Εποπτεία των ιδρυμάτων πληρωμών κατά την άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών

30.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή κράτους μέλους προέλευσης, συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής για τη διενέργεια των ελέγχων και τη λήψη των αναγκαίων μέτρων που προβλέπονται στα Μέρη ΙΙ, ΙΙΙ και IV, σύμφωνα με το άρθρο 99(4) και (5), σε σχέση με τον αντιπρόσωπο ή το υποκατάστημα ιδρύματος πληρωμών που βρίσκεται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

(2) Στην περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα συνιστά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης για τη διενέργεια των ελέγχων και τη λήψη των αναγκαίων μέτρων που προβλέπονται στους Τίτλους ΙΙ, ΙΙΙ και IV της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, σύμφωνα με το Άρθρο 100, παράγραφος 4 της εν λόγω Οδηγίας σε σχέση με τον αντιπρόσωπο ή το υποκατάστημα ιδρύματος πληρωμών που βρίσκεται στη Δημοκρατία.

(3) Στο πλαίσιο της συνεργασίας που προβλέπεται στο εδάφιο (1), η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης, γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής ότι επιθυμεί να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής.

(4) Ανεξάρτητα από το εδάφιο (3), η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης, δύναται να αναθέσει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων στο σχετικό ίδρυμα.

(5) Η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, διενεργεί επιτόπιους ελέγχους που της ανατίθενται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης δυνάμει του Άρθρου 29, παράγραφος 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366.

(6) Η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή κράτους μέλους προέλευσης, κοινοποιεί και ανταλλάσσει με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής όλες τις ουσιώδεις και/ή σχετικές πληροφορίες, ιδίως σε περίπτωση παράβασης ή εικαζόμενης παράβασης από τον αντιπρόσωπο ή υποκατάστημα και όταν τέτοιες παραβάσεις συνέβησαν στο πλαίσιο ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

(7) Στο πλαίσιο των διατάξεων του εδαφίου (6), η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή κράτους μέλους προέλευσης, κοινοποιεί και ανταλλάσσει, κατόπιν αιτήματος, όλες τις σχετικές πληροφορίες και, με ιδίαν πρωτοβουλία, όλες τις ουσιαστικές πληροφορίες, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη συμμόρφωση του ιδρύματος πληρωμών με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 11(3).

(8) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτεί από τα ιδρύματα πληρωμών που λειτουργούν στη Δημοκρατία μέσω αντιπροσώπων στο πλαίσιο του δικαιώματος ελεύθερης εγκατάστασης και των οποίων η έδρα βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος να ορίζουν ένα κεντρικό σημείο επικοινωνίας στη Δημοκρατία, προκειμένου να διασφαλίσει την κατάλληλη επικοινωνία και την υποβολή στοιχείων σχετικά με τη συμμόρφωση τόσο με τις διατάξεις του δικαίου του κράτους μέλους προέλευσης που ενσωματώνουν τους Τίτλους ΙΙΙ και IV της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 όσο και με τα Μέρη ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και προκειμένου να διευκολύνεται η εποπτεία από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και του κράτους μέλους υποδοχής, μεταξύ άλλων με την παροχή εγγράφων και πληροφοριών στην Κεντρική Τράπεζα κατόπιν αιτήματός της.

(9) Η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής, δύναται να απαιτεί από ίδρυμα πληρωμών που έχει αντιπροσώπους ή υποκαταστήματα στη Δημοκρατία να της υποβάλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα έκθεση για τις δραστηριότητες που ασκεί στη Δημοκρατία.

(10) Οι εκθέσεις οι οποίες προβλέπονται στο εδάφιο (9) απαιτούνται για ενημερωτικούς ή στατιστικούς σκοπούς και, στον βαθμό που οι αντιπρόσωποι και τα υποκαταστήματα ασκούν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες υπηρεσιών πληρωμών στο πλαίσιο του δικαιώματος ελεύθερης εγκατάστασης, για σκοπούς ελέγχου της συμμόρφωσης τόσο με τις διατάξεις του δικαίου του κράτους μέλους προέλευσης που ενσωματώνουν τους Τίτλους ΙΙΙ και IV της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 όσο και με τα Μέρη ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου.

(11) Οι αντιπρόσωποι και τα υποκαταστήματα που αναφέρονται στο εδάφιο (10) υπόκεινται στην τήρηση απαιτήσεων επαγγελματικού απορρήτου που είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με αυτές που προβλέπονται στο άρθρο 33.

(12) Η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής, κοινοποιεί στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και ανταλλάσσει με αυτές όλες τις ουσιώδεις και/ή σχετικές πληροφορίες, ιδίως σε περίπτωση παρά¬βασης ή εικαζόμενης παράβασης από αντιπρόσωπο ή υποκατάστημα και στην περίπτωση που τέτοιες παραβάσεις συνέβησαν στο πλαίσιο ελεύθερης παροχής υπηρεσιών η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής, κοινοποιεί, κατόπιν αιτήματος αρμόδιας αρχής κράτους μέλους προέλευσης, όλες τις σχετικές πληροφορίες και, με ιδίαν πρωτοβουλία, όλες τις ουσιαστικές πληροφορίες, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη συμμόρφωση του ιδρύματος πληρωμών με τις προϋποθέσεις του Άρθρου 11, παράγραφος 3 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366.