ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΠΕΡΙΟΧΑΙ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ
Περιοχαί

3.-(1) Οσάκις ήθελεν υποβληθή εις το Υπουργικόν Συμβούλιον αίτησις εκ μέρους αριθμού δήμων και άλλων αρχών τοπικής διοικήσεως ότι διά την οικονομικωτέραν και αποτελεσματικωτέραν εξυπηρέτησιν των κατοίκων των δήμων και των μονάδων τοπικής διοικήσεως θα ήτο αναγκαία η ίδρυσις ενός κεντρικού σφαγείου διά τους δήμους αυτούς και τας άλλας μονάδας τοπικής διοικήσεως, το Υπουργικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν όπως, λαμβανομένων υπ’ όψιν απασών των συνθηκών εκάστης περιπτώσεως, διά διατάγματος αυτού, δημοσιευομένου εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας, διατάξη την ίδρυσιν και κατασκευήν κεντρικού σφαγείου διά τους σκοπούς τούτους, και καθορίση την περιοχήν διά την οποίαν το σφαγείον τούτο θα λειτουργή και επί τη δημοσιεύσει του διατάγματος αι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται.

(2) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται, διά διατάγματος αυτού δημοσιευομένου εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας, να καθορίση, μεταβάλη, επεκτείνη ή περιορίση τα όρια της περιοχής.

(3) Διάταγμα εκδοθέν δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται να διαλαμβάνη και τοιαύτας συμφυείς δευτερευούσης φύσεως και συμπληρωματικάς διατάξεις ως το Υπουργικόν Συμβούλιον ήθελεν εκάστοτε κρίνει αναγκαίας ή σκοπίμους διά την εφαρμογήν του διατάγματος:

Νοείται ότι το Υπουργικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν όπως, οσάκις κατά την κρίσιν του καθίσταται αναγκαία η ίδρυσις κεντρικού σφαγείου δι’ ωρισμένους δήμους και άλλας αρχάς τοπικής διοικήσεως, εκδώση τοιούτο διάταγμα:

Νοείται περαιτέρω ότι το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται όπως οσάκις κρίνη ότι ωρισμένοι δήμοι και αρχαί τοπικής διοικήσεως δέον να περιληφθώσιν εις το υφιστάμενον κεντρικόν σφαγείον, εκδώση διάταγμα προς τον σκοπόν τούτον βάσει του παρόντος εδαφίου, τηρουμένων των αναλογιών.

Συμβούλιον

4.-(1) Επί τη εκδόσει διατάγματος συμφώνως προς το άρθρον 3 συνιστάται διά την περιοχήν Συμβούλιον το οποίον απαρτίζεται εξ ενός Προέδρου, εκλεγομένου υπό των μελών αυτού και αριθμού ετέρων μελών μη υπερβαινόντων τα δεκαέξ διοριζομένων, εάν μεν πρόκειται περί δήμων, υπό των δημοτικών αρχών, εάν δε πρόκειται περί ετέρων αρχών τοπικής διοικήσεως, αίτινες διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου δύνανται να ενωθώσιν εις εν σύμπλεγμα, υπό των αρχών τοπικής διοικήσεως αίτινες συμμετέχουν εις το τοιούτο σύμπλεγμα του αριθμού της συμμετοχής των δήμων αφ’ ενός και των ετέρων αρχών τοπικής διοικήσεως αφ’ ετέρου καθοριζομένου εκάστοτε υπό του Υπουργικού Συμβουλίου με βάση τας προνοίας του παρόντος εδαφίου. Ο αριθμός των μελών εκάστης αρχής τοπικής διοικήσεως θα έχη την αυτήν αναλογίαν εν σχέσει προς τον ολικόν αριθμόν των μελών του Συμβουλίου οίαν έχει η εκατοστιαία αναλογία των υπ’ αυτής εισπραχθέντων δικαιωμάτων σφαγής ζώων προς το ολικόν ποσόν των δικαιωμάτων τούτων των εισπραχθέντων υπ’ αυτού καθ’ όλον το οικονομικόν έτος το λήξαν ευθύς αμέσως προ της εκδόσεως του διατάγματος.

