών” και έδρα τη Λευκωσία, το οποίο θα έχει αρμοδιότητα και εξουσία-

(α) να διενεργεί την εγγραφή των κτηματομεσιτών και να εκδίδει τα σχετικά πιστοποιητικά ή άδειες σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·

(β) να τηρεί το Μητρώο Κτηματομεσιτών και να διαγράφει από αυτό εγγεγραμμένους κτηματομεσίτες, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(γ) να ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο επί των εγγεγραμμένων κτηματομεσιτών και να επιβάλλει τις καθορισμένες από τον παρόντα Νόμο πειθαρχικές ποινές·

(δ) να ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα ή εξουσία η οποία είναι συντελεστική ή συμφυής στην εκπλήρωση των ανατιθεμένων σε αυτό καθηκόντων.

(2) Το Συμβούλιο αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με διηνεκή διαδοχή και έχει όλες τις νομικές ιδιότητες που χαρακτηρίζουν τα νομικά πρόσωπα, έχει δική του επωνυμία και δική του σφραγίδα και έχει ικανότητα, για σκοπούς εκπλήρωσης των αρμοδιοτήτων του να ενάγει και ενάγεται, να αποκτά κυριότητα, να μισθώνει, πωλεί ή άλλως πως διαθέτει ή επιβαρύνει οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη ιδιοκτησία.

(3) Το Συμβούλιο συγκροτείται από τον Πρόεδρο και άλλα έξι μέλη, ως ακολούθως:

(α) Ο Πρόεδρος διορίζεται από τον Υπουργό, είναι δε πρόσωπο εγνωσμένου κύρους και ακεραιότητας και εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης.

(β) Μέλη του Συμβουλίου είναι-

(i) ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών ή εκπρόσωπος αυτού·

(ii) Ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ή εκπρόσωπος αυτού·

(iii) ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ή εκπρόσωπος αυτού· και

(iv) τρεις εγγεγραμμένοι και αδειούχοι κτηματομεσίτες, εκλεγόμενοι από συνέλευση όλων των εγγεγραμμένων και αδειούχων κτηματομεσιτών, η οποία συγκαλείται για το σκοπό αυτό από το Συμβούλιο τουλάχιστον 45 ημέρες πριν από τη λήξη της θητείας των απερχομένων αιρετών μελών.

(4) Η θητεία του Προέδρου και των τριών αιρετών μελών του Συμβουλίου είναι τριετής:

Νοείται ότι ο Υπουργός δύναται οποτεδήποτε, με αιτιολογημένη απόφασή του, να τερματίσει το διορισμό του Προέδρου πριν από τη λήξη της θητείας αυτού:

Νοείται περαιτέρω ότι ο Πρόεδρος ή οποιοδήποτε από τα αιρετά μέλη του Συμβουλίου μπορεί, οποτεδήποτε πριν από τη λήξη της θητείας του, να υποβάλει γραπτώς την παραίτησή του στον Υπουργό προκειμένου περί του Προέδρου, ή στον Πρόεδρο προκειμένου περί οποιουδήποτε αιρετού μέλους.

Κένωση θέσεων στο Συμβούλιο

4.(1) Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο κενωθεί η θέση του Προέδρου, η κενωθείσα θέση πληρούται το συντομότερο δυνατό με νέο διορισμό, τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 3, για την εναπομένουσα περίοδο της θητείας του απερχομένου.

(2) Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο κενωθεί η θέση οποιουδήποτε από τα αιρετά μέλη του συμβουλίου, η κενωθείσα θέση πληρούται για την εναπομένουσα περίοδο θητείας από τον πρώτο επιλαχόντα κατά τις τελευταίες εκλογές της δυνάμει της υποπαραγράφου (iv) της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 3 συγκαλούμενης συνέλευσης.

(3) Το Συμβούλιο συνεδριάζει νόμιμα παρά την ύπαρξη οποιασδήποτε κενής θέσης, πλην εκείνης του Προέδρου, εφόσον ο αριθμός των εναπομενόντων μελών δεν είναι μικρότερος του απαιτούμενου αριθμού απαρτίας για τις συνεδριάσεις αυτού.

Συνεδριάσεις του Συμβουλίου

5.(1) Τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου συγκαλεί ο Πρόεδρος σε χρόνο και τόπο που αυτός ήθελε επιλέξει σε συνεννόηση με τα υπόλοιπα μέλη:

Νοείται ότι ο Πρόεδρος συγκαλεί συνεδρία του Συμβουλίου οποτεδήποτε το ζητήσουν γραπτώς δύο τουλάχιστον μέλη.

(2) Των συνεδριάσεων του Συμβουλίου προεδρεύει ο Πρόεδρος, ή σε περίπτωση απουσίας ή αδυναμίας αυτού, ένα άλλο μέλος που εκλέγεται από τα παρόντα μέλη για να προεδρεύσει της συνεδρίασης.

(3) Κατά τις συνεδριάσεις τηρούνται πρακτικά των διαδικασιών. Τα πρακτικά εγκρίνονται από το Συμβούλιο στην επόμενη συνεδρίασή του, υπογράφονται από τον Πρόεδρο, ή ανάλογα με την περίπτωση, τον προεδρεύοντα και αμέσως μόλις υπογραφούν γίνονται δεκτά σε οποιαδήποτε δικαστική ή άλλη διαδικασία ως μαρτυρία χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω απόδειξη.

(4) Κατά τα λοιπό το Συμβούλιο ρυθμίζει, με εσωτερικούς κανόνες εγκρινόμενους από τον Υπουργό, τα της εσωτερικής του διαδικασίας, περιλαμβανομένης της σύγκλησης των συνεδριάσεων, της παρασχετέας ειδοποίησης της διεξαγωγής της συζήτησης και της τήρησης των πρακτικών.

Απαρτία και λήψη αποφάσεων

6.(1) Τέσσερα τουλάχιστον παρόντα μέλη του Συμβουλίου αποτελούν απαρτία σε οποιαδήποτε συνεδρίαση του Συμβουλίου.

(2) Νόμιμα συγκαλούμενη συνεδρίαση του Συμβουλίου στην οποία υπάρχει απαρτία είναι ικανή να διεκπεραιώνει οποιαδήποτε εργασία του Συμβουλίου και έχει και μπορεί να ασκεί κάθε εξουσία, αρμοδιότητα ή καθήκον ή λειτουργία που ανατίθεται στο Συμβούλιο με τον παρόντα Νόμο.

(3) Οι αποφάσεις του Συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία, όπως αυτή εκφράζεται με ανάταση των χεριών των παρόντων στη συνεδρίαση μελών και, σε περίπτωση ισοψηφίας, ο Πρόεδρος ή, ανάλογα με την περίπτωση, το προεδρεύον μέλος διαθέτει δεύτερη ή νικώσαν ψήφο. Αποχή από την ψηφοφορία θεωρείται αρνητική ψήφος.

Αποζημίωση μελών

7. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου λαμβάνουν για την εκτέλεση των καθηκόντων τους την εκάστοτε από το Υπουργικό Συμβούλιο εγκεκριμένη αποζημίωση και/ή επίδομα.

Σύσταση επιτροπών ή υπεπιτροπών

8.(1) Το Συμβούλιο έχει εξουσία να συνιστά από τα μέλη του ή από άλλα πρόσωπα τέτοιες επιτροπές ή υπεπιτροπές, είτε γενικού είτε ειδικού χαρακτήρα, όπως εκάστοτε ήθελε θεωρήσει αναγκαίες για τη μελέτη και υποβολή σ’ αυτό εισηγήσεων ή εκθέσεων πάνω σε θέματα που ήθελε παραπέμψει σ’ αυτές.

(2) Το Συμβούλιο καθορίζει τη συγκρότηση και τη διαδικασία τέτοια επιτροπής ή υπεπιτροπής, καθώς και τους όρους εντολής αυτών και το ύψος της ενδεχόμενης αποζημίωσης των μελών τους, αλλά σε καμιά περίπτωση ο καθορισμός αυτός δεν μπορεί να είναι ασυμβίβαστος ή αντίθετος με τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.

Γραφεία και υπάλληλοι του Συμβουλίου

9.(1) Το Συμβούλιο διαθέτει το δικό του γραφείο και υπηρεσία, τα οποία είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των ανατιθεμένων σ’ αυτό αρμοδιοτήτων και καθηκόντων.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων οποιωνδήποτε Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, το Συμβούλιο έχει εξουσία να διορίζει το αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων του υπαλληλικό προσωπικό και ασκεί σε αυτό το διοικητικό και πειθαρχικό έλεγχο.

