ΜΕΡΟΣ IV ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ
Διενέργεια επίσημου ελέγχου. Εξαιρέσεις για ιδίαν κατανάλωση

9.-(1) H Aρμόδια Αρχή υποβάλλει, σε περίπτωση αποστολής τους σε κράτος μέλος, τα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα, που καθορίζονται στο Παράρτημα V, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, καθώς και τη συσκευασία αυτών, σε επίσημο και σχολαστικό έλεγχο είτε στο σύνολό τους είτε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα, και εφόσον είναι αναγκαίο διεξάγει επίσημο έλεγχο και στα μεταφορικά μέσα αυτών προκειμένου να διαπιστωθεί ότι:

(α) Αυτά δεν είναι προσβεβλημένα από τους επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003·

(β) στην περίπτωση των φυτών και φυτικών προϊόντων που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, δεν έχουν προσβληθεί από τους αντίστοιχους επιβλαβείς οργανισμούς που αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος·

(γ) στην περίπτωση των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικείμενων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, μέρος Α των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, πληρούν τις ειδικές απαιτήσεις που αντιστοιχούν σε αυτά και αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος.

(2) Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο επίσημου ελέγχου, που αναφέρεται στο εδάφιο (1), προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ικανοποιούνται οι διατάξεις των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 6 ή του εδαφίου (2) του άρθρου 8, όταν το κράτος μέλος προορισμού κάνει χρήση των διατάξεων αυτών.

(3) Σπόροι προς σπορά, που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, οι οποίοι πρόκειται να αποσταλούν σε κράτος μέλος, υπόκεινται σε επίσημο έλεγχο για να διαπιστωθεί ότι πληρούν τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος.

(4)(α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (7), τα εδάφια (1), (2) και (3) εφαρμόζονται επίσης και στην κυκλοφορία των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων στο έδαφος της Δημοκρατίας·

(β) Τα εδάφια (1), (2) και (3) δεν εφαρμόζονται, όσον αφορά τους επιβλαβείς οργανισμούς που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι, μέρος Β, ή στο Παράρτημα ΙΙ, μέρος Β και στις ειδικές απαιτήσεις του Παραρτήματος IV, μέρος Β, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, κατά την κυκλοφορία των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων διά μέσου μίας προστατευόμενης ζώνης ή εκτός της προστατευόμενης ζώνης.

(5)(α) Οι επίσημοι έλεγχοι που αναφέρονται στα εδάφια (1), (2) και (3) διενεργούνται ούτως ώστε -

(i) να καλύπτουν όλα τα σχετικά φυτά ή φυτικά προϊόντα που έχουν καλλιεργηθεί, παραχθεί ή χρησιμοποιηθεί από τον παραγωγό ή που βρίσκονται άλλως πως στην εκμετάλλευσή του ή στο καλλιεργητικό υπόστρωμα ανάπτυξης που χρησιμοποιείται εκεί·

(ii) να διενεργούνται στην εκμετάλλευση, κατά προτίμηση στον τόπο παραγωγής·

(iii) να διενεργούνται τακτικά σε εύλογη ώρα, τουλάχιστον μία φορά ετησίως, και τουλάχιστον μέσω οπτικού ελέγχου, με την επιφύλαξη των ειδικών απαιτήσεων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(β)(i) Κάθε παραγωγός, για τον οποίο απαιτείται σύμφωνα με τα εδάφια (1) (2) και (3), ο επίσημος έλεγχος που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (5), εγγράφεται στο επίσημο μητρώο σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Υποχρεώσεις των Παραγωγών και των Εισαγωγέων Φυτών, Φυτικών Προϊόντων και άλλων Αντικειμένων και Καθορισμός των Λεπτομερειών για την Εγγραφή τους σε Επίσημα Μητρώα) Κανονισμούς του 2003, με αριθμό που να επιτρέπει την αναγνώρισή του.

(ii) Στο μητρώο που αναφέρεται πιο πάνω ή Επιτροπή δύναται μετά από αίτησή της να έχει πρόσβαση.

(γ) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων που καθορίζονται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Υποχρεώσεις των Παραγωγών και των Εισαγωγέων Φυτών, Φυτικών Προϊόντων και άλλων Αντικειμένων και Καθορισμός των Λεπτομερειών για την Εγγραφή τους σε Επίσημα Μητρώα) Κανονισμούς του 2003 κάθε παραγωγός οφείλει να ενημερώνει αμέσως την Αρμόδια Αρχή για οποιαδήποτε ασυνήθιστη εμφάνιση επιβλαβών οργανισμών ή συμπτωμάτων ή κάθε άλλη ανωμαλία που αφορά τα φυτά·

(δ) Τα εδάφια (1), (2) και (3) δεν εφαρμόζονται στην κυκλοφορία μικρών ποσοτήτων φυτών, φυτικών προϊόντων, τροφίμων ή ζωοτροφών που προορίζονται για χρήση από τον ιδιοκτήτη ή αποδέκτη, για μη βιομηχανικούς και μη εμπορικούς σκοπούς, ούτε στην κατανάλωση κατά τη μεταφορά τους, με την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών.

(6)(α) Οι παραγωγοί ορισμένων φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που δεν απαριθμούνται στο Παράρτημα V, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 και που προσδιορίζονται σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Εγγραφή των Παραγωγών, των Αποθηκών και των Κέντρων Διανομής Ορισμένων Φυτών και Φυτικών Προϊόντων στο Μητρώο) Κανονισμούς του 2003, καθώς και οι αποθήκες συλλογής ή τα κέντρα αποστολής που βρίσκονται εντός της ζώνης παραγωγής, εγγράφονται σε επίσημο μητρώο, που τηρείται από την Αρμόδια Αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου 5. Οι παραγωγοί αυτοί υπόκεινται ανά πάσα στιγμή στους ελέγχους που προβλέπει η παράγραφος (α) του εδαφίου (5).

(β) Για ορισμένα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα Κανονισμοί δύνανται να καθορίσουν το σύστημα που θα επιτρέπει, στο βαθμό που είναι δυνατό, την εξακρίβωση της προέλευσής τους, λαμβανομένης υπόψη της φύσης των συνθηκών παραγωγής και εμπορίας.

(7) Ο Διευθυντής δύναται, νοουμένου ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, να εξαιρέσει -

(α) Από την εγγραφή στο μητρώο, που προβλέπεται στα εδάφια (4), (5) και (6), τους μικρούς παραγωγούς ή μεταποιητές που προορίζουν το σύνολο της παραγωγής και της πώλησης των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων, στην τοπική κυκλοφορία, ή

(β) από τον επίσημο έλεγχο, που προβλέπεται στα εδάφια (4), (5) και (6), την τοπική κυκλοφορία φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που παράγονται από πρόσωπα τα οποία απαλλάσσονται από την εγγραφή.

(8) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου λιγότερο αυστηρές προϋποθέσεις και έλεγχοι δύνανται να καθοριστούν με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 26, για τα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που διακινούνται εντός ή διά μέσου προστατευόμενης ζώνης.

Έκδοση φυτοϋγειονομι-κού πιστοποιητικού

10. [Διαγράφηκε]
Εισαγωγή φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων από κράτος μέλος μέσω άλλου κράτους μέλους. Φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό επανεξαγωγής

11. [Διαγράφηκε]
Έκδοση φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού από τη Δημοκρατία ως χώρα καταγωγής

12. [Διαγράφηκε]
Έκδοση φυτοϋγειονομικού διαβατηρίου. Εξαιρέσεις για ιδίαν κατανάλωση

13.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή, εάν μετά από τον έλεγχο που προβλέπεται στα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 9, ο οποίος διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 9, διαπιστώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα εν λόγω εδάφια, χορηγεί φυτοϋγειονομικό διαβατήριο.

(β) Σε περίπτωση που ο έλεγχος δεν αφορά προϋποθέσεις σχετικά με τις προστατευόμενες ζώνες ή αν θεωρηθεί ότι δεν πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις, το χορηγούμενο φυτοϋγειονομικό διαβατήριο δεν ισχύει για τις εν λόγω ζώνες και πρέπει να φέρει ειδικό σήμα όπως προβλέπεται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003.

(1Α) Στην περίπτωση σπόρων που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9, δεν χρειάζεται να εκδίδεται φυτοϋγειονομικό διαβατήριο, εφόσον εξασφαλίζεται, ότι από τα έγγραφα που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις κοινοτικές διατάξεις που διέπουν την εμπορία των επίσημα πιστοποιημένων σπόρων, προκύπτει ότι τηρούνται οι απαιτήσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 9. Στην περίπτωση αυτή, τα έγγραφα αυτά θεωρούνται ότι ενέχουν θέση φυτοϋγειονομικού διαβατηρίου για κάθε σκοπό, σύμφωνα με τον ορισμό “φυτοϋγειονομικό διαβατήριο” του άρθρου 2.

(2)(α) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ), τα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V, μέρος Α, κεφάλαιο Ι, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 και σπόροι που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9, δεν επιτρέπεται να διακινηθούν στη Δημοκρατία, παρά μόνο εάν προσαρτηθεί στη συσκευασία τους ή στα οχήματα που τα μεταφέρουν, φυτοϋγειονομικό διαβατήριο το οποίο ισχύει για τη Δημοκρατία και έχει νόμιμα χορηγηθεί από την Αρμόδια Αρχή της Δημοκρατίας ή την αρμόδια υπηρεσία κράτους μέλους·

(β) Τα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V, μέρος Α, κεφάλαιο ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά την Εισαγωγή και Εξάπλωση Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 και σπόροι που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9, δεν επιτρέπεται να εισαχθούν σε συγκεκριμένη προστατευόμενη ζώνη και να διακινηθούν σ΄αυτήν, παρά μόνο εάν έχει προσαρτηθεί σε αυτά, στη συσκευασία τους ή στα οχήματα που τα μεταφέρουν, φυτοϋγειονομικό διαβατήριο το οποίο ισχύει για τη ζώνη αυτή και έχει νόμιμα χορηγηθεί από την Αρμόδια Αρχή της Δημοκρατίας ή την αρμόδια υπηρεσία κράτους μέλους. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διακίνηση Ορισμένων Φυτών, Φυτικών Προϊόντων ή άλλων Αντικειμένων εντός των Προστατευμένων Ζωνών) Κανονισμών του 2003, όσον αφορά τη μεταφορά διαμέσου προστατευόμενης ζώνης·

(γ) Οι παράγραφοι (α) και (β) δεν εφαρμόζονται στην κυκλοφορία μικρών ποσοτήτων φυτών, φυτικών προϊόντων, τροφίμων ή ζωοτροφών, που προορίζονται για χρήση από τον ιδιοκτήτη ή αποδέκτη για μη βιομηχανικούς και μη εμπορικούς σκοπούς ή για κατανάλωση κατά τη μεταφορά, νοουμένου ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών.

