ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ Η ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΗ ΑΞΙΑ ΙΣΟΥΤΑΙ ΜΕ Ή ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΑ ΚΑΤΩΤΑΤΑ ΟΡΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Πεδίον εφαρμογής

3.-(1) Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται στις συμβάσεις δημοσίων προμηθειών και έργων και στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, οι οποίες δεν εξαιρούνται δυνάμει άλλων διατάξεων του παρόντος Μέρους, των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, εφεξής καλούμενος ως «ΦΠΑ», ισούται με ή υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που ορίζονται στο άρθρο 8.

(2) Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται στις συμβάσεις που συνάπτονται από τις αναθέτουσες αρχές στον τομέα της άμυνας, εκτός από τις συμβάσεις δημοσίων προμηθειών και τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών για τις οποίες ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 296 της Συνθήκης.

(3) Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, ΄Εργα και Υπηρεσίες) στους Τομείς του Ύδατος, της Ενέργειας, των Μεταφορών και των Τηλεπικοινωνιών Νόμου του 2003.

Aπόρρητες και λοιπές συμβάσεις

4. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, να εξαιρέσει από την εφαρμογή του παρόντος Μέρους τις συμβάσεις οι οποίες χαρακτηρίζονται από αυτό ως απόρρητες, ή των οποίων η εκτέλεση πρέπει να συνοδεύεται, σύμφωνα με τις νομοθετικές ή διοικητικές διατάξεις που ισχύουν στη Δημοκρατία, από ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας, ή όταν το απαιτεί η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων της ασφάλειας της Δημοκρατίας.

Συμβάσεις δυνάμει διεθνών κανόνων

5. Το παρόν Μέρος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις οι οποίες διέπονται από διαφορετικούς διαδικαστικούς κανόνες και συνάπτονται δυνάμει-

(α) Διεθνούς συμφωνίας, η οποία έχει συναφθεί σύμφωνα με τη Συνθήκη, μεταξύ της Δημοκρατίας και μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών και η οποία αφορά προμήθειες, εργασίες ή υπηρεσίες που προορίζονται για την πραγματοποίηση ή εκμετάλλευση ενός έργου ή σχεδίου από κοινού από τα υπογράφοντα κράτη. Η Αρμόδια Αρχή ανακοινώνει στην Επιτροπή κάθε προαναφερόμενη συμφωνία·

(β) διεθνούς συμφωνίας της οποίας η σύναψη συνδέεται με τη στάθμευση στρατευμάτων και η οποία αφορά επιχειρήσεις της Δημοκρατίας ή μίας τρίτης χώρας·

(γ) ειδικής διαδικασίας διεθνούς οργανισμού.

Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών βάσει αποκλειστικού δικαιώματος

6. Το παρόν Μέρος δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται σε φορέα που είναι ο ίδιος αναθέτουσα αρχή, βάσει αποκλειστικού δικαιώματος που του παρέχεται δυνάμει νομοθετικών ή δημοσιευμένων διοικητικών διατάξεων, εφόσον οι διατάξεις αυτές είναι σύμφωνες με τη Συνθήκη.

Ειδικές εξαιρέσεις

7. Το παρόν Μέρος δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών-

(α) Που έχουν ως αντικείμενο την κτήση ή μίσθωση, με οποιαδήποτε χρηματοοικονομικά μέσα, γης, υφιστάμενων κτιρίων ή άλλης ακίνητης ιδιοκτησίας ή σχετικά με άλλα δικαιώματα επί αυτών, εκτός από τις συμβάσεις χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που συνάπτονται συγχρόνως, πριν ή μετά από τη σύμβαση κτήσης ή μίσθωσης, υπό οποιαδήποτε μορφή·

(β) που έχουν ως αντικείμενο την αγορά, ανάπτυξη, παραγωγή ή συμπαραγωγή προγραμμάτων από ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, καθώς και τις συμβάσεις για το χρόνο μετάδοσης εκπομπών·

(γ) φωνητικής τηλεφωνίας, τηλετυπίας, κινητής ραδιοτηλεφωνίας, τηλεειδοποίησης και μεταδόσεων μέσω δορυφόρου·

(δ) διαιτησίας και συμβιβασμού·

(ε) χρηματοοικονομικών που αφορούν στην έκδοση, αγορά, πώληση, μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοοικονομικών μέσων και υπηρεσιών που παρέχουν οι κεντρικές τράπεζες·

(στ) απασχόλησης·

(ζ) έρευνας και ανάπτυξης, εκτός από αυτές τα αποτελέσματα των οποίων ανήκουν αποκλειστικά στην αναθέτουσα αρχή προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της, εφόσον η αναθέτουσα αρχή καταβάλει πλήρη αμοιβή για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ - ΚΑΤΩΤΑΤΑ ΟΡΙΑ
Κατώτατα όρια

8.(1)Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται στις:-

(α)(i) Συμβάσεις δημοσίων προμηθειών, που συνάπτονται από τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 αναθέτουσες αρχές, των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί στο ισόποσο σε Ευρώ των 200.000 Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων (Special Drawing Rights- SDRs):

Νοείται ότι όσον αφορά στις αναφερόμενες στο Παράρτημα ΙΙΙ αναθέτουσες αρχές στον τομέα της άμυνας, το όριο αυτό ισχύει για προϊόντα που δεν αναφέρονται στο Παράρτημα VΙ.

(ii) συμβάσεις δημοσίων προμηθειών, που συνάπτονται από τις αναφερόμενες στο Παράρτημα ΙΙΙ αναθέτουσες αρχές, των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί στο ισόποσο σε Ευρώ των 130.000 Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων:

Νοείται ότι ειδικά όσον αφορά στις αναθέτουσες αρχές στον τομέα της άμυνας, το όριο αυτό ισχύει μόνο για τις συμβάσεις που αφορούν προϊόντα που αναφέρονται στο Παράρτημα VΙ·

(β)(i) Συμβάσεις δημοσίων έργων, των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί στο ισόποσο σε Ευρώ των 5.000.000 Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων.

(ii) συμβάσεις δημοσίων έργων που αναφέρονται στο άρθρο 12(1), εφόσον η εκτιμώμενη αξία τους, εκτός ΦΠΑ, είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 5.000.000 Ευρώ·

(γ)(i) Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αναφέρονται στο άρθρο 13, δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν στις υπηρεσίες που αναφέρονται στo Μέρος Β του Παραρτήματος ΙΙ, στις υπηρεσίες της κατηγορίας 8 του Μέρους Α του Παραρτήματος ΙΙ και στις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών της κατηγορίας 5 του Μέρους Α του Παραρτήματος ΙΙ, με αριθμούς αναφοράς βάσει της ΚΤΠ 7524, 7525 και 7526, οι οποίες συνάπτονται από τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 αναθέτουσες αρχές, όταν η εκτιμώμενη αξία τους, εκτός ΦΠΑ, είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 200.000 Ευρώ.

(ii) δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν στις υπηρεσίες που αναφέρονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΙI, εκτός των υπηρεσιών της κατηγορίας 8 και των υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών της κατηγορίας 5, με αριθμούς αναφοράς βάσει της ΚΤΠ 7524, 7525 και 7526 -

A. Οι οποίες συνάπτονται από τις αναφερόμενες στο Παράρτημα ΙΙΙ αναθέτουσες αρχές, και των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί στο ισόποσο σε Ευρώ των 130.000 Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων·

B. οι οποίες συνάπτονται από τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 αναθέτουσες αρχές, και των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί στο ισόποσο σε Ευρώ των 200.000 Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων:

Νοείται ότι η παρούσα υπο-υποπαράγραφος δεν εφαρμόζεται στις αναφερόμενες στην υπο-υποπαράγραφο (i) αναθέτουσες αρχές.

(2) Η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει τις αναθέτουσες αρχές για την αντίστοιχη αξία σε λίρες του ποσού των Eιδικών Tραβηκτικών Δικαιωμάτων και των Ευρώ, που αναφέρονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, τη χρονική διάρκεια ισχύος των ισοτιμιών και για κάθε μεταβολή τους από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Υπολογισμός της αξίας συμβάσεων δημοσίων προμηθειών

9.-(1) Για τους σκοπούς του υπολογισμού της αξίας των συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, η εκτιμώμενη αξία είναι ίση ή ανώτερη του σχετικού κατώτατου ορίου κατά το χρόνο δημοσίευσης της προκήρυξης του διαγωνισμού, όπως προβλέπεται στο άρθρο 26(2).

(2) Κανένα σχέδιο αγοράς συγκεκριμένης ποσότητας προμηθειών δεν μπορεί να κατατμηθεί με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Μέρους.

(3) Στην περίπτωση συμβάσεων οι οποίες έχουν ως αντικείμενο τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή την αγορά με δόσεις προϊόντων, ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης λαμβάνεται -

(α) Στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου, εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από 12 μήνες, η συνολική εκτιμώμενη αξία για τη διάρκεια της σύμβασης ή, εφόσον η διάρκεια της σύμβασης είναι μεγαλύτερη από 12 μήνες, η συνολική αξία της σύμβασης στην οποία συμπεριλαμβάνεται η εκτιμώμενη υπολειπόμενη αξία·

(β) στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου ή στην περίπτωση που η διάρκειά τους δεν μπορεί να οριστεί, η μηνιαία αξία πολλαπλασιαζόμενη επί 48.

(4) Στην περίπτωση συμβάσεων οι οποίες έχουν περιοδικό χαρακτήρα ή οι οποίες προβλέπεται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης λαμβάνεται-

(α) Είτε η συνολική πραγματική αξία των ανάλογων διαδοχικών συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο ή οικονομικό έτος, αναπροσαρμοσμένη, κατά το δυνατόν, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές ως προς τις ποσότητες ή την αξία τους κατά τους 12 μήνες που έπονται της αρχικής σύμβασης,

(β) είτε η εκτιμώμενη συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων που συνήφθησαν κατά το δωδεκάμηνο που έπεται της πρώτης παράδοσης ή καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, εφόσον αυτή υπερβαίνει τους 12 μήνες.

(5) Η επιλογή των μεθόδων υπολογισμού των συμβάσεων δεν μπορεί να χρησιμοποιείται με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Μέρους.

(6) Όταν μια προτεινόμενη προμήθεια προϊόντων του αυτού τύπου μπορεί να οδηγήσει σε ταυτόχρονη σύναψη χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, ως βάση για την εφαρμογή του εδαφίου (3) και του άρθρου 8 λαμβάνεται η εκτιμώμενη συνολική αξία αυτών των τμημάτων.

(7) Όταν μια προτεινόμενη σύμβαση προμηθειών προβλέπει ρητά δικαίωμα προαιρέσεως (option), ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης πρέπει να λαμβάνεται το ανώτατο επιτρεπόμενο συνολικό ποσό της αγοράς, της χρηματοδοτικής μίσθωσης, της μίσθωσης ή της αγοράς με δόσεις, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων προαιρέσεως.

Υπολογισμός της αξίας συμβάσεων δημοσίων έργων

10.-(1) Για τον υπολογισμό των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στα άρθρα 8(1)(β) και 23(2)(γ), λαμβάνεται υπόψη, εκτός από τα ποσά των συμβάσεων δημοσίων έργων και η εκτιμώμενη έργων.

αξία των προμηθειών που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων και θέτουν στη διάθεση του εργολήπτη οι αναθέτουσες αρχές.

(2) Όταν ένα έργο υποδιαιρείται σε τμήματα, τα οποία αποτελούν το καθένα αντικείμενο ιδιαίτερης σύμβασης, η αξία του κάθε τμήματος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του κατώτατου ορίου που αναφέρεται στο άρθρο 8(1)(β).

(3) Όταν το άθροισμα της αξίας των τμημάτων είναι ίσο ή υπερβαίνει το εφαρμοστέο κατώτατο όριο, οι διατάξεις του άρθρου 8(1)(β) εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματα.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή του άρθρου 8(1)(β) σε σχέση με οποιαδήποτε τμήματα των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, είναι κατώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 1.000.000 Ευρώ, εφόσον το άθροισμα της αξίας των τμημάτων αυτών δεν υπερβαίνει το 20% του αθροίσματος της αξίας όλων των τμημάτων.