(3) Το Συμβούλιο, με την έγκριση του Υπουργού, καθορίζει τη διάρθρωση των υπηρεσιών του και τον αριθμό των θέσεων, καταρτίζει σχέδια υπηρεσίας των θέσεων και καθορίζει το μισθό και τη μισθοδοτική κλίμακα της κάθε θέσης.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΕΓΓΡΑΦΗ ΚΤΗΜΑΤΟΜΕΣΙΤΩΝ
Τήρηση Μητρώου Κτηματομεσιτών

10.(1) Το Συμβούλιο έχει καθήκον να καταρτίσει και μετέπειτα τηρεί μητρώο, καλούμενο “Μητρώο Κτηματομεσιτών” στο οποίο εγγράφονται, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης, το όνομα και η διεύθυνση κάθε προσώπου δικαιουμένου να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου ως κτηματομεσίτης, μαζί με οποιαδήποτε τέτοια άλλα στοιχεία όπως το Συμβούλιο ήθελε εκάστοτε κρίνει αναγκαία.

(2) Οι καταχωρήσεις που γίνονται στο Μητρώο Κτηματομεσιτών μπορούν να αποδεικνύονται με τέτοια αντίγραφα, πιστοποιημένα κατά τον τρόπο που ήθελε αποφασίσει το Συμβούλιο, τα δε αντίγραφα αυτά θα αποτελούν αποδεκτή μαρτυρία σε οποιαδήποτε δικαστική ή άλλη διαδικασία κάθε θέματος ή γεγονότος του οποίου επιτρέπεται η καταχώρηση δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.

(3) Το Συμβούλιο κατ’ έτος εκδίδει, διανέμει ή/και προσφέρει προς πώληση στην τιμή που θέλει καθορίσει το Συμβούλιο, πιστοποιημένα αντίγραφα του Μητρώου, στα οποία αναγράφονται τα ονόματα των εγγεγραμμένων κτηματομεσιτών, με αλφαβητική σειρά ανάλογα με το επώνυμό τους, μαζί με τις επαγγελματικές τους διευθύνσεις και τον αριθμό εγγραφής και τον αριθμό της τυχόν άδειας αυτών.

Προσόντα για εγγραφή στο Μητρώο

11-(1) Εκτός όπως άλλως προβλέπεται στο εδάφιο (2) και τηρουμένων των διατάξεων του περί Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου, του περί του Δεύτερου Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου και του περί του Τρίτου Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, δύναται να εγγραφεί στο Μητρώο Κτηματομεσιτών -

(α) φυσικό πρόσωπο, το οποίο:

(i) είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους.

(ii) δε διατελεί υπό πτώχευση ή υπό οποιαδήποτε άλλη νομική ανικανότητα δυνάμει δικαστικής απόφασης.

(iii) δεν έχει καταδικαστεί για αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, όπως διαπιστώνεται από σχετική βεβαίωση δικαστικής, αστυνομικής ή άλλης αρμόδιας αρχής του τόπου διαμονής του αιτητή ή, σε περίπτωση που έχει καταδικαστεί,  έχει αποκατασταθεί με βάση τις διατάξεις του περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμου.

(iv) (αα) έχει αποκτήσει, μετά από τριετείς τουλάχιστον σπουδές, αναγνωρισμένο δίπλωμα, πτυχίο ή τίτλο πανεπιστημίου ή επαγγελματικού σώματος σε συναφή προς την άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη θέματα και μονοετή, μετέπειτα στη Δημοκρατία ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος, πείρα σε σχέση με την κτηματομεσιτική εργασία, ή

(ββ) έχει αποφοιτήσει από αναγνωρισμένη στη Δημοκρατία ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος σχολή μέσης εκπαίδευσης και έχει αποκτήσει πενταετή μετέπειτα στη Δημοκρατία ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος πείρα σε σχέση με την κτηματομεσιτική εργασία.  και

(v) κατέχει επαρκείς γνώσεις αναφορικά με την κτηματική και πολεοδομική νομοθεσία της Δημοκρατίας αναγκαίες για την ορθή και υπεύθυνη άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη:

Νοείται ότι, για σκοπούς διαπίστωσης του προσόντος της υποπαραγράφου (v), το Συμβούλιο οφείλει να υποβάλει τα αιτούμενα την εγγραφή πρόσωπα σε γραπτές εξετάσεις που διεξάγονται στη γλώσσα που θα επιλέξει το αιτούμενο την εγγραφή πρόσωπο μεταξύ των επισήμων γλωσσών της Δημοκρατίας ή των γλωσσών εργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που πρόσωπο επιλέξει να υποβληθεί σε εξετάσεις σε γλώσσα άλλη από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας, τα έξοδα μετάφρασης βαρύνουν τον αιτητή.

(β) νομικό πρόσωπο, εφόσον -

(i) έχει συσταθεί δυνάμει των νόμων της Δημοκρατίας ή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους.

(ii) έχει το εγγεγραμμένο του γραφείο ή τον τόπο εργασίας του στην Κύπρο.

(iii) έχει ως αποκλειστικό σκοπό ή, σε περίπτωση νομικού προσώπου που έχει συσταθεί δυνάμει των νόμων άλλου κράτους μέλους, έχει ως αποκλειστικό σκοπό στην Κύπρο, τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων κτηματομεσίτη.

(iv) δε διατελεί σε διαδικασία εκκαθάρισης ή διάλυσης. και

(v) τουλάχιστον ένας εκ των διευθυντών του ή πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο να ασκεί εκ μέρους του εν λόγω διευθυντή δραστηριότητες κτηματομεσίτη στην Κύπρο, είναι αδειούχος κτηματομεσίτης:

Νοείται, ότι ο διευθυντής, που εκ μέρους του νομικού προσώπου ασκεί δραστηριότητες κτηματομεσίτη στην Κύπρο, καθώς και το δεόντως εξουσιοδοτημένο από το διευθυντή πρόσωπο, ασκούν τις εν λόγω δραστηριότητες αποκλειστικά και μόνο για λογαριασμό του νομικού προσώπου και δε δύνανται να ασκούν δραστηριότητες κτηματομεσίτη στην Κύπρο ούτε εκ μέρους άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου ούτε για ίδιον λογαριασμό.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, το οποίο είναι σύζυγος ή τέκνο πολίτη της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους και έχει τη συνήθη διαμονή του στη Δημοκρατία, δύναται να εγγραφεί στο Μητρώο, νοουμένου ότι πληροί όλες τις προς τούτο λοιπές προϋποθέσεις και απαιτήσεις του παρόντος Νόμου.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου -

«αναγνωρισμένο», σε σχέση με δίπλωμα, πτυχίο ή τίτλο, σημαίνει αναγνωρισμένο είτε με βάση τις διατάξεις του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου, είτε με βάση τον περί Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται.

Υποβολή και εξέταση αιτήσεων

12.(1) Κάθε ενδιαφερόμενος για να εγγραφεί στο Μητρώο υποβάλλει στο Συμβούλιο γραπτή αίτηση στον καθορισμένο από το Συμβούλιο τύπο, συνοδευόμενη από τα αναγκαία αποδεικτικά της κατοχής των απαιτουμένων για την εγγραφή του προσόντων.

(2) Με την υποβολή της αίτησης, ο αιτητής καταβάλλει το καθορισμένο τέλος για την εξέταση της αίτησής του, το οποίο ανεξάρτητα από την τύχη της αίτησης, δεν επιστρέφεται:

Νοείται ότι το Συμβούλιο μπορεί, με γραπτή ειδοποίηση προς τον αιτητή, να ζητήσει από αυτόν να παράσχει γραπτώς στο Συμβούλιο, μέσα σε τέτοια εύλογη προθεσμία που θέλει καθοριστεί στην ειδοποίηση, τέτοια περαιτέρω στοιχεία και πληροφορίες όπως το Συμβούλιο ήθελε θεωρήσει αναγκαία για την εξέταση της αίτησης.

(3) Το Συμβούλιο εξετάζει και αποφασίζει για την αίτηση εγγραφής και απαντά ανάλογα στον αιτητή το συντομότερο δυνατό, παρέχοντας του ταυτόχρονα, σε περίπτωση απόρριψης τους συγκεκριμένους λόγους της απόρριψης.