(3) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να αντικαταστήσει το φυτοϋγειονομικό διαβατήριο μεταγενέστερα από ένα άλλο, σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:

(α) Φυτοϋγειονομικό διαβατήριο δύναται να αντικατασταθεί μόνο σε περίπτωση διαίρεσης των αποστολών ή ανάμειξης περισσοτέρων αποστολών ή των τμημάτων αυτών, είτε και σε περίπτωση μεταβολής του φυτοϋγειονομικού καθεστώτος των αποστολών, με την επιφύλαξη των ιδιαίτερων απαιτήσεων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 είτε σε άλλες περιπτώσεις που καθορίζονται στους περί Μέτρων περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμούς του 2003 (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003·

(β) Η αντικατάσταση δύναται να πραγματοποιηθεί μόνο, μετά από αίτηση ενός φυσικού ή νομικού προσώπου, είτε πρόκειται για παραγωγό είτε όχι, ο οποίος είναι εγγεγραμμένος σε επίσημο μητρώο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (5) του άρθρου 9, που εφαρμόζονται κατ΄αναλογία·

(γ) Το διαβατήριο αντικατάστασης δύναται να εκδοθεί μόνο από την Αρμόδια Αρχή και μόνο εφόσον υπάρχουν εγγυήσεις ως προς την ταυτότητα του προϊόντος και την απουσία κινδύνου προσβολής του από επιβλαβείς οργανισμούς, όπως αυτοί καθορίζονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμούς του 2003, αφότου αποστάληκε από τον παραγωγό·

(δ) Η διαδικασία αντικατάστασης πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις που καθορίζονται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003·

(ε) Το διαβατήριο αντικατάστασης φέρει ειδικό σήμα, το οποίο προσδιορίζεται σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003, το οποίο περιλαμβάνει τον αριθμό μητρώου του αρχικού παραγωγού και σε περίπτωση που υπήρξε μεταβολή του φυτοϋγειονομικού καθεστώτος, το όνομα του προσώπου που επέφερε αυτή την αλλαγή.

Εφαρμογή επισήμων μέτρων

14.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), η Αρμόδια Αρχή δεν χορηγεί φυτοϋγειονομικό διαβατήριο εάν μετά τον έλεγχο που προβλέπεται στα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 9, ο οποίος πραγματοποιείται σύμφωνα με τα εδάφια (4) και (5) του ίδιου άρθρου, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στα εν λόγω εδάφια.

(2) Σε ειδικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες θεωρείται, βάσει των αποτελεσμάτων του διενεργηθέντος ελέγχου, ότι ένα μέρος των φυτών ή των φυτικών προϊόντων που καλλιεργούνται, παράγονται ή χρησιμοποιούνται από παραγωγό ή που βρίσκονται κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο στις εγκαταστάσεις του ή σε περίπτωση όπου ένα μέρος του καλλιεργητικού υποστρώματος που χρησιμοποιείται από αυτόν, δεν παρουσιάζει κινδύνους εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, το εδάφιο (1) δεν εφαρμόζεται στο εν λόγω μέρος των φυτών ή φυτικών προϊόντων ή του καλλιεργητικού υποστρώματος και μπορεί να χρησιμοποιείται φυτοϋγειονομικό διαβατήριο.

(3)(α) Σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), τα εν λόγω φυτά, φυτικά προϊόντα ή το καλλιεργητικό υπόστρωμα υπόκεινται σε ένα ή σε περισσότερα από τα ακόλουθα επίσημα μέτρα:

(i) κατάλληλη επεξεργασία, συνοδευόμενη από τη χορήγηση του φυτοϋγειονομικού διαβατηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 13, εφόσον θεωρηθεί μετά την επεξεργασία αυτή ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εν λόγω χορήγηση·

(ii) άδεια μετακίνησης, υπό επίσημο έλεγχο, σε ζώνες οι οποίες δεν παρουσιάζουν περαιτέρω κίνδυνο·

(iii) άδεια μετακίνησης, υπό επίσημο έλεγχο, σε εγκαταστάσεις βιομηχανικής μεταποίησης·

(iv) καταστροφή και τα έξοδα βαραίνουν το πρόσωπο, στο οποίο δεν έχει χορηγηθεί το φυτοϋγειονομικό διαβατήριο που αναφέρεται στο εδάφιο (1).

(β) Οι όροι και οι λεπτομέρειες σύμφωνα με τις οποίες λαμβάνονται ή όχι ένα ή περισσότερα από τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο (α) δύνανται να καθορίζονται με Κανονισμούς.

(4) Σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), οι δραστηριότητες του παραγωγού αναστέλλονται, εν μέρει ή συνολικά, έως ότου διαπιστωθεί ότι έχει περιοριστεί ο κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών. Κατά τη διάρκεια της αναστολής αυτής δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 13.

(5) Μόλις διαπιστωθεί, βάσει του επίσημου ελέγχου που διενεργείται σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 9, ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο δεν είναι απαλλαγμένα από τους επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά, Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, τα εδάφια (2), (3) και (4) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ΄αναλογία.

Επίσημοι Έλεγχοι

15.-(1) Η Αρμόδια Αρχή διοργανώνει επίσημους ελέγχους για να διασφαλίζει την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και ιδίως του εδαφίου (2) του άρθρου 13·  οι έλεγχοι αυτοί διενεργούνται τυχαίως και χωρίς διακρίσεις όσον αφορά την καταγωγή των φυτών, των φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων και σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:

(α) Περιστασιακοί έλεγχοι σε οποιαδήποτε στιγμή και σε οποιοδήποτε τόπο όπου διακινούνται φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα,

(β) περιστασιακοί έλεγχοι στις εγκαταστάσεις όπου φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα καλλιεργούνται, παράγονται, αποθηκεύονται ή διατίθενται προς πώληση, καθώς και στις εγκαταστάσεις των αγοραστών,

(γ) περιστασιακοί έλεγχοι που διενεργούνται ταυτόχρονα με άλλο έλεγχο εγγράφων για μη φυτοϋγειονομικούς σκοπούς:

Νοείται ότι οι έλεγχοι πρέπει να είναι τακτικοί στις εγκαταστάσεις που έχουν εγγραφεί σε επίσημο μητρώο σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 13 και την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 16Γ, και μπορούν να είναι τακτικοί σε εγκαταστάσεις που έχουν εγγραφεί σε επίσημο μητρώο σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 9. Οι έλεγχοι πρέπει να είναι κατευθυνόμενοι, αν υπάρχουν ενδείξεις ότι δεν τηρήθηκαν μια ή περισσότερες διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Οι έμποροι που αγοράζουν φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα, ως τελικοί χρήστες ασχολούμενοι επαγγελματικά με την παραγωγή φυτών, φυλάσσουν τα σχετικά φυτοϋγειονομικά διαβατήρια επί ένα τουλάχιστον έτος και καταχωρούν τα στοιχεία τους στα μητρώα τους. Οι εξουσιοδοτημένοι Επιθεωρητές έχουν πρόσβαση στα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα σε όλα τα στάδια της παραγωγής και εμπορίας. έχουν το δικαίωμα να διεξάγουν οποιαδήποτε έρευνα είναι αναγκαία για τη διενέργεια των επίσημων αυτών ελέγχων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα φυτοϋγειονομικά διαβατήρια και τα μητρώα.

(3) Η Αρμόδια Αρχή δυνατό να επικουρείται κατά τους επίσημους ελέγχους από τους εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στο άρθρο 18.

(4) Αν διαπιστωθεί, μέσω των επισήμων ελέγχων που διενεργούνται σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2), ότι φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα δημιουργούν κίνδυνο εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, αυτά υπόκεινται σε επίσημα μέτρα σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 14.

(5) Με την επιφύλαξη των κοινοποιήσεων και των πληροφοριών που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 17, η Αρμόδια Αρχή, όταν τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα σχετικά αντικείμενα προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους και την Επιτροπή, για τα ευρήματα και για τα επίσημα μέτρα που έλαβε ή προτίθεται να λάβει. Σε περίπτωση που καθορισθεί ένα τυποποιημένο σύστημα πληροφόρησης σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, αυτό χρησιμοποιείται από την Αρμόδια Αρχή για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου.

Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες. Γενικές Διατάξεις.

16.-(1) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει, με την επιφύλαξη:

(α) Των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 6 και των εδαφίων (1), (2), (3), (4), (5) του άρθρου 16Β,

(β) των ειδικών απαιτήσεων και προϋποθέσεων που καθορίζονται σε παρεκκλίσεις οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με έκτακτα μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 17, και

(γ) των ειδικών συμφωνιών που συνάπτονται για θέματα που καλύπτονται από το παρόν άρθρο μεταξύ της Κοινότητας και μιας ή περισσοτέρων τρίτων χωρών,

ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Μέρος Β του Παραρτήματος V των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, τα οποία προέρχονται από τρίτη χώρα και εισάγονται στη Δημοκρατία, τίθενται από τη στιγμή της εισόδου τους, υπό τελωνειακή επιτήρηση σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 1 του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα υπό τον έλεγχο της Αρμόδιας Αρχής. Μπορούν να τίθενται υπό το τελωνειακό καθεστώς, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 εδάφιο (16) στοιχεία (α), (δ), (ε), (στ) και (ζ) του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, εφόσον έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16Α σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 16Γ και προέκυψε από αυτές, στο βαθμό που μπορεί να διαπιστωθεί:-

(i)(αα) ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα δεν έχουν μολυνθεί από επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι, Μέρος Α των περί  Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003,

(ββ) στην περίπτωση φυτών ή φυτικών προϊόντων που καθορίζονται στο Παράρτημα II, Μέρος A των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, ότι δεν έχουν μολυνθεί από τους σχετικούς επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται σε αυτό το Παράρτημα, και

(γγ) στην περίπτωση φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, Μέρος Α των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, ότι πληρούν τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις που αναφέρονται σε αυτό το Παράρτημα ή, κατά περίπτωση, την επιλογή που δηλώνεται στο πιστοποιητικό σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 16Α, και

(ii) ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα συνοδεύονται από το αντίστοιχο πρωτότυπο του απαιτούμενου επίσημου φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού ή φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού επανεξαγωγής που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 16Α ή, ενδεχομένως, ότι το πρωτότυπο εναλλακτικών εγγράφων ή σημάτων, που καθορίζονται σε εφαρμοστικές διατάξεις συνοδεύει ή επισυνάπτεται ή τοποθετείται κατ' άλλον τρόπο στο συγκεκριμένο αντικείμενο:

Νοείται ότι η ηλεκτρονική πιστοποίηση δύναται να αναγνωρίζεται επισήμως, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται σε εφαρμοστικές διατάξεις οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ:

Νοείται περαιτέρω ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις δύναται να γίνονται αποδεκτά τα επίσημα επικυρωμένα αντίγραφα, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται σε εφαρμοστικές διατάξεις οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

(2) Το εδάφιο (1) εφαρμόζεται σε περιπτώσεις φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που έχουν προορισμό μια προστατευόμενη ζώνη, όσον αφορά τους επιβλαβείς οργανισμούς και τις ειδικές απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β, στο Παράρτημα ΙΙ Μέρος Β και στο Παράρτημα IV Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, αντιστοίχως, για την εν λόγω προστατευόμενη ζώνη.

