Συνοπτικός τίτλος

1. Οι περί Ρυθμίσεως Πρατηρίων Πετρελαιοειδών Νόμοι του 1968 μέχρι 1999 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Ρυθμίσεως Πρατηρίων Πετρελαιοειδών Νόμοι του 1968 μέχρι 1999.

Ερμηνεία

2.-(1) Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν άλλως προκύπτη εκ του κειμένου-

“αεροσκάφος” κέκτηται την έννοιαν ην απέδωκε τω όρω τούτω το άρθρον 2 του περί Αεροδρομίων Νόμου·

“Διευθυντής” σημαίνει τον Διευθυντήν του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως του Υπουργείου Εσωτερικών, περιλαμβάνει δε παν πρόσωπον επί τούτω εξουσιοδοτημένον υπ’ αυτού όπως εκτελή καθήκοντα ή ενασκή τας εξουσίας του Διευθυντού του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως δυνάμει του παρόντος Νόμου·

“μηχανοκίνητον όχημα” κέκτηται την έννοιαν, ην απέδωκε τω όρω τούτω το άρθρον 2 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου·

“πετρελαιοειδή” κέκτηται την έννοιαν, ην απέδωκε τω όρω τούτω το άρθρον 2 του περί Πετρελαιοειδών Νόμου·

“πλοίον ή σκάφος” κέκτηται την έννοιαν ην απέδωκε τω όρω τούτω το άρθρον 2 του περί Οργανισμού Λιμένων Κύπρου Νόμου του 1973·

“πρατήριον πετρελαιοειδών” σημαίνει οιονδήποτε κτίριον ή τόπον, όστις ήθελε χρησιμοποιείται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθή προς άσκησιν εμπορίας ή επί τω τέλει κέρδους διά τον εφοδιασμόν μηχανοκινήτων οχημάτων, πλοίων ή αεροσκαφών διά πετρελαιοειδών, διά της χρήσεως αντλίας ή σωλήνος τροφοδοτήσεως ή ετέρας παρομοίας φύσεως συσκευής ή μέσου, περιλαμβάνει δε οιανδήποτε οικοδομήν, διαφήμισιν, αντλίαν ή ετέραν συσκευήν χρησιμοποιουμένην συναφώς προς τοιούτο κτίριον ή τόπον·

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Εσωτερικών.

(2) Εκτός οσάκις άλλως προκύπτη εκ του κειμένου, οι εν τω παρόντι Νόμω όροι, οίτινες δεν ήθελον άλλως καθορισθή, κέκτηνται την έννοιαν, ην απέδωκεν αυτοίς ο περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμος και ο περί Πετρελαιοειδών Νόμος.

Αρχή Αδειών

3. Αρχή Αδειών για σκοπούς λειτουργίας, κατασκευής, ανοικοδόμησης και κατεδάφισης πρατηρίων πετρελαιοειδών ή προσθήκης, μετατροπής ή επισκευής οποιουδήποτε υφιστάμενου πρατηρίου πετρελαιοειδών είναι η αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου.

Κατασκευή, κ.λ.π., πρατηρίων πετρελαιοειδών μόνον κατόπιν αδείας

4.-(1) Ουδείς δύναται κατά νόμον να κατασκευάζη, ανοικοδομή, κατεδαφίζη, ανέχηται ή επιτρέπη την κατασκευήν, ανοικοδόμησιν ή κατεδάφισιν πρατηρίου πετρελαιοειδών, ή να προβαίνη εις οιανδήποτε προσθήκην, μετατροπήν ή επισκευήν υφισταμένου πρατηρίου πετρελαιοειδών, ή να ανέχηται ή επιτρέπη οιανδήποτε τοιαύτην προσθήκην, μετατροπήν ή επισκευήν, άνευ αδείας επί τούτω παρεχομένης υπό της Αρχής Αδειών.