(2) Η θητεία παντός μέλους του Συμβουλίου είναι τριετής αλλά καθ’ οιονδήποτε χρόνον δύναται να τερματισθή υπό της διοριζούσης αυτό αρχής.

(3) Παν μέλος του Συμβουλίου δύναται να παραιτηθή της θέσεως του δι’ εγγράφου παραιτήσεως απευθυνομένης προς τον Πρόεδρον του Συμβουλίου.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου η διορίζουσα έκαστον μέλος αρχή κέκτηται εξουσίαν να διορίση οιονδήποτε πρόσωπον ως προσωρινόν μέλος του Συμβουλίου, διά χρονικήν περίοδον καθ’ ην το υπ’ αυτής διοριζόμενον μέλος του Συμβουλίου αδυνατεί να ασκήση τας αρμοδιότητας αυτού λόγω απουσίας ή προσωρινού κωλύματος οφειλομένου εις νόσον ή ετέραν τινά αιτίαν.

(5) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου η διορίζουσα έκαστον μέλος αρχή κέκτηται εξουσίαν να πληροί οιανδήποτε τυχόν κενουμένην θέσιν μέλους του Συμβουλίου διορισθέντος υπ’ αυτής, διά του διορισμού ετέρου μέλους διά την μη εκπνεύσασαν περίοδον της θητείας του μέλους η θέσις του οποίου εκενώθη.

Αντιμισθία μελών του Συμβουλίου

5. Εις τα μέλη του Συμβουλίου καταβάλλεται τοιαύτη αποζημίωσις ή επιδόματα, ως ήθελον επί τούτω εκάστοτε εγκριθή υπό του Υπουργικού Συμβουλίου.

Συνεδριάσεις κλπ. του Συμβουλίου

6.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου το Συμβούλιον κανονίζει τα των συνεδριάσεων αυτού, τον τρόπον και τον χρόνον της συγκλήσεως αυτών και την κατ’ αυτάς ακολουθουμένην διαδικασίαν, και προς τον σκοπόν τούτον το Συμβούλιον δύναται να εκδώση εσωτερικόν κανονισμόν αφορώντα εις την εν γένει λειτουργίαν του Συμβουλίου.

(2) Ο Πρόεδρος συγκαλεί τας συνεδριάσεις του Συμβουλίου και προεδρεύει τούτων:

Νοείται ότι, εάν ήθελε ζητηθή υπό τριών μελών η σύγκλησις συνεδριάσεως προς συζήτησιν ωρισμένου θέματος, ο Πρόεδρος συγκαλεί την συνεδρίασιν προς τον σκοπόν τούτον:

Νοείται περαιτέρω, ότι εάν καθ’ οιανδήποτε συνεδρίαν ο Πρόεδρος αδυνατή να παραστή και να προεδρεύση ταύτης, τα παρόντα μέλη υποδεικνύουν ένα μεταξύ αυτών όπως προεδρεύη κατά την συνεδρίαν.

(3) Το ήμισυ πλέον ενός του αριθμού των μελών του Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου και του Προέδρου αυτού, συνιστώσιν απαρτίαν.

(4) Αι αποφάσεις κατά τας συνεδριάσεις του Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων και ψηφιζόντων μελών, εν περιπτώσει δε ισοψηφίας ο προεδρεύων της συνεδριάσεως κέκτηται δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.

(5) Τηρούνται πρακτικά των εργασιών εκάστης συνεδριάσεως του Συμβουλίου εις τα οποία καταχωρούνται εν περιλήψει τα της συνεδριάσεως. Τα πρακτικά επικυρούνται κατά την αμέσως επομένην συνεδρίαν και υπογράφονται υπό του προεδρεύοντος της συνεδριάσεως κατά τον χρόνον της υπογραφής.