(5) Κανένα έργο και καμία σύμβαση δεν δύναται να κατατμηθεί με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Μέρους.

Υπολογισμός της αξίας δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών

11.-(1) Για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών, η αναθέτουσα αρχή περιλαμβάνει την εκτιμώμενη συνολική αμοιβή του παρέχοντος υπηρεσίες, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις των εδαφίων (2) έως (8).

(2) Όταν μια σχεδιαζόμενη σύμβαση προβλέπει δικαίωμα προαιρέσεως, ως βάση για τον υπολογισμό της αξίας της σύμβασης λαμβάνεται το ανώτατο επιτρεπόμενο συνολικό ποσό, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων προαιρέσεως.

(3) Για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων για τα ακόλουθα είδη υπηρεσιών λαμβάνονται, κατά περίπτωση, υπόψη-

(α) Όσον αφορά στις ασφαλιστικές υπηρεσίες, το καταβλητέο ασφάλιστρο·

(β) όσον αφορά στις τραπεζικές και άλλες χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, οι αμοιβές, οι προμήθειες, οι τόκοι και οι άλλοι τρόποι αμοιβής·

(γ) όσον αφορά στις συμβάσεις που περιλαμβάνουν την εκπόνηση μελέτης, οι καταβλητέες αμοιβές ή προμήθειες.

(4) Όταν οι υπηρεσίες υποδιαιρούνται σε τμήματα, τα οποία αποτελούν το καθένα αντικείμενο ιδιαίτερης σύμβασης, η αξία του κάθε τμήματος πρέπει να συνυπολογίζεται για την εκτίμηση του εφαρμοστέου κατωτάτου ορίου.

(5) Όταν η αξία των τμημάτων ισούται με το εφαρμοστέο κατώτατο όριο ή το υπερβαίνει, οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματα:

Νοείται ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή του άρθρου 8(1)(γ) σε σχέση με οποιαδήποτε τμήματα των οποίων η εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, είναι κατώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 80.000 Ευρώ, εφόσον το άθροισμα της αξίας των τμημάτων αυτών δεν υπερβαίνει το 20% του αθροίσματος της αξίας όλων των τμημάτων.

(6) Στην περίπτωση συμβάσεων για τις οποίες δεν αναφέρεται συνολική τιμή, ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας λαμβάνεται -

(α) Στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου και εφόσον η διάρκεια είναι ίση ή μικρότερη από 48 μήνες, η συνολική συμβατική αξία για όλη την αντίστοιχη διάρκεια·

(β) στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου ή διάρκειας μεγαλύτερης των 48 μηνών, η μηνιαία αξία πολλαπλασιαζόμενη επί 48.

(7) Στην περίπτωση τακτικά επαναλαμβανόμενων συμβάσεων ή συμβάσεων που πρόκειται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ως βάση λαμβάνεται-

(α) Είτε η συνολική πραγματική αξία των παρόμοιων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν για την ίδια κατηγορία υπηρεσιών κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο ή οικονομικό έτος, αναπροσαρμοσμένη, εάν είναι δυνατόν, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές ως προς τις ποσότητες ή την αξία τους κατά τους 12 μήνες που έπονται της αρχικής σύμβασης·

(β) είτε η εκτιμώμενη συνολική αξία των συμβάσεων κατά το δωδεκάμηνο που έπεται της πρώτης παροχής ή για όλη τη διάρκεια της σύμβασης, εφόσον αυτή υπερβαίνει τους 12 μήνες.

(8) Η επιλογή της μεθόδου αποτίμησης μιας σύμβασης δεν μπορεί να γίνει με πρόθεση να παρακαμφθεί, όσον αφορά στην εν λόγω σύμβαση, η εφαρμογή του παρόντος Μέρους και κανένα σχέδιο αγοράς συγκεκριμένης αξίας υπηρεσιών δεν μπορεί να κατατμηθεί με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ - ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ
Ειδικές περιπτώσεις συμβάσεων δημοσίων έργων

12.-(1) Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση κατά την οποία οι αναθέτουσες αρχές επιδοτούν άμεσα κατά ποσοστό ανώτερο του 50% μία σύμβαση δημοσίων έργων η οποία έχει συναφθεί από αρχή άλλη από αυτές, και -

(α) Περιλαμβάνεται στην ομάδα 502 της κλάσης 50 της γενικής ονοματολογίας των οικονομικών δραστηριοτήτων στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες (NACE) του Παραρτήματος Ι, και

(β) αφορά οικοδομικές εργασίες για νοσοκομεία, αθλητικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις αναψυχής και σχόλης, σχολικά και πανεπιστημιακά κτίρια και κτίρια που χρησιμοποιούνται για διοικητικούς σκοπούς,

της οποίας η εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 5.000.000 Ευρώ.

(2)(α) Στην περίπτωση κατά την οποία οι αναθέτουσες αρχές συνάπτουν σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων, εφαρμόζονται οι κανόνες δημοσιότητας που καθορίζονται στα άρθρα 26(3), 28, 29(6) έως (8), 32 και 33, εφόσον η αξία της σύμβασης παραχώρησης είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 5.000.000 Ευρώ.

(β) Η αναθέτουσα αρχή δύναται -

(i) Είτε να επιβάλει στον ανάδοχο σύμβασης παραχώρησης δημοσίων έργων να αναθέσει σε τρίτους συμβάσεις που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 30% της συνολικής αξίας των έργων που αποτελούν το αντικείμενο της παραχώρησης, προβλέποντας ταυτόχρονα ότι οι υποψήφιοι θα έχουν το δικαίωμα να αυξήσουν το εν λόγω ποσοστό. Το ελάχιστο αυτό ποσοστό πρέπει να αναφέρεται στη σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου,

(ii) είτε να καλέσει τους υποψήφιους ανάδοχους σύμβασης παραχώρησης δημοσίων έργων να υποδείξουν οι ίδιοι στις προσφορές τους, νοουμένου ότι υπάρχει, το ποσοστό της συνολικής αξίας των έργων τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της παραχώρησης και που προτίθενται να αναθέσουν σε τρίτους.

(γ) Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται στην περίπτωση που ο ανάδοχος σύμβασης παραχώρησης δημοσίων έργων είναι ο ίδιος μία από τις αναθέτουσες αρχές, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, σε σχέση με έργα που θα εκτελεσθούν από τρίτους.

(δ) Στην περίπτωση που ο ανάδοχος σύμβασης παραχώρησης δημοσίων έργων δεν είναι ο ίδιος μια από τις αναθέτουσες αρχές, κατά τη σύναψη των συμβάσεων δημοσίων έργων με τρίτους, εφαρμόζει τους κανόνες δημοσιότητας που ορίζονται στα άρθρα 26(4), 28, 29(1) έως (4) και (6) έως (8) και στο εδάφιο (2) του άρθρου 33, όταν η αξία αυτών των συμβάσεων ανέρχεται σε ποσό ίσο ή ανώτερο του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 5.000.000 Ευρώ:

Νοείται ότι δεν απαιτείται δημοσιότητα όταν μία σύμβαση δημοσίων έργων πληροί τις προϋποθέσεις εφαρμογής των περιπτώσεων που απαριθμούνται στα εδάφια (1) και (2)(γ) του άρθρου 23:

Νοείται περαιτέρω ότι δεν θεωρούνται ως τρίτοι οι επιχειρήσεις οι οποίες συνιστούν κοινοπραξία για να επιτύχουν την παραχώρηση ούτε οι επιχειρήσεις που συνδέονται με τις επιχειρήσεις αυτές.

(ε) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» σημαίνει κάθε επιχείρηση στην οποία ο ανάδοχος παραχώρησης μπορεί να ασκήσει, άμεσα ή έμμεσα, κυρίαρχη επιρροή, ή κάθε επιχείρηση η οποία μπορεί να ασκήσει, άμεσα ή έμμεσα κυρίαρχη επιρροή, ή κάθε επιχείρηση η οποία μπορεί να ασκήσει κυρίαρχη επιρροή στον ανάδοχο παραχώρησης, ή η οποία, όπως και ο ανάδοχος παραχώρησης, υπόκειται στην κυρίαρχη επιρροή μιας άλλης επιχείρησης λόγω ιδιοκτησίας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν και ιδιαίτερα η κυρίαρχη επιρροή τεκμαίρεται όταν μία επιχείρηση έναντι μιας άλλης, άμεσα ή έμμεσα-

(i) Κατέχει την πλειοψηφία του εκδοθέντος κεφαλαίου της επιχείρησης, ή

(ii) διαθέτει την πλειοψηφία των ψήφων που συνδέονται με τις μετοχές τις οποίες εκδίδει η επιχείρηση, ή

(iii) μπορεί να διορίζει περισσότερα από τα μισά μέλη του οργάνου διοίκησης, διεύθυνσης ή εποπτείας της επιχείρησης.

(στ) Περιοριστικός κατάλογος των επιχειρήσεων επισυνάπτεται στην αίτηση υποψηφιότητας για την παραχώρηση, ο οποίος ενημερώνεται για τις μεταγενέστερες μεταβολές που σημειώνονται στους δεσμούς που υπάρχουν μεταξύ των επιχειρήσεων.

Ειδικές περιπτώσεις δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών

13. Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση κατά την οποία δημόσια σύμβαση υπηρεσιών που έχει συναφθεί από τρίτο, εκτός της αναθέτουσας αρχής, φορέα επιδοτείται άμεσα από αυτή κατά ποσοστό ανώτερο του 50% και σε σχέση με συμβάσεις δημοσίων έργων κατά την έννοια του εδαφίου (1) του άρθρου 12.

Διαγωνισμοί μελετών

14.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στους διαγωνισμούς μελετών, που διοργανώνονται στα πλαίσια διαδικασίας ανάθεσης δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών η εκτιμώμενη αξία της οποίας, εκτός ΦΠΑ, ή το συνολικό ύψος των χρηματικών βραβείων συμμετοχής στους διαγωνισμούς και των ποσών που καταβάλλονται στους συμμετέχοντες, είναι ίσο ή ανώτερο-

(α) Του κατωτάτου ορίου που προβλέπεται στο άρθρο 8(1)(γ)(i), για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο Μέρος Β του Παραρτήματος ΙI, τις υπηρεσίες της κατηγορίας 8 του Μέρους Α του Παραρτήματος ΙI και τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών της κατηγορίας 5 του Μέρους Α του Παραρτήματος ΙΙ, με αριθμούς αναφοράς βάσει της ΚΤΠ 7524, 7525 και 7526, και οι οποίες συνάπτονται από τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 αναθέτουσες αρχές·

(β) του κατωτάτου ορίου που προβλέπεται στο άρθρο 8(1)(γ)(ii)(A), για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΙI, εκτός των υπηρεσιών της κατηγορίας 8 και των υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών της κατηγορίας 5, με αριθμούς αναφοράς βάσει της ΚΤΠ 7524, 7525 και 7526, οι οποίες συνάπτονται από τις αναφερόμενες στο Παράρτημα ΙΙΙ αναθέτουσες αρχές·

(γ) του κατωτάτου ορίου που προβλέπεται στο άρθρο 8(1)(γ)(ii)(B) για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΙΙ, εκτός των υπηρεσιών της κατηγορίας 8 και των υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών της κατηγορίας 5, με αριθμούς αναφοράς βάσει της ΚΤΠ 7524, 7525 και 7526, οι οποίες συνάπτονται από τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 αναθέτουσες αρχές, πλην εκείνων που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ.

(2) Οι κανόνες σχετικά με τη διοργάνωση ενός διαγωνισμού μελετών θεσπίζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο και ανακοινώνονται σε όλους όσους ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό.

