Αδικήματα περί την Εισαγωγήν
Δήμευσις εμπορευμάτων παρανόμως εισαγομένων

39. Οσάκις-

(α) εκτός ως άλλως προνοείται εν τω παρόντι Νόμω, εισαγόμενα εμπορεύματα, υποκείμενα εις τελωνειακόν δασμόν, εκφορτώνται εν οιωδήποτε λιμένι ή εξ οιουδήποτε αεροσκάφους εν τη Δημοκρατία ή μεταφέρονται εκ του τόπου της εισαγωγής ή εξ οιασδήποτε εγκεκριμένης αποβάθρας, σταθμού ελέγχου ή τελωνειακής αποθήκης, άνευ της καταβολής του εις ον υπόκεινται δασμού· ή

(β) εμπορεύματα, ουσίες ή υλικά, περιλαμβανομένων πυρηνικών υλικών ή ουσιών εισάγονται, αποβιβάζονται, εκφορτώνονται ή ευρίσκονται εν διαμετακομίσει κατά παράβαση οποιασδήποτε απαγορευτικής διάταξης ή περιορισμού, που εκάστοτε ισχύει αναφορικά με τα εν λόγω εμπορεύματα, ουσίες ή υλικά, δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής πράξης ή συνθήκης η οποία δεσμεύει την Κυπριακή Δημοκρατία· ή

(γ) εμπορεύματα υποκείμενα εις τελωνειακόν δασμόν ή εμπορεύματα, ων η εισαγωγή απαγορεύεται ή υπόκειται εις περιορισμούς δυνάμει οιασδήποτε νομοθετικής πράξεως, εξευρίσκονται, προ ή μετά την εκφόρτωσιν των, ότι ήσαν κεκρυμμένα καθ' οιονδήποτε τρόπον επί πλοίου ή αεροσκάφους· ή

(δ) εμπορεύματα εισάγονται κεκρυμμένα εντός δοχείου, περιέχοντος εμπορεύματα διαφορετικής κλάσεως· ή

(ε) εισαγόμενα εμπορεύματα εξευρίσκονται, προ ή μετά την παράδοσιν των, ως μη συνάδοντα προς τα εν τη διασαφήσει καθοριζόμενα τοιαύτα· ή

(στ) εισαγόμενα εμπορεύματα αποκρύπτονται ή συσκευάζονται καθ' οιονδήποτε τρόπον επί τω τέλει εξαπατήσεως λειτουργού,

τα εμπορεύματα ταύτα υπόκεινται εις δήμευσιν:

Νοείται ότι οσάκις επί τη εισαγωγή εμπορευμάτων, ων η εισαγωγή, δυνάμει νομοθετικής πράξεως, τελεί εκάστοτε υπό απαγόρευσιν ή περιορισμόν-

(i) ορίζεται εν τω δηλωτικώ ότι προορίζονται να εξαχθώσι διά του αυτού πλοίου ή αεροσκάφους· ή

(ii)δηλώνται εν τη διασαφήσει ως προοριζόμενα να διαμετακομισθώσιν ή μεταφερθώσιν· ή

(iii)δηλώνται εν τη διασαφήσει ως προοριζόμενα δι' αποταμίευσιν και εξαγωγήν ή χρήσιν αυτών ως εφοδίων,

ο Διευθυντής δύναται κατά το δοκούν να επιτρέψη ανάλογον μεταχείρησιν των.

Ποινή διά παράνομον εισαγωγήν εμπορευμάτων κ.λ.π.

40.-(1) Πας όστις εκφορτώνει ή αποβιβάζει εν οιωδήποτε λιμένι ή εκφορτώνει εξ οιουδήποτε αεροσκάφους εν τη Δημοκρατία ή μεταφέρει εκ του τόπου της εισαγωγής ή εξ εγκεκριμένης αποβάθρας, σταθμού ελέγχου ή τελωνειακής αποθήκης-

(α)εμπορεύματα υποκείμενα εις μη καταβληθέντα εισέτι δασμόν· ή

(β) εμπορεύματα εισαχθέντα, αποβιβασθέντα ή εκφορτωθέντα κατά παράβασιν οιασδήποτε απαγορευτικής διατάξεως ή περιορισμού, εκάστοτε τελούντος εν ισχύϊ, αναφορικώς προς τα τοιαύτα εμπορεύματα, δυνάμει νομοθετικής τίνος πράξεως,

ή συνδράμει ή άλλως ενέχεται εις την τοιαύτην εκφόρτωσιν, αποβίβασιν ή μεταφοράν, προσέτι δε πας όστις εισάγει ή ενέχεται εις την εισαγωγήν οιωνδήποτε εμπορευμάτων κατά παράβασιν τοιαύτης, ως εν τοις ανωτέρω, απαγορευτικής διατάξεως ή περιορισμού, ανεξαρτήτως εάν έλαβε χώραν η εκφόρτωσις των εμπορευμάτων ή όχι, εφ' όσον πράττει ούτω επί τω τέλει καταδολιεύσεως της Δημοκρατίας, εκ του εις ον υπόκεινται τα εμπορεύματα δασμού ή επί τω τέλει καταστρατηγήσεως της εν λόγω απαγορευτικής διατάξεως ή περιορισμού, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων ή τας £1500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών ή εις φυλάκισιν μέχρι δύο ετών ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.

(2) Πας όστις-

(α) εισάγει ή προκαλεί την εισαγωγήν οιωνδήποτε εμπορευμάτων κεκρυμμένων εν δοχείω περιέχοντι εμπορεύματα διαφορετικής κλάσεως· ή

(β) αμέσως ή εμμέσως εισάγει ή προκαλεί την εισαγωγήν ή κατάθεσιν διασαφήσεως αναφορικώς προς εμπορεύματα, άτινα, προ ή μετά την παράδοσιν των εξευρίσκονται ως μη συνάδοντα προς τα εν τη κατατεθείση διασαφήσει καθοριζόμενα τοιαύτα,

είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων ή τας £500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών.

(3) Αι δυνάμει του παρόντος άρθρου επιβαλλόμενοι ποιναί δεν τυγχάνουσιν εφαρμογής ως εν τη περιπτώσει αδικήματος σχέσιν έχοντος προς την εισαγωγήν εμπορευμάτων, την γενομένην κατά παράβασιν απαγορευτικής διατάξεως ή περιορισμού, εφ' όσον ρητώς προνοείται ετέρα ποινή διά το εν λόγω αδίκημα υπό της νομοθετικής ή ετέρας πράξεως, δι' ης επιβάλλεται η τοιαύτη απαγόρευσις ή περιορισμός.