(4) Με την εγγραφή κτηματομεσίτη στο Μητρώο, το Συμβούλιο εκδίδει σ’ αυτόν πιστοποιητικό εγγραφής στον καθορισμένο από το Συμβούλιο τύπο· το πιστοποιητικό αυτό συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη ότι το κατονομαζόμενο σ’ αυτό πρόσωπο έχει εγγραφεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(5) Σε περίπτωση οποιασδήποτε διαγραφής από το Μητρώο ή ακύρωσης της εγγραφής δυνάμει του άρθρου 13, ο κάτοχος του πιστοποιητικού έχει υποχρέωση να επιστρέψει στο Συμβούλιο, μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από την ημερομηνία της κοινοποίησης σ’ αυτόν της σχετικής απόφασης, το σχετικό πιστοποιητικό εγγραφής.

(6) Κάτοχος πιστοποιητικού εγγραφής, ο οποίος παραλείπει, χωρίς οποιαδήποτε εύλογη αιτία, να συμμορφωθεί εμπρόθεσμα με την υποχρέωσή του δυνάμει του εδαφίου (5) , είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι λίρες για κάθε ημέρα ή μέρος της ημέρας κατά την οποία συνεχίστηκε πριν από την καταδίκη ή συνεχίζεται μετά την καταδίκη η παράλειψη συμμόρφωσης.

Διαγραφή, ακύρωση ή διόρθωση της εγγραφής

13.(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το Συμβούλιο έχει εξουσία να αποφασίζει, ανάλογα με την περίπτωση, τη διαγραφή από το Μητρώο, την ακύρωση ή τη διόρθωση εγγραφής οποιουδήποτε εγγεγραμμένου κτηματομεσίτη ο οποίος-

(α) αιτείται γραπτώς τη διαγραφή του ονόματός του από το Μητρώο, ή

(β) έχει εγγραφεί στο Μητρώο εσφαλμένα ή κατόπιν δόλιας ενέργειας ή ψευδών ή ανακριβών δηλώσεων ή παραστάσεων είτε του ιδίου είτε τρίτου προσώπου, ή

(γ) απώλεσε οποιαδήποτε ιδιότητα, προσόν ή προϋπόθεση, η κατοχή των οποίων είναι απαραίτητη για την εγγραφή ή παραμονή του στο Μητρώο, ή

(δ) παρέλειψε μέσα σε περίοδο έξι μηνών από την ημερομηνία εγγραφής του στο Μητρώο να αποταθεί στο Συμβούλιο για την έκδοση ετήσιας άδειας άσκησης του επαγγέλματος δυνάμει του άρθρου 15 ή παρέλειψε να ανανεώσει αυτή μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία λήξης της ισχύος αυτής, εκτός αν αυτός ειδοποιήσει γραπτώς το Συμβούλιο, εντός της πιο πάνω προθεσμίας, ότι προτίθεται να μην ανανεώσει την ετήσια άδειά του για το τρέχον έτος.

(2) Πριν αποφασίσει τη διαγραφή, ακύρωση ή διόρθωση οποιασδήποτε εγγραφής στο Μητρώο για οποιοδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στις παραγράφους (β) , (γ) ή (δ) του εδαφίου (1) , το Συμβούλιο οφείλει να κοινοποιήσει γραπτή ειδοποίηση της πρόθεσής του αυτής στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και να παράσχει σ’ αυτό την ευκαιρία να υποβάλει γραπτώς μέσα σε λογική προθεσμία όλες τις σχετικές ενστάσεις ή παραστάσεις τις οποίες αυτό επιθυμεί να υποβάλει στο Συμβούλιο είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω δικηγόρου.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) , το όνομα οποιουδήποτε εγγεγραμμένου κτηματομεσίτη θεωρείται ότι διαγράφεται αυτοδικαίως από το Μητρώο με-

(α) την έκδοση από αρμόδιο δικαστήριο διατάγματος διαρκούς νοσηλείας δυνάμει των διατάξεων του περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμου, ή

(β) το θάνατό του, ή

(γ) την παράλειψη ανανέωσης της ετήσιας άδειας του για χρονικό διάστημα τριών διαδοχικών ετών, ανεξάρτητα από την παροχή ή μη σχετικής ειδοποίησης δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) , ή

(δ) την καταδίκη του για πειθαρχικό παράπτωμα δυνάμει του παρόντος Νόμου και την επιβολή της πειθαρχικής ποινής της διαγραφής από το Μητρώο.

(4) Όταν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου το όνομα οποιουδήποτε εγγεγραμμένου κτηματομεσίτη διαγράφεται προσηκόντως από το Μητρώο, το πρόσωπο αυτό δε δικαιούται να ζητήσει την επανεγγραφή του δυνάμει του παρόντος Νόμου για τόση περίοδο όπως το Συμβούλιο, με την ευκαιρία της διαγραφής, ήθελε καθορίσει:

Νοείται ότι το Συμβούλιο δύναται οποτεδήποτε κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου προσώπου, να αποφασίσει την επανεγγραφή του ονόματος του προσώπου αυτού στο Μητρώο, ατελώς ή με την καταβολή του καθοριζομένου από το Συμβούλιο τέλους, το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το καθορισμένο τέλος εγγραφής.

ΜΕΡΟΣ IV ΟΡΟΙ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ
14

14.(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κανένα πρόσωπο δε δικαιούται-

(α) να ασκεί το επάγγελμα του κτηματομεσίτη ή με οποιοδήποτε τρόπο να ενεργεί ως κτηματομεσίτης ή να προβάλλεται ή διαφημίζεται ως κτηματομεσίτης ή να επαγγέλλεται με οποιοδήποτε όνομα, επωνυμία ή τίτλο στον οποίο περιέχονται οι λέξεις “κτηματομεσίτης”, “κτηματομεσιτικοί σύμβουλοι”, “κτηματομεσιτικές επιχειρήσεις” ή “κτηματομεσιτεία” ή άλλες παρόμοιες φράσεις ή λέξεις ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο αφήνει να νοηθεί ότι πραγματοποιεί κτηματομεσιτεία, ή

(β) να αξιώσει ή εισπράξει οποιαδήποτε αμοιβή αναφορικά με υπηρεσίες που παρασχέθηκαν και έχουν σχέση, άμεση ή έμμεση, με την εργασία του κτηματομεσίτη,

εκτός αν το πρόσωπο αυτό είναι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης και κατέχει ισχύουσα ετήσια άδεια άσκησης του επαγγέλματος που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 15.

(2) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1) είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Για τους σκοπούς ποινικής δίωξης για το αδίκημα που προβλέπεται στο εδάφιο (2) , πρόσωπο θα θεωρείται εκ πρώτης όψεως ότι ασκεί το επάγγελμα του κτηματομεσίτη ή άλλως πως πραγματοποιεί κτηματομεσιτεία, αν με οποιοδήποτε τρόπο διαφημίζει ή προβάλλει ή προτείνει οποιαδήποτε κτηματική αγορά ή πώληση ή άλλη κτηματική συναλλαγή αναφορικά με ακίνητη ιδιοκτησία, η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν είναι εγγεγραμμένη στο όνομά του ή στο όνομα συγγενικού του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας προσώπου μέχρι δευτέρου βαθμού ή σε εταιρεία της οποίας είναι διευθυντής ή εκτελεστικός σύμβουλος:

Νοείται ότι επιχειρηματίας ανάπτυξης γης και οικοδομών δε θεωρείται ότι ασκεί το επάγγελμα του κτηματομεσίτη ή άλλως πως πραγματοποιεί κτηματομεσιτεία, αν με οποιοδήποτε τρόπο διαφημίζει ή προβάλλει ή προτείνει οποιαδήποτε κτηματική αγορά ή πώληση ή άλλη κτηματική συναλλαγή αναφορικά με ακίνητη ιδιοκτησία η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν είναι εγγεγραμμένη στο όνομά του ή στο όνομα συγγενικού του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας προσώπου μέχρι δεύτερου βαθμού, αλλά αποτελεί προϊόν επιχειρηματικής του δραστηριότητας που προέκυψε μετά από σύμβαση αντιπαροχής με τον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του ακινήτου.