(3) Η συμμετοχή στους διαγωνισμούς μελετών δεν μπορεί να περιορίζεται -

(α) Στην επικράτεια ή σε τμήμα της επικράτειας της Δημοκρατίας,

(β) από το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες θα πρέπει να είναι, με βάση τη νομοθεσία που ισχύει στη Δημοκρατία όπου διεξάγεται ο διαγωνισμός, φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

(4) Στις περιπτώσεις που διαγωνισμοί μελετών συγκεντρώνουν περιορισμένο αριθμό συμμετεχόντων, οι αναθέτουσες αρχές θεσπίζουν σαφή και αμερόληπτα κριτήρια επιλογής. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο αριθμός των υποψηφίων που καλούνται να συμμετάσχουν στους διαγωνισμούς πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη εξασφάλισης πραγματικού ανταγωνισμού.

(5) Η κριτική επιτροπή διαγωνισμού μελετών συγκροτείται αποκλειστικά από φυσικά πρόσωπα ανεξάρτητα από τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό. Όταν απαιτείται από τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό να διαθέτουν ένα συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν, τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών της κριτικής επιτροπής, πρέπει να διαθέτει το ίδιο ή ένα ισοδύναμο προσόν. Η κριτική επιτροπή λειτουργεί αυτόνομα κατά τη λήψη των αποφάσεών της ή κατά την παροχή γνωμοδοτήσεων, οι οποίες εκδίδονται σε σχέση με τις μελέτες που υποβάλλονται κατά τρόπο ανώνυμο, και οι οποίες στηρίζονται αποκλειστικά στα κριτήρια που καθορίζονται με βάση το άρθρο 26(2) στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV - ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ
Έγγραφα προσφορών

15. Οι αναθέτουσες αρχές συντάσσουν για κάθε σύμβαση έγγραφα προσφορών στα οποία καθορίζονται και συμπληρώνονται οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού. Στο πλαίσιο αυτό, οι αναθέτουσες αρχές εισάγουν τεχνικές προδιαγραφές μόνο σύμφωνα με το άρθρο 16 και σε περίπτωση που αποδέχονται εναλλακτικές προσφορές, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 17.

Τεχνικές προδιαγραφές

16.-(1) Οι τεχνικές προδιαγραφές περιλαμβάνονται στα κείμενα γενικού περιεχομένου ή στα έγγραφα προσφορών κάθε σύμβασης.

(2) Με την επιφύλαξη των σχετικών νομοθεσιών που ισχύουν στη Δημοκρατία, και εφόσον οι νομοθεσίες αυτές συμβιβάζονται με το κοινοτικό δίκαιο, οι τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο εδάφίο (1) καθορίζονται από τις αναθέτουσες αρχές με παραπομπή είτε στα ευρωπαϊκά πρότυπα που έχουν υιοθετηθεί ως Κυπριακά πρότυπα βάσει του περί Τυποποίησης, Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002, είτε σε ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις, είτε σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές.

(3) Η αναθέτουσα αρχή δύναται να παρεκκλίνει από την εφαρμογή του εδαφίου (2)-

(α) Εάν τα πρότυπα, οι ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή οι κοινές τεχνικές προδιαγραφές δεν περιλαμβάνουν καμία διάταξη ως προς τη διαπίστωση της καταλληλότητας ενός προϊόντος, ή εάν δεν υπάρχουν τεχνικά μέσα για να εξακριβωθεί κατά ικανοποιητικό τρόπο αν ένα προϊόν είναι σύμφωνο με τα εν λόγω πρότυπα, με τις εν λόγω ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή με τις εν λόγω κοινές τεχνικές προδιαγραφές·

(β) εάν τα εν λόγω πρότυπα, οι ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή οι κοινές τεχνικές προδιαγραφές θα υποχρέωναν την αναθέτουσα αρχή να χρησιμοποιεί προϊόντα ή υλικά ακατάλληλα για τις εν χρήσει εγκαταστάσεις της ή που θα συνεπάγονται δυσανάλογα έξοδα ή δυσανάλογες τεχνικές δυσκολίες, αλλά μόνο στα πλαίσια μιας σαφώς καθορισμένης στρατηγικής και με την προοπτική να υιοθετηθούν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή κοινές τεχνικές προδιαγραφές·

(γ) εάν το συγκεκριμένο σχέδιο αποτελεί πραγματική καινοτομία για το οποίο δεν θα ήταν σκόπιμη η χρησιμοποίηση των υφιστάμενων προτύπων, των υφιστάμενων ευρωπαϊκών τεχνικών εγκρίσεων ή των κοινών τεχνικών προδιαγραφών.

(4) Σε ότι αφορά στην περίπτωση των συμβάσεων δημοσίων προμηθειών και δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, επιπλέον των διατάξεων του εδαφίου (3), η αναθέτουσα αρχή δύναται να παρεκκλίνει από την εφαρμογή του εδαφίου (2), εάν τυχόν η εφαρμογή του θίγει την εφαρμογή της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας που στοχεύει σε εναρμόνιση με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 86/361/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 σχετικά με το αρχικό στάδιο της αμοιβαίας αναγνώρισης των εγκρίσεων τύπου για τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό» και «Οδηγία 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1986 σχετικά με την τυποποίηση στον τομέα της τεχνολογίας της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών» ή και άλλων κοινοτικής προέλευσης διατάξεων σε συγκεκριμένους τομείς υπηρεσιών ή προϊόντων.

(5) Οι αναθέτουσες αρχές που προσφεύγουν στην εφαρμογή των εδαφίων (3) ή (4) αναφέρουν τους λόγους, εκτός εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στα έγγραφα προσφορών και, εν πάση περιπτώσει, αναφέρουν τους λόγους αυτούς στα εσωτερικά τους έγγραφα και ενημερώνουν σχετικά τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, μέσω της Αρμόδιας Αρχής, μετά από σχετικό αίτημά τους.

(6) Εάν δεν υπάρχουν ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή κοινές τεχνικές προδιαγραφές, οι τεχνικές προδιαγραφές-

(α) Καθορίζονται με αναφορά στις τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν στη Δημοκρατία και που αναγνωρίζονται ως σύμφωνες προς τις βασικές απαιτήσεις που καθορίζονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει σε εναρμόνιση με τις Κοινοτικές Οδηγίες που σχετίζονται με την τεχνική εναρμόνιση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στις εν λόγω Οδηγίες, και ιδιαίτερα σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει σε εναρμόνιση με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1988 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά στα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών»·

(β) μπορούν να καθορίζονται με αναφορά στις τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν στη Δημοκρατία, όσον αφορά στο σχεδιασμό, στον υπολογισμό και στην υλοποίηση των έργων και στη χρησιμοποίηση των προϊόντων·

(γ) μπορούν να καθορίζονται με αναφορά σε άλλα πρότυπα, στην οποία περίπτωση, είναι προτιμότερη η αναφορά κατά σειρά προτίμησης -

(i) Στα διεθνή πρότυπα τα οποία έχουν υιοθετηθεί ως Κυπριακά πρότυπα βάσει του περί Τυποποίησης Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002·

(ii) σε άλλα πρότυπα τα οποία έχουν υιοθετηθεί ως Κυπριακά πρότυπα βάσει του περί Τυποποίησης Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002·

(iii) σε τεχνικές εγκρίσεις που ισχύουν στη Δημοκρατία·

(iv) σε οποιοδήποτε άλλο πρότυπο.

(7) Απαγορεύεται η εισαγωγή, στους συμβατικούς όρους μιας συγκεκριμένης σύμβασης, τεχνικών προδιαγραφών που μνημονεύουν προϊόντα συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης, ή κατασκευασμένα με ιδιαίτερες μεθόδους, και που έχουν ως αποτέλεσμα να ευνοούν ή να αποκλείουν ορισμένους οικονομικούς φορείς, εκτός αν οι προδιαγραφές αυτές δικαιολογούνται από το αντικείμενο της σύμβασης. Απαγορεύεται ιδιαίτερα η αναφορά σε εμπορικά σήματα, διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή τύπους, καθώς και η αναφορά σε ορισμένη καταγωγή ή ορισμένη παραγωγή, εκτός των περιπτώσεων όπου οι αναθέτουσες αρχές αδυνατούν να προβούν σε περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης μέσω προδιαγραφών που να είναι επαρκώς ακριβείς και κατανοητές σε όλους τους ενδιαφερομένους, νοουμένου ότι η αναφορά αυτή θα συνοδεύεται από τη μνεία «ή ισοδύναμο».

Εναλλακτικές προσφορές

17.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), όταν η ανάθεση της σύμβασης γίνεται με βάση το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας οικονομικά προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να λαμβάνουν υπόψη τις εναλλακτικές προσφορές που υποβάλλουν οι προσφέροντες, εφόσον οι προσφορές αυτές ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν καθορίσει οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να αναφέρουν στα έγγραφα προσφορών τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές και τον τρόπο υποβολής αυτών των προσφορών. Στην περίπτωση που δεν επιτρέπεται η υποβολή εναλλακτικών προσφορών, αυτό πρέπει να αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να απορρίψουν την υποβολή εναλλακτικής προσφοράς αποκλειστικά και μόνο επειδή έχει καταρτιστεί σύμφωνα με τεχνικές προδιαγραφές που έχουν καθορισθεί με αναφορά σε ευρωπαϊκά πρότυπα που έχουν υιοθετηθεί ως Κυπριακά πρότυπα βάσει του περί Τυποποίησης Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002 ή σε ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο άρθρο 16(2) ή με αναφορά στις τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν στη Δημοκρατία που αναφέρονται στο άρθρο 16(6)(α) και (β).

(4) Οι αναθέτουσες αρχές που έχουν αποδεχθεί εναλλακτικές προσφορές δυνάμει των εδαφίων (1) έως (3), δεν δύνανται να απορρίψουν εναλλακτική προσφορά μόνο για το λόγο ότι, εφόσον επιλεγεί, ενδέχεται να οδηγήσει στη σύναψη δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών αντί σύμβασης δημοσίων προμηθειών ή στη σύναψη σύμβασης δημοσίων προμηθειών αντί δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών κατά την έννοια του παρόντος Νόμου.

Υπεργολαβία

18. Στα έγγραφα προσφορών, η αναθέτουσα αρχή δύναται να ζητήσει από τον προσφέροντα να της προσδιορίσει στην προσφορά του, το τμήμα της σύμβασης που ενδεχομένως προτίθεται να αναθέσει υπεργολαβικά σε τρίτους, χωρίς τούτο να επηρεάζει την ευθύνη του κυρίως προσφέροντα.

Διατάξεις περί προστασίας και συνθηκών εργασίας

19.-(1) Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών και των συμβάσεων δημοσίων έργων, η αναθέτουσα αρχή αναφέρει στα έγγραφα προσφορών την αρχή ή τις αρχές από τις οποίες οι προσφέροντες μπορούν να λάβουν τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις της νομοθεσίας σε σχέση με την προστασία των εργαζομένων και τις συνθήκες εργασίας που ισχύουν στη Δημοκρατία και εφαρμόζονται στο χώρο εκτέλεσης του έργου ή παροχής των υπηρεσιών.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 48, η αναθέτουσα αρχή που παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1), ζητά από τους προσφέροντες ή από τους συμμετέχοντες σε διαδικασία σύναψης συμβάσεων να αναφέρουν ότι έλαβαν υπόψη, κατά την κατάρτιση της προσφοράς τους, τις υποχρεώσεις σχετικά με τις διατάξεις της νομοθεσίας σε σχέση με την προστασία των εργαζομένων και τις συνθήκες εργασίας που ισχύουν στο χώρο εκτέλεσης των έργων ή παροχής των υπηρεσιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V - ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ
Χρήση διαδικασιών

20. Κατά τη σύναψη συμβάσεων δυνάμει του παρόντος Μέρους οι αναθέτουσες αρχές εφαρμόζουν την ανοικτή διαδικασία, την κλειστή διαδικασία ή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23, τη διαδικασία με διαπραγμάτευση.