(2) Προ της παροχής οιασδήποτε αδείας δυνάμει του παρόντος άρθρου, η Αρχή Αδειών συμβουλεύεται επί τούτου τον Διευθυντήν, τον Διευθυντήν του Τμήματος Δημοσίων Έργων και τον Αρχηγόν της Αστυνομίας ή αντιπρόσωπον αυτού, αρνείται δε την τοιαύτην άδειαν, εφ’ όσον δεν ήθελεν ικανοποιήσει εαυτήν ότι-

(α) ετηρήθησαν αι διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών ως και της εκάστοτε εν ισχύϊ πολεοδομικής νομοθεσίας·

(β) δεν παραβλάπτεται ή επηρεάζεται δυσμενώς ως εκ της θέσεως, της όψεως, του σχεδίου, του μεγέθους, του χρώματος ή της καλύψεως ή στεγάσεως του πρατηρίου, ή οιουδήποτε μέρους αυτού, ή της χρήσεως αυτού, η θέα, η εμφάνισις ή αι ανέσεις του τοπίου ή της περιοχής ή των εν αυτή οικοδομών·

(γ) η ίδρυσις του πρατηρίου πετρελαιοειδών δεν θα επήγετο ουσιαστικήν παρακώλυσιν της τροχαίας κινήσεως.

(3) Εν περιπτώσει διαφωνίας μεταξύ της Αρχής Αδειών και οιασδήποτε των αρχών τας οποίας αύτη συμβουλεύεται συμφώνως προς το εδάφιον (2), το θέμα χορηγήσεως αδείας ή μη δυνάμει του παρόντος άρθρου αποφασίζεται υπό του Υπουργού.

(4) Η Αρχή Αδειών χωρεί αμελλητί εις την εξέτασιν και τον καθορισμόν αιτήσεως εκδόσεως αδείας πρατηρίου πετρελαιοειδών και εν περιπτώσει καθ’ ην ήθελεν αποφασισθή η έκδοσις τοιαύτης αδείας εκδίδει ταύτην εν τω καθωρισμένω τύπω και κατόπιν καταβολής του νενομισμένου τέλους.

(5) Η Αρχή Αδειών κατά την έκδοση άδειας πρατηρίου πετρελαιοειδών δύναται να επιβάλει, σε περίπτωση δυνατότητας λειτουργίας του πρατηρίου ή μέρους του πρατηρίου με σύστημα χαρτονομισματοδεκτών και/ή πλαστικοχρηματοδεκτών, κατάλληλους όρους για την ασφαλή λειτουργία του πρατηρίου, περιλαμβανομένων των όρων-

(α) Για επαρκή φωτισμό του πρατηρίου κατά τη διάρκεια της νυκτερινής λειτουργίας του·

(β) για αυτόματη τηλεφωνική επικοινωνία του πρατηρίου με την αστυνομία με τηλεφωνική συσκευή που θα είναι τοποθετημένη σε περίοπτη και προσιτή θέση και θα υποδεικνύεται εμφανώς και με φωτεινή πινακίδα·

(γ) να υπάρχουν σε περίοπτα μέρη και πάνω στις αντλίες πινακίδες με οδηγίες για την ορθή χρήση των αντλιών και ειδικές οδηγίες σε περίπτωση απροόπτου·

(δ) για ύπαρξη σε προσιτά σημεία και σε εμφανές σημείο από τις αντλίες ενός τουλάχιστον τροχήλατου πυροσβεστήρα ξηρής σκόνης 25 κιλών ή δύο τουλάχιστον φορητών πυροσβεστήρων ξηρής σκόνης των 10 κιλών ο καθένας, στους οποίους να αναγράφονται ευκρινώς οι οδηγίες χρήσεως στην ελληνική και αγγλική γλώσσα.

(6) Εντός τριών μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, η Αρχή Αδειών οφείλει να ελέγξει κάθε υφιστάμενο πρατήριο πετρελαιοειδών, στο οποίο έχει ήδη εγκατασταθεί χαρτονομισματοδέκτης και/ή πλαστικοχρηματοδέκτης και, ανάλογα με την περίπτωση, να καλέσει τον ιδιοκτήτη του να συμμορφωθεί με όλες ή οποιεσδήποτε πρόνοιες του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου, μέσα σε προθεσμία που δε θα υπερβαίνει τους έξι μήνες.

Προσαγωγή σχεδίων

5. Πριν ή χορηγήση άδειαν δυνάμει του άρθρου 4 η Αρχή Αδειών δύναται να απαιτήση, εφ’ όσον ήθελεν εκάστοτε κρίνει τούτο αναγκαίον ή ευκταίον, την προσαγωγήν σχεδίων, διαγραμμάτων και υπολογισμών ή την παροχήν λεπτομερειών περί την περιγραφήν του σκοπουμένου έργου, δύναται δε να απαιτήση την τροποποίηση των ούτω προσαγομένων σχεδίων, σχεδιαγραμμάτων και υπολογισμών, ειδικώτερον επί τω τέλει εξασφαλίσεως των ενδεδειγμένων όρων καθ’ όσον αφορά εις την υγιεινήν, ασφάλειαν, επικοινωνίαν, θέαν, εμφάνισιν και ανέσεις, δεόντως λαμβανομένων υπ’ όψιν των επικρατουσών συνθηκών εν τη περιοχή ένθα πρόκειται να ανεγερθή το πρατήριον πετρελαιοειδών.

