ΜΕΡΟΣ I Η ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ
Επιβολή του Φ.Π.Α.
Φόρος προστιθέμενης αξίας

5.—(1) Φόρος προστιθέμενης αξίας επιβάλλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου—

(α) Επί της παράδοσης αγαθών και της παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Δημοκρατίας (συμπεριλαμβανομένου οτιδήποτε θεωρείται ως τέτοια συναλλαγή), και

(β) επί της εισαγωγής αγαθών στη Δημοκρατία,

και αναφορές στον παρόντα Νόμο σε Φ.Π.Α. είναι αναφορές στο φόρο προστιθέμενης αξίας.

(2) Ο φόρος επί οποιασδήποτε παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών είναι υποχρέωση του προσώπου που πραγματοποιεί την παράδοση ή παροχή και (τηρουμένων των διατάξεων για απόδοση λογαριασμού και καταβολή) καθίσταται οφειλόμενος κατά το χρόνο της συναλλαγής.

(3) Ο φόρος επί της εισαγωγής αγαθών επιβάλλεται και καταβάλλεται ως να ήταν τελωνειακός δασμός.

Υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα και εγγραφή

6.—(1) Υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο είναι κάθε πρόσωπο που είναι εγγεγραμμένο ή που απαιτείται να είναι εγγεγραμμένο με βάση τον παρόντα Νόμο.

(2) Για τους σκοπούς της εγγραφής τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του Πρώτου Παραρτήματος.

(3) Πρόσωπα που εγγράφονται δυνάμει των διατάξεων του Πρώτου Παραρτήματος, εγγράφονται σε Μητρώο Φ.Π.Α. που τηρείται από τον Έφορο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου· και αναφορές του παρόντος Νόμου σε εγγεγραμμένο πρόσωπο αποτελούν αναφορές σε πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει των διατάξεων του Πρώτου Παραρτήματος.

(4) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν τη συμπερίληψη ή και διόρθωση πληροφοριών και στοιχείων που περιέχονται στο Μητρώο Φ.Π.Α.

Παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό της Δημοκρατίας
Πεδίο εφαρμογής του Φ.Π.Α. επί φορολογητέων συναλλαγών

7.—(1) Φ.Π.Α. επιβάλλεται επί οποιασδήποτε παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας, όταν είναι φορολογητέα συναλλαγή που πραγματοποιείται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκεί.

(2) Φορολογητέα συναλλαγή είναι κάθε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας και δεν είναι εξαιρούμενη.

Έννοια συναλλαγής

8.—(1) Το Δεύτερο Παράρτημα εφαρμόζεται για να καθορίζεται το τι είναι, ή το τι θεωρείται ότι είναι, παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του Δεύτερου Παραρτήματος και οποιωνδήποτε κανονισμών εκδίδονται δυνάμει των εδαφίων (3) μέχρι (6) πιο κάτω-

(α) Ο όρος "συναλλαγή" στον παρόντα Νόμο περιλαμβάνει όλα τα είδη παράδοσης ή παροχής, όχι όμως οτιδήποτε πραγματοποιείται χωρίς αντιπαροχή·

(β) οτιδήποτε δεν αποτελεί παράδοση αγαθών, αλλά πραγματοποιείται έναντι αντιπαροχής (συμπεριλαμβανομένης της παραχώρησης ή εκχώρησης οποιουδήποτε δικαιώματος που πραγματοποιείται έναντι αντιπαροχής), αποτελεί παροχή υπηρεσιών.

(3) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να προβλέπουν σε σχέση με οποιαδήποτε πράξη ότι—

(α) Θεωρείται ως παράδοση αγαθών, και όχι ως παροχή υπηρεσιών· ή

(β) θεωρείται ως παροχή υπηρεσιών και όχι ως παράδοση αγαθών· ή

(γ) δε θεωρείται ούτε ως παράδοση αγαθών, ούτε ως παροχή υπηρεσιών·

και χωρίς επηρεασμό των προηγούμενων διατάξεων, οι Κανονισμοί αυτοί μπορούν να προβλέπουν ότι η παράγραφος 4(4) του Δεύτερου Παραρτήματος δεν εφαρμόζεται, σε σχέση με αγαθά οποιασδήποτε περιγραφής που χρησιμοποιούνται ή που καθίστανται διαθέσιμα για χρήση κάτω από καθορισμένες περιστάσεις, έτσι ώστε να καθίσταται αυτή η πράξη παροχή υπηρεσιών δυνάμει της εν λόγω παραγράφου.

(4) Χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (3) πιο πάνω, Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν, σε σχέση με υπηρεσίες οποιασδήποτε περιγραφής που καθορίζονται στους Κανονισμούς, ότι-

(α) Όταν πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση πραγματοποιεί οτιδήποτε που δεν είναι παροχή υπηρεσιών αλλά θα ήταν, αν πραγματοποιείτο έναντι αντιπαροχής, παροχή υπηρεσιών που περιγράφονται στους Κανονισμούς· και

(β) όταν τέτοιοι άλλοι όροι, που μπορεί να καθορίζονται στους Κανονισμούς, ικανοποιούνται,

τέτοιες υπηρεσίες θεωρούνται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ότι παρέχονται από εκείνο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση αυτής της επιχείρησης.

(5) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις που καθορίζονται στους Κανονισμούς, αγαθά που αναφέρονται στους Κανονισμούς τα οποία κατέχονται ή παράγονται από πρόσωπο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση επιχείρησης που ασκεί· και—

(α) Ούτε παραδίδονται σε άλλο πρόσωπο ούτε ενσωματώνονται σε άλλα αγαθά που παράγονται μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση αυτής της επιχείρησης, αλλά

(β) χρησιμοποιούνται από εκείνο για τους σκοπούς της επιχείρησης που ασκεί,

θεωρούνται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ότι παραδίδονται σε εκείνο το πρόσωπο για τους σκοπούς της επιχείρησής του και συγχρόνως ότι παραδίδονται από το ίδιο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της επιχείρησής του.