(3)(α) Η Αρμόδια Αρχή μεριμνά ώστε τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ή (2), τα οποία προέρχονται από τρίτη χώρα και εισάγονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, να μπορούν να τίθενται, από τη στιγμή της εισόδου τους, υπό την εποπτεία των επίσημων Τελωνειακών Αρχών, όσον αφορά την πρώτη, τη δεύτερη ή την τρίτη περίπτωση της υποπαραγράφου (i) του εδαφίου (1). Σε αυτά τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή αντικείμενα, συμπεριλαμβάνεται και το ξύλο υπό μορφή υλικού σφηνώσεως φορτίων πλοίων, διαχωριστικών στοιχείων, παλετών ή υλικών συσκευασίας, τα οποία χρησιμοποιούνται επί του παρόντος για τη μεταφορά παντός είδους αντικειμένων.

(β) Όταν η Αρμόδια Αρχή κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας, τα εν λόγω φυτά, φυτικά προϊόντα ή αντικείμενα παραμένουν υπό την επιτήρηση και τον έλεγχο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), μέχρις ότου ολοκληρωθούν οι σχετικές διατυπώσεις και βάσει αυτών επιτραπεί να συναχθεί το συμπέρασμα, ως αποτέλεσμα των εν λόγω διατυπώσεων και στο βαθμό που μπορεί να διαπιστωθεί, ότι αυτά ανταποκρίνονται στις σχετικές απαιτήσεις που καθορίζονται από ή δυνάμει του  παρόντος Νόμου.

(γ) Οι εφαρμοστικές διατάξεις που αφορούν τον τύπο των πληροφοριών και τα μέσα διαβίβασής τους, που παρέχονται από τους εισαγωγείς ή τους αντιπροσώπους εκτελωνιστές τους προς τους επίσημους αρμόδιους φορείς και αφορούν τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή αντικείμενα που συμπεριλαμβάνουν διάφορα είδη ξύλου, όπως αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, εκδίδονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 της παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

(4) Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 16Γ η Αρμόδια Αρχή μπορεί, σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, να εφαρμόζει επίσης τα εδάφια (1), (2) και (3) στα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που τίθενται υπό εγκεκριμένη τελωνειακή μεταχείριση ή χρήση όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 15 στοιχεία (β), (γ), (δ), (ε) του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, ή δυνάμει των τελωνειακών διαδικασιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 716 στοιχεία (β) και (γ) του εν λόγω κώδικα.

Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες. Διατυπώσεις και έλεγχος.

16Α.-(1)(α) Οι διατυπώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16, συνίστανται σε λεπτομερείς ελέγχους από τους επίσημους αρμόδιους φορείς, τουλάχιστον:

(i) κάθε αποστολής που δηλώνεται, δυνάμει των τελωνειακών διατυπώσεων, ότι συνίσταται από ή περιλαμβάνει φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα, τα οποία αναφέρονται στα εδάφια (1), (2) ή (3) του άρθρου 16 υπό τις αντίστοιχες προϋποθέσεις, ή

(ii) σε περίπτωση μιας αποστολής η οποία απαρτίζεται από διάφορες παρτίδες, κάθε παρτίδα που δηλώνεται, δυνάμει των τελωνειακών διατυπώσεων, ότι συνίσταται από ή περιλαμβάνει τέτοια φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα.

(β) Από τους ελέγχους διαπιστώνεται αν:

(i) Αποστολή ή η παρτίδα συνοδεύεται από τα απαιτούμενα πιστοποιητικά, εναλλακτικά έγγραφα ή σήματα, όπως καθορίζονται στην παράγραφο (ii) του εδαφίου (1) του άρθρου 13 (έλεγχοι εγγράφων),

(ii) στο σύνολό της ή σε ένα ή περισσότερα αντιπροσωπευτικά δείγματα, η αποστολή ή η παρτίδα αποτελείται από ή περιλαμβάνει φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που δηλώνονται στα απαιτούμενα έγγραφα (έλεγχοι ταυτότητας), και

(iii) στο σύνολό της ή σε ένα ή περισσότερα αντιπροσωπευτικά δείγματα, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας και, οσάκις ενδείκνυται, των οχημάτων μεταφοράς, η αποστολή ή η παρτίδα ή το ξύλινο υλικό συσκευασίας της ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, όπως προσδιορίζονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 16 (φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι), όπως επίσης κατά πόσον εφαρμόζεται στο εδάφιο (2) του  άρθρου 17.

(2) Οι έλεγχοι ταυτότητας και οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται με μικρότερη συχνότητα, εάν:

(α) Οι δραστηριότητες επιθεώρησης των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων της αποστολής ή της παρτίδας έχουν ήδη πραγματοποιηθεί στην τρίτη χώρα απ' όπου αποστέλλονται με βάση τις τεχνικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (6) του άρθρου 16Β, ή

(β) τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα της αποστολής ή της παρτίδας απαριθμούνται στις εφαρμοστικές διατάξεις που θεσπίζονται γι' αυτόν το σκοπό σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου 5, ή

(γ) τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα της αποστολής ή της παρτίδας προέρχονται από τρίτη χώρα, για την οποία στα πλαίσια ή βάσει συνολικών διεθνών φυτοϋγειονομικών συμφωνιών βάσει της αρχής της αμοιβαίας μεταχείρισης μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας, αναφέρεται διάταξη όσον αφορά μειωμένη συχνότητα ελέγχων ταυτότητας και φυτοϋγειονομικών ελέγχων, εκτός εάν υπάρχει σοβαρός λόγος να πιστεύεται ότι δεν τηρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος Νόμου.

(δ) Οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι μπορούν επίσης να διενεργούνται με μικρότερη συχνότητα εάν υπάρχουν ενδείξεις, που αντιπαραβάλλονται από την Επιτροπή και βασίζονται στην εμπειρία που αποκτήθηκε από προηγούμενη εισαγωγή τέτοιου υλικού της ίδιας προέλευσης στην Κοινότητα όπως επιβεβαιώνεται απ' όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, και μετά από διαβούλευση εντός της Επιτροπής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18  παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, από την οποία συμπεραίνεται ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα της αποστολής ή της παρτίδας ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι λεπτομερείς όροι που καθορίζονται στις εφαρμοστικές διατάξεις σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (5).

(3)(α) Το επίσημο φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό ή φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό επανεξαγωγής που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ii) του εδαφίου (1) του άρθρου 16 πρέπει να έχει εκδοθεί σε μια τουλάχιστον από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας και σύμφωνα με τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις της τρίτης χώρας εξαγωγής ή επανεξαγωγής, οι οποίες έχουν θεσπισθεί, ανεξάρτητα από το αν είναι συμβαλλόμενο μέρος ή όχι, σύμφωνα με τις διατάξεις της IPPC. Το έγγραφο αυτό απευθύνεται στους οργανισμούς προστασίας φυτών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 3.

(β) Το πιστοποιητικό δεν πρέπει να έχει εκδοθεί σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 14 ημερών πριν από την ημερομηνία κατά την οποία τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καλύπτονται από αυτό εγκατέλειψαν την τρίτη χώρα στην οποία εκδόθηκε.

(γ) Ανεξάρτητα από τη μορφή του, το πιστοποιητικό περιλαμβάνει πληροφορίες σύμφωνα με τα υποδείγματα που καθορίζονται στο Παράρτημα της IPPC.

(δ) Το πιστοποιητικό πρέπει να είναι σύμφωνο προς ένα από τα υποδείγματα που καθορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το εδάφιο (4). Πρέπει επίσης να έχει εκδοθεί από τις αρχές που είναι εξουσιοδοτημένες γι' αυτόν το σκοπό βάσει των νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων της οικείας τρίτης χώρας οι οποίες δηλώθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της IPPC στο γενικό διευθυντή του FAO ή, σε περίπτωση τρίτων χωρών μη συμβεβλημένων στην IPPC, στην Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη για τις δηλώσεις αυτές.

(4)(α) Τα υποδείγματα που γίνονται αποδεκτά βάσει των διαφόρων εκδοχών του παραρτήματος της IPPC καθορίζονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18  παράγραφος 2 της Οδηγίας  2000/29/ΕΚ. Σύμφωνα με την ίδια διαδικασία, μπορούν να καθορίζονται εναλλακτικές προδιαγραφές για τα φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά και για τα φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά επανεξαγωγής για τρίτες χώρες που δεν είναι μέλη της IPPC.

(β) Τα πιστοποιητικά, στην περίπτωση φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV Μέρος Α Κεφάλαιο Ι ή Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, διευκρινίζουν, στη στήλη Συμπληρωματική δήλωση και, ανάλογα με την περίπτωση, ποια ειδική απαίτηση μεταξύ αυτών που καθορίζονται ως εναλλακτικές στη σχετική θέση των διαφόρων μερών του Παραρτήματος IV των πιο πάνω Κανονισμών πληρείται. Οι προδιαγραφές αυτές παρέχονται με παραπομπή στην οικεία θέση του Παραρτήματος IV των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(γ) Σε περίπτωση φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων στα οποία εφαρμόζονται οι ειδικές απαιτήσεις του Παραρτήματος IV Μέρος Α ή Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, το επίσημο φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό, που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ii) του εδαφίου (1)  του άρθρου 16 πρέπει να έχει εκδοθεί στην τρίτη χώρα από την οποία κατάγονται τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα (χώρα καταγωγής).

(δ) Ωστόσο, στην περίπτωση που οι σχετικές ειδικές απαιτήσεις μπορούν να τηρηθούν και σε τόπους άλλους από αυτόν της καταγωγής ή όταν δεν εφαρμόζονται ειδικές απαιτήσεις, το φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό μπορεί να έχει εκδοθεί στην τρίτη χώρα από την οποία προέρχονται τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα (χώρα αποστολής).

