Συνοπτικός τίτλος

1. Ο Νόμος αυτός θα αναφέρεται ως ο περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξηση Μισθών και Συντάξεων) Νόμος του 1996.

Ερμηνεία

2. Στο Νόμο αυτό, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

“βασικός μισθός” σημαίνει το μισθό τον οποίο ο κρατικός υπάλληλος δικαιούται να λάβει με βάση την καθορισμένη για τη θέση του με τον Προϋπολογισμό ή με ειδικό Νόμο μισθοδοτική κλίμακα ή πάγιο μισθό και περιλαμβάνει τις αυξήσεις των μισθών που παραχωρήθηκαν με βάση τους περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξησις των Μισθών) Νόμους του 1981 έως 1984, τον περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξησις Μισθών και Συντάξεων) Νόμο του 1987, τον περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξηση Μισθών και Συντάξεων) Νόμο του 1990 και τον περί Κρατικών Υπαλλήλων (Αύξηση Μισθών και Συντάξεων) Νόμο του 1994·

“δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 1996·

“δημόσια υπηρεσία” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 1996 και περιλαμβάνει τη δικαστική υπηρεσία καθώς και την υπηρεσία στη θέση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, του Γενικού Ελεγκτή, του Γενικού Λογιστή και των Βοηθών τους·

“Δύναμη” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Αστυνομίας Νόμου (όπως αυτός εκτίθεται στον Πίνακα του Νόμου 21 του 1964)·

“κρατικός υπάλληλος” σημαίνει το πρόσωπο που κατέχει θέση στη δημόσια υπηρεσία, στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία, στη Δύναμη ή στο Στρατό είτε μόνιμα είτε προσωρινά είτε με αναπλήρωση·

“Στρατός” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 των περί του Στρατού της Δημοκρατίας Νόμων του 1990 έως 1995·

“σύνταξη” σημαίνει οποιαδήποτε ετήσια σύνταξη καταβάλλεται περιοδικά δυνάμει των νόμων που εκάστοτε ισχύουν και αναφέρονται στις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων και περιλαμβάνει και τη σύνταξη εξαρτωμένων·

“σύνταξη εξαρτωμένων” σημαίνει σύνταξη που καταβάλλεται δυνάμει οποιουδήποτε από τους νόμους που εκάστοτε ισχύουν και αναφέρονται στις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων, στο χήρο, στη χήρα ή τα τέκνα κρατικού υπαλλήλου ή συνταξιούχου που απεβίωσε·

“συνταξιούχος” σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατά την ημερομηνία της δημοσίευσης του Νόμου αυτού είναι πολίτης της Δημοκρατίας και στο οποίο χορηγήθηκε σύνταξη δυνάμει οποιουδήποτε από τους νόμους που εκάστοτε ισχύουν και αναφέρονται στις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων·

Αύξηση μισθών κρατικών υπαλλήλων

3.-(1) Ο βασικός μισθός των κρατικών υπαλλήλων αυξάνεται από την 1η Ιανουαρίου 1997 κατά ποσοστό δυόμισι τοις εκατόν (2,5%) με κατώτατο ποσό αύξησης τις πενήντα τρεις λίρες (£53) το χρόνο.

(2) Η γενική αύξηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του τιμαριθμικού επιδόματος και για τον καθορισμό των συντάξιμων απολαβών για τους σκοπούς των Νόμων που αναφέρονται στις συντάξεις των κρατικών υπαλλήλων.

Αύξηση συντάξεων συνταξιούχων κρατικών υπαλλήλων

4. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των περί Συντάξεων Νόμων ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, συντάξεις που χορηγήθηκαν σε συνταξιούχους κρατικούς υπαλλήλους κατά ή πριν από την 1η Ιανουαρίου 1995 αυξάνονται από την 1η Ιανουαρίου 1997 κατά ποσοστό ίσο προς το δυόμισι τοις εκατόν (2,5%) αυτών.

Αναθεώρηση ωφελημάτων που απορρέουν από αφυπηρέτηση ή θάνατο κρατικών υπαλλήλων μεταξύ της 1ης Ιαν. 1995 και της 31ης Δεκ. 1996

5. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των περί Συντάξεων Νόμων ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου σε περίπτωση που κρατικός υπάλληλος έχει αφυπηρετήσει ή αποβιώσει ή θα αφυπηρετήσει ή αποβιώσει μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 1995 και της 31ης Δεκεμβρίου 1996, τα ωφελήματα του που απορρέουν από την αφυπηρέτηση ή το θάνατο του υπολογίζονται επί των συντάξιμων απολαβών του κατά το χρόνο της αφυπηρέτησης ή του θανάτου του και αναθεωρούνται από την 1η Ιανουαρίου 1997 με βάση συντάξιμες απολαβές υπολογιζόμενες επί μισθού αυξημένου κατά ποσοστό δυόμισι τοις εκατόν (2,5%).