(6) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν, σε σχέση με υπηρεσίες που περιγράφονται στους Κανονισμούς, ότι—

(α) Όταν πρόσωπο, μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της επιχείρησης που ασκεί, πραγματοποιεί οτιδήποτε για τους σκοπούς εκείνης της επιχείρησης το οποίο δεν αποτελεί παροχή υπηρεσιών αλλά θα ήταν, αν πραγματοποιείτο έναντι αντιπαροχής, παροχή υπηρεσιών που περιγράφονται στους Κανονισμούς· και

(β) όταν τέτοιοι άλλοι όροι, που μπορεί να καθορίζονται στους Κανονισμούς, ικανοποιούνται,

τέτοιες υπηρεσίες θεωρούνται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ότι παρέχονται σε εκείνο το πρόσωπο για τους σκοπούς εκείνης της επιχείρησης και συγχρόνως ότι παρέχονται από εκείνο μέσα στα πλαίσια ή για προώθησή της.

(7) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, όταν αγαθά κατασκευάζονται ή παράγονται από οποιαδήποτε άλλα αγαθά, αυτά τα άλλα αγαθά θεωρούνται ως ενσωματωμένα στα προαναφερθέντα αγαθά.

(8) Κανονισμοί δυνάμει του εδαφίου (4) ή (6) πιο πάνω μπορούν να προβλέπουν τη μέθοδο με την οποία υπολογίζεται η αξία οποιασδήποτε παροχής υπηρεσιών που θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα δυνάμει των Κανονισμών.

Χρόνος της συναλλαγής

9.—(1) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για να καθορίζεται ο χρόνος που μια παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα για τους σκοπούς επιβολής του Φ.Π.Α.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (4) μέχρι (12) πιο κάτω, μια παράδοση αγαθών θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα—

(α) Αν τα αγαθά πρόκειται να μεταφερθούν, κατά το χρόνο της μεταφοράς·

(β) αν τα αγαθά δεν πρόκειται να μεταφερθούν, κατά το χρόνο που τίθενται στη διάθεση του προσώπου προς το οποίο παραδίδονται·

(γ) αν τα αγαθά (που αποστέλλονται ή λαμβάνονται για έγκριση, ή "για σκοπούς πώλησης ή επιστροφής" ή για άλλους παρόμοιους όρους) μεταφέρονται πριν να γίνει γνωστό κατά πόσο θα λάβει χώρα παράδοση, κατά το χρόνο που καθίσταται βέβαιο ότι η παράδοση έχει λάβει χώρα ή δώδεκα μήνες μετά τη μεταφορά, οποιοδήποτε είναι νωρίτερα.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (4) μέχρι (12) πιο κάτω, μια παροχή υπηρεσιών θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα κατά το χρόνο που εκτελούνται οι υπηρεσίες.

(4) Αν, πριν από το χρόνο που καθορίζεται δυνάμει του εδαφίου (2) ή (3) πιο πάνω, το πρόσωπο που πραγματοποιεί τη συναλλαγή εκδίδει τιμολόγιο Φ.Π.Α. σε σχέση με αυτή ή αν, πριν από το χρόνο που καθορίζεται δυνάμει του εδαφίου 2(α) ή (β) ή (3) πιο πάνω, λαμβάνει πληρωμή σε σχέση με αυτή, η συναλλαγή, κατά την έκταση που καλύπτεται από το τιμολόγιο ή την πληρωμή, θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα κατά το χρόνο που εκδίδεται το τιμολόγιο ή που λαμβάνεται η πληρωμή.

(5) Αν, μέσα σε δεκατέσσερις ημέρες από το χρόνο που καθορίζεται δυνάμει του εδαφίου (2) ή (3) πιο πάνω, το πρόσωπο που πραγματοποιεί τη συναλλαγή εκδίδει τιμολόγιο Φ.Π.Α. σε σχέση με αυτή, τότε, εκτός αν έχει ειδοποιήσει τον Έφορο γραπτώς ότι επιλέγει να μην εφαρμόζεται στην περίπτωσή του το παρόν εδάφιο, η συναλλαγή (κατά την έκταση που δε θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα κατά το χρόνο που αναφέρεται στο εδάφιο (4) πιο πάνω) θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα κατά το χρόνο που εκδίδεται το τιμολόγιο.

(6) Ο Έφορος δύναται, ύστερα από αίτημα υποκειμένου στο φόρο προσώπου, να ορίσει με εντολή του ότι το εδάφιο (5) πιο πάνω εφαρμόζεται σε παραδόσεις ή παροχές που πραγματοποιούνται από αυτό (ή σε τέτοιες παραδόσεις ή παροχές που πραγματοποιούνται από αυτό όπως μπορεί να προσδιορίζονται στην εντολή) ωσάν να αντικαθίστατο η περίοδος των δεκατεσσάρων ημερών με μακρύτερη περίοδο που μπορεί να προσδιορίζεται στην εντολή.

(7) Όταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εκδίδει έγγραφο προς τον εαυτόν του το οποίο—

(α) Φέρεται ως τιμολόγιο Φ.Π.Α. σε σχέση με παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών προς αυτό από άλλο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο· και

(β) θεωρείται, σύμφωνα με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 1 του Δέκατου Παραρτήματος, ως το τιμολόγιο Φ.Π.Α. που απαιτείται από τους Κανονισμούς να εκδοθεί από τον προμηθευτή, τα εδάφια (5) και (6) πιο πάνω ισχύουν σε σχέση με αυτή τη συναλλαγή ως αν—

(i) η έκδοση του εγγράφου προς τον εαυτό του να ήταν έκδοση τιμολογίου Φ.Π.Α. από τον προμηθευτή σε σχέση με τη συναλλαγή- και

(ii) οποιαδήποτε ειδοποίηση επιλογής που δόθηκε ή αίτημα που υποβλήθηκε από το ίδιο για τους σκοπούς αυτών των διατάξεων να είχε δοθεί ή υποβληθεί από τον προμηθευτή.