(6) Το Συμβούλιον δεν κωλύεται να ενεργή ως εκ του γεγονότος ότι θέσις μέλους του Συμβουλίου παραμένει κενή, ή εάν υφίσταται ελάττωμα τι εις τον διορισμόν μέλους του Συμβουλίου, αι δε λαβούσαι χώραν διαδικασίαι είναι έγκυροι και εάν έτι υφίστανται κεναί τοιαύται θέσεις, νοουμένου ότι δύναται να επιτευχθή η νόμιμος απαρτία.

(7) Παν μέλος του Συμβουλίου, όπερ έχει οιονδήποτε άμεσον ή έμμεσον συμφέρον εις σύμβασιν συναφθείσαν ή συναφθησομένην υπό του Οργανισμού, οφείλει να γνωστοποιήση την φύσιν του τοιούτου συμφέροντος εις συνεδρίασιν του Συμβουλίου, του γεγονότος αναγραφομένου εις τα τηρούμενα υπό του Συμβουλίου πρακτικά~ το μέλος τούτο δεν δύναται να μετάσχη των συζητήσεων ουδέ της αποφάσεως του Συμβουλίου συναφώς προς την τοιαύτην σύμβασιν.

Διά τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου γενική τις δήλωσις, γενομένη εις τινα συνεδρίασιν του Συμβουλίου υπό μέλους αυτού, εμφαίνουσα ότι το μέλος τούτο μετέχει καθωρισμένης τινός εταιρείας ή οίκου και ως εκ τούτου δέον όπως λογισθή ως έχον συμφέρον εις σύμβασιν τυχόν συναφθησομένην μετά της εταιρείας ή του οίκου τούτου μετά την ημερομηνίαν καθ’ ην εγένετο η τοιαύτη δήλωσις, θέλει λογισθή ως επαρκής γνωστοποίησις του συμφέροντος του τοιούτου μέλους συναφώς προς την συναφθησομένην σύμβασιν.

(8) Μέλος του Συμβουλίου, έχον συμφέρον ως εν τοις ανωτέρω, δεν επιβάλλεται να παραστή προσωπικώς εις συνεδρίαν του Συμβουλίου ίνα γνωστοποιήση το εν λόγω συμφέρον ως υπέχει υποχρέωσιν δυνάμει του προηγουμένου εδαφίου, εφ’ όσον ήθελε λάβει παν εύλογον μέτρον ίνα διασφαλισθή ότι επί τούτω δήλωσις του θέλει αχθή ενώπιον του Συμβουλίου και αναγνωσθή εις συνεδρίασιν αυτού.

Ανάθεσις ωρισμένων αρμοδιοτήτων εις μέλος του Συμβουλίου

7. Το Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν όπως αναθέτη εις οιονδήποτε μέλος αυτού την άσκησιν οιασδήποτε των χορηγουμένων τω Συμβουλίω υπό του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων υφ’ ους όρους και περιορισμούς ήθελε τούτο καθορίσει, και νοουμένου ότι ουδεμία τοιαύτη ανάθεσις αρμοδιότητος θέλει γίνει εις ην περίπτωσιν η άσκησις της αρμοδιότητος ταύτης δυνατόν να φέρη το μέλος αντιμέτωπον προς τα οικονομικά ή έτερα συμφέροντα του Συμβουλίου.

Μέλη του Συμβουλίου και υπάλληλοι του Συμβουλίου θεωρούνται ως δημόσιοι υπάλληλοι εις ωρισμένας περιπτώσεις

8. Τα μέλη του Συμβουλίου και οι πάσης φύσεως υπάλληλοι του Συμβουλίου λογίζονται ως τελούντες εν τη δημοσία υπηρεσία εν τη εννοία του Ποινικού Κώδικος.