2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«άδεια οικοδομής» σημαίνει άδεια που εκδίδεται με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου·
«ακίνητη ιδιοκτησία» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι διατάξεις του άρθρου 2 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου·
«ανάπτυξη» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι διατάξεις του άρθρου 20 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου·
«αξία» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι διατάξεις του άρθρου 2 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου·
«αξία γενικής εκτίμησης» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι διατάξεις του άρθρου 2 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου και περιλαμβάνει την αξία που προκύπτει από τη διενέργεια επανεκτίμησης με βάση τις διατάξεις του άρθρου 67 του Νόμου αυτού·
«αρχή τοπικής διοίκησης» σημαίνει δήμο ο οποίος συστάθηκε και λειτουργεί δυνάμει των διατάξεων του περί Δήμων Νόμου ή/και κοινότητα η οποία που συστάθηκε και λειτουργεί δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινοτήτων Νόμου·
«αστικός αναδασμός» σημαίνει την ενοποίηση, διαχείριση και αναδιανομή ακίνητης ιδιοκτησίας που ευρίσκεται εντός περιοχής ανάπτυξης με σκοπό τη δημιουργία και διανομή στους ιδιοκτήτες της οικοπέδων κατάλληλων για ανάπτυξη με την αναγκαία υποδομή·
«Γενικός Διευθυντής» σημαίνει τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών∙
«Δικαστήριο» σημαίνει το επαρχιακό δικαστήριο της επαρχίας εντός των διοικητικών ορίων της οποίας διενεργείται αστικός αναδασμός·
«ενδιαφερόμενο πρόσωπο» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει έννομο συμφέρον και τα συμφέροντα του οποίου δύναται να επηρεαστούν θετικά ή αρνητικά ως αποτέλεσμα της εκτέλεσης ή ολοκλήρωσης του «Επαρχιακός Οργανισμός Αυτοδιοίκησης» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι διατάξεις του περί Επαρχιακών Οργανισμών Αυτοδιοίκησης Νόμου∙
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή Αστικού Αναδασμού, η οποία ιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8·
«ιδιοκτήτης», σε σχέση με ακίνητη ιδιοκτησία, σημαίνει πρόσωπο το οποίο είναι εγγεγραμμένο στo κτηματικό μητρώo του Επαρχιακού Kτηματολογικού Γραφείου της επαρχίας στην οποία ευρίσκεται η ακίνητη ιδιοκτησία, είτε ως κύριος αυτής είτε ως πρόσωπο το οποίο δικαιούται να εγγραφεί ως κύριός της·
«οικόπεδο αστικού αναδασμού» σημαίνει τεμάχιο γης κατάλληλο για ανάπτυξη το οποίο προκύπτει μετά από την υλοποίηση αστικού αναδασμού, από το οποίο έχουν αφαιρεθεί οποιεσδήποτε δεσμεύσεις και επί του οποίου έχουν ολοκληρωθεί τα κατασκευαστικά έργα·
«περιοχή ανάπτυξης» σημαίνει περιοχή εντός σχεδίου ανάπτυξης και ειδικότερα εντός των καθορισμένων οικιστικών, εμπορικών, τουριστικών, παραθεριστικών, βιομηχανικών, βιοτεχνικών και κτηνοτροφικών ζωνών και περιοχών·
«περιοχή αστικού αναδασμού» σημαίνει την ειδικά καθορισμένη σε διάταγμα περιοχή, το οποίο εκδίδεται με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6, για σκοπούς εφαρμογής σχεδίου αστικού αναδασμού·
«πολεοδομική άδεια» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 2 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου·
«πολεοδομικό ρυμοτομικό σχέδιο» σημαίνει το λεπτομερές σχέδιο με το οποίο καθορίζεται η διάταξη ή/και διαρρύθμιση των υποδομών και χρήσεων, περιλαμβανομένων οικοπέδων, δημόσιων δρόμων, πεζόδρομων, χώρων στάθμευσης, ανοικτών δημόσιων χώρων, πλατειών, δημόσιων χώρων πρασίνου, χώρων για κοινωνικό εξοπλισμό, άλλων κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, συγκεκριμένης περιοχής, η οποία ευρίσκεται εντός περιοχής ανάπτυξης και στην οποία εκπονείται ή/και υλοποιείται αστικός αναδασμός δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
«ποσοστό συμμετοχής» σημαίνει το ποσοστό που αναλογεί στην αξία της ιδιοκτησίας των μελών του συνεταιρισμού, έναντι της συνολικής αξίας των ιδιοκτησιών οι οποίες συμμετέχουν στο σχέδιο αστικού αναδασμού, όπως αυτές εκτιμώνται από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ή άλλο πρόσωπο ή οργανισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22·
«προκαταρκτικό σχέδιο αναδασμού» σημαίνει το προκαταρκτικό πολεοδομικό ρυμοτομικό σχέδιο σε απλουστευμένη και γενικευμένη μορφή, το οποίο εκπονείται επί σκοπώ προετοιμασίας της υλοποίησης αστικού αναδασμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·
«συνεταιρισμός» σημαίνει τον Συνεταιρισμό Αστικού Αναδασμού ο οποίος συστήνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 31·
«σχέδιο αναδιανομής ακίνητης ιδιοκτησίας» σημαίνει το σχέδιο που εκπονείται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25·
«σχέδιο ανάπτυξης» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 2 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου∙
«σχέδιο αστικού αναδασμού» σημαίνει τη μελέτη έργου αστικού αναδασμού, το οποίο αποφασίζεται και υλοποιείται σε καθορισμένη περιοχή με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού·
«ταμείο» σημαίνει το ταμείο που ιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 31·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εσωτερικών·
«φορέας υλοποίησης του έργου» σημαίνει την αρχή η οποία αναλαμβάνει την υλοποίηση του σχεδίου αστικού αναδασμού και η οποία δύναται να είναι το κράτος, αρχή τοπικής διοίκησης, Επαρχιακός Οργανισμός Αυτοδιοίκησης, άλλη περιφερειακή ή τοπική αρχή, οργανισμός δημοσίου δικαίου ή ένωση περισσότερων από αυτές τις αρχές ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·
«χώρος για κοινωφελείς σκοπούς» περιλαμβάνει χώρο κοινωνικής ή/και κοινοτικής υποδομής·
«χώρος δημόσιας χρήσης» σημαίνει χώρο προσβάσιμο ή διαθέσιμο για χρήση στο ευρύ κοινό και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, δρόμους, πεζόδρομους, χώρους στάθμευσης, πλατείες, χώρους πρασίνου και χώρους πρασίνου με αθλητικές εγκαταστάσεις.
(2) Οποιαδήποτε αναφορά στον παρόντα Νόμο σε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη σημαίνει τον εν λόγω νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν από το κείμενο του παρόντος Νόμου προκύπτει διαφορετική έννοια, και το ίδιο ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών, και αναφορικά με νομοθετικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι Οδηγία, Κανονισμό ή Απόφαση, εάν και εφόσον αναφέρονται στον παρόντα Νόμο ή σε κανονιστική διοικητική πράξη που εκδίδεται δυνάμει αυτού.