(8) Ο Έφορος δύναται, ύστερα από αίτημα υποκείμενου στο φόρο προσώπου, με εντολή του να τροποποιήσει το χρόνο κατά τον οποίο συναλλαγές που πραγματοποιούνται από αυτό (ή τέτοιες συναλλαγές που πραγματοποιούνται από αυτό που μπορεί να προσδιορίζονται στην εντολή) θεωρούνται ότι λαμβάνουν χώρα, είτε—

(α) Ορίζοντας ότι εκείνες οι συναλλαγές θεωρούνται ότι λαμβάνουν χώρα—

(i) Σε χρόνο ή ημερομηνίες που καθορίζονται από, ή με αναφορά προς, την επέλευση κάποιου γεγονότος που περιγράφεται στην εντολή- ή

(ii) σε χρόνο ή ημερομηνίες που καθορίζονται από, ή με αναφορά προς, το χρόνο που κάποιο γεγονός που περιγράφεται τοιουτοτρόπως θα επερχόταν κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, έτσι ώστε σε κάθε περίπτωση ο χρόνος ή οι ημερομηνίες που προκύπτουν να είναι προγενέστερα εκείνων που διαφορετικά θα ίσχυαν· ή

(β) ορίζοντας ότι, ανεξάρτητα από τα εδάφια (5) και (6) πιο πάνω, εκείνες οι συναλλαγές θεωρούνται, κατά την έκταση που δε θεωρούνται ότι λαμβάνουν χώρα κατά το χρόνο που αναφέρεται στο εδάφιο (4) πιο πάνω, ότι λαμβάνουν χώρα—

(i) κατά την έναρξη της σχετικής περιόδου εργασίας (όπως ορίζεται στην περίπτωσή του στην εντολή και για τους σκοπούς της)· ή

(ii) κατά το τέλος της σχετικής περιόδου εργασίας (όπως καθορίζεται τοιουτοτρόπως).

(9) Όταν αγαθά θεωρούνται ότι παραδίδονται δυνάμει Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 8(5), η παράδοση θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα όταν υπαχθούν στη χρήση που αναφέρεται στο άρθρο αυτό.

(10) Όταν υπάρχει παράδοση αγαθών δυνάμει μόνο της παραγράφου 4(1) του Δεύτερου Παραρτήματος, η παράδοση θεωρείται ότι λαμβάνει χώραν όταν μεταβιβάζονται ή διατίθενται τα αγαθά όπως αναφέρεται στην παράγραφο αυτή.

(11)Όταν υπάρχει παροχή υπηρεσιών δυνάμει μόνο της παραγράφου 4(4) του Δεύτερου Παραρτήματος, η παροχή θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα όταν τα αγαθά υπαχθούν στη χρήση που αναφέρεται σε εκείνη την παράγραφο.

(12)Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν ότι σε σχέση με το χρόνο κατά τον οποίο (ανεξάρτητα από τα εδάφια (2) μέχρι (6) και (9) μέχρι (11) πιο πάνω) μια συναλλαγή θεωρείται ότι λαμβάνει χώραν σε περιπτώσεις που—

(α) Είναι παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών έναντι αντιπαροχής το όλον ή μέρος της οποίας προσδιορίζεται ή είναι πληρωτέο περιοδικά, ή από χρόνο σε χρόνο, ή κατά το τέλος οποιασδήποτε περιόδου, ή

(β) είναι παράδοση αγαθών έναντι αντιπαροχής το όλον ή μέρος της οποίας προσδιορίζεται κατά το χρόνο που τα αγαθά υπάγονται σε οποιοδήποτε σκοπό, ή

(γ) υπάρχει παροχή υπηρεσιών δυνάμει της παραγράφου 4(4) του Δεύτερου Παραρτήματος ή Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 8(4)·

και για οποιαδήποτε τέτοια περίπτωση που αναφέρεται στο παρόν εδάφιο οι Κανονισμοί μπορούν να προβλέπουν ότι αγαθά ή υπηρεσίες θεωρούνται ότι παραδίδονται ή παρέχονται χωριστά και διαδοχικά σε καθορισμένους χρόνους ή διαστήματα.

(13) Στον παρόντα Νόμο "τιμολόγιο Φ.Π.Α." σημαίνει τιμολόγιο που απαιτείται δυνάμει της παραγράφου 1(1) του Δέκατου Παραρτήματος , ή θα απαιτείτο τοιουτοτρόπως αν το πρόσωπο προς το οποίο πραγματοποιείται η συναλλαγή ήταν το πρόσωπο προς το οποίο τέτοιο τιμολόγιο έπρεπε να εκδοθεί.

Τόπος της συναλλαγής

10.—(1) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται για να καθορίζεται, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, κατά πόσο αγαθά παραδίδονται ή υπηρεσίες παρέχονται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας.

(2) Τηρουμένων των επόμενων διατάξεων του παρόντος άρθρου, αν η παράδοση οποιωνδήποτε αγαθών δε συνεπάγεται τη μεταφορά τους από ή προς τη Δημοκρατία, θεωρούνται ότι παραδίδονται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας αν βρίσκονται στη Δημοκρατία και διαφορετικά θεωρούνται ότι παραδίδονται εκτός της Δημοκρατίας.

(3) Αγαθά θεωρούνται—

(α) Ότι παραδίδονται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας όταν η παράδοση τους συνεπάγεται και την εγκατάσταση ή συναρμολόγησή τους σε τόπο στη Δημοκρατία στον οποίο μεταφέρονται· και

(β) ότι παραδίδονται εκτός της Δημοκρατίας όταν η παράδοση τους συνεπάγεται την εγκατάσταση ή συναρμολόγησή τους σε τόπο εκτός της Δημοκρατίας στον οποίο μεταφέρονται.

(4) Αγαθά των οποίων ο τόπος της παράδοσης δεν καθορίζεται δυνάμει οποιωνδήποτε από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου αλλά των οποίων η παράδοση συνεπάγεται τη μεταφορά τους προς ή από τη Δημοκρατία θεωρούνται—

(α) Ότι παραδίδονται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας αν βρίσκονται στη Δημοκρατία κατά το χρόνο που αρχίζει η μεταφορά τους· και

(β) ότι παραδίδονται εκτός της Δημοκρατίας σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση.

(5) Παροχή υπηρεσίας θεωρείται ότι πραγματοποιείται—

(α) Στο εσωτερικό της Δημοκρατίας αν εκείνος που την παρέχει ανήκει στη Δημοκρατία· και

(β) σε άλλη χώρα (και όχι στο εσωτερικό της Δημοκρατίας) αν εκείνος που την παρέχει ανήκει σε εκείνη την άλλη χώρα.