Ανοικτή και κλειστή διαδικασία

21.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές που εφαρμόζουν την ανοικτή διαδικασία συμμορφώνονται με τις διατάξεις των άρθρων 26, 27, 29(1) έως (4), 31, 34 έως 44 και 46 έως 50.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές που εφαρμόζουν την κλειστή διαδικασία συμμορφώνονται με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 25 έως 29, 32, 34 έως 44 και 46 έως 50.

Διαδικασία με διαπραγμάτευση με δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού

22. Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να συνάπτουν συμβάσεις προσφεύγοντας στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, αφού προηγηθεί δημοσίευση σχετικής προκήρυξης διαγωνισμού, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Σε περίπτωση υποβολής μη κανονικών προσφορών μετά από προσφυγή σε ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, ή προσφορών, οι οποίες σύμφωνα με τα άρθρα 17 έως 19, 35, 38 και 46 έως 48, σε ότι αφορά στις συμβάσεις δημοσίων προμηθειών και έργων, και τα άρθρα 17 έως 19, 35, 38 και 46 έως 48, σε ότι αφορά στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, δεν είναι αποδεκτές, υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχικοί όροι της σύμβασης δεν τροποποιούνται ουσιωδώς:

Νοείται ότι οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να μη δημοσιεύουν προκήρυξη διαγωνισμού σε αυτές τις περιπτώσεις, εάν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση περιλαμβάνουν όλους τους προσφέροντες οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 40 έως 45 και οι οποίοι, κατά την προηγηθείσα ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, υπέβαλαν προσφορές σύμφωνες προς τις τυπικές απαιτήσεις της διαδικασίας·

(β) σε ότι αφορά στις συμβάσεις δημόσιων έργων ή δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν πρόκειται για έργα ή υπηρεσίες των οποίων η φύση ή διάφοροι αστάθμητοι παράγοντες, δεν επιτρέπουν μια προκαταρκτική και συνολική τιμολόγηση·

(γ) σε ότι αφορά στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, όταν η φύση των παρεχομένων υπηρεσιών, ιδιαίτερα στην περίπτωση των πνευματικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών της κατηγορίας 6 που αναφέρονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΙΙ, είναι τέτοια, που οι προδιαγραφές της σύμβασης δεν είναι δυνατόν να καθορισθούν με επαρκή ακρίβεια ώστε να επιτρέπεται η ανάθεση της σύμβασης αυτής με επιλογή της καλύτερης προσφοράς, σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κλειστή ή την ανοικτή διαδικασία·

(δ) σε ότι αφορά στις συμβάσεις δημοσίων έργων, για τα έργα που εκτελούνται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας, δοκιμής ή ολοκλήρωσης σχεδίου και όχι για να εξασφαλίσουν την αποδοτικότητα ή την κάλυψη των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης.

Διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού

23.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να συνάπτουν συμβάσεις προσφεύγοντας στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς να έχει προηγηθεί δημοσίευση σχετικής προκήρυξης διαγωνισμού-

(α) Εάν, ύστερα από ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή καμία από τις υποβληθείσες προσφορές δεν ήταν κατάλληλη, εφόσον δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης και με την προϋπόθεση ότι διαβιβάζεται, μέσω της Αρμόδιας Αρχής, σχετική έκθεση στην Επιτροπή, μετά από αίτημά της·

(β) εάν, για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί μόνο σε συγκεκριμένο οικονομικό φορέα·

(γ) στο μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο, για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για τις ενδιαφερόμενες αναθέτουσες αρχές, η οποία δεν συμβιβάζεται με τις προθεσμίες που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή με διαπραγμάτευση διαδικασίες με δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού που ορίζονται στα άρθρα 26 έως 33:

Νοείται ότι οι περιστάσεις που επικαλούνται οι αναθέτουσες αρχές για την αιτιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να απορρέουν από δική τους ευθύνη.

(2) Επιπρόσθετα των περιπτώσεων οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο (1), οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να προσφεύγουν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς να έχει προηγηθεί δημοσίευση σχετικής προκήρυξης διαγωνισμού -

(α) Στην περίπτωση των συμβάσεων δημοσίων προμηθειών-

(i) Όταν τα σχετικά προϊόντα κατασκευάζονται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας, πειραματισμού, μελέτης ή ανάπτυξης:

Νοείται ότι η διάταξη αυτή δεν καλύπτει την παραγωγή ποσοτήτων ικανών να εξασφαλίσουν εμπορική βιωσιμότητα στο προϊόν ή την απόσβεση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης·

(ii) για τις συμπληρωματικές παραδόσεις που πραγματοποιούνται από τον αρχικό προμηθευτή και προορίζονται, είτε για τη μερική ανανέωση προμηθειών ή εγκαταστάσεων τρέχουσας χρήσης, είτε για την επέκταση υφιστάμενων προμηθειών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε την αναθέτουσα αρχή να προμηθευτεί υλικό με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά τα οποία είναι ασυμβίβαστα ή προκαλούν δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες ως προς τη χρήση και συντήρησή τους. Η διάρκεια αυτών των συμβάσεων καθώς και των ανανεώσιμων συμβάσεων δεν επιτρέπεται, κατά κανόνα, να υπερβαίνει τα τρία έτη.

(β) Σε ότι αφορά στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, όταν η σχετική σύμβαση έπεται διαγωνισμού μελετών και πρέπει, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, να ανατεθεί στο νικητή ή σε έναν από τους νικητές του διαγωνισμού αυτού, νοούμένου ότι στην τελευταία περίπτωση, όλοι οι νικητές του διαγωνισμού πρέπει να κληθούν να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις.

(γ) Σε ότι αφορά στις συμβάσεις δημοσίων έργων και στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών-

(i) Για τις συμπληρωματικές εργασίες ή υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στο αρχικά προβλεπόμενο έργο ή στην πρώτη συναφθείσα σύμβαση οι οποίες κατέστησαν αναγκαίες, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, για την εκτέλεση του έργου ή της υπηρεσίας όπως περιγράφεται αρχικά, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση γίνεται στον οικονομικό φορέα που εκτελεί το έργο ή την υπηρεσία αυτή-

(Α) Όταν αυτές οι συμπληρωματικές εργασίες ή υπηρεσίες δεν μπορούν, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωριστούν από την κύρια σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για τις αναθέτουσες αρχές, ή

(Β) όταν αυτές οι εργασίες ή υπηρεσίες, αν και μπορούν να διαχωριστούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της:

Νοείται ότι το συνολικό ποσό των συναπτόμενων συμβάσεων συμπληρω-ματικών εργασιών ή υπηρεσιών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% του ποσού της κύριας σύμβασης·

(ii) για νέα έργα ή υπηρεσίες που συνίστανται στην επανάληψη άλλων παρόμοιων που ανατέθηκαν από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές στον ίδιο οικονομικό φορέα ανάδοχο μιας πρώτης σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά τα έργα ή υπηρεσίες είναι σύμφωνες με ένα βασικό έργο και ότι αυτό το σχέδιο έχει αποτελέσει το αντικείμενο μιας πρώτης σύμβασης, που συνήφθη σύμφωνα με τις ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες:

Νοείται ότι η δυνατότητα προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση πρέπει να επισημαίνεται κατά το χρόνο της προκήρυξης του πρώτου διαγωνισμού, το δε συνολικό προβλεπόμενο κόστος για τα νέα έργα ή τις υπηρεσίες λαμβάνεται υπόψη από τις αναθέτουσες αρχές για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8. Η προσφυγή στη διαδικασία αυτή μπορεί να γίνει μόνο κατά τη διάρκεια της πρώτης τριετίας που ακολουθεί τη σύναψη της αρχικής σύμβασης.

Οικισμοί κοινωνικού χαρακτήρα

24.-(1) Στην περίπτωση συμβάσεων δημοσίων έργων με αντικείμενο τη μελέτη και την κατασκευή οικισμών κοινωνικού χαρακτήρα, για τις οποίες λόγω της σπουδαιότητας, του πολύπλοκου της κατασκευής και της προβλεπόμενης διάρκειας των έργων απαιτείται για την κατάρτιση των σχεδίων ευθύς εξαρχής στενή συνεργασία στα πλαίσια ομάδας αποτελούμενης από εκπροσώπους των αναθετουσών αρχών, εμπειρογνωμόνων και του εργολήπτη που πρόκειται να επιφορτιστεί με την εκτέλεση των έργων, μπορεί να εφαρμοστεί ειδική διαδικασία ανάθεσης προκειμένου να επιλεγεί ο καταλληλότερος προς ένταξη στην ομάδα εργασίας εργολήπτης.

(2) Ειδικότερα, οι αναθέτουσες αρχές περιλαμβάνουν στην προκήρυξη του διαγωνισμού την κατά το δυνατόν ακριβέστερη περιγραφή των προς εκτέλεση έργων, ώστε οι ενδιαφερόμενοι εργολήπτες να είναι σε θέση να διαμορφώσουν σαφή ιδέα περί του προς εκτέλεση έργου, και επιπλέον περιλαμβάνουν τους προσωπικούς, τεχνικούς και χρηματοοικονομικούς όρους τους οποίους πρέπει να πληρούν οι υποψήφιοι σύμφωνα με τα άρθρα 40 έως 45.

(3) Όταν προσφεύγουν στη διαδικασία αυτή, οι αναθέτουσες αρχές εφαρμόζουν τους κοινούς κανόνες δημοσιότητας που αφορούν στην κλειστή διαδικασία και εκείνους που αφορούν στα κριτήρια ποιοτικής επιλογής.

Υπηρεσίες που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ, Μέρη Α και Β

25.-(1) Οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες οι οποίες αναφέρονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΙΙ συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14, 16, 21 έως 23 και 49.

(2) Οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες οι οποίες αναφέρονται στο Μέρος Β του Παραρτήματος ΙΙ συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 27(1).

(3) Οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες οι οποίες αναφέρονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΙΙ και συγχρόνως στο Μέρος Β του Παραρτήματος ΙΙ συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14, 16, 21 έως 23 και 49, όταν η αξία των υπηρεσιών οι οποίες αναφέρονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΙΙ υπερβαίνει την αξία των υπηρεσιών οι οποίες αναφέρονται στο Μέρος Β του Παραρτήματος ΙΙ. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η σύμβαση συνάπτεται σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 27(1).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ - ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Προκηρύξεις

26. Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 28 και 29(1) έως (3) και (5) έως (8) -

(1) Οι αναθέτουσες αρχές γνωστοποιούν με ενδεικτική προκήρυξη-

(α) Όλες τις συμβάσεις δημοσίων προμηθειών τις οποίες προτίθενται να συνάψουν κατά τους 12 επόμενους μήνες κατά κατηγορίες προϊόντων, εφόσον η συνολική εκτιμώμενη αξία τους, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων των άρθρων 8 και 9 είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 750.000 Ευρώ:

Νοείται ότι οι κατηγορίες των προϊόντων καθορίζονται από τις αναθέτουσες αρχές με παραπομπή στην ονοματολογία “Classification of Products According to Activities (CPA)”·

(β) τα κύρια χαρακτηριστικά των συμβάσεων δημοσίων έργων που προτίθενται να συνάψουν, των οποίων η εκτιμώμενη αξία είναι ίση ή ανώτερη του κατωτάτου ορίου που ορίζεται στο άρθρο 8(1)(β)·

(γ) το συνολικό ύψος των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, για κάθε μία από τις κατηγορίες υπηρεσιών που αναφέρονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΙΙ, τις οποίες προτίθενται να αναθέσουν κατά τους 12 μήνες που ακολουθούν, όταν η συνολική εκτιμώμενη αξία, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8(1)(γ), είναι ίση ή ανώτερη του ποσού σε λίρες που αντιστοιχεί σε 750.000 Ευρώ.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές που προτίθενται να συνάψουν μια σύμβαση με ανοικτή ή κλειστή διαδικασία ή, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 22, με διαδικασία με διαπραγμάτευση, ή που προτίθενται να διενεργήσουν διαγωνισμό μελετών γνωστοποιούν την πρόθεσή τους με σχετική προκήρυξη.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές που προτίθενται να προσφύγουν στη διαδικασία της παραχώρησης δημοσίων έργων γνωστοποιούν την πρόθεση τους αυτή με σχετική προκήρυξη.

