Άλλες εξουσίες

20.-(1) Η Αρχή έχει εξουσία να:

(α) Επιτηρεί τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ή οι διατάξεις των Αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, στις βασικές ή/και σημαντικές οντότητες,

(β) απαιτεί από οποιαδήποτε βασική ή/και σημαντική οντότητα ή άλλο πρόσωπο, οποιαδήποτε πληροφορία, την οποία δυνατό να κρίνει ευλόγως ως αναγκαία, για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων και εξουσιών της και εκτέλεσης των καθηκόντων της, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών που πηγάζουν από την τοποθέτηση αισθητήρων, με σκοπό τον εντοπισμό κακόβουλων λογισμικών, σε εσωτερικά δίκτυα ή/και σε εξωτερικά δίκτυα, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 31Α:

Νοείται ότι, η τοποθέτηση αισθητήρων από την Αρχή σε εσωτερικά δίκτυα μπορεί να γίνει μόνο κατόπιν αιτήματος της βασικής ή/και σημαντικής οντότητας ή συναίνεσής της ή/και για λόγους εθνικής ασφάλειας, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 15,

(γ) καθορίζει με Απόφασή της τα μέτρα διαχείρισης κινδύνων στον τομέα της κυβερνοασφάλειας και τις διαδικασίες κοινοποίησης περιστατικών ψηφιακής ασφάλειας  και επιτηρεί τη συμμόρφωση με αυτά και, όπου αυτό είναι αναγκαίο, διατάσσει τη λήψη διορθωτικών μέτρων,

(δ) εκδίδει οποιεσδήποτε Αποφάσεις είναι αναγκαίες για εξασφάλιση συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου,

(ε) επιβάλλει διοικητικά πρόστιμα στις βασικές ή/και σημαντικές οντότητες για παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού,

(στ) κλητεύει και εξαναγκάζει, κατά τον καθορισμένο σε Απόφαση τρόπο, την παρουσία μαρτύρων σε έρευνες.

(2) Ο Επίτροπος εξουσιοδοτεί οποιονδήποτε υπάλληλο της Αρχής όπως αυτός εισέρχεται, επιθεωρεί, ερευνά, διενεργεί έλεγχο, καθ’ οιονδήποτε εύλογο χρόνο, σε οποιονδήποτε χώρο, υποστατικό ή όχημα, εξαιρουμένου οποιουδήποτε χώρου χρησιμοποιείται ως κατοικία, τα οποία χρησιμοποιούνται για την παροχή οποιωνδήποτε υπηρεσιών από βασικές και σημαντικές οντότητες, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και συλλέγει στοιχεία τα οποία ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν για αποδεικτικούς σκοπούς ή οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των προνοιών των Κανονισμών ή των Αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού.

(3) Πρόσωπο το οποίο, αυτοπροσώπως ή διά υπαλλήλου του ή άλλου εκπροσώπου του, παρακωλύει ή παρεμποδίζει υπάλληλο της Αρχής να ασκήσει οποιοδήποτε από τα καθήκοντά του, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες ευρώ (€8.000) ή/και στις δύο αυτές ποινές.