Όροι, κ.λ.π., αδείας

6. Εν τη παροχή αδείας δυνάμει του άρθρου 4 η Αρχή Αδειών κέκτηται την εξουσίαν όπως, τηρουμένων των εκάστοτε εν ισχύϊ Κανονισμών, επιβάλλη κατά το δοκούν όρους και περιορισμούς καθ’ όσον αφορά εις την διαμόρφωσιν του σκοπουμένου πρατηρίου πετρελαιοειδών, την είσοδον και έξοδον εξ αυτού, ως και παν έτερον ζήτημα σχέσιν έχον προς την ασφάλειαν και τους όρους υγιεινής ή συναφές προς την αποτροπήν παρακωλύσεως της τροχαίας.

Πιστοποιητικόν εγκρίσεως

7. Ουδείς δύναται να εγκατασταθή εν πρατηρίω πετρελαιοειδών, να εκμεταλλεύηται ή χρησιμοποιή τούτο ή να ανέχηται ή επιτρέπη εις έτερον πρόσωπον όπως πράττη ούτω, μέχρις ου εκδοθή πιστοποιητικόν εγκρίσεως εν τω καθωρισμένω τύπω.

Άδεια λειτουργίας

8.-(1) Ουδείς δύναται κατά νόμον να εκμεταλλεύηται ή διατηρή πρατήριον πετρελαιοειδών ή να ανέχηται ή επιτρέπη την λειτουργίαν ή διατήρησιν τοιούτου πρατηρίου, εκτός εάν κατέχη άδειαν λειτουργίας εκδοθείσαν συμφώνως ταις διατάξεσι του παρόντος Νόμου.

(2) Η Αρχή Αδειών χορηγεί άδειαν λειτουργίας εν τω καθωρισμένω τύπω εις παν πρόσωπον, όπερ ήθελεν υποβάλει αίτησιν εν τω καθωρισμένω τύπω διά την χορήγησιν τοιαύτης αδείας διά πρατήρια πετρελαιοειδών κατασκευασθέντα ή λογιζόμενα ως κατασκευασθέντα συμφώνως ταις διατάξεσι του παρόντος Νόμου.

(3) Η άδεια λειτουργίας εκδίδεται την πρώτην ημέραν Ιανουαρίου εκάστου έτους ή μετά ταύτην, λήγει δε την τριακοστήν πρώτην ημέραν του αμέσως επομένου της ημερομηνίας εκδόσεως μηνός Δεκεμβρίου.

(4) Η άδεια λειτουργίας εκδίδεται με την καταβολή στο δημοτικό συμβούλιο, τη δημοτική επιτροπή, το συμβούλιο βελτιώσεως ή τη χωριτική αρχή, με την ιδιότητα τους ως επιτροπές δημόσιας υγείας, στα όρια αρμοδιότητας των οποίων υφίσταται και λειτουργεί το πρατήριο πετρελαιοειδών, των καθοριζόμενων τελών.

(5) Η άδεια λειτουργίας δυνατόν να εκδοθή υπό τοιούτους όρους και περιορισμούς, ως η Αρχή Αδειών ήθελεν εκάστοτε, τηρουμένων των δυνάμει του παρόντος Νόμου γενομένων Κανονισμών, επιβάλει.

Κλείσιμον, κ.λ.π., πρατηρίου πετρελαιοειδών

9.-(1) Εφ’ όσον οιονδήποτε πρατήριον πετρελαιοειδών δεν ήθελε πληροί πλέον τας προϋποθέσεις, υφ’ας τούτο κατεσκευάσθη ή εφ’ όσον η λειτουργία ή διατήρησις αυτού ήθελεν είναι αντίθετος προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών, ή αντίκειται προς τους όρους ή περιορισμούς τους επιβληθέντας υφ’ οιασδήποτε αδείας παρασχεθείσης δυνάμει του παρόντος Νόμου, η Αρχή Αδειών δύναται να ανακαλέση την τοιαύτην άδειαν και να επιδώση τω αδειούχω, ιδιοκτήτη ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τω κατόχω του τοιούτου πρατηρίου, ειδοποίησιν καλούσαν τούτον όπως κλείση και απομακρύνη το εν λόγω πρατήριον, εντός της εν τη ειδοποιήσει καθοριζομένης προθεσμίας.