(5) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18  παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, είναι δυνατόν να θεσπίζονται εφαρμοστικές διατάξεις σχετικά:

(α) Με τον καθορισμό των διαδικασιών για τη διενέργεια των φυτοϋγειονομικών ελέγχων που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (iii) της παράγραφου (β) του εδαφίου (1), συμπεριλαμβανομένου του ελάχιστου αριθμού και του ελάχιστου μεγέθους των δειγμάτων·

(β) με την κατάρτιση καταλόγων φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων για τα οποία οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι διενεργούνται με μειωμένη συχνότητα σύμφωνα με την υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (2)·

(γ) με τον καθορισμό των λεπτομερών προϋποθέσεων για τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2), και των κριτηρίων για το είδος και τον βαθμό του περιορισμού των φυτοϋγειονομικών ελέγχων. Η Επιτροπή μπορεί να συμπεριλαμβάνει κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά το εδάφιο (2), στις συστάσεις που αναφέρονται στη παράγραφο 6 του άρθρου 21 της οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες. Ειδικές περιπτώσεις.

16Β.-(1) (α) Οι εξουσιοδοτημένοι Επιθεωρητές ελέγχουν τις αποστολές ή τις παρτίδες που προέρχονται από τρίτη χώρα για τις οποίες δεν δηλώνεται κατά τις τελωνειακές διατυπώσεις ότι αποτελούνται από ή περιέχουν φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, όταν υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες για την παρουσία τέτοιων φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων.

(β) Όταν κατά την τελωνειακή επιθεώρηση αποκαλύπτεται ότι αποστολή ή παρτίδα από τρίτη χώρα συνίσταται από ή περιέχει μη δηλωθέντα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, το Τμήμα Τελωνείων ενημερώνει αμέσως την Αρμόδια Αρχή, στα πλαίσια της συνεργασίας η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 16Γ.

(γ) Αν, μετά από επιθεώρηση που λαμβάνει χώρα σύμφωνα με τις παραγράφου (α) και (β), υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την ταυτότητα του προϊόντος, ιδίως όσον αφορά το γένος ή το είδος των φυτών ή φυτικών προϊόντων ή την καταγωγή τους, η αποστολή θεωρείται ότι περιλαμβάνει φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος B των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(2) Εφόσον δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών στην Κοινότητα:

(α) Το εδάφιο (1) του άρθρου 16 δεν εφαρμόζεται για την εισαγωγή, στη Δημοκρατία φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που έχουν διακινηθεί μεταξύ της δημοκρατίας και άλλου Κράτους Μέλους μέσω του εδάφους τρίτης χώρας, δίχως μεταβολή του τελωνειακού τους καθεστώτος (εσωτερική διαμετακόμιση)·

(β) το εδάφιο (1) του άρθρου 16 και το εδάφιο (1) του άρθρου 7, δεν εφαρμόζονται για την εισαγωγή, στη Δημοκρατία φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που διακινούνται μεταξύ δύο σημείων εντός μίας ή δύο τρίτων χωρών μέσω του εδάφους της Κοινότητας βάσει των ενδεδειγμένων τελωνειακών διαδικασιών και χωρίς μεταβολή του τελωνειακού τους καθεστώτος.

(3)  (α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7 όσον αφορά το Παράρτημα ΙΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, και υπό τον όρο ότι δεν υφίσταται κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών στην Κοινότητα, το εδάφιο (1) του άρθρου 16  δεν εφαρμόζεται κατά την εισαγωγή, στην Κοινότητα, μικρών ποσοτήτων φυτών, φυτικών προϊόντων, τροφίμων ή ζωοτροφών, εφόσον σχετίζονται με φυτά ή φυτικά προϊόντα, όταν προορίζονται για χρήση από τον κάτοχο ή τον παραλήπτη για μη βιομηχανικούς και μη εμπορικούς σκοπούς, ή για κατανάλωση κατά τη μεταφορά.

(β) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18  παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, μπορούν να θεσπίζονται λεπτομερείς κανόνες, οι οποίοι καθορίζουν τους όρους εφαρμογής της παραγράφου (α) του εδαφίου (3), συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού των μικρών ποσοτήτων.

(4) Το εδάφιο (1) του άρθρου 16 δεν εφαρμόζεται, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, για τις εισαγωγές, στη Δημοκρατία, φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε δοκιμές, για επιστημονικούς σκοπούς ή για εργασίες επιλογής ποικιλιών. Οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις καθορίζονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

(5)  Στο πλαίσιο τεχνικών διακανονισμών μεταξύ της Επιτροπής και των αρμόδιων φορέων ορισμένων τρίτων χωρών, οι οποίοι εγκρίνονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, μπορεί να συμφωνείται ότι οι δραστηριότητες που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (i) του εδαφίου (1) του  άρθρου 16,  είναι δυνατόν να διεξάγονται υπό την ευθύνη της Επιτροπής και σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 18 στην τρίτη χώρα αποστολής, σε συνεργασία με τον επίσημο φυτοϋγειονομικό οργανισμό της χώρας αυτής.

Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες. Διαδικασία εισαγωγής και επίσημα μέτρα.

16Γ.-(1)(α) Οι διατυπώσεις που προσδιορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16Α, οι επιθεωρήσεις όπως προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16Β και οι έλεγχοι για συμμόρφωση προς τις διατάξεις του άρθρου 7, όσον αφορά το Παράρτημα ΙΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, διενεργούνται σε συνδυασμό, όπως ορίζεται στο εδάφιο (2) με τις διατυπώσεις που απαιτούνται για να τεθούν υπό τελωνειακό καθεστώς, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή στο εδάφιο (4) του άρθρου 16.

Οι διατυπώσεις αυτές εκτελούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της διεθνούς σύμβασης για την εναρμόνιση των ελέγχων των εμπορευμάτων στα σύνορα και ιδίως με το παράρτημα 4, όπως εγκρίθηκε από τον Κανονισμό 1262/84/ΕΟΚ·

(β) Οι εισαγωγείς, είτε είναι παραγωγοί είτε όχι, φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, οφείλουν να είναι εγγεγραμμένοι στο επίσημο μητρώο με επίσημο αριθμό εγγραφής. Οι διατάξεις των παραγράφων (3) και (4), του εδαφίου (5) του άρθρου 9 εφαρμόζονται ανάλογα σε αυτούς τους εισαγωγείς.

(γ) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει επίσης ότι:

(i) Oι εισαγωγείς, ή οι αντιπρόσωποι εκτελωνιστές τους, αποστολών που αποτελούνται από ή περιέχουν φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος B των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, δηλώνουν, σε ένα τουλάχιστον από τα έγγραφα που απαιτούνται για να τεθούν υπό τελωνειακό καθεστώς, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16 ή στο εδάφιο (4) του άρθρου 16, το περιεχόμενο της αποστολής με τις ακόλουθες πληροφορίες:

(αα) στοιχεία για τον τύπο των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων, με χρήση του κωδικού του ολοκληρωμένου δασμολογίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Taric),

(ββ) δήλωση ότι “η παρούσα αποστολή περιέχει προϊόντα με φυτοϋγειονομική σημασία”, ή άλλη ισοδύναμη εναλλακτική σήμανση κατά τα συμφωνηθέντα μεταξύ του τελωνείου του σημείου εισόδου και του εξουσιοδοτημένου Επιθεωρητή του σημείου εισόδου,

(γγ) αριθμό(-ούς) αναφοράς των απαιτουμένων φυτοϋγειονομικών εγγράφων,

(δδ) επίσημο αριθμό εγγραφής του εισαγωγέα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο (β),

(ii) οι αερολιμενικές αρχές, οι λιμενικές αρχές, ή οι εισαγωγείς ή άλλοι συναλλασσόμενοι, σύμφωνα με τις μεταξύ τους ρυθμίσεις, ειδοποιούν εκ των προτέρων, αμέσως μόλις τους γίνει γνωστή η επικείμενη άφιξη των αποστολών αυτών, το τελωνείο του σημείου εισόδου και τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή του σημείου εισόδου. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, σε περιπτώσεις χερσαίων μεταφορών, ιδίως όταν η άφιξη αναμένεται εκτός των κανονικών ωρών εργασίας του εξουσιοδοτημένου Επιθεωρητή ή μιας άλλης αρμόδιας υπηρεσίας, όπως καθορίζεται στο εδάφιο (2).

(2)(α) Οι έλεγχοι εγγράφων καθώς και οι επιθεωρήσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16B και οι έλεγχοι συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του άρθρου 7, όσον αφορά το Παράρτημα ΙΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, πρέπει να πραγματοποιούνται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή του σημείου εισόδου ή, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της Αρμόδιας Αρχής και του Τμήματος Τελωνείων, από το τελωνείο του σημείου εισόδου.

(β) Οι έλεγχοι ταυτότητας και οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι πρέπει να πραγματοποιούνται, με την επιφύλαξη των παραγράφων (γ) και (δ) από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή του σημείου εισόδου όσον αφορά τις τελωνειακές διατυπώσεις που απαιτούνται για να τεθούν υπό τελωνειακό καθεστώς, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή στο εδάφιο (4) του άρθρου 16, και είτε στον ίδιο τόπο με τις εν λόγω διατυπώσεις στις εγκαταστάσεις της Αρμόδιας Αρχής στο σημείο εισόδου είτε σε οποιονδήποτε άλλο πλησιέστερο τόπο, καθορισμένο ή εγκεκριμένο από το Τμήμα Τελωνείων και από την Αρμόδια Αρχή, διαφορετικό του τόπου προορισμού, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο (δ).

(γ) Ωστόσο, σε περίπτωση διαμετακόμισης μη κοινοτικών εμπορευμάτων, ο εξουσιοδοτημένος Επιθεωρητής του σημείου εισόδου μπορεί να αποφασίζει, σε συμφωνία με τον ή τους επίσημους φορείς προορισμού, ότι το σύνολο ή μέρος των ελέγχων ταυτότητας ή των φυτοϋγειονομικών ελέγχων, πραγματοποιούνται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή  προορισμού, είτε στην εγκατάστασή του είτε σε οποιονδήποτε άλλο πλησιέστερο τόπο, καθορισμένο ή εγκεκριμένο από το Τμήμα Τελωνείων και από την Αρμόδια Αρχή, διαφορετικό του τόπου προορισμού, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο (δ). Εάν δεν επέλθει τέτοια συμφωνία, τότε ολόκληρος ο έλεγχος ταυτότητας ή ο φυτοϋγειονομικός έλεγχος διενεργείται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή του σημείου εισόδου σε έναν από τους δύο τόπους που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (β).