(4) Οι ανάδοχοι σύμβασης παραχώρησης δημοσίων έργων που δεν είναι αναθέτουσες αρχές και που προτίθενται να συνάψουν σύμβαση δημοσίων έργων με τρίτους, κατά την έννοια του άρθρου 12(2)(δ), γνωστοποιούν την πρόθεση τους αυτή με σχετική προκήρυξη.

Ανακοινώσεις

27.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές που συνήψαν μια σύμβαση ή διοργάνωσαν ένα διαγωνισμό μελετών γνωστοποιούν το αποτέλεσμα της σχετικής διαδικασίας με ανακοίνωση η οποία δημοσιεύεται σύμφωνα με τα άρθρα 28 και 29.

(2) Σε ότι αφορά στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αναφέρονται στο Μέρος Β του Παραρτήματος ΙΙ, οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στην ανακοίνωση αν συμφωνούν με τη δημοσίευσή τους.

Σύνταξη προκηρύξεων και ανακοινώσεων

28. Οι προκηρύξεις και ανακοινώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 26 και 27 συντάσσονται σύμφωνα με τα υποδείγματα που περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα VΙΙ έως ΙΧ και περιέχουν τις πληροφορίες που ζητούνται στα Παραρτήματα αυτά:

Νοείται ότι στην περίπτωση των προκηρύξεων που προβλέπονται στο άρθρο 26 οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να απαιτούν την ικανοποίηση άλλων όρων εκτός από αυτούς που προβλέπονται στα άρθρα 42 και 43, όταν ζητούν πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τα οικονομικά και τεχνικά κριτήρια που θέτουν στους υποψήφιους εργολήπτες, προκειμένου να τους επιλέξουν.

Χρόνος και τρόπος δημοσίευσης των προκηρύξεων και ανακοινώσεων

29.-(1) Οι προκηρύξεις και ανακοινώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 28 αποστέλλονται από τις αναθέτουσες αρχές, το ταχύτερο δυνατόν, και με τον καταλληλότερο τρόπο, προς την Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και στην περίπτωση της επισπευμένης διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 32(2), αποστέλλονται με τηλετύπημα, τηλεγράφημα, τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικά μέσα.

(2) Η προκήρυξη που προβλέπεται στο εδάφιο (1)(β) του άρθρου 26 αποστέλλεται το ταχύτερο δυνατόν μετά από την έγκριση του προγράμματος στο οποίο εντάσσονται οι συμβάσεις δημοσίων έργων που οι αναθέτουσες αρχές προτίθενται να συνάψουν.

(3) Η προκήρυξη που προβλέπεται στα εδάφια (1)(α) και (γ) του άρθρου 26, αποστέλλεται το ταχύτερο δυνατό μετά την έναρξη κάθε οικονομικού έτους.

(4) Η ανακοίνωση που προβλέπεται στο άρθρο 27(1) αποστέλλεται το αργότερο 48 ημέρες μετά τη σύναψη της αντίστοιχης σύμβασης, ή τη λήξη του αντίστοιχου διαγωνισμού μελετών:

Νοείται ότι σε ειδικές περιπτώσεις είναι δυνατόν να μη δημοσιεύονται πληροφορίες για τη σύναψη μιας σύμβασης ή τη διοργάνωση ενός διαγωνισμού μελετών, των οποίων η γνωστοποίηση θα εμπόδιζε την εφαρμογή των νόμων ή θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή θα επηρέαζε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή θα μπορούσε να επηρεάσει τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων.

(5) Οι προκηρύξεις και ανακοινώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 26(1) και 27(1) δημοσιεύονται αναλυτικά στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην τράπεζα δεδομένων Tenders Electronic Data, εφεξής καλούμενη ως «TED», στις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ενώ αυθεντικό θεωρείται μόνο το κείμενο στη γλώσσα του πρωτοτύπου.

(6) Εκτός της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στην τράπεζα δεδομένων TED, που αναφέρονται πιο πάνω, οι προκηρύξεις και ανακοινώσεις δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τουλάχιστο σε μια εφημερίδα στον εγχώριο τύπο:

Νοείται ότι μια προκήρυξη ή ανακοίνωση δεν πρέπει να δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ή στον εγχώριο τύπο πριν από την ημερομηνία αποστολής της στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την οποία και πρέπει να αναφέρει ρητά. Η προκήρυξη αυτή δεν πρέπει να περιέχει πληροφορίες άλλες από εκείνες που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(7) Οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν την ημερομηνία αποστολής.

(8) Οι προκηρύξεις ή ανακοινώσεις που δεν αποστέλλεται με ηλεκτρονικά μέσα δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις 650 λέξεις περίπου.

Προαιρετική δημοσίευση

30. Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να δημοσιεύουν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 29 προκηρύξεις για την αναγγελία συμβάσεων που δεν υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος Μέρους περί υποχρεωτικής δημοσιότητας.

Προθεσμίες στις ανοικτές διαδικασίες

31.-(1) Στις ανοικτές διαδικασίες, η προθεσμία παραλαβής των προσφορών, που καθορίζεται από τις αναθέτουσες αρχές, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 52 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

(2)(α) Η προθεσμία παραλαβής των προσφορών που προβλέπεται στο εδάφιο (1) μπορεί να αντικατασταθεί από προθεσμία επαρκούς διάρκειας ώστε να επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν έγκυρες προσφορές και η οποία, κατά γενικό κανόνα, δεν είναι μικρότερη των 36 ημερών, και σε καμία περίπτωση μικρότερη των 22 ημερών εφόσον, οι αναθέτουσες αρχές έχουν αποστείλει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την προβλεπόμενη στο άρθρο 26(1) ενδεικτική προκήρυξη.

(β) Η περίοδος που αναφέρεται ανωτέρω τρέχει από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης για δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και εφόσον η ενδεικτική αυτή προκήρυξη περιέχει τουλάχιστον όσα στοιχεία αναφέρονται στο υπόδειγμα ανακοίνωσης του Παραρτήματος VI, νοουμένου ότι αυτά τα στοιχεία ήταν διαθέσιμα κατά το χρόνο της δημοσίευσής της και έχει αποσταλεί για δημοσίευση 52 τουλάχιστον ημέρες και το πολύ 12 μήνες πριν από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

(3) Τα έγγραφα προσφορών και τα σχετικά συμπληρωματικά έγγραφα που αναφέρονται στις συμβάσεις, αποστέλλονται στους οικονομικούς φορείς από τις αναθέτουσες αρχές ή τις αρμόδιες υπηρεσίες εντός 6 ημερών από την παραλαβή της σχετικής αίτησής τους, εφόσον έχουν ζητηθεί εγκαίρως.

(4) Οι συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα έγγραφα προσφορών που αναφέρονται στις συμβάσεις παρέχονται από τις αναθέτουσες αρχές το αργότερο 6 ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει καθοριστεί για την παραλαβή των προσφορών, εφόσον έχουν ζητηθεί εγκαίρως.

(5) Στις περιπτώσεις που τα έγγραφα προσφορών και τα σχετικά συμπληρωματικά έγγραφα ή οι πληροφορίες που αναφέρονται στις συμβάσεις δεν είναι δυνατόν, για οποιοδήποτε λόγο, να παρασχεθούν εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στα εδάφια (3) και (4) ή όταν οι προσφορές δεν μπορούν να ετοιμασθούν παρά μόνο μετά από επιτόπια επίσκεψη ή μετά από επιτόπου εξέταση των εγγράφων στοιχείων που συμπληρώνουν τα έγγραφα προσφορών, οι προθεσμίες που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2) παρατείνονται ανάλογα.

Προθεσμίες στις κλειστές διαδικασίες και στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση

32.-(1)(α) Στις κλειστές διαδικασίες και στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση κατά την έννοια του άρθρου 22, η προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής, που καθορίζεται από τις αναθέτουσες αρχές, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 37 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές καλούν ταυτοχρόνως και εγγράφως τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλουν τις προσφορές τους. Η πρόσκληση συνοδεύεται από τα έγγραφα προσφορών και τα σχετικά συμπληρωματικά έγγραφα και περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

(i) Κατά περίπτωση, τη διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να ζητηθούν τα έγγραφα προσφορών και τα συμπληρωματικά έγγραφα, την προθεσμία υποβολής της σχετικής αίτησης, το ύψος και τον τρόπο πληρωμής του ποσού που ενδεχομένως απαιτείται να καταβληθεί για την αποστολή των εγγράφων αυτών·

(ii) την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των προσφορών, τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να διαβιβασθούν και τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες πρέπει να συνταχθούν·

(iii) παραπομπή στην ήδη δημοσιευθείσα προκήρυξη·

(iv) αναφορά των εγγράφων στοιχείων που ενδεχομένως πρέπει να επισυναφθούν, είτε για την τεκμηρίωση δηλώσεων που πρέπει να επαληθευθούν και στις οποίες προβαίνει ο υποψήφιος σύμφωνα με το άρθρο 28, είτε για τη συμπλήρωση των πληροφοριών που προβλέπονται στα εν λόγω άρθρα, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που προβλέπονται στα άρθρα 42 και 43·

(v) τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης, εφόσον δεν αναφέρονται στην προκήρυξη.

(γ) (i) Στις κλειστές διαδικασίες η προθεσμία παραλαβής των προσφορών που καθορίζεται από τις αναθέτουσες αρχές, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 40 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της έγγραφης πρόσκλησης.

(ii) Η προθεσμία που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i) μπορεί να μειωθεί σε 26 ημέρες, εφόσον οι αναθέτουσες αρχές έχουν αποστείλει για δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενδεικτική προκήρυξη σύμφωνα με το άρθρο 26(1).

(iii) Η περίοδος που αναφέρεται ανωτέρω τρέχει από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης για δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εφόσον η ενδεικτική αυτή προκήρυξη περιέχει τουλάχιστον όσα στοιχεία απαριθμούνται στο υπόδειγμα προκήρυξης του Παραρτήματος VII, νοουμένου ότι αυτά τα στοιχεία ήταν διαθέσιμα κατά το χρόνο δημοσίευσης της προκήρυξης και έχει αποσταλεί για δημοσίευση 52 τουλάχιστον ημέρες και το πολύ 12 μήνες πριν από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

(δ) Οι αιτήσεις συμμετοχής σε διαδικασία σύναψης συμβάσεων μπορούν να υποβληθούν με επιστολή, τηλεγράφημα, τηλετύπημα, τηλεομοιοτυπία, τηλεφωνικώς ή με ηλεκτρονικά μέσα, νοουμένου ότι εάν δεν υποβάλλονται γραπτώς πρέπει να επιβεβαιώνονται με επιστολή η οποία αποστέλλεται πριν από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο (α).

(ε) Οι συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα έγγραφα προσφορών πρέπει να παρέχονται από τις αναθέτουσες αρχές το αργότερο 6 ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει καθορισθεί για την παραλαβή των προσφορών, εφόσον έχουν ζητηθεί εγκαίρως.

(στ) Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι προσφορές δεν είναι δυνατόν να ετοιμασθούν παρά μόνο μετά από επιτόπια επίσκεψη ή μετά από επιτόπου εξέταση των εγγράφων που έχουν προσαρτηθεί στα έγγραφα προσφορών, οι προθεσμίες που ορίζονται στην παράγραφο (γ) παρατείνονται ανάλογα.

(2)(α) Στην περίπτωση κατά την οποία επείγοντες λόγοι καθιστούν αδύνατη την τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται στο εδάφιο (1), οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ορίσουν τις ακόλουθες προθεσμίες:

(i) Όχι μικρότερη των 15 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης, για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής·

(ii) όχι μικρότερη των 10 ημερών από την ημερομηνία της πρόσκλησης για υποβολή προσφορών, για την παραλαβή των προσφορών.