(6) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν, αναφορικά με αγαθά ή υπηρεσίες γενικά ή αναφορικά με συγκεκριμένα αγαθά ή υπηρεσίες που προσδιορίζονται στους Κανονισμούς, τη διαφοροποίηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου που καθορίζουν τον τόπο όπου πραγματοποιείται μια παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών.

Αντίστροφη χρέωση για υπηρεσίες που λαμβάνονται από το εξωτερικό

11.—(1) Τηρουμένου του εδαφίου (3) πιο κάτω, όταν σχετικές υπηρεσίες—

(α) Παρέχονται από πρόσωπο που ανήκει σε χώρα άλλη από τη Δημοκρατία, και

(β) λαμβάνονται από πρόσωπο ("το λήπτη") που ανήκει στη Δημοκρατία για τους σκοπούς οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκεί,

τότε οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται (και ειδικά εκείνες που επιβάλλουν Φ.Π.Α. επί των παροχών υπηρεσιών και εκείνες που παρέχουν στα υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου εισροών) ωσάν ο λήπτης να είχε ο ίδιος παράσχει τις υπηρεσίες στο εσωτερικό της Δημοκρατίας μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της επιχείρησής του, και ωσάν εκείνη η παροχή να ήταν φορολογητέα παροχή.

(2) Στο παρόν άρθρο "σχετικές υπηρεσίες" σημαίνει υπηρεσίες που περιγράφονται στο Τρίτο Παράρτημα και δεν εμπίπτουν στο Έβδομο Παράρτημα.

(3) Παροχές που δυνάμει του εδαφίου (1) πιο πάνω θεωρούνται ότι πραγματοποιούνται από το λήπτη δε λαμβάνονται υπόψη ως παροχές που πραγματοποιήθηκαν από αυτόν όταν καθορίζεται οποιαδήποτε έκπτωση φόρου εισροών στην περίπτωσή του δυνάμει του άρθρου 21(1).

(4) Κατά την εφαρμογή του εδαφίου (1) πιο πάνω, η παροχή υπηρεσιών που θεωρείται ότι πραγματοποιείται από το λήπτη λογίζεται ότι έχει πραγματοποιηθεί σε χρόνο που καθορίζεται σύμφωνα με Κανονισμούς για τον προσδιορισμό του χρόνου της παροχής σε περιπτώσεις που εμπίπτουν σε εκείνο το εδάφιο.

(5) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να τροποποιεί το Τρίτο Παράρτημα.

Τόπος όπου ανήκει ο παρέχων υπηρεσίες ή ο λήπτης υπηρεσιών

12.—(1) Το εδάφιο (2) πιο κάτω εφαρμόζεται για να καθορίζεται, σε σχέση με οποιαδήποτε παροχή υπηρεσιών, κατά πόσο ο παρέχων ανήκει σε μια χώρα ή άλλη και τα εδάφια (3) και (4) πιο κάτω εφαρμόζονται για να καθορίζεται, σε σχέση με οποιαδήποτε παροχή υπηρεσιών, κατά πόσο ο λήπτης ανήκει σε μια χώρα ή άλλη.

(2) Ο παρέχων υπηρεσίες θεωρείται ότι ανήκει σε μια χώρα αν—

(α) Έχει εκεί επιχειρηματική εγκατάσταση ή κάποια άλλη μόνιμη εγκατάσταση και δεν έχει τέτοια εγκατάσταση αλλού- ή

(β) δεν έχει τέτοια εγκατάσταση (εκεί ή αλλού) αλλά ο συνηθισμένος τόπος της διαμονής του είναι εκεί- ή

(γ) έχει τέτοιες εγκαταστάσεις και σε εκείνη τη χώρα και αλλού και η εγκατάστασή του η οποία συνδέεται πιο άμεσα με την παροχή βρίσκεται εκεί.

(3) Αν η παροχή υπηρεσιών πραγματοποιείται προς φυσικό πρόσωπο και λαμβάνεται από αυτό για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκεί, το πρόσωπο αυτό θεωρείται ότι ανήκει σε οποιαδήποτε χώρα έχει το συνηθισμένο τόπο της διαμονής του.

(4) Όταν δεν εφαρμόζεται το εδάφιο (3) πιο πάνω, το πρόσωπο προς το οποίο πραγματοποιείται η παροχή θεωρείται ότι ανήκει σε μια χώρα αν—

(α) Ικανοποιείται οποιοσδήποτε από τους όρους που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (2) πιο πάνω- ή

(β) έχει τέτοιες εγκαταστάσεις όπως αναφέρονται στο εδάφιο (2) πιο πάνω και σε εκείνη τη χώρα και αλλού και η εγκατάστασή του στην οποία, ή για τους σκοπούς της οποίας, χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν πιο άμεσα οι υπηρεσίες βρίσκεται σε εκείνη τη χώρα.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου (αλλά για όχι οποιουσδήποτε άλλους σκοπούς)—

(α) πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση μέσω υποκαταστήματος ή αντιπροσωπείας σε οποιαδήποτε χώρα θεωρείται ότι έχει επιχειρηματική εγκατάσταση εκεί- και

(β) "συνηθισμένος τόπος της διαμονής", σε σχέση με νομικό πρόσωπο, σημαίνει τον τόπο όπου έχει νόμιμα συσταθεί.

Εισαγωγή αγαθών
Εφαρμογή τελωνειακών νομοθετημάτων

13.—(Ι)Τηρουμένων τέτοιων εξαιρέσεων και προσαρμογών που μπορούν να θεσπιστούν με Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και εξαιρουμένων των περιπτώσεων στις οποίες προκύπτει αντίθετη πρόθεση, οι διατάξεις του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου και των άλλων νομοθετημάτων και δευτερογενούς νομοθεσίας που εκάστοτε ισχύουν γενικά σε σχέση με τελωνειακούς δασμούς και φόρους κατανάλωσης οι οποίοι επιβάλλονται επί της εισαγωγής αγαθών στη Δημοκρατία εφαρμόζονται (στην έκταση που είναι σχετικές) σε σχέση με οποιοδήποτε Φ.Π.Α. επιβλητέο επί της εισαγωγής αγαθών στη Δημοκρατία όπως εφαρμόζονται σε σχέση με οποιοδήποτε τέτοιο τελωνειακό δασμό ή φόρο κατανάλωσης.