(2) Εάν ο αδειούχος, ιδιοκτήτης ή κάτοχος, εις ον εγένετο η επίδοσις της δυνάμει του εδαφίου (1) ειδοποιήσεως, παραλείψη να συμμορφωθή προς ταύτην, όπως κλείση και απομακρύνη το πρατήριον πετρελαιοειδών εντός της εν τη ειδοποιήσει καθοριζομένης προθεσμίας, να διαπράττη εξακολουθούν αδίκημα και θα υπόκειται εις πρόστιμον .25 δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην θα εξακολουθή την παράλειψιν και το εκδικάζον την υπόθεσιν Δικαστήριον δύναται να διατάξη την απομάκρυνσιν και την κατεδάφισιν του πρατηρίου εντός τακτής προθεσμίας, εκτός εάν εν τω μεταξύ ο καταδικασθείς ήθελε τύχει νέας αδείας παρά της Αρχής Αδειών.

Αναθεώρησις υπό του Υπουργικού Συμβουλίου

10.-(1) Παν πρόσωπον, ούτινος τα νόμιμα συμφέροντα παραβλάπτονται ως-

(α) εκ της αρνήσεως της Αρχής Αδειών όπως παράσχη άδειαν δυνάμει του παρόντος Νόμου· ή

(β) εκ των όρων και περιορισμών των επιβληθέντων υπό τοιαύτης αδείας· ή

(γ) εκ του περιεχομένου ειδοποιήσεως επιδοθείσης αυτώ δυνάμει του άρθρου 9, δι’ ης εντέλλεται όπως προβή εις το κλείσιμον και απομάκρυνσιν οιουδήποτε πρατηρίου πετρελαιοειδών, δύναται να υποβάλη τω Υπουργικώ Συμβουλίω αίτησιν αναθεωρήσεως εντός δέκα ημερών, αφ’ ης ήθελε κοινοποιηθή ή επιδοθή αυτώ η τοιαύτη άρνησις, άδεια ή ειδοποίησις.

(2) Το Υπουργικόν Συμβούλιον εξετάζει το ταχύτερον δυνατόν οιανδήποτε αίτησιν, ήτις ήθελεν υποβληθή αυτώ δυνάμει του εδαφίου (1), αφού δε λάβη υπ’ όψιν τας υπό του αιτητού ή εκ μέρους αυτού γενομένας παραστάσεις, επικυροί, τροποποιεί ή ακυροί οιανδήποτε απόφασιν της Αρχής Αδειών, δύναται δε να εκδώση τας κατά την κρίσιν αυτού ενδεδειγμένας υπό τας περιστάσεις οδηγίας συμπεριλαμβανομένων και οδηγιών περί καταβολής δικαίας αποζημιώσεως εις τον αδειούχον, ιδιοκτήτην ή κάτοχον του πρατηρίου, αναλόγως της περιπτώσεως, εάν ήθελε φανή ότι το κλείσιμον του πρατηρίου δεν οφείλεται εις οιανδήποτε υπαιτιότητα τούτου. Πάσα απόφασις του Υπουργικού Συμβουλίου εφ’ οιασδήποτε αιτήσεως αναθεωρήσεως κοινοποιείται τω αιτητή και είναι τελική.

Αδικήματα

11.-(1) Πας όστις-

(α) κατασκευάζει, καθιδρύει ή επιτρέπει την κατασκευήν ή καθίδρυσιν πρατηρίου πετρελαιοειδών άνευ αδείας παρασχεθείσης δυνάμει του άρθρου 4, ή κατά παράβασιν οιουδήποτε όρου ή περιορισμού επιβληθέντος υπό τοιαύτης αδείας·

(β) εγκαθίσταται εν πρατηρίω πετρελαιοειδών ή εκμεταλλεύεται ή χρησιμοποιεί τούτο ή επιτρέπει την εν αυτώ εγκατάστασιν ή την εκμετάλλευσιν ή χρησιμοποίησιν αυτού άνευ πιστοποιητικού εγκρίσεως εκδοθέντος δυνάμει του άρθρου 7·