(4) Σε ποινική διαδικασία για αδίκημα δυνάμει του εδαφίου (2) , το οποίο διαπράττεται με τη δημοσίευση διαφήμισης, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι είναι πρόσωπο που κατ’ επάγγελμα δημοσιεύσει ή διευθετεί τη δημοσίευση διαφημίσεων και ότι παρέλαβε τη διαφήμιση για δημοσίευση μέσα στα πλαίσια της συνήθους άσκησης του επαγγέλματός του και ότι δε γνώριζε και ούτε είχε λόγους να υποπτεύεται ότι η δημοσίευσή της θα συνιστούσε αδίκημα.

Παροχή υπηρεσιών στη Δημοκρατία από κτηματομεσίτες εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος

14Α. (1)  Φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί νόμιμα δραστηριότητες κτηματομεσίτη σε άλλο κράτος μέλος και δεν είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία και, σε περίπτωση νομικού προσώπου, δε διαθέτει τόπο εργασίας εντός της Δημοκρατίας, δύναται να παρέχει υπηρεσίες κτηματομεσίτη στη Δημοκρατία χωρίς να απαιτείται εγγραφή στο Μητρώο, εφόσον:

(α) είναι πολίτης κράτους μέλους ή, σε περίπτωση νομικού προσώπου, έχει συσταθεί δυνάμει νομοθεσίας κράτους μέλους.

(β) είναι εγκατεστημένο σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία.

(γ) ικανοποιήσει το Συμβούλιο ότι ασκεί νόμιμα τις δραστηριότητες του κτηματομεσίτη στο κράτος μέλος εγκατάστασής του.  και

(δ) (i) έχει πετύχει στις εξετάσεις του Συμβουλίου που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 ή, σε περίπτωση νομικού προσώπου, ενεργεί στη Δημοκρατία διαμέσου υπαλλήλων ή συμβούλων που έχουν επιτύχει στις εν λόγω εξετάσεις, ή

(ii) παρέχει υπηρεσίες στη Δημοκρατία σε συνεργασία με αδειούχο κτηματομεσίτη.

(2) Φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες κτηματομεσίτη στη Δημοκρατία δυνάμει του εδαφίου (1), οφείλει να έχει ασφαλιστική κάλυψη που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17, εκτός εάν έχει ισοδύναμη ασφαλιστική κάλυψη για επαγγελματική ευθύνη, παρεχόμενη από ασφαλιστική εταιρεία που δραστηριοποιείται νόμιμα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καλύπτει για τη Δημοκρατία τους κινδύνους που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17.

Έκδοση ετήσιας άδειας

15.(1) Η αναφερόμενη στον παρόντα Νόμο ετήσια άδεια άσκησης του επαγγέλματος εκδίδεται από το Συμβούλιο κατά τον καθορισμένο από το Συμβούλιο τύπο κατόπιν αίτησης οποιουδήποτε εγγεγραμμένου στο Μητρώο κτηματομεσίτη και καταβολής του καθορισμένου τέλους.

(2) Κάθε ετήσια άδεια που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου εκπνέει κανονικά, εκτός αν προηγουμένως αυτή ακυρωθεί ή ανασταλεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 16, την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους για το οποίο έχει εκδοθεί και μπορεί να ανανεώνεται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις όπως και η έκδοσή της.

Ακύρωση ή αναστολή ετήσιας άδειας

16.(1) Όταν οποτεδήποτε μετά την έκδοση ή ανανέωση της ετήσιας άδειας άσκησης επαγγέλματος ο κάτοχος αυτής ήθελε για οποιοδήποτε λόγο διαγραφεί από το Μητρώο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13, το Συμβούλιο μεριμνά αμέσως και ακυρώνει την ετήσια άδεια του διαγραφέντος κατόχου αυτής.

(2) Το Συμβούλιο μπορεί, στα πλαίσια άσκησης της πειθαρχικής του δικαιοδοσίας δυνάμει του Μέρους V να προβαίνει σε ακύρωση ή αναστολή της ετήσιας άδειας άσκησης επαγγέλματος ως αποτέλεσμα επιβολής πειθαρχικής ποινής.

(3) Σε περίπτωση ακύρωσης ή αναστολής της ισχύος οποιασδήποτε ετήσιας άδειας δυνάμει των εδαφίων (1) ή (2) , ο κάτοχος αυτής υπέχει υποχρέωση επιστροφής της στο Συμβούλιο μέσα σε 15 ημέρες από την ημερομηνία κοινοποίησης σ’ αυτόν της σχετικής απόφασης.

(4) Παράλειψη συμμόρφωσης χωρίς οποιαδήποτε εύλογη αιτία με την υποχρέωση που αναφέρεται στο εδάφιο (3) συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με τις ποινές που προβλέπονται στο εδάφιο (6) του άρθρου 12.

Ασφαλιστική κάλυψη

17.(1) Τηρουμένων των λοιπών απαιτήσεων και όρων που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο ή στους δυνάμει αυτού εκδιδομένους Κανονισμούς, κανένα πρόσωπο δεν ενεργεί ως κτηματομεσίτης εκτός αν έχει συνομολογηθεί μεταξύ αυτού και οποιουδήποτε αδειούχου ασφαλιστή ασφαλιστική σύμβαση, για την ασφαλιστική κάλυψη του κτηματομεσίτη για ποσό £100.000 σε περίπτωση ευθύνης αυτού για καταβολή αποζημίωσης σε αγοραστή, λόγω παράβασης της νόμιμης υποχρέωσης του κτηματομεσίτη για πλήρη ενημέρωση του αγοραστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 και αντίγραφο αυτής κατατεθεί στο Συμβούλιο από τον ενδιαφερόμενο κτηματομεσίτη. Το πρωτότυπο ή πιστόν αντίγραφο της ασφαλιστικής σύμβασης αναρτάται σε περίοπτο θέση του γραφείου του κτηματομεσίτη.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, “αδειούχος ασφαλιστής” σημαίνει τον ασφαλιστή ο οποίος δυνάμει του περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμου κατέχει άδεια διεξαγωγής ασφαλιστικών εργασιών στον ασφαλιστικό κλάδο που σχετίζεται με τη δυνάμει του εδαφίου (1) επιβαλλόμενη υποχρέωση ασφαλιστικής κάλυψης.

Άσκηση του επαγγέλματος με τη μορφή ομόρρυθμης εταιρείας

18. Ομόρρυθμη εταιρεία, που έχει συσταθεί δυνάμει του περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμου δύναται, με το δικό της όνομα, να εγγραφεί στο Μητρώο και να ενεργεί ως κτηματομεσίτης, εφόσον η κύρια δραστηριότητά της είναι εκείνη του κτηματομεσίτη και κάθε ομόρρυθμος συνέταιρος αυτής είναι εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης.

ΜΕΡΟΣ V ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΔΕΙΟΥΧΩΝ ΚΤΗΜΑΤΟΜΕΣΙΤΩΝ
Κτηματομεσίτης σε κτηματικές συναλλαγές

19.(1) Η μεσολάβηση κτηματομεσίτη δεν είναι απαραίτητη για την επίτευξη κτηματικής συναλλαγής.

(2) Όταν σε οποιαδήποτε κτηματική συναλλαγή το πρόσωπο που μεσολαβεί είναι εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης, αυτός δικαιούται να αξιώσει και εισπράξει την καθορισμένη προμήθεια, η οποία, εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά, είναι απαιτητή και πληρωτέα με την επίτευξη της κτηματικής συναλλαγής:

Νοείται ότι σε περίπτωση μη επίτευξης κτηματικής συναλλαγής για την οποία δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη ο κτηματομεσίτης, αυτός δικαιούται σε εύλογη αμοιβή, λαμβανομένων υπόψη του αναλωθέντος χρόνου και της δαπάνης αυτού.

(3) Όταν κτηματική συναλλαγή που συνεπάγεται μεταβίβαση οποιουδήποτε ακινήτου έχει επιτευχθεί με τη μεσολάβηση οποιουδήποτε τρίτου προσώπου, τότε κατά τη μεταβίβαση του ακινήτου οι ενδιαφερόμενοι υπέχουν υποχρέωση να αναφέρουν στη σχετική δήλωση μεταβίβασης το όνομα και τη διεύθυνση του μεσολαβήσαντος προσώπου, καθώς και το ποσό της πληρωθείσας προμήθειας.