(δ) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, είναι δυνατόν να καθορίζονται ορισμένες περιπτώσεις ή περιστάσεις κατά τις οποίες οι έλεγχοι ταυτότητας και οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται στον τόπο προορισμού, όπως στον τόπο παραγωγής, που εγκρίνεται από την Αρμόδια Αρχή και το Τμήμα Τελωνείων της περιοχής στην οποία βρίσκεται ο τόπος προορισμού, αντί των προαναφερόμενων άλλων τόπων, εφόσον τηρούνται συγκεκριμένες εγγυήσεις και έγγραφα όσον αφορά τη μεταφορά φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων.

(ε) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφο 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, θεσπίζονται εφαρμοστικές διατάξεις όσον αφορά:

(αα) τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις για τη διενέργεια των φυτοϋγειονομικών ελέγχων σύμφωνα με τις παραγράφους (β), (γ) και (δ),

(ββ) τις συγκεκριμένες εγγυήσεις και έγγραφα όσον αφορά την μεταφορά των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων στους τόπους που προσδιορίζονται στις παραγράφους (γ) και (δ), ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών κατά τη μεταφορά,

(γγ) πέραν του προσδιορισμού των περιπτώσεων της παραγράφου (δ), τις συγκεκριμένες εγγυήσεις και τους στοιχειώδεις όρους που αφορούν την καταλληλότητα του τόπου προορισμού προς αποθήκευση και τις προϋποθέσεις αποθήκευσης.

(στ) Σε όλες τις περιπτώσεις, οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος των διατυπώσεων, οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16.

(3)(α) Το αντίστοιχο πρωτότυπο ή η ηλεκτρονική μορφή των πιστοποιητικών, ή των εναλλακτικών εγγράφων, εκτός των σημάτων, που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 16 το οποίο εκδίδεται από την Αρμόδια Αρχή για τους ελέγχους εγγράφων σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (i) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 16Α, μετά την επιθεώρηση, σφραγίζονται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή με σφραγίδα της Αρμόδιας Αρχής, μαζί με το όνομά του και την ημερομηνία προσκόμισης του εγγράφου.

(β) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, μπορεί να καθιερωθεί τυποποιημένο σύστημα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνει το πιστοποιητικό, στην περίπτωση συγκεκριμένων φυτών προς φύτευση, διαβιβάζονται στην Αρμόδια Αρχή.

(4) Η Αρμόδια Αρχή:

(α) Διαβιβάζει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη εγγράφως τον κατάλογο των τόπων που ορίζονται ως σημεία εισόδου. Τυχόν τροποποιήσεις του καταλόγου αυτού διαβιβάζονται εγγράφως χωρίς καθυστέρηση.

(β) Καταρτίζει κατάλογο των τόπων, όπως προσδιορίζεται στις παραγράφους (β) και (γ) του  εδαφίου (2), και των τόπων προορισμού, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (2), υπό την ευθύνη της. Η Επιτροπή έχει πρόσβαση στους καταλόγους αυτούς.

(γ) Διευθετεί ώστε κάθε σημείο εισόδου και προορισμού όπου διενεργούνται έλεγχοι ταυτότητας ή φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι, πρέπει να πληρούν ορισμένες στοιχειώδεις προϋποθέσεις όσον αφορά την υποδομή, το προσωπικό και τον εξοπλισμό.

(δ) Οι προαναφερόμενες στοιχειώδεις προϋποθέσεις καθορίζονται στις εφαρμοστικές διατάξεις σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ. Σύμφωνα με την ίδια διαδικασία, η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει λεπτομερείς κανόνες για:

(i) Tον τύπο των εγγράφων που απαιτούνται για να τεθούν υπό τελωνειακό καθεστώς, σχετικά με τα οποία πρέπει να γίνεται η ενημέρωση, όπως ορίζεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (γ), του εδαφίου (1).

(ii) τη συνεργασία μεταξύ:

(αα) του επίσημου φορέα του σημείου εισόδου και του επίσημου φορέα προορισμού,

(ββ) του επίσημου φορέα του σημείου εισόδου και του τελωνείου του σημείου εισόδου,

(γγ) του επίσημου φορέα προορισμού και του τελωνείου προορισμού, και

(δδ) του επίσημου φορέα του σημείου εισόδου και του τελωνείου προορισμού.

(ε) Οι κανόνες της παραγράφου (δ) περιλαμβάνουν υποδείγματα των εγγράφων που πρέπει να χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, τα μέσα διαβίβασης των εν λόγω εγγράφων, τις διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των προαναφερομένων επίσημων φορέων και τελωνείων, καθώς επίσης και τα μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται για τη διατήρηση της ταυτότητας των παρτίδων και των αποστολών και για τη διασφάλιση από τον κίνδυνο εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, ιδίως κατά τη μεταφορά, μέχρι την ολοκλήρωση των απαιτούμενων τελωνειακών διατυπώσεων.

(5) Τα εδάφια  (1) και (3) του άρθρου 13, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 16, εφόσον καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος A των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, και όπου κρίνεται, βάσει των διατυπώσεων οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16Α, ότι πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στο άρθρο αυτό.

(6) Εφόσον διαπιστωθεί, βάσει των διατυπώσεων οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16, ότι δεν πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στο άρθρο αυτό, λαμβάνονται αμέσως ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα επίσημα μέτρα:

(α) ’ρνηση εισόδου στην Δημοκρατία για ολόκληρη την αποστολή ή για μέρος της·

(β) μεταφορά, υπό επίσημη επιτήρηση σύμφωνα με την προσήκουσα τελωνειακή διαδικασία, κατά την διακίνησή της εντός της Δημοκρατίας, σε προορισμό εκτός Κοινότητας·

(γ) αφαίρεση των προσβεβλημένων προϊόντων από την αποστολή·

(δ) καταστροφή και τα έξοδα βαραίνουν τον εισαγωγέα·

(ε) επιβολή καραντίνας μέχρις ότου είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα των εξετάσεων ή των επισήμων δοκιμών·

(στ) κατ' εξαίρεση και μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, κατάλληλη επεξεργασία εφ' όσον θεωρείται από την Αρμόδια Αρχή ότι, συνεπεία της επεξεργασίας, πληρούνται οι όροι και αποτρέπεται ο κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών· το μέτρο της κατάλληλης επεξεργασίας μπορεί να λαμβάνεται και για επιβλαβείς οργανισμούς που δεν καθορίζονται στο Παράρτημα Ι ή στο Παράρτημα ΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(ζ) Η παράγραφος (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 14 εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών.

(η) Στην περίπτωση άρνησης εισόδου που αναφέρεται στην παράγραφο (α), ή μεταφοράς σε προορισμό εκτός Κοινότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (β), ή σε περίπτωση αφαίρεσης που αναφέρεται στην παράγραφο (γ), η Αρμόδια Αρχή ορίζει ότι τα φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά ή τα φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά επανεξαγωγής και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα, τα οποία προσκομίσθηκαν κατά την αίτηση εισαγωγής φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων στο έδαφός της Δημοκρατίας, ακυρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή. Όταν ακυρώνονται, τα εν λόγω πιστοποιητικά ή έγγραφα φέρουν στην πρώτη τους σελίδα και σε περίοπτη θέση, τριγωνική ερυθρή σφραγίδα,  με τις λέξεις ακυρωθέν πιστοποιητικό ή ακυρωθέν έγγραφο, μαζί με την ονομασία του και την  ημερομηνία άρνησης, την έναρξη μεταφοράς σε προορισμό εκτός Κοινότητας ή αφαίρεσης. Η προαναφερόμενη ένδειξη πρέπει να είναι γραμμένη με κεφαλαία και σε μία τουλάχιστον από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

(7) Με την επιφύλαξη των κοινοποιήσεων και των πληροφοριών που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 17, η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει σχετικά τον οργανισμό προστασίας φυτών της τρίτης χώρας καταγωγής ή παραλαβής και την Επιτροπή για όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που προέρχονταν από την οικεία τρίτη χώρα κρατήθηκαν επειδή δεν ανταποκρίνονταν στις φυτοϋγειονομικές απαιτήσεις, και για τους λόγους της κράτησης, με την επιφύλαξη της ενέργειας την οποία μπορεί να αναλάβει ή έχει αναλάβει η Αρμόδια Αρχή σε σχέση με την κρατηθείσα αποστολή. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται, το συντομότερο δυνατό, ούτως ώστε οι οικείοι οργανισμοί προστασίας φυτών και, οσάκις ενδείκνυται, και η Επιτροπή, να μπορούν να μελετήσουν την περίπτωση με ιδιαίτερο σκοπό, να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να παρεμποδίσουν την επανάληψη παρόμοιων περιπτώσεων. Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ δημιουργείται τυποποιημένο σύστημα πληροφόρησης.

Φυτοϋγειονομικά τέλη

16Δ.-(1) Η Αρμόδια Αρχή εισπράττει φυτοϋγειονομικά τέλη για την κάλυψη των εξόδων που συνεπάγονται οι έλεγχοι εγγράφων, οι έλεγχοι ταυτότητας και οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16Α. Το επίπεδο του τέλους είναι συνάρτηση:

(α) Των μισθών, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής ασφάλισης, των εξουσιοδοτημένων Επιθεωρητών που συμμετέχουν στους προαναφερόμενους ελέγχους·

(β) των γραφείων, άλλων εγκαταστάσεων, των εργαλείων και του εξοπλισμού αυτών των εξουσιοδοτημένων Επιθεωρητών·

(γ) της δειγματοληψίας για την οπτική επιθεώρηση ή για τις εργαστηριακές δοκιμές·

(δ) των εργαστηριακών δοκιμών·

(ε) των διοικητικών δραστηριοτήτων (συμπεριλαμβανομένων των λειτουργικών εξόδων) που απαιτούνται για την ουσιαστική διενέργεια των σχετικών ελέγχων, οι οποίες μπορούν να περιλαμβάνουν τα έξοδα που απαιτούνται για την προϋπηρεσιακή και ενδοϋπηρεσιακή κατάρτιση των επιθεωρητών.

(2)(α) Το επίπεδο των φυτοϋγειονομικών τελών καθορίζεται με βάση λεπτομερή υπολογισμό του κόστους που γίνεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή με την επιβολή κατ' αποκοπή τέλους, όπως ορίζεται στους περί  Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Επιβολή Φυτοϋγειονομικών Τελών) Κανονισμούς του 2005.

(β) Όταν, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 16Α, για ορισμένες ομάδες φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων, καταγωγής ορισμένων τρίτων χωρών, διεξάγονται έλεγχοι ταυτότητας και φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι με μικρότερη συχνότητα, εισπράττεται αναλόγως μειωμένο φυτοϋγειονομικό τέλος για κάθε αποστολή και παρτίδα της συγκεκριμένης ομάδας, είτε υπόκειται σε επιθεώρηση είτε όχι.