(2) Οι ακόλουθες διατάξεις εξαιρούνται από εκείνες που ισχύουν όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) πιο πάνω, δηλαδή—

(α) Οποιεσδήποτε διατάξεις του εκάστοτε ισχύοντος περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου που προβλέπουν απαλλαγή ή επιστροφή τελωνειακών δασμών ή φόρων κατανάλωσης·

(β) οποιαδήποτε διάταξη οποιουδήποτε νόμου που παρέχει απαλλαγή από την πληρωμή δασμών ή φόρων επί της εισαγωγής αγαθών σε οργανισμούς δημόσιου δικαίου, δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς ή κατόχους αδειών δυνάμει του περί Σκυροκονιάματος (Ενθάρρυνση και Έλεγχος Βιομηχανιών) Νόμου·

(γ) οποιαδήποτε διάταξη ή διευθέτηση που παρέχει απαλλαγή από την πληρωμή δασμών και φόρων επί της εισαγωγής αγαθών σε οποιοδήποτε εργολήπτη δημόσιων έργων.

(3) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 19 του περί Ταχυδρομείων Νόμου (το οποίο προβλέπει την εφαρμογή των τελωνειακών νομοθετημάτων στα ταχυδρομικά δέματα) μπορούν να προβλέπουν ειδικές ρυθμίσεις σε σχέση με το Φ.Π.Α.

Καθορισμός της αξίας παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών
Αξία παραδόσεων αγαθών ή παροχών υπηρεσιών

14.—(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου η αξία οποιασδήποτε παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών καθορίζεται, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από ή με βάση τον παρόντα Νόμο, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το Τέταρτο Παράρτημα, και για εκείνους τους σκοπούς τα εδάφια (2) μέχρι (4) πιο κάτω ισχύουν τηρουμένων των διατάξεων εκείνου του Παραρτήματος.

(2) Αν η συναλλαγή πραγματοποιείται έναντι χρηματικής αντιπαροχής, η αξία της λαμβάνεται ότι είναι τόσο ποσό όσο, με την πρόσθεση του επιβλητέου Φ.Π.Α., είναι ίσο προς την αντιπαροχή, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε επιδότησης που συνδέεται άμεσα με την τιμή της συναλλαγής.

(3) Αν η συναλλαγή πραγματοποιείται έναντι αντιπαροχής μη χρηματικής ή μη εξ ολοκλήρου χρηματικής, η αξία της λαμβάνεται ότι είναι τόσο χρηματικό ποσό όσο, με την πρόσθεση του επιβλητέου Φ.Π.Α., είναι αντίστοιχο προς την αντιπαροχή.

(4) Όταν μια παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών δεν είναι το μόνο πράγμα με το οποίο σχετίζεται μια χρηματική αντιπαροχή, η συναλλαγή θεωρείται ότι πραγματοποιείται έναντι τόσου μέρους της αντιπαροχής, όσο κανονικά αποδίδεται σε αυτή.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου η αξία στην ελεύθερη αγορά παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών λαμβάνεται ότι είναι το ποσό που θα θεωρείτο ως η αξία της δυνάμει του εδαφίου (2) πιο πάνω αν η συναλλαγή πραγματοποιείτο έναντι τόσης χρηματικής αντιπαροχής, όση θα ήταν πληρωτέα από πρόσωπο που δεν έχει τέτοια σχέση με οποιοδήποτε πρόσωπο η οποία θα επηρέαζε εκείνη την αντιπαροχή.

Αξία εισαγόμενων αγαθών

15.—(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, η αξία αγαθών που εισάγονται στη Δημοκρατία καθορίζεται (τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) πιο κάτω και του άρθρου 16) σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται για τους τελωνειακούς δασμούς, ανεξάρτητα από το αν τα εν λόγω αγαθά υπόκεινται σε οποιουσδήποτε τέτοιους δασμούς ή όχι.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου η αξία αγαθών που εισάγονται στη Δημοκρατία λαμβάνεται ότι περιλαμβάνει τα ακόλουθα κατά την έκταση που δεν έχουν ήδη συμπεριληφθεί σε εκείνη την αξία σύμφωνα με τους κανόνες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) πιο πάνω, ήτοι—

(α) Όλους τους φόρους, δασμούς και άλλες επιβαρύνσεις που επιβάλλονται είτε εκτός της Δημοκρατίας είτε, λόγω της εισαγωγής, στο εσωτερικό της Δημοκρατίας (εκτός του Φ.Π.Α.)· και

(β) όλα τα παρεπόμενα έξοδα όπως προμήθεια, συσκευασία, μεταφορά και ασφάλιση, μέχρι το λιμάνι ή τον τόπο της εισαγωγής.

Αξία αγαθών που παραδίδονται πριν τον τελωνισμό

16.—(1) Χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (2) του άρθρου 15, όταν αγαθά που εισάγονται στη Δημοκρατία παραδίδονται, πριν τον τελωνισμό τους για εσωτερική κατανάλωση, η αξία τους για σκοπούς επιβολής Φ.Π.Α. επί της εισαγωγής τους καθορίζεται σύμφωνα με την αξία της παράδοσης προς το πρόσωπο που καταθέτει τη σχετική διασάφηση για εσωτερική κατανάλωση στον αρμόδιο τελωνειακό λειτουργό.

(2) Η αξία της παράδοσης που λαμβάνεται υπόψη σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την αξία που καθορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 15.

Συντελεστής του Φ.Π.Α.
Κανονικός συντελεστής

17. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 18 και οποιωνδήποτε διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, Φ.Π.Α. επιβάλλεται με συντελεστή δέκα τοις εκατόν (10%) και επιβάλλεται—

(α) Επί της παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, με αναφορά στην αξία της συναλλαγής όπως καθορίζεται δυνάμει του παρόντος Νόμου· και

(β) επί της εισαγωγής αγαθών στη Δημοκρατία, με αναφορά στην αξία των αγαθών όπως καθορίζεται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Μειωμένος συντελεστής

18.—(1) Ο Φ.Π.Α. που επιβάλλεται επί—

(α) Οποιασδήποτε συναλλαγής που εκάστοτε εμπίπτει στο Πέμπτο Παράρτημα· ή

(β) οποιασδήποτε αντίστοιχης εισαγωγής, επιβάλλεται με συντελεστή πέντε τοις εκατόν (5%).