(4) Πρόσωπο το οποίο παραλείπει ή αρνείται να συμμορφωθεί με τη δυνάμει του εδαφίου (3) υποχρέωση, ή συμμορφούμενο με αυτήν, παρέχει εν γνώσει του οποιαδήποτε ψευδή ή ανακριβή στοιχεία διαπράττει αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση μέχρι δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

Υποχρέωση ενημέρωσης για φυσικά και νομικά χαρακτηριστικά κτηματικής συναλλαγής

20. Κτηματομεσίτης, ανεξάρτητα αν ενεργεί κατ’ εντολή του πωλητή ή του αγοραστή, οφείλει να ενημερώνει τον προτιθέμενο αγοραστή ακινήτου για όλα τα στοιχεία που σχετίζονται με τη φυσική κατάσταση του ακινήτου, τα εμπράγματα δικαιώματα που βαρύνουν αυτό, καθώς και για οποιουσδήποτε άλλους περιορισμούς που έχουν επιβληθεί στο ακίνητο δυνάμει νομοθετικής, δικαστικής, διοικητικής ή άλλης κυβερνητικής πράξης ή απόφασης:

Νοείται ότι κτηματομεσίτης δε θα θεωρείται ότι παραβιάζει την πιο πάνω υποχρέωσή του, αν-

(α) η παράλειψη ενημέρωσης για οποιαδήποτε στοιχεία οφείλεται σε λόγους που βρίσκονται πέραν της βούλησης ή του ελέγχου του που υποχρεούται να διενεργεί στα πλαίσια της συνήθους άσκησης του επαγγέλματός του, και

(β) ο κτηματομεσίτης ενημερώνει εγκαίρως και οπωσδήποτε πριν από την επίτευξη της κτηματικής συναλλαγής τα ενδιαφερόμενα μέρη για την αδυναμία του αυτή.

Δικαίωμα αδειούχου κτηματομεσίτη για διατύπωση γνώμης για την αξία κτηματικής συναλλαγής

21. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης δύναται, στα πλαίσια αναλαμβανόμενης μεσολάβησης για κτηματική συναλλαγή, να διατυπώνει τη γνώμη του ως προς την αξία της εν λόγω κτηματικής συναλλαγής, εφόσον αυτό ζητηθεί είτε από τον πωλητή είτε από τον αγοραστή.

Στοιχεία κτηματομεσίτη σε έγγραφα και διαφημίσεις

22. Κάθε εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης οφείλει σε κάθε έγγραφο ή διαφήμιση που χρησιμοποιεί στα πλαίσια άσκησης του επαγγέλματός του να αναγράφει ή αναφέρει τη φράση “εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης”, ακολουθούμενη από τον αριθμό εγγραφής και τον αριθμό άδειας άσκησης επαγγέλματος.

Διατήρηση γραφείου κ.λπ. από εγγεγραμμένο κτηματομεσίτη

23. Κάθε εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης οφείλει να διατηρεί γραφείο με κατάλληλη επίπλωση και εξοπλισμό και να έχει αναρτημένα σε περίοπτη θέση το πιστοποιητικό εγγραφής και την άδειά του και στην πρόσοψη του γραφείου να αναγράφει ευκρινώς το όνομα και τις λέξεις “εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης” ή/και οποιαδήποτε εμπορική επωνυμία η οποία δηλώθηκε στο Συμβούλιο.

Ψευδείς ή ανακριβείς δηλώσεις ή παραστάσεις

24. Κτηματομεσίτης ο οποίος, σε οποιαδήποτε ειδοποίηση, διαφήμιση ή έγγραφο ή σε οποιαδήποτε πινακίδα αναρτημένη στην πρόσοψη ή εντός του γραφείου του, περιγράφει τον εαυτό του ψευδώς ή ανακριβώς ή μεταχειρίζεται όνομα ή επωνυμία διαφορετικά εκείνου με το οποίο είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο ή παριστά ανακριβώς ότι κατέχει οποιοδήποτε δίπλωμα ή πτυχίο ή οποιαδήποτε ειδικότητα ή ειδικά προσόντα σχετικά με ακίνητα ή κτηματικές συναλλαγές, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

ΜΕΡΟΣ VI ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Πειθαρχικά παραπτώματα

25.(1) Εγγεγραμμένος Κτηματομεσίτης διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα και υπόκειται σε πειθαρχική δίωξη ενώπιον του Συμβουλίου αν-

(α) διαπράξει οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, ή

(β) έχει επιτύχει την εγγραφή του στο Μητρώο Κτηματομεσιτών ή έχει εξασφαλίσει ετήσια άδεια με τη χρήση ψευδών ή δόλιων παραστάσεων ή δηλώσεων, ή

(γ) έχει ενεργήσει ή παραλείψει οτιδήποτε με τρόπο που ισοδυναμεί με παράβαση οποιουδήποτε από τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις κτηματομεσίτη, ή

(δ) κατά την άσκηση του επαγγέλματός του επιδεικνύει διαγωγή ανέντιμη ή επονείδηστη ή οποιαδήποτε άλλη διαγωγή ή συμπεριφορά ανάρμοστη ή ασυμβίβαστη με το επάγγελμα ή του υποβιβάζει το κύρος και την υπόληψη του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη, ή

(ε) υποβοηθεί ή υποθάλπει εικονική διενέργεια κτηματομεσιτικής εργασίας.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος “καθήκοντα και υποχρεώσεις κτηματομεσίτη” περιλαμβάνει κάθε καθήκον ή υποχρέωση που επιβάλλεται σε κτηματομεσίτη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών ή οποιασδήποτε άλλης σε ισχύ νομοθετικής διάταξης.

Πειθαρχικές ποινές

26.(1) Οι ακόλουθες πειθαρχικές ποινές μπορούν να επιβληθούν από το Συμβούλιο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου:-

(α) επίπληξη·

(β) χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες·

(γ) αναστολή της ετήσιας άδειας που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη·

(δ) διαγραφή του ονόματος του κτηματομεσίτη από το Μητρώο.

(2) Για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα δεν επιβάλλονται περισσότερες από μια πειθαρχικές ποινές:

Νοείται ότι η ποινή της επίπληξης μπορεί να επιβληθεί μαζί με οποιαδήποτε άλλη ποινή που προβλέπεται στο εδάφιο (1) :

Νοείται περαιτέρω ότι οι δυνάμει του εδαφίου (1) πειθαρχικές ποινές μπορούν να επιβάλλονται σε συνδυασμό με την επιβολή υποχρέωσης πληρωμής των εξόδων των σχετικών με την ενώπιον του Συμβουλίου διαδικασία.

(3) Σε περίπτωση διαγραφής του ονόματος κτηματομεσίτη από το Μητρώο ως αποτέλεσμα πειθαρχικής ποινής που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο διαγραφόμενος κτηματομεσίτης στερείται του δικαιώματος επανεγγραφής για τόση χρονική περίοδο όπως το Συμβούλιο ήθελε καθορίσει με την απόφαση για διαγραφή.

Έρευνα πειθαρχικών παραπτωμάτων

27.(1) Όταν καταγγελθεί στο Συμβούλιο ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο υποπέσει στην αντίληψή του ότι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης δυνατό να έχει διαπράξει οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα από τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 25, τότε το Συμβούλιο μεριμνά αμέσως όπως διεξαχθεί έρευνα σύμφωνα με διαδικασία που θα καθοριστεί με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου,

(2) Όταν από την έρευνα που έχει διεξαχθεί δυνάμει του εδαφίου (1) αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, ο επηρεαζόμενος εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης πληροφορείται γραπτώς για την εναντίον του υπόθεση και παρέχεται σ’ αυτόν ευκαιρία να ακουστεί είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω δικηγόρου.

(3) Η ακρόαση της υπόθεσης διεξάγεται σύμφωνα με διαδικασία η οποία θέλει καθοριστεί με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(4) Το Συμβούλιο με την απόφασή του μπορεί είτε να βρει τον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο κτηματομεσίτη ένοχο όλων ή οποιωνδήποτε από τα πειθαρχικά παραπτώματα για τα οποία κατηγορείται και να του επιβάλει οποιαδήποτε από τις πειθαρχικές ποινές την οποία θα δικαιολογούσαν οι περιστάσεις της υπόθεσης ή να τον απαλλάξει από την κατηγορία. Οι αποφάσεις αυτές του Συμβουλίου ανακοινώνονται στον τύπο.