(β) Οι συμπληρωματικές πληροφορίες που αφορούν στα έγγραφα προσφορών παρέχονται από τις αναθέτουσες αρχές τουλάχιστον 4 ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει ορισθεί για την παραλαβή των προσφορών, εφόσον έχουν ζητηθεί εγκαίρως.

(γ) Οι αιτήσεις συμμετοχής σε διαδικασίες ανάθεσης και οι προσκλήσεις για υποβολή προσφορών υποβάλλονται με τηλεγράφημα, τηλετύπημα, τηλεομοιοτυπία, τηλεφωνικώς ή με ηλεκτρονικά μέσα και επιβεβαιώνονται με επιστολή, η οποία αποστέλλεται πριν από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο (α).

Προθεσμίες για διαδικασίες παραχώρησης δημοσίων έργων.

33.-(1) Στην περίπτωση κατά την οποία οι αναθέτουσες αρχές επιθυμούν να προσφύγουν στη διαδικασία παραχώρησης δημοσίων έργων, ορίζουν προθεσμία για την υποβολή των υποψηφιοτήτων για την παραχώρηση, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 52 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

(2) Στις συμβάσεις δημοσίων έργων που συνάπτονται από αναδόχους συμβάσεως παραχώρησης δημοσίων έργων που δεν είναι οι ίδιοι αναθέτουσες αρχές, οι ανάδοχοι παραχώρησης καθορίζουν την προθεσμία υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 37 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης, και την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 40 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης ή της πρόσκλησης για την υποβολή των προσφορών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII - ΚΟΙΝΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ

Προθεσμίες για διαδικασίες παραχώρησης δημοσίων έργων.

33.-(1) Στην περίπτωση κατά την οποία οι αναθέτουσες αρχές επιθυμούν να προσφύγουν στη διαδικασία παραχώρησης δημοσίων έργων, ορίζουν προθεσμία για την υποβολή των υποψηφιοτήτων για την παραχώρηση, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 52 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

(2) Στις συμβάσεις δημοσίων έργων που συνάπτονται από αναδόχους συμβάσεως παραχώρησης δημοσίων έργων που δεν είναι οι ίδιοι αναθέτουσες αρχές, οι ανάδοχοι παραχώρησης καθορίζουν την προθεσμία παραλαβής υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 37 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης, και την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 40 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης ή της πρόσκλησης για την υποβολή των προσφορών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII - ΚΟΙΝΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ
Αρχές της ίσης μεταχείρισης, διαφάνειας και μη διακρίσεως

34.-(1) Η αναθέτουσα αρχή λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να τηρούνται οι αρχές της ίσης μεταχείρισης, της διαφάνειας και της μη διακρίσεως λόγω ιθαγένειας έναντι των οικονομικών φορέων.

(2) Όταν μια αναθέτουσα αρχή εκχωρεί σε φορέα που δεν αποτελεί αναθέτουσα αρχή, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος του, ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα να ασκεί δραστηριότητα δημόσιας υπηρεσίας, η πράξη εκχώρησης του δικαιώματος αυτού περιλαμβάνει τον όρο ότι, κατά τη σύναψη συμβάσεων δημόσιων προμηθειών με τρίτους, ο εν λόγω φορέας οφείλει να τηρεί  την  αρχή  της  μη  διακρίσεως  λόγω  ιθαγένειας.

Οικονομικοί φορείς

35.-(1) Οι κοινοπραξίες οικονομικών φορέων δύνανται να υποβάλλουν προσφορές.  Η μετατροπή των κοινοπραξιών αυτών σε συγκεκριμένη νομική μορφή δεν είναι δυνατόν να απαιτηθεί ως προϋπόθεση για την υποβολή της προσφοράς, ωστόσο η επιλεγείσα κοινοπραξία είναι δυνατόν να υποχρεωθεί να εξασφαλίσει τη μετατροπή αυτή εάν της ανατεθεί η σύμβαση, στο μέτρο που η μετατροπή αυτή είναι αναγκαία για την ικανοποιητική εκτέλεση της σύμβασης.

(2) Οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες, οι οποίοι έχουν δυνάμει της νομοθεσίας που ισχύει στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένοι, το  δικαίωμα    να   παρέχουν    τη συγκεκριμένη υπηρεσία, δεν είναι δυνατόν να απορρίπτονται για το μόνο λόγο ότι δυνάμει της νομοθεσίας η οποία ισχύει στη Δημοκρατία και διέπει την ανάθεση της σύμβασης, θα έπρεπε να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα:

Νοείται ότι η αναθέτουσα αρχή δύναται να ζητήσει από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στην προσφορά  ή στην αίτηση συμμετοχής τους, τα ονόματα και τα επαγγελματικά προσόντα των προσώπων που θα επιφορτισθούν με την εκτέλεση της συγκεκριμένης υπηρεσίας.

Διεθνής Συμφωνία περί Δημοσίων Συμβάσεων

36. Κατά τη σύναψη συμβάσεων από τις αναθέτουσες αρχές, εφαρμόζονται στις σχέσεις κρατών μελών εξίσου ευνοϊκοί όροι με τους όρους που εφαρμόζονται κατ’ εφαρμογή της Διεθνούς Συμφωνίας περί Δημοσίων Συμβάσεων  στους οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών.

Εχεμύθεια

37. Οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να διαφυλάσσουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των πληροφοριών που τους παρέχονται από τους οικονομικούς φορείς στα πλαίσια της διαδικασίας υποβολής προσφορών.

Υποβολή προσφορών

38.-(1) Οι προσφορές υποβάλλονται γραπτώς είτε απευθείας είτε ταχυδρομικά.  Επιτρέπεται η υποβολή προσφορών με κάθε άλλο μέσο, εφόσον εξασφαλίζεται-

(α) Ότι κάθε προσφορά περιλαμβάνει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την αξιολόγησή της,

(β) ότι διαφυλάσσεται το απόρρητο των προσφορών εν αναμονή της αξιολόγησής τους,

(γ) ότι το άνοιγμα των προσφορών πραγματοποιείται μετά την εκπνοή της προβλεπόμενης για την υποβολή τους προθεσμίας.

(2) Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή έχει επιτρέψει την υποβολή προσφορών με κάθε άλλο μέσο σύμφωνα  με το εδάφιο (1), δύναται να απαιτεί ότι η υποβολή οποιασδήποτε προσφοράς θα επιβεβαιώνεται το συντομότερο δυνατόν γραπτώς ή με την αποστολή πιστού αντιγράφου, είτε απευθείας είτε ταχυδρομικά.

Κοινοί κανόνες συμμετοχής

39.-(1)  Στις κλειστές διαδικασίες και στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι αναθέτουσες αρχές, με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται από τον κάθε οικονομικό φορέα για την προσωπική κατάστασή του, καθώς και τις πληροφορίες και τις διατυπώσεις που είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση των ελάχιστων οικονομικών και τεχνικών προϋποθέσεων που αυτός πρέπει να πληροί, επιλέγουν, μεταξύ των υποψηφίων που διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα βάσει των άρθρων 40 έως 44, εκείνους τους οποίους θα καλέσουν να υποβάλουν προσφορά ή να συμμετάσχουν στη διαδικασία διαπραγμάτευσης.

(2)  Όταν οι αναθέτουσες αρχές προσφεύγουν στην κλειστή διαδικασία για τη σύναψη μιας σύμβασης, μπορούν να προβλέπουν τα όρια στα πλαίσια των οποίων θα κυμανθεί ο αριθμός των οικονομικών φορέων τους οποίους σκοπεύουν να προσκαλέσουν. Στην περίπτωση αυτή, τα όρια αναφέρονται στην προκήρυξη και καθορίζονται σε συνάρτηση με τη φύση των προϊόντων της προμήθειας, του προς εκτέλεση έργου ή των προς παροχή υπηρεσιών.  Το κατώτερο από τα όρια αυτά δεν πρέπει να είναι μικρότερο των πέντε, το δε ανώτερο δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο των είκοσι.  Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός   των    υποψηφίων   που   καλούνται   να  υποβάλουν προσφορά πρέπει να επαρκεί για την εξασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού.

(3)  Όταν οι αναθέτουσες αρχές προσφεύγουν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση για τη σύναψη μιας σύμβασης,  στις  περιπτώσεις  που  αναφέρονται στο άρθρο 22, οι υποψήφιοι που γίνονται δεκτοί για διαπραγμάτευση δεν μπορεί να είναι λιγότεροι από τρεις, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός κατάλληλων υποψηφίων.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές καλούν χωρίς διακρίσεις προς συμμετοχή στο διαγωνισμό και υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που εφαρμόζουν για τους ημεδαπούς, τους οικονομικούς φορείς των κρατών μελών, που διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙΙ - ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Λόγοι αποκλεισμού

40.-(1) Κάθε οικονομικός φορέας μπορεί να  αποκλεισθεί από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων, ο οποίος -

(α)Τελεί υπό πτώχευση, εκκαθάριση, παύση εργασιών, αναγκαστική διαχείριση ή πτωχευτικό συμβιβασμό·

(β)έχει κινηθεί εναντίον του διαδικασία κήρυξης σε πτώχευση, εκκαθάρισης, αναγκαστικής διαχείρισης, πτωχευτικού συμβιβασμού·

(γ)έχει καταδικαστεί για αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική του διαγωγή, βάσει αποφάσεως η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου·

(δ)έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο μπορεί να διαπιστώσουν με οποιοδήποτε μέσο οι αναθέτουσες αρχές·

(ε)δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά στην καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει στη Δημοκρατία ή τη νομοθεσία που ισχύει στη χώρα όπου είναι εγκατεστημένος·

(στ)δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σχετικά με την πληρωμή φόρων,  σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει στη Δημοκρατία ή την νομοθεσία που ισχύει στη χώρα όπου είναι εγκατεστημένος·

(ζ)είναι ένοχος ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή πληροφοριών ή παραλείψεως υποβολής των πληροφοριών που απαιτούνται κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 40 έως 44.

(2) Όταν η αναθέτουσα αρχή ζητά από τον οικονομικό φορέα να αποδείξει ότι δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β), (γ), (ε) ή (στ) του εδαφίου (1), δέχεται ως επαρκή αποδεικτικά στοιχεία-

(α) Ως προς τις παραγράφους (α), (β) ή (γ), την προσκόμιση αποσπάσματος ποινικού μητρώου ή, ελλείψει αυτού, ισότιμου εγγράφου   που    εκδίδεται     από     την αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης του προσώπου αυτού, από το οποίο προκύπτει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές·

(β) ως προς τις παραγράφους (ε) ή (στ), πιστοποιητικό που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας ή του οικείου κράτους μέλους.

(3)(α)Σε ότι αφορά στις συμβάσεις δημοσίων προμηθειών και έργων, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το οικείο κράτος δεν εκδίδει τα έγγραφα ή πιστοποιητικά που αναφέρονται στο εδάφιο (2), αυτά μπορούν να αντικατασταθούν με ένορκη βεβαίωση του ενδιαφερομένου, στα δε κράτη μέλη όπου δεν προβλέπεται η ένορκη βεβαίωση, από υπεύθυνη δήλωση ενώπιον δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού οργανισμού της χώρας καταγωγής ή προέλευσης:

Νοείται ότι σε ότι αφορά στις συμβάσεις δημοσίων προμηθειών, η ένορκη βεβαίωση μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στις περιπτώσεις στις οποίες τα έγγραφα ή πιστοποιητικά   του   εδαφίου   (2)   δεν   καλύπτουν   όλες   τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις  παραγράφους (α), (β) ή (γ) του εδαφίου (1).

(β)Σε ότι αφορά στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το οικείο κράτος μέλος δεν εκδίδει τα έγγραφα ή πιστοποιητικά  που αναφέρονται στο εδάφιο (2), είναι δυνατόν να αντικατασταθούν από ένορκη δήλωση του ενδιαφερομένου ενώπιον δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή του αρμόδιου επαγγελματικού φορέα της χώρας καταγωγής ή προέλευσής του.