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να τροποποιεί το Πέμπτο Παράρτημα προσθέτοντας ή διαγράφοντας από αυτό οποιαδήποτε περιγραφή ή τροποποιώντας οποιαδήποτε περιγραφή που εκάστοτε προσδιορίζεται σε αυτό.

Καταβολή του Φ.Π.Α. από υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα
Φόρος εισροών και φόρος εκροών

19.—(1) Τηρουμένων των ακόλουθων διατάξεων του παρόντος άρθρου, "φόρος εισροών", σε σχέση με υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, σημαίνει:

(α) Το Φ.Π.Α. επί της παράδοσης προς αυτό οποιωνδήποτε αγαθών ή της παροχής προς αυτό οποιωνδήποτε υπηρεσιών· και

(β) το Φ.Π.Α. που καταβλήθηκε ή είναι καταβλητέος από εκείνο επί της εισαγωγής οποιωνδήποτε αγαθών στη Δημοκρατία, τα οποία είναι (σε κάθε περίπτωση) αγαθά ή υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκείται ή που πρόκειται να ασκηθεί από εκείνο το πρόσωπο.

(2) Τηρουμένων των ακόλουθων διατάξεων του παρόντος άρθρου, "φόρος εκροών", σε σχέση με υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, σημαίνει Φ.Π.Α. επί των συναλλαγών που πραγματοποιεί.

(3) Για τους σκοπούς των εδαφίων (1) και (2) πιο πάνω, όταν αγαθά παραδίδονται ή υπηρεσίες παρέχονται σε εταιρεία, ή αγαθά εισάγονται από εταιρεία στη Δημοκρατία, και τα αγαθά ή οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε σχέση με την παροχή στέγασης από την εταιρεία, δε θεωρούνται ότι χρησιμοποιούνται ή ότι πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκείται από την εταιρεία κατά την έκταση που η στέγαση χρησιμοποιείται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως κατοικία από—

(α) Σύμβουλο της εταιρείας, ή

(β) πρόσωπο που είναι συνδεδεμένο με σύμβουλο της εταιρείας.

(4) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν σε σχέση με οποιαδήποτε περιγραφή αγαθών ή υπηρεσιών ότι, όταν αγαθά ή υπηρεσίες εκείνης της περιγραφής παραδίδονται ή παρέχονται σε πρόσωπο που δεν είναι υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, θεωρούνται, κάτω από τις περιστάσεις που μπορεί να καθορίζονται στους Κανονισμούς, για τους σκοπούς των εδαφίων (1) και (2) πιο πάνω, ότι παραδίδονται ή παρέχονται σε κάποιο άλλο πρόσωπο όπως μπορεί να καθορίζεται στους Κανονισμούς.

(5) Όταν αγαθά που παραδίδονται ή υπηρεσίες που παρέχονται σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ή αγαθά που εισάγονται στη Δημοκρατία από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν μερικώς για τους σκοπούς επιχείρησης που ασκείται ή που πρόκειται να ασκηθεί από αυτό το πρόσωπο και μερικώς για άλλους σκοπούς, ο Φ.Π.Α. επί των συναλλαγών και εισαγωγών επιμερίζεται έτσι ώστε μόνο τόσος Φ.Π.Α. όσος αφορά τους επιχειρηματικούς του σκοπούς να υπολογίζεται ως φόρος εισροών του.

(6) Κανονισμοί μπορούν να προβλέπουν ότι—

(α) Ο Φ.Π.Α. επί της παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο και ο Φ.Π.Α. που καταβλήθηκε ή είναι καταβλητέος από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο επί της εισαγωγής αγαθών στη Δημοκρατία θεωρείται ως φόρος εισροών του μόνο αν και κατά την έκταση που η επιβολή του Φ.Π.Α. αποδεικνύεται και προσδιορίζεται ποσοτικά με αναφορά σε τέτοια έγγραφα που μπορεί να καθορίζονται στους Κανονισμούς ή που δύναται να καθορίσει ο Έφορος είτε γενικά είτε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ή κατηγορίες περιπτώσεων·

(β) υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο υπολογίζει ως φόρο εισροών του, κάτω από τέτοιες περιστάσεις, σε τέτοια έκταση και τηρουμένων τέτοιων όρων που μπορεί να καθοριστούν, το Φ.Π.Α. επί της παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών προς αυτό ή που καταβλήθηκε από αυτό επί της εισαγωγής αγαθών στη Δημοκρατία έστω και αν δεν ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο κατά το χρόνο της συναλλαγής ή της καταβολής·

(γ) υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που είναι νομικό πρόσωπο υπολογίζει ως φόρο εισροών του, κάτω από τέτοιες περιστάσεις, σε τέτοια έκταση και τηρουμένων τέτοιων όρων που μπορεί να καθορίζονται, το Φ.Π.Α. επί της παράδοσης ή εισαγωγής αγαθών που πραγματοποιήθηκε πριν τη σύστασή του με σκοπό να αποδοθούν σ' αυτό ή την επιχείρησή του ή επί της παροχής υπηρεσιών πριν από εκείνο το χρόνο προς όφελος του ή σε σχέση με τη σύστασή του·

(δ) στην περίπτωση προσώπου που ήταν, αλλά δεν είναι πλέον, υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, καταβάλλεται σε αυτό από τον Έφορο το ποσό οποιουδήποτε Φ.Π.Α. επί της παροχής υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκε προς αυτό για τους σκοπούς της επιχείρησης που το πρόσωπο αυτό ασκούσε όταν ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.