(5) Κάθε πρόσωπο, εκτός του κατηγορουμένου, περιλαμβανομένου οποιουδήποτε εγγεγραμμένου κτηματομεσίτη, το οποίο καλείται αρμοδίως να εμφανιστεί ενώπιον του Συμβουλίου και παραλείπει χωρίς αιτία να προσέλθει κατά το χρόνο και στον τόπο που αναφέρεται στην κλήση ή κατά τη διάρκεια της ακρόασης της υπόθεσης ή το οποίο αρνείται να απαντήσει σε οποιαδήποτε νόμιμα τιθέμενη ερώτηση, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες λίρες.

Σχέση ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης

28.(1) Όταν ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον εγγεγραμμένου κτηματομεσίτη, καμιά πειθαρχική δίωξη δεν επιτρέπεται να ασκηθεί ή συνεχιστεί εναντίον του για λόγους που σχετίζονται με την ποινική δίωξη μέχρις ότου αυτή πάρει οριστικό τέλος.

(2) Εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης που διώκεται για ποινικό αδίκημα και που τελικά αθωώνεται, δεν επιτρέπεται να διωχθεί πειθαρχικά για την ίδια κατηγορία, μπορεί όμως να διωχθεί για πειθαρχικό παράπτωμα που προκύπτει από τη διαγωγή του, η οποία σχετίζεται με την ποινική δίωξη, αλλά δεν εγείρει το ίδιο επίδικο θέμα όπως εκείνο της κατηγορίας κατά την ποινική δίωξη.

(3) Όταν εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης καταδικαστεί για ποινικό αδίκημα, το οποίο, κατά την κρίση του Συμβουλίου, ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, είτε η καταδίκη αυτή επικυρωθεί ύστερα από έφεση είτε δεν ασκηθεί κατ’ αυτής έφεση, το Συμβούλιο λαμβάνει το γρηγορότερο αντίγραφο των πρακτικών της διαδικασίας του εκδικάσαντος την υπόθεσή ή, ανάλογα με την περίπτωση, την έφεση δικαστηρίου και χωρίς περαιτέρω έρευνα της υπόθεσης προβαίνει στην επιβολή της πειθαρχικής ποινής της διαγραφής του ονόματός του από το Μητρώο.

ΜΕΡΟΣ VII ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Γενικό ποινικό αδίκημα

29. Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απαγόρευση, καθήκον ή υποχρέωση που επιβάλλεται από ή δυνάμει οποιασδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών διαπράττει αδίκημα και υπόκειται, αν δεν προβλέπεται ειδικά άλλη ποινή, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες και, σε περίπτωση συνεχιζόμενου αδικήματος, σε πρόσθετη χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι λίρες για κάθε ημέρα ή μέρος της ημέρας κατά την οποία η παράβαση ή η παράλειψη συνεχίζεται μετά τη διάπραξη του αδικήματος.

Διάταγμα εκδικάζοντος δικαστηρίου

30.(1) Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται ποινικό αδίκημα δυνάμει του άρθρου 14 μπορεί, κατόπιν ex-parte αίτησης, να διατάξει-

(α) τη διενέργεια ή την αποφυγή διενέργειας οποιασδήποτε πράξης σχετικής με το εκδικαζόμενο αδίκημα, ή

(β) το κλείσιμο ή την αναστολή της λειτουργίας οποιουδήποτε γραφείου ή υποστατικού συνδεόμενου με το εκδικαζόμενο αδίκημα,

αμέσως ή εντός τέτοιας προθεσμίας και κάτω από τέτοιους όρους όπως το δικαστήριο ήθελε κρίνει σκόπιμο να καθορίσει, μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης αναφορικά με την οποία έχει ασκηθεί η ποινική δίωξη.

(2) Επιπρόσθετα με την επιβολή της ποινής το δικαστήριο ενώπιον του οποίου καταδικάζεται πρόσωπο για το αδίκημα που αναφέρεται στο εδάφιο (1) μπορεί να διατάξει το καταδικαζόμενο πρόσωπο-

(α) να διακόψει ή αναστείλει οποιεσδήποτε ενέργειες ή πρακτικές που σχετίζονται με το ποινικό αδίκημα για το οποίο έχει καταδικαστεί,

(β) να κλείσει και διατηρήσει κλειστό οποιοδήποτε γραφείο ή υποστατικό σε σχέση με το οποίο έχει διαπραχθεί το ποινικό αδίκημα για το οποίο έχει καταδικαστεί,

αμέσως ή εντός τέτοιας προθεσμίας και κάτω από τέτοιους όρους όπως το δικαστήριο ήθελε κρίνει σκόπιμο ή αναγκαίο να καθορίσει στο διάταγμα, με σκοπό την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.

(3) Πρόσωπο εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί διάταγμα δυνάμει του παρόντος άρθρου και το οποίο παραλείπει ή αμελεί να συμμορφωθεί με τέτοιο διάταγμα μέσα στη χρονική περίοδο που τυχόν καθορίζεται σ’ αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

Χρηματικές ποινές που περιέρχονται στο Συμβούλιο

31. Όλες οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σε σχέση με οποιαδήποτε ποινικά αδικήματα δυνάμει του παρόντος Νόμου, με την επιβολή τους από το δικαστήριο περιέρχονται στο Συμβούλιο και καταβάλλονται στο ταμείο του μόλις εισπραχθούν.

ΜΕΡΟΣ VIII ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Διορισμός Επιθεωρητών, καθήκοντα και ευθύνες αυτών

32.(1) Το Συμβούλιο δύναται να αναθέτει σε λειτουργό ή λειτουργούς του (στο εξής αναφερόμενοι ως “Επιθεωρητές”) το καθήκον του ελέγχου της συμμόρφωσης ή εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.

(2) Τα καθήκοντα και οι ευθύνες του Επιθεωρητή περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

(α) τη διερεύνηση, λήψη καταθέσεων και εξασφάλιση οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας αναγκαίας για τη στοιχειοθέτηση ποινικών ή πειθαρχικών παραβάσεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών·

(β) την υποχρέωση να εμφανίζονται ως μάρτυρες ενώπιον των δικαστηρίων ή του Συμβουλίου κατά την εκδίκαση ποινικών ή, ανάλογα με την περίπτωση, πειθαρχικών παραβάσεων δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών·

(γ) η διενέργεια κάθε άλλης προπαρασκευαστικής πράξης, που κρίνεται αναγκαία για την προώθηση ή επίτευξη της λήψης νομικών μέτρων εναντίον οποιουδήποτε προσώπου το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.

Εξουσία εισόδου για σκοπούς ελέγχου

33.(1) Επιθεωρητής, κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων και ευθυνών του δυνάμει του άρθρου 32, έχει εξουσία, σε οποιαδήποτε εύλογη ώρα και επιδεικνύοντας το έγγραφο της εξουσιοδότησής του, να εισέρχεται σε οποιοδήποτε υποστατικό εκτός εκείνου που χρησιμοποιείται ως κατοικία, το οποίο πιστεύει εύλογα ότι χρησιμοποιείται για σκοπούς άσκησης του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη, και να απαιτεί από τον ιδιοκτήτη ή το πρόσωπο το οποίο φαίνεται να έχει την εποπτεία ή τον έλεγχο του υποστατικού την παρουσίαση οποιωνδήποτε εγγράφων καθώς και την παροχή οποιωνδήποτε πληροφοριών που κρίνονται αναγκαίες για τον έλεγχο και τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.

(2) Όταν από την επιθεώρηση δυνάμει του εδαφίου (1) , ο Επιθεωρητής σχηματίσει εύλογη πεποίθηση ότι έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, τότε αυτός μπορεί να κατάσχει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλη μαρτυρία ή να πάρει αντίγραφα αυτών αν πιστεύει ότι μπορούν να χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε μελλοντική ποινική διαδικασία και γενικά έχει εξουσία να ενεργήσει στη συγκεκριμένη περίπτωση ως αν ήταν αστυνομικός ανακριτής κατά τη διερεύνηση ποινικού αδικήματος.