(3)(α) Όταν τα φυτοϋγειονομικά τέλη καθορίζονται από την Αρμόδια Αρχή με βάση τα έξοδα που πραγματοποιεί η Αρμόδια Αρχή, ανακοινώνει στην Επιτροπή έκθεση, με την οποία διευκρινίζει τη μέθοδο υπολογισμού του τέλους σε σχέση με τα στοιχεία που παρατίθενται στο εδάφιο (1).

(β) Κάθε τέλος το οποίο επιβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) δεν πρέπει να είναι υψηλότερο από το πραγματικό κόστος.

(4) Δεν επιτρέπεται άμεση ή έμμεση επιστροφή των τελών που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο. Η δυνατότητα εφαρμογής του κατ' αποκοπή τέλους, όπως καθορίζεται στους πιο πάνω  Κανονισμούς, δεν θεωρείται έμμεση επιστροφή.

(5) Το κατ' αποκοπή τέλος που καθορίζεται στο Παράρτημα των  περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Επιβολή Φυτοϋγειονομικών Τελών) Κανονισμών του 2005 εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των επιπλέον επιβαρύνσεων για την κάλυψη πρόσθετων εξόδων που πραγματοποιούνται για ειδικές δραστηριότητες που αφορούν τους ελέγχους, όπως έκτακτες μετακινήσεις των εξουσιοδοτημένων Επιθεωρητών ή περίοδοι αναμονής των εξουσιοδοτημένων Επιθεωρητών που οφείλονται σε καθυστερήσεις της άφιξης των αποστολών, έλεγχοι που διενεργούνται εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας, συμπληρωματικοί έλεγχοι ή εργαστηριακές αναλύσεις που απαιτούνται επιπλέον εκείνων που προβλέπονται από το άρθρο 16, για να επιβεβαιωθούν τα συμπεράσματα των ελέγχων, ειδικά φυτοϋγειονομικά μέτρα που απαιτούνται από τις κοινοτικές πράξεις δυνάμει του άρθρου 17, μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το εδάφιο (6), του  άρθρου 16Γ, ή μετάφραση των απαιτούμενων εγγράφων.

(6) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να ορίζει τη διαδικασία είσπραξης των φυτοϋγειονομικών τελών. Τα τέλη είναι καταβλητέα από τον εισαγωγέα ή τους αντιπροσώπους εκτελωνιστές του.

Φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά

16Ε. Το σχήμα των φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών και φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών επανεξαγωγής τα οποία εκδίδει η Αρμόδια Αρχή δυνάμει της IPPC είναι σύμφωνο με το τυποποιημένο υπόδειγμα του Παραρτήματος VII των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

Γνωστοποίηση εμφάνισης επιβλαβούς οργανισμού

17.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή γνωστοποιεί αμέσως και γραπτώς στην Επιτροπή και στις αρμόδιες υπηρεσίες των κρατών μελών, την παρουσία στο έδαφος της Δημοκρατίας οποιουδήποτε επιβλαβούς οργανισμού που καθορίζεται στο Παράρτημα Ι, μέρος Α, κεφάλαιο Ι ή το Παράρτημα ΙΙ, μέρος Α, κεφάλαιο Ι, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 και την εμφάνιση οποιουδήποτε επιβλαβούς οργανισμού σε περιοχή της Δημοκρατίας, στην οποία η παρουσία του δεν ήταν προηγουμένως γνωστή και ο οποίος οργανισμός περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι, μέρος Α, κεφάλαιο ΙΙ ή στο μέρος Β ή στο Παράρτημα ΙΙ μέρος Α, κεφάλαιο ΙΙ ή στο μέρος Β, των προαναφερομένων Κανονισμών.

(β) Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την εξάλειψη, ή, εάν αυτό είναι αδύνατο, για τον περιορισμό της εξάπλωσης των επιβλαβών οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο (α). Η Αρμόδια Αρχή ανακοινώνει στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη τα ληφθέντα μέτρα.

(2)(α) Η Αρμόδια Αρχή γνωστοποιεί αμέσως γραπτώς στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη την πραγματική ή εικαζόμενη εμφάνιση οποιωνδήποτε επιβλαβών οργανισμών, που δεν καθορίζονται στο Παράρτημα Ι ή στο Παράρτημα ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, των οποίων η παρουσία ήταν άγνωστη μέχρι στιγμής στο έδαφος της Δημοκρατίας. Ανακοινώνει επίσης στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη τα προστατευτικά μέτρα που έλαβε ή που προτίθεται να λάβει ώστε να παρεμποδιστεί ο κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών στο έδαφος των κρατών μελών·

(β) Σε περίπτωση αποστολής φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων, προέλευσης τρίτων χωρών που θεωρούνται ότι ενέχουν άμεσο κίνδυνο εισαγωγής ή εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών που περιλαμβάνονται στο εδάφιο (1) και στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει αμέσως όλα τα αναγκαία μέτρα για να προστατέψει το έδαφος των κρατών μελών από τον κίνδυνο αυτό και ενημερώνει αμέσως και γραπτώς σχετικά την Επιτροπή και τα κράτη μέλη·

(γ) Στις περιπτώσεις που η Αρμόδια Αρχή θεωρεί ότι υπάρχει άμεσος κίνδυνος, εκτός από αυτόν που αναφέρεται στην παράγραφο (β), ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα κράτη μέλη για τα μέτρα που θα ήθελε να ληφθούν. Εάν κρίνει ότι τα ανωτέρω μέτρα δεν λαμβάνονται έγκαιρα ώστε να παρεμποδιστεί η είσοδος και η διασπορά των επιβλαβών οργανισμών στο έδαφος της Δημοκρατίας, δύναται να λάβει προσωρινά κάθε πρόσθετο μέτρο που θεωρεί αναγκαίο.

(3) Η Επιτροπή για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου δύναται στα πλαίσια του εδαφίου (2) του άρθρου 18, να διεξάγει επιτόπιες έρευνες. Τα απαιτούμενα μέτρα στα οποία περιλαμβάνονται και τα μέτρα με τα οποία δύναται να αποφασιστεί εάν τα μέτρα που έχουν ληφθεί απó την Αρμόδια Αρχή πρέπει να ανακληθούν ή να τροποποιηθούν, καθορίζονται με Κανονισμούς.

Τα μέτρα αυτά καθορίζονται βάσει ανάλυσης φυτοϋγειονομικού κινδύνου ή προκαταρτικής ανάλυσης φυτοϋγειονομικού κινδύνου για τις περιπτώσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο (2).

(4) Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των εδαφίων (1) και (2) καθορίζονται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Γνωστοποίησης της Παρακράτησης Εμπορεύματος η Επιβλαβούς Οργανισμού από Τρίτες Χώρες) Κανονισμούς του 2003.

Φυτοϋγειονομικά μέτρα

17Α.  Η Αρμόδια Αρχή μπορεί να λαμβάνει κατά την εισαγωγή στη Δημοκρατία φυτών ή φυτικών προϊόντων, ειδικότερα δε εκείνων που καθορίζονται στο Παράρτημα VI των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 καθώς και για τη συσκευασία τους ή τα οχήματα μεταφοράς τους, ειδικά φυτοϋγειονομικά μέτρα κατά των επιβλαβών οργανισμών οι οποίοι, κατά γενικό κανόνα, προσβάλλουν τα φυτά ή τα αποθηκευμένα φυτικά προϊόντα.

Εξουσίες Εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής

18.-(1) Στο μέτρο που είναι απαραίτητο για την ενιαία και σωστή εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών και με την επιφύλαξη των ελέγχων που διενεργεί η Αρμόδια Αρχή, η Επιτροπή δύναται να αναθέσει, υπό την ευθύνη της, σε εμπειρογνώμονες να διεξάγουν ελέγχους στα πλαίσια των καθηκόντων που αναφέρονται στο εδάφιο (3), επί τόπου ή άλλού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Οι έλεγχοι αυτοί, πρέπει να γίνονται σε συνεργασία με την Αρμόδια Αρχή.

(2) Οι έλεγχοι που αναφέρονται στο εδάφιο (1) μπορούν να διενεργούνται όσον αφορά τα ακόλουθα καθήκοντα:

(α) Την επίβλεψη των ελέγχων, σύμφωνα με το άρθρο 9,

(β) τη διεξαγωγή των επίσημων ελέγχων, σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 15,

(γ) την επίβλεψη ή στο πλαίσιο των διατάξεων της παραγράφου (δ) του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου, τη διενέργεια, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, επιθεωρήσεων, σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 16,

(δ) την άσκηση ή επίβλεψη των δραστηριοτήτων που προσδιορίζονται στους τεχνικούς διακανονισμούς, που αναφέρονται στο εδάφιο (6) του άρθρου 16Β,

(ε) τη διενέργεια των ερευνών που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου και στο άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ,

(στ) τις δραστηριότητες επίβλεψης που απαιτούνται δυνάμει των διατάξεων που καθορίζουν τους όρους υπό τους οποίους ορισμένοι επιβλαβείς οργανισμοί, φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα μπορούν να εισάγονται ή να διακινούνται στη Δημοκρατία ή σε ορισμένες προστατευμένες ζώνες της, για δοκιμές ή επιστημονικούς σκοπούς ή για εργασίες επιλογής φυτικών ποικιλιών, που προβλέπονται στο εδάφιο (9) του άρθρου 6, στο εδάφιο (5) του άρθρου 7 , στο εδάφιο (5) του άρθρου 8 και στο εδάφιο (4) του άρθρου 16Β,

(ζ) τις δραστηριότητες επίβλεψης που απαιτούνται δυνάμει των αδειών οι οποίες χορηγούνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 15 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ δυνάμει των μέτρων που λαμβάνει η Αρμόδια Αρχή κατ' εφαρμογή των εδαφίων (1) ή (2) του άρθρου 17, ή δυνάμει των μέτρων που θεσπίζονται βάσει των εδαφίων (3) και (5) του άρθρου 17,

(η) την κοινοποίηση προς την Επιτροπή των διαδικασιών επιθεώρησης που ισχύουν σε εθνικό επίπεδο,

(θ) την εκτέλεση κάθε άλλου καθήκοντος που ανατίθεται στους εμπειρογνώμονες σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες που δύνανται να καθοριστούν σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

(3) Προκειμένου να εκπληρώσουν τα καθήκοντα που αναφέρονται στο εδάφιο (2), οι εμπειρογνώμονες έχουν εξουσία σε κάθε εύλογη ώρα:

(α) Να επισκέπτονται φυτώρια, εκμεταλλεύσεις και άλλους χώρους όπου καλλιεργούνται, παράγονται, μεταποιούνται ή αποθηκεύονται φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα,

(β) να επισκέπτονται χώρους όπου πραγματοποιούνται οι έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 9 ή οι επιθεωρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16,

(γ) να συμβουλεύονται τους υπαλλήλους της Αρμόδιας Αρχής,

(δ) να συνοδεύουν τους εξουσιοδοτημένους Επιθεωρητές όταν ασκούν δραστηριότητες δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(4)(α) Στα πλαίσια της συνεργασίας που αναφέρθηκε στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), η Αρμόδια Αρχή ενημερώνεται εγκαίρως σχετικά με το έργο που πρέπει να επιτελεστεί, ώστε να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα.