(7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου "σύμβουλος" σημαίνει—

(α) Σε σχέση με εταιρεία της οποίας οι υποθέσεις διευθύνονται από διοικητικό συμβούλιο ή παρόμοιο σώμα, μέλος εκείνου του συμβουλίου ή παρόμοιου σώματος·

(β) σε σχέση με εταιρεία της οποίας οι υποθέσεις διευθύνονται από ένα σύμβουλο μόνο του ή παρόμοιο πρόσωπο, εκείνο το σύμβουλο ή πρόσωπο·

(γ) σε σχέση με εταιρεία της οποίας οι υποθέσεις διευθύνονται από τα ίδια τα μέλη της, μέλος της εταιρείας, και ένα πρόσωπο είναι συνδεδεμένο με το σύμβουλο αν εκείνο το πρόσωπο είναι σύζυγος του συμβούλου, ή είναι συγγενής, ή σύζυγος συγγενή, του συμβούλου ή του ή της συζύγου του συμβούλου.

Καταβολή με αναφορά σε φορολογικές περιόδους και έκπτωση του φόρου εισροών έναντι του φόρου εκροών

20.—(1) Κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο αποδίδει λογαριασμό και καταβάλλει Φ.Π.Α., σε σχέση με τις συναλλαγές που πραγματοποιεί, αναφορικά με τέτοιες περιόδους (που στον παρόντα Νόμο αναφέρονται ως "καθορισμένες φορολογικές περίοδοι") σε τέτοιο χρόνο και με τέτοιο τρόπο που μπορεί να καθορίζεται από ή με βάση Κανονισμούς και τέτοιοι Κανονισμοί μπορούν να προβλέπουν διαφορετικά για διαφορετικές περιστάσεις.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δικαιούται κατά το τέλος κάθε καθορισμένης φορολογικής περιόδου να εκπέσει τόσο ποσό του φόρου εισροών του, όσο είναι επιτρεπόμενο δυνάμει του άρθρου 21, και ύστερα να αφαιρέσει το ποσό αυτό από οποιοδήποτε φόρο εκροών που είναι οφειλόμενος από αυτό.

(3) Αν δεν υπάρχει φόρος εκροών οφειλόμενος κατά το τέλος της καθορισμένης φορολογικής περιόδου, ή αν το εκπιπτόμενο ποσό υπερβαίνει εκείνο του φόρου εκροών τότε, τηρουμένων των εδαφίων (4) και (5) πιο κάτω, το ποσό της έκπτωσης ή, ανάλογα με την περίπτωση, το ποσό της διαφοράς καταβάλλεται στο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο από τον Έφορο· και ποσό που είναι οφειλόμενο δυνάμει του παρόντος εδαφίου αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως "πιστωτικό υπόλοιπο Φ.Π.Α.".

(4) Το όλον ή μέρος του πιστωτικού υπολοίπου μπορεί, σύμφωνα με γενικές ή ειδικές οδηγίες που εκδίδονται από τον Έφορο από καιρό σε καιρό να μεταφερθεί σε πίστη του εν λόγω προσώπου σε μεταγενέστερη περίοδο.

(5) Όταν κατά το τέλος οποιασδήποτε περιόδου πιστωτικό υπόλοιπο Φ.Π.Α. είναι οφειλόμενο σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που έχει παραλείψει να υποβάλει δηλώσεις για οποιαδήποτε προηγούμενη περίοδο όπως απαιτείται από τον παρόντα Νόμο, ο Έφορος δύναται να αναστείλει την καταβολή του πιστωτικού υπολοίπου μέχρι να συμμορφωθεί το πρόσωπο αυτό με την εν λόγω υποχρέωσή του.

(6) Αφαίρεση δυνάμει του εδαφίου (2) πιο πάνω και καταβολή πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. δε γίνεται παρά μόνο με απαίτηση που υποβάλλεται με τέτοιο τρόπο και σε τέτοιο χρόνο όπως μπορεί να καθορίζονται από ή με βάση Κανονισμούς· και, στην περίπτωση προσώπου που δεν έχει πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές κατά την εν λόγω περίοδο ή σε προηγούμενη περίοδο, η καταβολή του πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. γίνεται τηρουμένων τέτοιων όρων (αν υπάρχουν) που ο Έφορος θεωρεί σκόπιμο να επιβάλει, περιλαμβανομένων όρων για επιστροφή σε καθορισμένες περιστάσεις.

(7) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν ότι, σε σχέση με ορισμένες συναλλαγές και εισαγωγές που μπορεί να καθορίζουν οι Κανονισμοί, ο Φ.Π.Α που επιβλήθηκε σε αυτές θα εξαιρείται από οποιαδήποτε έκπτωση δυνάμει του παρόντος άρθρου· και οποιαδήποτε τέτοια διάταξη μπορεί να διατυπωθεί με αναφορά στην περιγραφή των αγαθών που παραδίδονται ή των υπηρεσιών που παρέχονται ή των αγαθών που εισάγονται, στο πρόσωπο από το οποίο παραδίδονται ή παρέχονται ή εισάγονται, στους σκοπούς για τους οποίους παραδίδονται ή παρέχονται ή εισάγονται, ή σε οποιεσδήποτε περιστάσεις.

Φόρος εισροών επιτρεπόμενος δυνάμει του άρθρου 20

21.—(1) Το ποσό του φόρου εισροών το οποίο δικαιούται υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο να εκπέσει κατά το τέλος οποιασδήποτε περιόδου είναι τόσο ποσό του φόρου εισροών του για την περίοδο (δηλαδή του φόρου εισροών επί συναλλαγών και εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν από το πρόσωπο αυτό κατά την περίοδο) όσο είναι επιτρεπόμενο από ή με βάση Κανονισμούς ως αποδιδόμενο σε συναλλαγές που εμπίπτουν στο εδάφιο (2) πιο κάτω.

(2) Οι συναλλαγές που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι οι ακόλουθες συναλλαγές που πραγματοποιούνται ή πρόκειται να πραγματοποιηθούν από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της επιχείρησής του:

(α) Φορολογητέες συναλλαγές·

(β) συναλλαγές εκτός της Δημοκρατίας που θα ήταν φορολογητέες συναλλαγές αν πραγματοποιούνταν στο εσωτερικό της Δημοκρατίας.