(4) Η Αρμόδια Αρχή μεριμνά για την πληροφόρηση της Επιτροπής και των κρατών μελών σχετικά με το ποιες αρχές και οργανισμοί έχουν αρμοδιότητα στη Δημοκρατία για την έκδοση των εγγράφων, πιστοποιητικών ή δηλώσεων που προβλέπονται στα εδάφια (2) και (3).  Η ίδια Αρχή πληροφορεί και τις αναθέτουσες αρχές της Δημοκρατίας για το ποιες αντίστοιχα αρχές και οργανισμοί των κρατών μελών έχουν αρμοδιότητα έκδοσης των εν λόγω εγγράφων, πιστοποιητικών ή δηλώσεων.

 

Επαγγελματικά ή εμπορικά μητρώα

41.-(1) Η αναθέτουσα αρχή δύναται να ζητήσει από κάθε προμηθευτή ή παρέχων υπηρεσίες που επιθυμεί να συμμετάσχει σε διαδικασία  ανάθεσης   σύμβασης   δημοσίων   προμηθειών   ή δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών να αποδείξει την εγγραφή του, σύμφωνα   με   τα   ισχύοντα  στη   χώρα   εγκατάστασής   του,   σε επαγγελματικό ή εμπορικό μητρώο ή να προσκομίσει ανάλογη ένορκη βεβαίωση ή πιστοποιητικό, που προσδιορίζονται στα Μέρη Α και Γ του Παραρτήματος V, αντίστοιχα.

(2) Σε ότι αφορά στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η αναθέτουσα αρχή δύναται να ζητήσει από τους υποψηφίους αναδόχους δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών ή προσφέροντες, όταν οφείλουν να διαθέτουν ειδική έγκριση ή να είναι μέλη συγκεκριμένου οργανισμού της χώρας που είναι εγκατεστημένοι,  για να είναι σε θέση να παράσχουν τις ζητούμενες υπηρεσίες, να αποδείξουν ότι διαθέτουν την έγκριση αυτή ή ότι είναι μέλη του εν λόγω οργανισμού.

(3)Η αναθέτουσα αρχή δύναται να ζητήσει σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης δημοσίων έργων από κάθε εργολήπτη που επιθυμεί να συμμετάσχει να αποδείξει την εγγραφή του, υπό τους όρους που προβλέπονται στη χώρα εγκατάστασής του, σε ένα από τα επαγγελματικά ή εμπορικά μητρώα που προσδιορίζονται στο Μέρος Β του Παραρτήματος V.

Χρηματοοικονομική και οικονομική ικανότητα

42.-(1) Η χρηματοοικονομική και οικονομική ικανότητα του οικονομικού φορέα μπορεί, κατά γενικό κανόνα, να αποδειχθεί με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

(α)Κατάλληλες τραπεζικές βεβαιώσεις·  σε ότι αφορά στους παρέχοντες υπηρεσίες, αντί τραπεζικές βεβαιώσεις, μπορεί να προσκομιστεί πιστοποιητικό ασφαλιστικής κάλυψης επαγγελματικών κινδύνων·

(β)ισολογισμούς ή αποσπάσματα ισολογισμών της επιχείρησης, στην περίπτωση που η δημοσίευση των ισολογισμών απαιτείται από τη νομοθεσία της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας·

(γ)δήλωση περί του συνολικού ύψους του κύκλου εργασιών του και περί του κύκλου εργασιών όσον αφορά στα προϊόντα που αποτέλεσαν αντικείμενο της σύμβασης δημοσίων προμηθειών, την εκτέλεση έργων και την παροχή παρόμοιων με τις ζητούμενες υπηρεσιών, κατά τα προηγούμενα τρία οικονομικά έτη.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές ορίζουν, στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, ποιο ή ποια δικαιολογητικά,  που  αναφέρονται  στο  εδάφιο (1), επέλεξαν και ποια άλλα δικαιολογητικά, πλην των αναφερομένων στο εδάφιο (1), πρέπει να προσκομισθούν.

(3) Εάν για οποιοδήποτε βάσιμο λόγο ο οικονομικός φορέας αδυνατεί να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή, είναι δυνατόν, να αποδείξει την χρηματοοικονομική και οικονομική ικανότητά του με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο το οποίο η αναθέτουσα αρχή κρίνει κατάλληλο.

Τεχνική ικανότητα

43. Η τεχνική ικανότητα του οικονομικού φορέα μπορεί να αποδειχθεί ως ακολούθως:

(1) Σε σχέση με τον προμηθευτή μπορούν να προσκομισθούν στοιχεία με ένα ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους ανάλογα με τη φύση, την  ποιότητα και το σκοπό των προτεινομένων προμηθειών:

(α) Υποβολή καταλόγου των κυριότερων παραδόσεων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά την προηγούμενη τριετία, με ένδειξη του αντίστοιχου ποσού, της ημερομηνίας και του παραλήπτη δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, ειδικότερα -

(i)Εάν πρόκειται για προμήθειες προς δημόσια αρχή, οι παραδόσεις αποδεικνύονται με πιστοποιητικά που έχουν εκδοθεί ή θεωρηθεί από την αρμόδια αρχή·

(ii)εάν πρόκειται για προμήθειες προς ιδιωτικούς φορείς, οι παραδόσεις  βεβαιώνονται  από  τον αγοραστή ή, εάν τούτο δεν είναι δυνατόν, γίνεται απλή δήλωση από τον προμηθευτή ότι έχουν πραγματοποιηθεί·

(β)περιγραφή του τεχνικού εξοπλισμού του προμηθευτή, των μέτρων που λαμβάνει για την εξασφάλιση της ποιότητας και του εξοπλισμού μελέτης και έρευνας που διαθέτει·

(γ)υπόδειξη του τεχνικού προσωπικού ή των τεχνικών υπηρεσιών που χρησιμοποιεί ο προμηθευτής, είτε ανήκουν στην επιχείρησή του είτε όχι, ιδιαίτερα των υπευθύνων για τον ποιοτικό έλεγχο·

(δ)δείγματα, περιγραφή ή/και φωτογραφίες των προτεινομένων προμηθειών, η αυθεντικότητα των οποίων πρέπει να βεβαιώνεται εάν το ζητήσει η αναθέτουσα αρχή·

(ε)πιστοποιητικά εκδιδόμενα από επίσημα ινστιτούτα ή επίσημες υπηρεσίες ποιοτικού ελέγχου, αναγνωρισμένης αρμοδιότητας, με τα οποία βεβαιώνεται η καταλληλότητα των προμηθειών, αφού επαληθευθεί με αναφορά σε ορισμένες προδιαγραφές ή πρότυπα·

(στ)εφόσον οι ζητούμενες προμήθειες είναι πολύπλοκες ή, κατ’ εξαίρεση, πρέπει να ανταποκρίνονται σε ειδικό σκοπό, διενεργείται έλεγχος από την αναθέτουσα αρχή ή για λογαριασμό της από αρμόδιο επίσημο φορέα της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ο προμηθευτής κατόπιν συμφωνίας με το φορέα αυτόν. Ο έλεγχος αυτός αφορά στο παραγωγικό δυναμικό του προμηθευτή και, εάν είναι αναγκαίο, στον εξοπλισμό μελέτης και έρευνας που διαθέτει καθώς και στα μέτρα ποιοτικού ελέγχου.

(2) σε σχέση με τον εργολήπτη μπορούν να προσκομισθούν στοιχεία με -

(α)Τους τίτλους σπουδών και επαγγελματικών προσόντων του εργολήπτη ή/και των στελεχών της επιχείρησης και ιδιαίτερα του ή των υπευθύνων για την εκτέλεση των έργων·

(β)τον κατάλογο των εκτελεσθέντων έργων κατά την τελευταία πενταετία, ο οποίος πρέπει να συνοδεύεται από τα πιστοποιητικά καλής εκτέλεσης των σημαντικότερων έργων,  τα οποία αναφέρουν την αξία, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των έργων και προσδιορίζουν αν τα έργα εκτελέσθηκαν σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και αν περατώθηκαν κανονικά. Αν είναι ανάγκη, η αρμόδια αρχή διαβιβάζει τα πιστοποιητικά αυτά απευθείας στην αναθέτουσα αρχή·

(γ)δήλωση για τα τεχνικά μέσα και το μηχανικό και τεχνικό εξοπλισμό που διαθέτει ο εργολήπτης για την εκτέλεση των έργων·

(δ)δήλωση για το μέσο ετήσιο εργατοϋπαλληλικό δυναμικό και για τον αριθμό των στελεχών της επιχείρησης κατά την τελευταία τριετία·

(ε)δήλωση για το τεχνικό προσωπικό ή για τις τεχνικές υπηρεσίες που θα διαθέσει ο εργολήπτης για την εκτέλεση του έργου, ανεξάρτητα αν ανήκουν ή όχι στην επιχείρηση.

(3)(α)Η ικανότητα των παρεχόντων υπηρεσίες να παράσχουν τις ζητούμενες υπηρεσίες είναι δυνατόν να εκτιμηθεί ειδικότερα βάσει της τεχνογνωσίας τους, της αποτελεσματικότητας, της εμπειρίας και της αξιοπιστίας τους.

(β)Η τεχνική ικανότητα των παρεχόντων υπηρεσίες μπορεί να αποδειχθεί, ανάλογα με τη φύση, την έκταση και το σκοπό των προς παροχή υπηρεσιών, με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα στοιχεία:

(i)Τους τίτλους σπουδών και επαγγελματικούς τίτλους των παρεχόντων υπηρεσίες ή/και των διευθυντικών στελεχών της επιχείρησής τους και ιδιαίτερα εκείνου ή εκείνων που θα έχουν την ευθύνη της παροχής των υπηρεσιών·

(ii)κατάλογο των κυριότερων υπηρεσιών που έχουν παρασχεθεί κατά τα τρία τελευταία έτη, όπου παρουσιάζεται η αξία, η ημερομηνία παροχής και οι αποδέκτες τους, δημόσιοι ή ιδιωτικοί φορείς, ειδικότερα-

(A) Εάν πρόκειται για αναθέτουσες αρχές, ως αποδεικτικά στοιχεία υποβάλλονται πιστοποιητικά συντασσόμενα ή θεωρούμενα από την αρμόδια αρχή·

(B) εάν πρόκειται για ιδιωτικούς αγοραστές, τα πιστοποιητικά συντάσσονται από τον αγοραστή, αλλιώς, γίνεται δεκτή μια απλή δήλωση του παρέχοντος τις υπηρεσίες·

(iii)κατάλογο του τεχνικού προσωπικού ή των τεχνικών υπηρεσιών, είτε ανήκουν άμεσα είτε όχι στην επιχείρηση του παρέχοντος υπηρεσίες και ιδιαίτερα εκείνων που είναι επιφορτισμένοι με τους ποιοτικούς ελέγχους·

(iv)δήλωση σχετικά με τον ετήσιο μέσον όρο του εργατοϋπαλληλικού προσωπικού και αναλογία του διευθυντικού προσωπικού της επιχείρησης του παρέχοντος υπηρεσίες κατά τα τρία τελευταία έτη·

(v)δήλωση σχετικά με τα μηχανήματα, τις εγκαταστάσεις και τον τεχνικό εξοπλισμό που θα διαθέσει ο παρέχων υπηρεσίες για την εκτέλεση της σύμβασης·

(vi)περιγραφή των μέτρων που λαμβάνει ο παρέχων υπηρεσίες για να εξασφαλίζει την ποιότητα, καθώς και περιγραφή των μέσων μελέτης και έρευνας της επιχείρησής του·

(vii)εάν οι ζητούμενες υπηρεσίες είναι πολύπλοκες ή, κατ’ εξαίρεση, πρέπει να ανταποκρίνονται σε κάποιον ιδιαίτερο σκοπό, δελτίο ελέγχου εκδιδόμενο από την αναθέτουσα αρχή ή, για λογαριασμό της, από αρμόδιο επίσημο οργανισμό της χώρας όπου εδρεύει ο παρέχων υπηρεσίες, με την επιφύλαξη της συναίνεσης του οργανισμού αυτού. Ο έλεγχος αυτός αφορά στις τεχνικές δυνατότητες και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, τα μέσα μελέτης και έρευνας που διαθέτει ο παρέχων υπηρεσίες καθώς και τα μέτρα που λαμβάνει για τον έλεγχο της ποιότητας·

(viii)αναφορά του τμήματος της σύμβασης που ο παρέχων υπηρεσίες προτίθεται ενδεχομένως να αναθέσει υπεργολαβικά σε τρίτους.