(β) Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει κάθε απαραίτητο μέτρο για την επίτευξη των στόχων και την αποτελεσματικότητα των επιθεωρήσεων των εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι εκτελούν τα καθήκοντά τους χωρίς να παρεμποδίζονται και εφόσον το ζητήσουν, τους παρέχεται ο διαθέσιμος απαραίτητος εξοπλισμός, στον οποίο θα περιλαμβάνεται το υλικό και το προσωπικό εργαστηρίου.

(γ) Οι εμπειρογνώμονες ενεργούν μετά από σχετική εντολή από την Αρμόδια Αρχή, και συμμορφώνονται με οποιουσδήποτε κανόνες ή πρακτικές εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση και για τους εξουσιοδοτημένους Επιθεωρητές.

(δ) Όταν πρόκειται για διενέργεια επιθεωρήσεων, που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16, σε συνεργασία με την Αρμόδια Αρχή, οι επιθεωρήσεις αυτές πρέπει να εντάσσονται σε ένα καταρτισθέν πρόγραμμα επιθεωρήσεων. Σε περίπτωση κοινής επιθεώρησης η Αρμόδια Αρχή επιτρέπει την αποστολή φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων σε κράτος μέλος μόνον εφόσον η Αρμόδια Αρχή και η Επιτροπή συμφωνούν. Ο όρος αυτός δύναται να επεκταθεί και σε άλλες επιτακτικές απαιτήσεις που εφαρμόζονται στις αποστολές πριν την εισαγωγή της στη Δημοκρατία εάν η εμπειρία δείχνει ότι αυτή η επέκταση είναι αναγκαία, σύμφωνα με διαδικασία που δύναται να καθοριστεί με Κανονισμούς. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής και του Εξουσιοδοτημένου Επιθεωρητή η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα μέχρις ότου ληφθεί οριστική απόφαση.

(5)(α) Οι εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) μπορεί:

(i) να προσλαμβάνονται από την Επιτροπή,

(ii) να προσλαμβάνονται από τη Δημοκρατία και να τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής σε προσωρινή βάση ή ad hoc.

(β) Οι πιο πάνω εμπειρογνώμονες πρέπει να έχουν αποκτήσει σε ένα τουλάχιστο κράτος μέλος τα προσόντα που απαιτούνται για τα πρόσωπα τα οποία αναλαμβάνουν τη διενέργεια και την επίβλεψη των επίσημων φυτοϋγειονομικών ερευνών.

 

Χρηματοδοτική συνεισφορά Κοινότητας

18Α.  Σε περίπτωση ε΅φάνισης ή ύπαρξης υποψιών για την ε΅φάνιση επιβλαβών οργανισ΅ών συνεπεία εισαγωγής ή διάδοσής τους στη Δημοκρατία, η Αρμόδια Αρχή δύναται να λα΅βάνει χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις των άρθρων 18Β και 18Γ, για την κάλυψη των δαπανών που αφορούν ά΅εσα τα απαραίτητα ΅έτρα που ελήφθησαν ή προβλέπονται για την καταπολέ΅ηση των επιβλαβών αυτών οργανισ΅ών προκει΅ένου να εξαλειφθούν ή, εάν αυτό δεν είναι εφικτό, να ελεγχθούν.

 

Διαδικασία για καταβολή συνεισφοράς

18Β.-(1) Η Αρμόδια Αρχή, ύστερα από σχετική της αίτηση, δύναται να λάβει τη χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας που αναφέρεται στο άρθρο 18Α εφόσον αποδεικνύεται ότι ο επιβλαβής συγκεκρι΅ένος  οργανισ΅ός, ανεξαρτήτως του εάν αναφέρεται στα Παραρτή΅ατα I και II περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003:

(α) έχει κοινοποιηθεί σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις του εδαφίου (1) ή της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 17 και

(β) συνιστά ά΅εσο κίνδυνο για ολόκληρη την Κοινότητα ή τ΅ή΅α της λόγω της ε΅φάνισής του σε ζώνη στην οποία δεν είχε ε΅φανισθεί κατά το παρελθόν, είχε εξαλειφθεί ή βρίσκεται υπό εξάλειψη και

(γ) έχει εισαχθεί σε αυτή τη ζώνη ΅ε παρτίδες φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικει΅ένων που προέρχονται από τρίτη χώρα ή άλλη ζώνη της Κοινότητας.

(2) Ως απαραίτητα ΅έτρα κατά την έννοια του άρθρου 18Α νοούνται τα ακόλουθα:

(α) Η καταστροφή, η απολύ΅ανση, η απεντό΅ωση, η αποστείρωση, ο καθαρισ΅ός ή οποιαδήποτε άλλη αγωγή που εφαρ΅όζεται επισή΅ως ή ΅ετά από επίση΅η αίτηση:

(i) στα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και άλλα αντικεί΅ενα που αποτελούν την παρτίδα ή τις παρτίδες ΅έσω των οποίων έχει εισαχθεί ο επιβλαβής οργανισ΅ός στην εν λόγω ζώνη, και τα οποία έχουν αναγνωρισθεί ως πράγ΅ατι ή ενδεχο΅ένως ΅ολυσ΅ένα·

(ii) τα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και τα άλλα αντικεί΅ενα που έχουν αναγνωρισθεί ως πράγ΅ατι ή ενδεχο΅ένως ΅ολυσ΅ένα από τους εισαχθέντες επιβλαβείς οργανισ΅ούς, τα οποία έχουν προέλθει από τα φυτά της παρτίδας ή των εν λόγω παρτίδων ή βρέθηκαν κοντά στα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα των παρτίδων αυτών ή εκείνων που προήλθαν απ' αυτά·

(iii) τα καλλιεργητικά υποστρώ΅ατα και τα εδάφη που έχουν αναγνωρισθεί ως πράγ΅ατι ή ενδεχο΅ένως ΅ολυσ΅ένα από τους εν λόγω επιβλαβείς οργανισ΅ούς·

(iv) τα υλικά παραγωγής, πρώτης συσκευασίας, δεύτερης συσκευασίας και αποθήκευσης, οι χώροι αποθήκευσης ή πρώτης συσκευασίας και τα ΅εταφορικά ΅έσα, που έχουν έλθει σε επαφή ΅ε τα ανωτέρω φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικεί΅ενα ή ΅έρος αυτών·

(β) Οι επιθεωρήσεις ή οι εξετάσεις που πραγ΅ατοποιούνται επισή΅ως ή ΅ετά από επίση΅η αίτηση, προκει΅ένου να ελεγχθεί ή ύπαρξη ή η έκταση της ΅όλυνσης από τον εισαχθέντα επιβλαβή οργανισ΅ό·

(γ) Η απαγόρευση ή ο περιορισ΅ός της χρησι΅οποίησης καλλιεργητικού υποστρώ΅ατος, καλλιεργήσι΅ων εκτάσεων, ή χώρων καθώς και φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικει΅ένων, εκτός από εκείνα που αποτελούν την παρτίδα ή τις εν λόγω παρτίδες ή προέρχονται από αυτές, όταν προκύπτουν από επίση΅ες αποφάσεις λόγω φυτοϋγειονο΅ικών κινδύνων συναφών ΅ε τον εισαχθέντα επιβλαβή οργανισ΅ό.

(3) Οι δαπάνες που καταβάλλονται από πιστώσεις του κρατικού προϋπολογισ΅ού και πρόκειται:

(α) Να καλύψουν το σύνολο ή ΅έρος του κόστους των ΅έτρων που αναφέρονται στις  παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (2), εκτός εκείνων που αφορούν τις τρέχουσες δαπάνες λειτουργίας της Αρμόδιας Αρχής, ή

(β) να αντισταθ΅ίσουν πλήρως ή εν ΅έρει χρη΅ατικές ζη΅ίες πλην του διαφυγόντος κέρδους τις οποίες συνεπάγεται ά΅εσα ένα ή περισσότερα από τα ΅έτρα που αναφέρονται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (2),

λογίζονται ως δαπάνες α΅έσως σχετικές προς τα αναγκαία ΅έτρα του εδαφίου (2).

(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17 και για να λάβει την ειδική χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας, η Αρμόδια Αρχή υποβάλλει, το αργότερο κατά τη διάρκεια του έτους που ακολουθεί τη διαπίστωση της ε΅φάνισης του επιβλαβούς οργανισ΅ού, αίτηση στην Επιτροπή, δια της οποίας γνωστοποιεί τόσο στην Επιτροπή όσο και στα άλλα κράτη ΅έλη:

(α) Τα στοιχεία της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1),

(β) τη φύση και την έκταση της ε΅φάνισης του επιβλαβούς οργανισ΅ού που προβλέπεται στο άρθρο 18Α, καθώς επίσης και το ιστορικό και τις λεπτο΅έρειες της διαπίστωσής τους,

(γ) τα στοιχεία των παρτίδων για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1), ΅ε τις οποίες εισήχθη επιβλαβής οργανισ΅ός,

(δ) τα ληφθέντα ή προβλεπό΅ενα απαραίτητα ΅έτρα και το χρονοδιάγρα΅΅α εφαρ΅ογής τους για τα οποία ζητεί την καταβολή της χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας,

(ε) τα επιτευχθέντα αποτελέσ΅ατα και το πραγ΅ατικό ή  υπολογιζό΅ενο κόστος των δαπανών που έχουν αναληφθεί ή πρόκειται να αναληφθούν και το τ΅ή΅α αυτών που καταβλήθηκε από δη΅όσιες πιστώσεις του κράτους ΅έλους για την υλοποίηση των απαραίτητων ΅έτρων.

(5)(α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 18Γ, η διάθεση και το ύψος της χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας αποφασίζονται ΅ε την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, βάσει των πληροφοριών και εγγράφων που παρέχει η Αρμόδια Αρχή σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις του εδαφίου (4), και, ενδεχο΅ένως, βάσει των αποτελεσ΅άτων των ερευνών που διεξάγονται κατ' εντολήν της Επιτροπής από τους ε΅πειρογνώ΅ονες του άρθρου 18 δυνά΅ει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 17, και λα΅βανο΅ένου υπόψη του κινδύνου που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), καθώς και ανάλογα ΅ε τις προς το σκοπό αυτό διαθέσι΅ες πιστώσεις.