Δικαστικό ένταλμα έρευνας

34.(1) Τηρουμένων κατά τα λοιπά των σχετικών για την έκδοση και εκτέλεση δικαστικών ενταλμάτων έρευνας διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας, Επαρχιακός Δικαστής με βάση ένορκη καταγγελία-

(α) αφού ικανοποιηθεί ότι υπάρχει βάσιμος λόγος να πιστεύει-

(i) ότι οποιαδήποτε αντικείμενα, βιβλία ή έγγραφα, τα οποία Επιθεωρητής έχει εξουσία δυνάμει του άρθρου 33 να επιθεωρεί, βρίσκονται σε οποιαδήποτε υποστατικά και ότι η επιθεώρησή τους είναι πιθανόν να αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία για τη διάπραξη αδικήματος δυνάμει του παρόντος Νόμου· ή

(ii) ότι έχει διαπραχθεί ή είναι εν τω πράττεσθαι ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου σε οποιαδήποτε υποστατικά· και

(β) αφού ικανοποιηθεί επίσης ότι η είσοδος στα υποστατικά έχει εμποδισθεί ή είναι πιθανόν να εμποδισθεί,

δύναται να εκδώσει δικαστικό ένταλμα που να επιτρέπει στον Επιθεωρητή να εισέλθει στα υποστατικά, ασκώντας και βία αν παραστεί ανάγκη.

(2) Επιθεωρητής που εισέρχεται σε υποστατικά δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να έχει μαζί του ή συνοδεύεται από τέτοια άλλα πρόσωπα, περιλαμβανομένων αστυνομικών οργάνων, ή τέτοιο εξοπλισμό που αυτός θέλει θεωρήσει απαραίτητα για τη συγκεκριμένη περίπτωση.

Παρακώλυση εντεταλμένου Επιθεωρητή

35.(1) Πρόσωπο το οποίο -

(α) εσκεμμένα παρακωλύει Επιθεωρητή από του να ενεργήσει σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ή

(β) εσκεμμένα παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απαίτηση που του απευθύνει δικαιωματικά ο Επιθεωρητής δυνάμει του άρθρου 33, ή

(γ) χωρίς εύλογη αιτία παραλείπει να παράσχει στον πιο πάνω Επιθεωρητή οποιαδήποτε άλλη βοήθεια ή πληροφορία την οποία εύλογα ήθελε ζητήσει αυτός κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 33,

διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Πρόσωπο το οποίο, παρέχοντας οποιαδήποτε πληροφορία που του ζητήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 33, προβαίνει εν γνώσει του σε ανακριβή δήλωση, διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται αδίκημα δυνάμει του εδαφίου (1) και (2) του παρόντος άρθρου, μπορεί, επιπρόσθετα με την επιβαλλόμενη ποινή, να διατάξει τον καταδικασθέντα να καταβάλει στο Συμβούλιο τέτοιο άλλο ποσό υπό μορφή αποζημίωσης για τυχόν ζημιές που προκλήθηκαν ως αποτέλεσμα της διάπραξης των αδικημάτων αυτών, όπως το δικαστήριο ήθελε κρίνει δίκαιο.

(4) Καμιά διάταξη του παρόντος άρθρου ή του άρθρου 33 μπορεί να ερμηνευτεί ότι επιβάλλει σε πρόσωπο την υποχρέωση να απαντήσει σ’ οποιαδήποτε ερώτηση ή να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία με την οποία θα μπορούσε να αυτοενοχοποιηθεί.

Οικονομική αυτάρκεια και ταμείο του Συμβουλίου

36.(1) Το Συμβούλιο διατηρεί ταμείο στο οποίο κατατίθενται όλα τα έσοδα και λοιποί πόροι αυτού, από το οποίο θα καταβάλλονται όλες οι δαπάνες λειτουργίας αυτού.

(2) Το Συμβούλιο μεριμνά και διαχειρίζεται το ταμείο κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται η κατά το δυνατό μεγαλύτερη οικονομική αυτάρκεια και αυτοχρηματοδότησή του.

(3) Το Συμβούλιο διορίζει εγκεκριμένο ελεγκτή ή ελεγκτές για τον έλεγχο των λογαριασμών του ταμείου, οι δε εξελεγμένοι λογαριασμοί του υποβάλλονται κατ’ έτος στον Υπουργό για τις παρατηρήσεις του.

Πόροι του ταμείου

37. Τα έσοδα και λοιποί πόροι του ταμείου μπορούν να προέρχονται από-

(α) τα τέλη που επιβάλλονται και εισπράττονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών,

(β) τις χρηματικές ποινές που επιβάλλονται είτε κατόπιν πειθαρχικής ποινής δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 26, είτε κατόπιν ποινικής καταδίκης σύμφωνα με το άρθρο 31,

(γ) οποιεσδήποτε δωρεές, εισφορές ή άλλες χορηγίες που γίνονται οικειοθελώς προς όφελος του ταμείου, και

(δ) πωλήσεις διαφόρων εντύπων που εκδίδει κατά καιρούς το Συμβούλιο.

Έκδοση Κανονισμών

38.(1) Το Συμβούλιο δύναται, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει κανονισμούς για τον καθορισμό κάθε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού, καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1) , οι Κανονισμοί αυτοί μπορούν να προβλέπουν για όλα ή οποιαδήποτε από τα ακόλουθα θέματα:-

(α) τον καθορισμό των τελών οποιασδήποτε δυνάμει του παρόντος Νόμου προβλεπόμενης αίτησης, εξέτασης, εγγραφής στο Μητρώο ή έκδοσης ή ανανέωσης άδειας·

(β) τον καθορισμό ανώτατου ή κατώτατου ποσοστού προμήθειας την οποία δικαιούνται ελλείψει γραπτής συμφωνίας μεταξύ των μερών, να εισπράττουν οι κτηματομεσίτες, καθώς και του προσώπου από το οποίο η εν λόγω προμήθεια πρέπει να καταβάλλεται·

(γ) τον τρόπο και το χρόνο διεξαγωγής των εξετάσεων που απαιτούνται ή επιτρέπονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, καθώς και τον καθορισμό της εξεταστέας ύλης σ’ αυτές·

(δ) τους ειδικότερους κανόνες δεοντολογίας που πρέπει να τηρούνται από τους εγγεγραμμένους κτηματομεσίτες κατά την άσκηση του επαγγέλματος·

(ε) τη διαδικασία έρευνας και εκδίκασης πειθαρχικών παραπτωμάτων·

(στ) τους όρους πρόσληψης και υπηρεσίας των υπαλλήλων του Συμβουλίου, περιλαμβανομένων των σχεδίων υπηρεσίας, των σχεδίων συντάξεων και των σχεδίων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης·

(ζ) τον καθορισμό των συναφών προς την άσκηση του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη θεμάτων·

(η) τον τρόπο και τη μέθοδο ικανοποιητικής απόδειξης της κατοχής πείρας σε σχέση με κτηματικές συναλλαγές για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο.

(3) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του εδαφίου (1) κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς έγκριση.

ΜΕΡΟΣ IX ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Καταργήσεις και επιφυλάξεις

39.(1) Οι περί Κτηματομεσιτών Νόμοι του 1987 μέχρι 2003 καταργούνται.

(2) Ανεξάρτητα από την κατάργηση των περί Κτηματομεσιτών Νόμων του 1987 μέχρι 2003 (στο εξής αναφερόμενοι ως οι καταργηθέντες νόμοι) -

(α) οποιοιδήποτε κανονισμοί, διατάγματα ή άλλες κανονιστικές πράξεις, που έγιναν ή εκδόθηκαν δυνάμει των καταργηθέντων νόμων και που ίσχυαν αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρούνται ότι έγιναν ή εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου και θα συνεχίσουν να ισχύουν, εκτός στην έκταση που αντιφάσκουν με τον παρόντα Νόμο, μέχρις ότου τροποποιηθούν ή αντικατασταθούν·

(β) οποιαδήποτε εγγραφή κτηματομεσίτη, πιστοποιητικό εγγραφής ή ετήσια άδεια που έγινε ή εκδόθηκε δυνάμει των καταργηθέντων νόμων και που ήταν έγκυρη και ισχυρή αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θα θεωρείται ότι έγινε ή εκδόθηκε δυνάμει των αντίστοιχων διατάξεων του παρόντος Νόμου και θα συνεχίσει να είναι έγκυρη και ισχυρή, εκτός αν και μέχρις ότου ακυρωθεί, ανασταλεί ή λήξει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(γ) το δυνάμει των καταργηθέντων νόμων υφιστάμενο αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών, θα συνεχίσει να λειτουργεί και να ασκεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του Συμβουλίου που καθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου, τα δε υφιστάμενα μέλη του θα συνεχίσουν να κατέχουν τη θέση τους ως αν είχαν οριστεί ή εκλεγεί από ή δυνάμει του παρόντος Νόμου μέχρι να λήξει η θητεία τους για την οποία είχαν οριστεί ή εκλεγεί.