(3) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν την εξασφάλιση δίκαιης και λογικής απόδοσης φόρου εισροών σε συναλλαγές που εμπίπτουν στο εδάφιο (2) πιο πάνω, και τέτοιοι Κανονισμοί μπορεί να προβλέπουν—

(α) Καθορισμό μιας αναλογίας με αναφορά στην οποία ο φόρος εισροών για οποιαδήποτε καθορισμένη φορολογική περίοδο αποδίδεται προσωρινά σε εκείνες τις συναλλαγές·

(β) αναπροσαρμογή του φόρου που αποδόθηκε προσωρινά για οποιεσδήποτε καθορισμένες φορολογικές περιόδους ή μέρη τους, σύμφωνα με αναλογία που καθορίζεται με παρόμοιο τρόπο για οποιαδήποτε μακρύτερη περίοδο αποτελούμενη από εκείνες τις περιόδους ή μέρη τους·

(γ) την καταβολή πληρωμών σε σχέση με φόρο εισροών, από τον Έφορο σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο (ή σε πρόσωπο που ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο) ή από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο (ή πρόσωπο που ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο) στον Έφορο, σε περιπτώσεις που τα γεγονότα αποδεικνύουν ανακριβή τον υπολογισμό με βάση τον οποίο έγινε η απόδοση· και

(δ) αποκλεισμό του φόρου εισροών επί συναλλαγής την οποία, δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου, πρόσωπο πραγματοποιεί προς τον εαυτό του από το να είναι επιτρεπόμενος επειδή αποδίδεται σε εκείνη τη συναλλαγή.

(4) Κανονισμοί δυνάμει του εδαφίου (3) πιο πάνω μπορεί να προβλέπουν διαφορετικά για διαφορετικές περιστάσεις και, ιδιαίτερα (αλλά χωρίς επηρεασμό της γενικότητας εκείνου του εδαφίου) για διαφορετικές περιγραφές αγαθών ή υπηρεσιών· και μπορεί να περιέχουν παρεμπίπτουσες και συμπληρωματικές διατάξεις που κρίνει το Υπουργικό Συμβούλιο αναγκαίες ή σκόπιμες.

Αγαθά που εισάγονται για ιδιωτικούς σκοπούς

22.—(1)Όταν αγαθά εισάγονται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο στη Δημοκρατία και—

(α) Κατά το χρόνο της εισαγωγής ανήκουν πλήρως ή μερικώς σε άλλο πρόσωπο· και

(β) οι σκοποί για τους οποίους πρόκειται να χρησιμοποιηθούν περιλαμβάνουν ιδιωτικούς σκοπούς είτε του ιδίου είτε του άλλου,

ο Φ.Π.Α. που καταβλήθηκε ή είναι καταβλητέος από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο επί της εισαγωγής των αγαθών δε θεωρείται ως φόρος εισροών που αφαιρείται ή εκπίπτει δυνάμει του άρθρου 20· αλλά το πρόσωπο αυτό δύναται να υποβάλει χωριστή απαίτηση στον Έφορο για να του τον επιστρέψει.

(2) Ο Έφορος εγκρίνει την απαίτηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) αν ικανοποιηθεί ότι η απόρριψή της θα είχε ως αποτέλεσμα διπλή επιβολή του Φ.Π.Α. και όταν την εγκρίνει, θα την εγκρίνει μόνο κατά την έκταση που είναι αναγκαία για να αποφευχθεί η διπλή επιβολή.

(3) Κατά την εξέταση απαίτησης δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Έφορος λαμβάνει υπόψη τις περιστάσεις της εισαγωγής και, κατά την έκταση που τα θεωρεί σχετικά, τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα ή που επέρχονται σε σχέση με τα αγαθά σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο.

(4) Οποιοδήποτε ποσό της απαίτησης εγκρίνεται από τον Έφορο, καταβάλλεται στο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.

(5) Η αναφορά πιο πάνω σε ιδιωτικούς σκοπούς ενός προσώπου αφορά σκοπούς που δεν είναι εκείνοι της επιχείρησης που ασκείται από εκείνο το πρόσωπο.

Προκαταβολή του Φ.Π.Α

23.—(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί, αν κρίνει σκόπιμο, να εκδίδει διάταγμα δυνάμει του παρόντος άρθρου για το συμφέρον της εθνικής οικονομίας.

(2) Διάταγμα δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να προβλέπει ότι ορισμένες κατηγορίες υποκείμενων στο φόρο προσώπων που καθορίζονται στο διάταγμα έχουν καθήκον—

(α) Να καταβάλλουν, έναντι οποιουδήποτε ποσού Φ.Π.Α. που μπορεί να καταστούν υπόχρεες να καταβάλουν σε σχέση με καθορισμένη φορολογική περίοδο, ποσά που καθορίζονται σύμφωνα με το διάταγμα, και

(β) να τα καταβάλλουν σε χρόνους που καθορίζονται στο διάταγμα.

(3) Όταν εκδοθεί διάταγμα δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Έφορος δύναται να εκδίδει γνωστοποιήσεις που περιέχουν οποιεσδήποτε συμπληρωματικές, παρεμπίπτουσες ή συνεπακόλουθες διατάξεις που κρίνει ότι είναι αναγκαίες ή σκόπιμες.

(4) Διάταγμα ή γνωστοποίηση δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να προβλέπει διαφορετικά για διαφορετικές περιστάσεις.

Τιμολόγια που εκδίδονται από λήπτες αγαθών ή υπηρεσιών

24. Όταν—

(α) Υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ("ο λήπτης") εκδίδει έγγραφο προς τον εαυτό του που υπέχει θέση τιμολογίου σε σχέση με φορολογητέα παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών προς αυτό από άλλο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ("ο προμηθευτής")· και

(β) στο εν λόγω έγγραφο δηλώνεται λιγότερος Φ.Π.Α. από εκείνο που είναι επιβλητέος στη συναλλαγή,

ο Έφορος δύναται, με γνωστοποίηση που επιδίδεται στο λήπτη και στον προμηθευτή, να ορίσει ότι το ποσό του Φ.Π.Α. που δηλώθηκε λιγότερο στο έγγραφο θεωρείται για όλους τους σκοπούς ως Φ.Π.Α. οφειλόμενος από το λήπτη και όχι από τον προμηθευτή.