(β) Εντός των διαθέσι΅ων για τους σκοπούς αυτούς πιστώσεων, η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας καλύπτει ΅έχρι το 50 % και, στην περίπτωση αποζη΅ίωσης διαφυγόντων κερδών σύ΅φωνα ΅ε την παράγραφο (β) του εδαφίου (3), ΅έχρι το 25 % των δαπανών που έχουν σχέση ΅ε τα απαραίτητα ΅έτρα που προβλέπονται στο εδάφιο (2) εφόσον έχουν ληφθεί εντός διαστή΅ατος ΅έχρι δύο ετών από τη στιγ΅ή της ε΅φάνισης του επιβλαβούς οργανισ΅ού που ορίζεται στο άρθρο 18Α, ή τα οποία προβλέπεται να ληφθούν κατά το εν λόγω διάστη΅α. Η περίοδος αυτή ΅πορεί να παραταθεί, σύ΅φωνα ΅ε την ίδια διαδικασία, εφόσον η εξέταση της κατάστασης επιτρέπει το συ΅πέρασ΅α ότι οι στόχοι των ΅έτρων θα πραγ΅ατοποιηθούν σε εύλογο συ΅πληρω΅ατικό χρονικό διάστη΅α. Η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας κατά τα εν λόγω έτη είναι φθίνουσα.

(γ) Όταν η Αρμόδια Αρχή δεν ΅πορεί να παράσχει τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά ΅ε την ταυτότητα των παρτίδων, σύ΅φωνα ΅ε την παράγραφο (γ) του εδαφίου (4), υποδεικνύει τις εικαζό΅ενες πηγές ε΅φάνισης του οργανισ΅ού και τους λόγους για τους οποίους οι παρτίδες δεν ΅πόρεσαν να εξακριβωθούν. Η χορήγηση της χρη΅ατοδότησης ΅πορεί να αποφασισθεί σύ΅φωνα ΅ε την ίδια διαδικασία, κατόπιν εκτί΅ησης των πληροφοριών αυτών.

(6)(α) Η διάθεση της ειδικής κοινοτικής χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς για τέτοιες περαιτέρω δράσεις, απαιτήσεις ή προϋποθέσεις αποφασίζεται ΅ε την ίδια κοινοτική διαδικασία. Εντός των διαθέσι΅ων πιστώσεων, η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας καλύπτει ΅έχρι το 50% των δαπανών που αφορούν ά΅εσα αυτές τις περαιτέρω δράσεις, απαιτήσεις ή προϋποθέσεις.

(β) Όταν περαιτέρω απαιτήσεις ή προϋποθέσεις αποβλέπουν κυρίως στην προστασία της Κοινότητας εκτός της Δημοκρατίας, ΅πορεί να αποφασισθεί κατά την αυτή διαδικασία ότι η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας καλύπτει πλέον του 50 % των δαπανών.

(γ) Η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας κατά τη διάρκεια των εν λόγω ετών είναι χρονικά περιορισ΅ένη και φθίνουσα.

(7) Η χορήγηση χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας δεν θίγει τα τυχόν δικαιώ΅ατα της Δημοκρατίας ή ιδιωτών έναντι τρίτων, συ΅περιλα΅βανο΅ένων άλλων κρατών ΅έλων στις προβλεπό΅ενες από το εδάφιο (3) του άρθρου 18Γ  περιπτώσεις, για την απόδοση δαπανών, την αποκατάσταση απωλειών ή άλλων ζη΅ιών, δυνά΅ει του εθνικού, του κοινοτικού ή του διεθνούς δικαίου. Εφόσον οι εν λόγω δαπάνες, απώλειες ή ζη΅ίες καλύπτονται από τη χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας, τα δικαιώ΅ατα αυτά θα αποτελούν αντικεί΅ενο αυτοδικαίας εκχώρησης στην Κοινότητα σύ΅φωνα ΅ε τις ισχύουσες ρυθ΅ίσεις, η δε εκχώρηση παράγει αποτελέσ΅ατα συγχρόνως ΅ε την καταβολή της κοινοτικής συνεισφοράς.

(8)(α) Η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας ΅πορεί να καταβάλλεται ΅ε δόσεις.

(β) Εάν διαπιστωθεί ότι η χορηγού΅ενη χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας δεν είναι πλέον δικαιολογη΅ένη, εφαρ΅όζονται τα ακόλουθα:

(i) Η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας που χορηγείται στη Δημοκρατία δυνά΅ει του άρθρου 23 παράγραφοι 5 και 6 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ ΅πορεί να ΅ειωθεί ή να ανασταλεί, εάν αποδειχθεί ότι βάσει των πληροφοριών που παρέχει η Αρμόδια Αρχή ή από τα αποτελέσ΅ατα των ερευνών που διεξάγονται κατ' εντολήν της Επιτροπής από τους ε΅πειρογνώ΅ονες του άρθρου 18 ή από τα αποτελέσ΅ατα εξέτασης την οποία έχει διεξαγάγει η Επιτροπή ΅ε διαδικασίες ανάλογες εκείνων του άρθρου 39 του Κανονισ΅ού 1260/1999/ΕΚ:

(αα) δεν είναι δικαιολογημένη η εν όλω ή εν μέρει μη εκτέλεση των απαραίτητων μέτρων, που λαμβάνονται δυνάμει των εδαφίων (5) και (6) ή η μη τήρηση των πρακτικών λεπτομερειών ή των προθεσμιών που καθορίσθηκαν βάσει αυτών των διατάξεων ή επιβάλλονταν από τους επιδιωκόμενους στόχους ή

(ββ) τα ΅έτρα δεν είναι πλέον απαραίτητα ή

(γγ) έχει διαπιστωθεί ΅ια κατάσταση όπως αυτή που περιγράφεται στο άρθρο 39 του Κανονισ΅ού 1260/1999/ΕΚ.

(9) Τα άρθρα 8 και 9 του Κανονισ΅ού 1258/1999/ΕΚ εφαρ΅όζονται κατ' αναλογίαν.

(10) Τα ποσά της χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας που καταβάλλονται στη Δημοκρατία, δυνά΅ει του άρθρου 23 παράγραφοι 5 και 6 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, επιστρέφονται εξ ολοκλήρου  ή εν ΅έρει από τη Δημοκρατία προς την Κοινότητα, εάν αποδειχθεί, από τις πηγές που καθορίζονται στο εδάφιο (8), ότι:

(α) Τα απαραίτητα ΅έτρα που ελήφθησαν υπόψη δυνά΅ει των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 23 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ -

(i) δεν εφαρ΅όσθηκαν ή δεν εφαρ΅όσθηκαν ΅ε τρόπο σύ΅φωνο ΅ε τις λεπτο΅έρειες

(ii) ή προθεσ΅ίες που καθορίστηκαν βάσει αυτών των διατάξεων ή που επιβάλλονται από τους επιδιωκό΅ενους στόχους ή

(β) τα καταβληθέντα ποσά χρησι΅οποιήθηκαν για σκοπούς άλλους από εκείνους υπέρ των οποίων εδόθη η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά ή

(γ) έχει διαπιστωθεί ΅ια κατάσταση όπως αυτή που  περιγράφεται στο άρθρο 39 του Κανονισ΅ού 1260/1999/ΕΚ:

Νοείται ότι τα αναφερό΅ενα στη δεύτερη φράση του εδαφίου (7) δικαιώ΅ατα αποτελούν αντικεί΅ενο εκχώρησης στη Δημοκρατία, παράγουσα αποτελέσ΅ατα από τη στιγ΅ή της επιστροφής των ποσών, στο βαθ΅ό που τα δικαιώ΅ατα καλύπτονται από αυτήν:

Νοείται περαιτέρω ότι οι τόκοι υπερη΅ερίας καταλογίζονται στα ΅η επιστρεφό΅ενα ποσά σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις του δη΅οσιονο΅ικού κανονισ΅ού και σύ΅φωνα ΅ε τις ρυθ΅ίσεις στις οποίες προβαίνει η Επιτροπή ΅ε βάση την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

 

Έλεγχος εμφάνισης επιβλαβούς οργανισμού και μέτρα

18Γ-(1) Σχετικά ΅ε τα αίτια ε΅φάνισης του επιβλαβούς οργανισ΅ού, σύ΅φωνα ΅ε το άρθρο 18Α ισχύουν τα ακόλουθα:

(α) Η Επιτροπή εξακριβώνει εάν η ε΅φάνιση του επιβλαβούς οργανισ΅ού στη συγκεκρι΅ένη ζώνη προκλήθηκε από τη διακίνηση, εντός της ζώνης αυτής, ΅ιας ή περισσοτέρων παρτίδων φορέων του επιβλαβούς αυτού οργανισ΅ού, και προσδιορίζει το ή τα διαδοχικά κράτη ΅έλη από τα οποία προέρχονται οι παρτίδες.

(β) Σε περίπτωση που η παρτίδα(ες)-φορείς του επιβλαβούς οργανισ΅ού προέρχονται από τη Δημοκρατία, είτε συ΅πίπτει είτε όχι ΅ε το ανωτέρω αναφερό΅ενο, η Αρμόδια Αρχή ενη΅ερώνει α΅έσως την Επιτροπή, ΅ετά από αίτησή της, σχετικά ΅ε όλες τις λεπτο΅έρειες που αφορούν την καταγωγή της παρτίδας/παρτίδων και όλες τις σχετικές διοικητικές διατυπώσεις, συ΅περιλα΅βανο΅ένων των εξετάσεων, επιθεωρήσεων και ελέγχων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, προκει΅ένου να εξακριβωθούν οι λόγοι για τους οποίους δεν διαπίστωσε ότι η παρτίδα/παρτίδες δεν πληρούσαν τις διατάξεις του παρόντα Νόμου.  Ενη΅ερώνει επίσης την Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, για τον προορισ΅ό όλων των άλλων παρτίδων που απεστάλησαν από την ίδια καταγωγή/καταγωγές κατά τη διάρκεια ορισ΅ένης περιόδου.

(2) Η χρη΅ατοδοτική κοινοτική συνεισφορά δε χορηγείται ή, αν έχει αποφασιστεί, δεν εκτα΅ιεύεται, ή, αν έχει ήδη καταβληθεί, τα καταβληθέντα ποσά επιστρέφονται στην Κοινότητα εφόσον η Δημοκρατία δεν εκπλήρωσε κάποια από τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των άρθρων 9 και 16. Στην τελευταία περίπτωση εφαρ΅όζονται οι διατάξεις της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου (10) του άρθρου 18Β.