Άρνηση εντολών πληρωμής

79.-(1) Σε περίπτωση που, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αρνείται να εκτελέσει εντολή πληρωμής ή να εκκινήσει πράξη πληρωμής, οφείλει να γνωστοποιήσει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών την άρνηση και, ει δυνατόν, τους λόγους της άρνησης και τη διαδικασία αποκατάστασης των τυχόν λαθών που οδήγησαν στην άρνηση, εκτός αν αυτό απαγορεύεται από άλλη σχετική διάταξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του δικαίου του οικείου κράτους μέλους.

(2) Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει ή καθιστά διαθέσιμη, κατά τον συμφωνηθέντα τρόπο, τη γνωστοποίηση με την πρώτη ευκαιρία και, σε κάθε περίπτωση, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 83.

(3) Η σύμβαση-πλαίσιο επιτρέπεται να περιλαμβάνει όρο, σύμφωνα με τον οποίο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα έχει δικαίωμα να επιβάλει εύλογη επιβάρυνση για την άρνηση αυτή, εάν η άρνηση είναι αντικειμενικώς αιτιολογημένη.

(4) Ο πάροχος των υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού του πληρωτή, εφόσον πληρούνται όλοι οι όροι που προβλέπονται στη σύμβαση-πλαίσιο του πληρωτή, δεν αρνείται να εκτελέσει εγκεκριμένη εντολή πληρωμής, ανεξαρτήτως του εάν η έναρξη της εντολής πληρωμής διενεργήθηκε απευθείας από τον πληρωτή ή μέσω του παρόχου υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής ή από δικαιούχο ή μέσω αυτού, εκτός αν η εκτέλεση της εντολής πληρωμής απαγορεύεται από άλλη σχετική διάταξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή δικαίου του οικείου κράτους μέλους.

(5) Για τους σκοπούς των άρθρων 83 και 89, εντολή πληρωμής της οποίας η εκτέλεση απορρίφθηκε θεωρείται ως μη ληφθείσα.