(γ) εκμεταλλεύεται, διατηρεί ή επιτρέπει την εκμετάλλευσιν ή διατήρησιν πρατηρίου πετρελαιοειδών άνευ αδείας λειτουργίας παρασχεθείσης δυνάμει του άρθρου 8, ή κατά παράβασιν οιουδήποτε όρου ή περιορισμού επιβληθέντος υπό τοιαύτης αδείας·

(δ) παραλείπει να συμμορφωθή προς τους όρους ειδοποιήσεως επιδοθείσης αυτώ δυνάμει του άρθρου 9·

(ε) πωλεί ή καθ’ οιονδήποτε τρόπον προμηθεύει οιαδήποτε πετρελαιοειδή-

(i) αμέσως ή εμμέσως εις ή δι’ οιονδήποτε πρατήριον πετρελαιοειδών διά το οποίον δεν έχει χορηγηθή πιστοποιητικόν εγκρίσεως δυνάμει του άρθρου 7 ή άδεια λειτουργίας δυνάμει των άρθρων 4 και 8·

(ii) εις ιδιοκτήτην ή κάτοχον πρατηρίου πετρελαιοειδών μη κατέχοντα πιστοποιητικόν εγκρίσεως του πρατηρίου εκδοθέν δυνάμει του άρθρου 7 ή άδειαν λειτουργίας του πρατηρίου εκδοθείσαν δυνάμει των άρθρων 4 και 8,

είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πεντακοσίας λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης· το εκδικάζον το αδίκημα δικαστήριον δύναται να διατάξη το κλείσιμον και απομάκρυνσιν του πρατηρίου πετρελαιοειδών, εις ο αφορά το διαπραχθέν αδίκημα.

(2) Πας όστις παρεμποδίζει ή παρακωλύει οιονδήποτε πρόσωπον, όπερ ήθελεν εκτελεί εντολάς της Αρχής Αδειών δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 9, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας, ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πεντακοσίας λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.

(3) Πας όστις πράττει τι κατά παράβασιν οιασδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή παραλείπει να συμμορφωθή προς τας τοιαύτας διατάξεις, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πεντακοσίας λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.

Συμμετοχή εις το αδίκημα

12. Έκαστος των ακολούθων λογίζεται μετασχών εις την διάπραξιν αδικήματος προβλεπομένου υπό του άρθρου 11 και ένοχος αυτού, διώκεται δε ποινικώς και δικάζεται ως αυτουργός τιμωρούμενος αναλόγως:

(i) ο αυτουργός της συνιστώσης το αδίκημα πράξεως ή παραλείψεως·

(ii) πας όστις πράττει ή παραλείπει να πράξη τι επί τω τέλει όπως καταστήση δυνατήν την παρ’ ετέρου διάπραξιν του αδικήματος ή επί τω τέλει όπως συνδράμη έτερον εις την διάπραξιν του αδικήματος·

(iii) πας όστις προάγει, συνδράμει ή υποκινεί έτερον εν τη διαπράξει του αδικήματος·

(iv) πας όστις ζητεί παρ’ ετέρου ή πειράται να πείση έτερον όπως διαπράξη το αδίκημα·

(v) πας όστις πράττει πράξιν τινά προπαρασκευαστικήν της διαπράξεως του αδικήματος.

Εν περιπτώσεις διαπράξεως αδικήματος υπό οργανισμού, πας διευθύνων σύμβουλος, συνεταίρος, κ.λ.π., είναι επίσης ένοχος του αδικήματος

12Α. Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 12, οσάκις διεπράχθη αδίκημα δυνάμει του άρθρου 11 υπό οργανισμού τινος, κεκτημένου ή μη νομικήν προσωπικότητα, πας διευθύνων σύμβουλος, συνεταίρος, διευθυντής ή έτερος υπεύθυνος υπάλληλος εκάστοτε ενεργών εν τη ιδιότητι του διευθυντού του οργανισμού, είναι ωσαύτως ένοχος αδικήματος εκτός εάν το δικαστήριον πεισθή-

(α) ότι το αδίκημα διεπράχθη εν αγνοία αυτού· ή

(β) ότι έλαβεν άπαντα τα ενδεικνυόμενα μέτρα διά να διασφαλίση την τήρησιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Κανονισμοί

13.-(1) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς διά την καλλιτέραν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Άνευ επηρεασμού της γενικότητος του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί ούτοι δυνατόν να προνοώσι περί απάντων ή τινων των ακολούθων ζητημάτων:

(α) περί του καθορισμού παντός, όπερ δυνάμει του παρόντος Νόμου ή Κανονισμών δυνάμει τούτου γενομένων, χρήζει ή είναι δεκτικόν καθορισμού·

(β) περί της επιβολής όρων και περιορισμών εις αδείας χορηγουμένας δυνάμει του παρόντος Νόμου·

(γ) περί των κατωτάτων διαστάσεων, του σχήματος, υλικών και τρόπου κατασκευής πρατηρίων πετρελαιοειδών, ειδικώτερον δε των κάτωθι του εδάφους δεξαμενών·

(δ) περί παντός θέματος, όπερ ήθελε κριθή αναγκαίον διά την ασφάλειαν προσώπων εκμεταλλευομένων, διατηρούντων ή ποιουμένων χρήσιν πρατηρίων πετρελαιοειδών, ή προσώπων άτινα δυνατόν να επηρεασθώσιν, αμέσως ή εμμέσως, ως εκ της λειτουργίας, διατηρήσεως ή χρήσεως τοιούτων πρατηρίων·

(ε) περί της εξετάσεως ή επιθεωρήσεως πρατηρίων πετρελαιοειδών·

(στ) περί των τελών των καταβλητέων επί τη εξετάσει ή επιθεωρήσει πρατηρίων πετρελαιοειδών ή επί τη υποβολή αιτήσεων ή τη εκδόσει αδείας δυνάμει του παρόντος Νόμου ή Κανονισμών δυνάμει τούτου γενομένων·

(ζ) περί του καθορισμού ποινής φυλακίσεως μέχρι τριών μηνών ή χρηματικής μέχρι διακοσίων λιρών ή αμφοτέρων των ποινών δι’ οιανδήποτε παράβασιν των τοιούτων Κανονισμών.

(3) Κανονισμοί γενόμενοι επί τη βάσει του παρόντος άρθρου κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν μετά πάροδον είκοσι και μιας ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων εν όλω ή εν μέρει υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας ως ήθελον ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.

Μεταβατικαί διατάξεις

14. Άπαντα τα πρατήρια πετρελαιοειδών, άτινα νομίμως λειτουργούσι και διατηρούνται κατά την ημέραν ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, ως και πάσαι αι άδειαι αι χορηγηθείσαι εν αναφορά προς τα τοιαύτα πρατήρια, ή δι’ ανέγερσιν πρατηρίων πετρελαιοειδών, αίτινες ήθελον είναι εν ισχύϊ κατά την ως άνω ημέραν, ή χορηγηθείσαν κατά ή προ της ημέρας ταύτης, λογίζονται πρατήρια πετρελαιοειδών κατασκευασθέντα και καθιδρυθέντα συμφώνως ταις διατάξεσι του παρόντος Νόμου και άδειαι χορηγηθείσαι δυνάμει των τοιούτων διατάξεων.

Επιφύλαξις

15. Αι διατάξεις του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου και του περί Πετρελαιοειδών Νόμου και των επί τη βάσει τούτων εκδοθέντων Κανονισμών θα εφαρμόζωνται επί παντός πρατηρίου πετρελαιοειδών εάν και εφ’ όσον δεν είναι ασυμβίβαστοι προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου ή δεν γίνεται ρητή αντίθετος πρόνοια εν τω παρόντι Νόμω, και οιοιδήποτε τοιούτοι Κανονισμοί θα ισχύωσιν υπό τους αυτούς όρους, και θα θεωρώνται ως γενόμενοι επί τη βάσει του παρόντος Νόμου μέχρις ου ακυρωθώσι διά Κανονισμών εκδιδομένων επί τη βάσει του παρόντος Νόμου.

Σημείωση
3 του Ν93(Ι)/99Μεταβατική διάταξη

Εντός τριών μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, η Αρχή Αδειών οφείλει να ελέγξει κάθε υφιστάμενο πρατήριο πετρελαιοειδών, στο οποίο έχει ήδη εγκατασταθεί χαρτονομισματοδέκτης και/ή πλαστικοχρηματοδέκτης και, ανάλογα με την περίπτωση, να καλέσει τον ιδιοκτήτη του να συμμορφωθεί με όλες ή οποιεσδήποτε διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 4, μέσα σε προθεσμία που δε θα υπερβαίνει τους έξι μήνες.