Εξουσίες Κεντρικής Τράπεζας

24.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται-

(α) Να απαιτεί από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να θέτει στη διάθεσή της για εξέταση τα ρευστά διαθέσιμα και άλλα στοιχεία ενεργητικού, βιβλία, αρχεία και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα:

Νοείται ότι, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να υποστηρίζεται από προσοντούχο πρόσωπο που κατονομάζεται για το σκοπό αυτό από την Κεντρική Τράπεζα και το οποίο υπόκειται στις υποχρεώσεις όσον αφορά την εμπιστευτικότητα που εφαρμόζονται στην περίπτωση λειτουργών της Κεντρικής Τράπεζας∙ και/ή

(β) να ζητεί την έκδοση διατάγματος, σύμφωνα με το άρθρο 32(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου, για σκοπούς συμμόρφωσης του καθ’ ου η αίτηση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙ και/ή

(γ) να απαιτεί την άμεση διακοπή κάθε πρακτικής που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙ και/ή

(δ) να απαγορεύει προσωρινά την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας των υπεύθυνων διευθυνόντων του παρόχου πληρωμών∙ και/ή

(ε) να λαμβάνει κάθε μέτρο για την εξασφάλιση της συνεχούς συμμόρφωσης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙ και/ή

(στ) να επιτρέπει εξακριβώσεις ή έρευνες ή να αιτείται αυτών από ορκωτούς εμπειρογνώμονες.

(2) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο οφείλει όταν κληθεί από την Κεντρική Τράπεζα δυνάμει του εδαφίου (1), να θέσει στη διάθεσή της πληροφορίες, έγγραφα ή στοιχεία σχετικά με πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που κατέχει ή έχει υπό τον έλεγχό του, καθώς και να προσέλθει στον τόπο διεξαγωγής των εργασιών της Κεντρικής Τράπεζας, αν το απαιτήσει:

Νοείται ότι, πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται οποιαδήποτε απαίτηση δυνάμει του παρόντος εδαφίου υποχρεούται να συμμορφωθεί με την απαίτηση αυτή, τηρουμένων των ασυλιών και προνομίων που απολαμβάνει μάρτυρας ο οποίος καλείται να εμφανισθεί ενώπιον δικαστηρίου.

(3) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να παρακωλύει ή παρεμποδίζει με πράξη ή παράλειψή του την Κεντρική Τράπεζα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(4) Η παροχή ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων ή εγγράφων ή εντύπων ή η απόκρυψη ουσιώδους πληροφορίας από οποιαδήποτε γνωστοποίηση που υποβάλλεται στην Κεντρική Τράπεζα δυνάμει του παρόντος άρθρου αποτελεί, πέρα από παράβαση η οποία υπόκειται σε διοικητική κύρωση κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 25, ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις ογδόντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€85.000) και/ή με τις δύο αυτές ποινές.