(4) Η αναθέτουσα αρχή προσδιορίζει, στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, τις πληροφορίες και/ή τα αποδεικτικά στοιχεία που επιθυμεί να της υποβληθούν.

(5) Σε ότι αφορά στις συμβάσεις δημοσίων προμηθειών και δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η έκταση των πληροφοριών που αναφέρονται στα εδάφια (1) έως (4), πρέπει να περιορίζεται και/ή να σχετίζεται με το αντικείμενο της σύμβασης:

Νοείται ότι η αναθέτουσα αρχή λαμβάνει υπόψη τα θεμιτά συμφέροντα του προμηθευτή ή του παρέχοντος υπηρεσίες όσον αφορά στην προστασία του απορρήτου που καλύπτει τεχνικά ή  εμπορικά ζητήματα της επιχείρησής του.

(6) Σε ότι αφορά στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, εάν οι αναθέτουσες αρχές απαιτήσουν την υποβολή   πιστοποιητικών τήρησης συστημάτων διαχείρισης της ποιότητας που εκδίδονται από ανεξάρτητους οργανισμούς που να βεβαιώνουν την τήρηση εκ μέρους των παρεχόντων υπηρεσίες ορισμένων προτύπων διαχείρισης της ποιότητας, πρέπει να γίνεται παραπομπή σε συστήματα διαχείρισης της ποιότητας  βασιζόμενα στη σχετική σειρά Κυπριακών προτύπων CYS ΕΝ ISO 9000 και πιστοποιούμενα από οργανισμούς που ακολουθούν τη σειρά Κυπριακών προτύπων CYS ΕΝ 45000:

Νοείται ότι οι αναθέτουσες αρχές αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες στα κράτη μέλη:

Νοείται περαιτέρω ότι οι αναθέτουσες αρχές αποδέχονται και άλλα αποδεικτικά στοιχεία για ισοδύναμα μέτρα ποιοτικής εγγύησης στην περίπτωση που οι παρέχοντες υπηρεσίες δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν τα προαναφερόμενα πιστοποιητικά ή να εξασφαλίσουν αυτά μέσα στις ταχθείσες προθεσμίες.

Συμπληρωματικά έγγραφα

44.  Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 40 έως 43, η αναθέτουσα αρχή δύναται να καλέσει τους οικονομικούς φορείς να συμπληρώσουν τα υποβληθέντα πιστοποιητικά και έγγραφα ή να παράσχουν σχετικές διευκρινίσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ - EΠΙΣΗΜΟΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ
Επίσημοι κατάλογοι

45.-(1)(α) Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος Μέρους, η Αρμόδια Αρχή δύναται να καταρτίσει επίσημους καταλόγους αναγνωρισμένων οικονομικών φορέων οι οποίοι θα είναι προσαρμοσμένοι και θα αναθεωρούνται, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο, ούτως ώστε να είναι σύμφωνοι προς τις διατάξεις του άρθρου 40(1)(α) έως (δ) και (ζ) και των άρθρων 41 έως 43.

(β) Σε περίπτωση κατάρτισης επίσημου καταλόγου, η Αρμόδια Αρχή γνωστοποιεί στα κράτη μέλη τη διεύθυνση του φορέα στον οποίο μπορούν να απευθύνονται οι αιτήσεις εγγραφής. Σε ότι αφορά στους επίσημους καταλόγους προμηθευτών, η Αρμόδια Αρχή γνωστοποιεί τη διεύθυνση αυτή και στην Επιτροπή.

(γ) Για την εγγραφή των οικονομικών φορέων κρατών μελών σε επίσημο κατάλογο, δεν είναι δυνατόν να απαιτηθούν  άλλες  αποδείξεις και δηλώσεις εκτός από εκείνες που απαιτούνται για τους οικονομικούς φορείς που είναι υπήκοοι της Δημοκρατίας, και από τις προβλεπόμενες στα άρθρα 40 έως 43.

(2) Η αναθέτουσα αρχή δέχεται πιστοποιητικά εγγραφής εκδιδόμενα από αρμόδια αρχή κράτους μέλους  για την εκάστοτε σύμβαση από οικονομικούς φορείς εγγεγραμμένους σε επίσημους καταλόγους κράτους μέλους,  στα οποία πιστοποιητικά αναφέρονται τα δικαιολογητικά  βάσει  των  οποίων  έγινε  η  εγγραφή στον κατάλογο και η κατάταξη που προκύπτει από αυτόν.

(3) Η εγγραφή των οικονομικών φορέων στους επίσημους καταλόγους κράτους μέλους  πιστοποιούμενη από τους αρμόδιους φορείς, συνιστά για τις αναθέτουσες αρχές στη Δημοκρατία τεκμήριο καταλληλότητας που παραπέμπει στην κατάταξη τους μόνο όσον αφορά στα άρθρα 40(1)(α) έως (δ) και (ζ), 41, 42(1)(β) και (γ) και τις σχετικές σε κάθε περίπτωση διατάξεις του άρθρου 43:

Νοείται ότι οι πληροφορίες που μπορούν να συναχθούν από την εγγραφή στους επίσημους καταλόγους δεν είναι δυνατόν να τεθούν υπό αμφισβήτηση,  εκτός της περιπτώσεως που αφορά στην καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, που είναι δυνατόν να ζητηθεί από κάθε εγγεγραμμένο οικονομικό φορέα, με την ευκαιρία κάθε σύμβασης, πρόσθετο πιστοποιητικό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ - ΑΝΑΘΕΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Κριτήρια ανάθεσης

46. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 17 οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στα άρθρα 47 και 48, μετά από έλεγχο της καταλληλότητας των μη αποκλεισθέντων δυνάμει του άρθρου 40 οικονομικών φορέων, τον οποίο διεξάγουν οι αναθέτουσες αρχές σύμφωνα με τα κριτήρια  που αναφέρονται στα άρθρα 42 έως 44.

Κριτήρια ανάθεσης συμβάσεων

47.-(1)  Τα κριτήρια βάσει των οποίων η αναθέτουσα αρχή αναθέτει τις συμβάσεις της είναι-

(α) Είτε αποκλειστικά η χαμηλότερη τιμή·

(β) είτε, όταν η σύμβαση ανατίθεται στον υποβάλλοντα την πλέον συμφέρουσα οικονομικά προσφορά, διάφορα κριτήρια που μεταβάλλονται ανάλογα με τη συγκεκριμένη σύμβαση, και περιλαμβάνουν την τιμή, την ημερομηνία παράδοσης ή εκτέλεσης, το κόστος λειτουργίας, την αποδοτικότητα, την ποιότητα, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, τα τεχνικά πλεονεκτήματα, την εξυπηρέτηση μετά την πώληση και την τεχνική βοήθεια:

Νοείται ότι για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών τα κριτήρια αυτά εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των νομοθετικών διατάξεων στη Δημοκρατία που ισχύουν και διέπουν την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών.

(2) ΄Οταν η σύμβαση πρόκειται να ανατεθεί στον υποβάλλοντα την πλέον συμφέρουσα οικονομικά προσφορά, η αναθέτουσα αρχή αναφέρει στα έγγραφα προσφορών ή στην προκήρυξη όλα τα κριτήρια ανάθεσης τα οποία πρόκειται να ληφθούν υπόψη και, εάν είναι δυνατόν, κατά φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

48.-(1) Εάν, για δεδομένη σύμβαση, οι προσφορές φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με το αντικείμενό της, η αναθέτουσα αρχή, πριν απορρίψει τις προσφορές, ζητά γραπτώς διευκρινίσεις ως προς τα επιμέρους στοιχεία των προσφορών, τις  οποίες  θεωρεί  κατάλληλες  και  επαληθεύει  τα στοιχεία αυτά λαμβάνοντας υπόψη τις παρεχόμενες επεξηγήσεις.

(2) Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να λαμβάνει υπόψη επεξηγήσεις  σχετικά  με  τον   οικονομικό  χαρακτήρα της μεθόδου κατασκευής ή τις τεχνικές λύσεις που έχουν επιλεγεί ή τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που ο προσφέρων διαθέτει για την προμήθεια των προϊόντων ή την εκτέλεση των εργασιών ή την παροχή των υπηρεσιών ή την πρωτοτυπία των προτεινόμενων προμηθειών ή της μελέτης ή του σχεδίου που προσφέρει.

(3)Αν τα σχετικά με τη σύμβαση έγγραφα προβλέπουν την ανάθεσή της στον υποβάλλοντα τη χαμηλότερη προσφορά, η αναθέτουσα αρχή οφείλει να γνωστοποιήσει, μέσω της Αρμόδιας Αρχής, στην Επιτροπή την απόρριψη των προσφορών τις οποίες θεωρεί υπερβολικά χαμηλές.

Λόγοι απόρριψης

49.-(1) Η αναθέτουσα αρχή γνωστοποιεί μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από την παραλαβή της αίτησης, σε κάθε αποκλεισθέντα υποψήφιο ή προσφέροντα που υποβάλλει σχετική γραπτή αίτηση, τους λόγους απόρριψης της υποψηφιότητας ή της προσφοράς του και σε κάθε προσφέροντα που έχει υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τα χαρακτηριστικά στοιχεία και πλεονεκτήματα της  επιλεγείσας προσφοράς, καθώς και το όνομα του αναδόχου:

Νοείται ότι οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίσουν να μην κοινοποιήσουν ορισμένες  πληροφορίες  σχετικά  με την ανάθεση της σύμβασης που αναφέρονται ανωτέρω, εφόσον η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών θα εμπόδιζε την εφαρμογή των νόμων ή θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή θα επηρέαζε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή θα μπορούσε να επηρεάσει τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές ενημερώνουν το συντομότερο δυνατόν και γραπτώς, εφόσον τους ζητηθεί, τους υποψήφιους και τους προσφέροντες σχετικά με τις ληφθείσες αποφάσεις για την ανάθεση της σύμβασης, καθώς και τους λόγους για τους οποίους αποφάσισαν να μην συνάψουν κάποια προκηρυχθείσα σύμβαση ή να κινήσουν εκ νέου τη διαδικασία.  Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μέσω της Αρμόδιας Αρχής.

Τήρηση στοιχείων

50.-(1) Για κάθε συναπτόμενη σύμβαση οι αναθέτουσες αρχές τηρούν στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(α)Το όνομα και τη  διεύθυνση της αναθέτουσας αρχής, το αντικείμενο και την αξία της σύμβασης,

(β)το όνομα των επιλεγέντων υποψηφίων ή προσφερόντων και τους λόγους της επιλογής τους,

(γ)το όνομα των αποκλεισθέντων υποψηφίων ή προσφερόντων και τους λόγους αποκλεισμού τους,

(δ) το όνομα του αναδόχου και την αιτιολόγηση της επιλογής της προσφοράς του και, εφόσον είναι γνωστό, το τμήματης σύμβασης που ο ανάδοχος προτίθεται να αναθέσει υπεργολαβικά σε τρίτους,

(ε)σε ότι αφορά στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση, τις περιστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 22 και 23  και οι οποίες δικαιολογούν την προσφυγή στις διαδικασίες αυτές.

(2) Τα στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (1), ή τα κυριότερα σημεία τους, κοινοποιούνται μέσω της Αρμόδιας Αρχής, στην Επιτροπή μετά από σχετικό αίτημά της.