Μεταβατικές διατάξεις

40.(1) Με την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, το δυνάμει του άρθρου 3 καθιδρυόμενο Συμβούλιο καθίσταται αυτοδικαίως ο νόμιμος ιδιοκτήτης, δικαιούχος ή οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, κάθε περιουσιακού στοιχείου, δικαιώματος, απαίτησης, οφειλής ή υποχρέωσης που αποκτήθηκε ή δημιουργήθηκε από το Συμβούλιο κατά τη διάρκεια της ισχύος των καταργηθέντων νόμων.

(2) Το Μητρώο Κτηματομεσιτών, το οποίο ετηρείτο δυνάμει των καταργηθέντων νόμων, θα λογίζεται ότι αποτελεί μέρος του Μητρώου που θα τηρείται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(3) Κάθε έγγραφο, το οποίο αναφέρεται σε οποιαδήποτε διάταξη των καταργηθέντων νόμων, θα ερμηνεύεται ότι αναφέρεται στην αντίστοιχη, αν υπάρχει, διάταξη του παρόντος Νόμου.

(4) Όλοι οι δυνάμει των καταργηθέντων νόμων διορισμοί υπαλλήλων ή εντεταλμένων επιθεωρητών, οι οποίοι έγιναν και ίσχυαν αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θα θεωρούνται ότι έγιναν δυνάμει του παρόντος Νόμου και θα συνεχίσουν να έχουν ανάλογη ισχύ.

(5) Αιτήσεις προς το Συμβούλιο των οποίων η εξέταση εκκρεμεί κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θα τυγχάνουν χειρισμού και αποφασίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(6) Όταν οποιαδήποτε χρονική προθεσμία που προβλέπεται στους καταργηθέντες νόμους είχε ενεργοποιηθεί και συνεχίζει να τρέχει κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και υπάρχει αντίστοιχη διάταξη στον παρόντα Νόμο, ο παρών Νόμος θα έχει εφαρμογή ως αν η αντίστοιχη αυτή διάταξη είχε τεθεί σε ισχύ κατά τη στιγμή που άρχισε να τρέχει η περίοδος ή η προθεσμία αυτή.

Σημείωση
43 του Ν.71(I)/2010Καταργήσεις και επιφυλάξεις

43.-(1) Οι περί Κτηματομεσιτών Νόμοι του 2004 και 2007 καταργούνται.

(2) Ανεξάρτητα από την κατάργηση των περί Κτηματομεσιτών Νόμων του 2004 και 2007 (στο εξής αναφερόμενοι ως οι καταργηθέντες νόμοι)-

(α) οποιοιδήποτε κανονισμοί, διατάγματα ή άλλες κανονιστικές πράξεις, που έγιναν ή εκδόθηκαν δυνάμει των καταργηθέντων νόμων και που ίσχυαν αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(I)/2010], θεωρούνται ότι έγιναν ή εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(I)/2010] και θα συνεχίσουν να ισχύουν, εκτός στην έκταση που αντιφάσκουν με τον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή τον Ν.71(I)/2010], μέχρις ότου τροποποιηθούν ή αντικατασταθούν·

(β) οποιαδήποτε εγγραφή κτηματομεσίτη, πιστοποιητικό εγγραφής ή ετήσια άδεια που έγινε ή εκδόθηκε δυνάμει των καταργηθέντων νόμων και που ήταν έγκυρη και ισχυρή αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(I)/2010], θα θεωρείται ότι έγινε ή εκδόθηκε δυνάμει των αντίστοιχων διατάξεων του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(I)/2010] και θα συνεχίσει να είναι έγκυρη και ισχυρή, εκτός αν και μέχρις ότου ακυρωθεί, ανασταλεί ή λήξει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(I)/2010]·

(γ) το δυνάμει των καταργηθέντων νόμων υφιστάμενο αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(I)/2010] Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών, θα συνεχίσει να λειτουργεί και να ασκεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του Συμβουλίου που καθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(I)/2010], τα δε υφιστάμενα μέλη του θα συνεχίσουν να κατέχουν τη θέση τους ως αν είχαν οριστεί ή εκλεγεί από ή δυνάμει του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(I)/2010] μέχρι να λήξει η θητεία τους για την οποία είχαν οριστεί ή εκλεγεί.

Σημείωση
44 του Ν.71(I)/2010Μεταβατικές διατάξεις

44.-(1) Με την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, το δυνάμει του άρθρου 3 καθιδρυόμενο Συμβούλιο καθίσταται αυτοδικαίως ο νόμιμος ιδιοκτήτης, δικαιούχος ή οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, κάθε περιουσιακού στοιχείου, δικαιώματος, απαίτησης, οφειλής ή υποχρέωσης που αποκτήθηκε ή δημιουργήθηκε από το Συμβούλιο κατά τη διάρκεια της ισχύος των καταργηθέντων νόμων.

(2) Το Μητρώο Κτηματομεσιτών, το οποίο ετηρείτο δυνάμει των καταργηθέντων νόμων, θα λογίζεται ότι αποτελεί μέρος του Μητρώου που θα τηρείται δυνάμει του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010].

(3) Κάθε έγγραφο, το οποίο αναφέρεται σε οποιαδήποτε διάταξη των καταργηθέντων νόμων, θα ερμηνεύεται ότι αναφέρεται στην αντίστοιχη, αν υπάρχει, διάταξη του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010].

(4) Όλοι οι δυνάμει των καταργηθέντων νόμων διορισμοί υπαλλήλων ή εντεταλμένων επιθεωρητών, οι οποίοι έγιναν και ίσχυαν αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010], θα θεωρούνται ότι έγιναν δυνάμει του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010] και θα συνεχίσουν να έχουν ανάλογη ισχύ.

(5) Όλες οι δυνάμει των καταργηθέντων νόμων εγγραφές προσώπων στο τηρούμενο δυνάμει των καταργηθέντων νόμων Μητρώο Κτηματομεσιτών, οι οποίες έγιναν και ίσχυαν αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010], θα θεωρούνται ότι έγιναν δυνάμει του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010] και θα συνεχίσουν να έχουν ισχύ, τα δε πρόσωπα που ήταν με τον τρόπο αυτό εγγεγραμμένα δεν είναι δυνατόν να διαγραφούν από το Μητρώο για το λόγο και μόνο ότι δεν κατέχουν το προσόν που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου.

(6) Αιτήσεις προς το Συμβούλιο, των οποίων η εξέταση εκκρεμεί κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010], θα τυγχάνουν χειρισμού και αποφασίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010]:

Νοείται ότι, πρόσωπα που είναι σε θέση να αποδείξουν ότι, μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.71(Ι)/2010], είχαν αποφοιτήσει από αναγνωρισμένη στη Δημοκρατία ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος σχολή μέσης εκπαίδευσης και είχαν, κατά την εν λόγω ημερομηνία έναρξης ισχύος, ή για οποιαδήποτε περίοδο διάρκειας τουλάχιστον τριών μηνών εντός των πέντε χρόνων που προηγήθηκαν της εν λόγω ημερομηνίας, ως κύρια απασχόλησή τους στη Δημοκρατία ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος τη κτηματομεσιτική εργασία, μπορούν να εγγραφούν στο Μητρώο Κτηματομεσιτών εφόσον αποδείξουν ότι έχουν αποκτήσει στη Δημοκρατία ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος πενταετή πείρα σε σχέση με τη κτηματομεσιτική εργασία.

(7) Όταν οποιαδήποτε χρονική προθεσμία που προβλέπεται στους καταργηθέντες νόμους είχε ενεργοποιηθεί και συνεχίζει να τρέχει κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και υπάρχει αντίστοιχη διάταξη στον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή στον Ν.71(Ι)/2010], ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.71(Ι)/2010] θα έχει εφαρμογή ως αν η αντίστοιχη αυτή διάταξη είχε τεθεί σε ισχύ κατά τη στιγμή που άρχισε να τρέχει η περίοδος ή η προθεσμία αυτή.