Διάρκεια της ελεγκτικής εργασίας σε οντότητα δημοσίου συμφέροντος

75.-(1) Κατά παρέκκλιση από το Άρθρο 17, παράγραφος 1, του Κανονισμού (ΕΕ) 537/2014, η μέγιστη διάρκεια που αναφέρεται στο Άρθρο 17, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, αυτού του Κανονισμού μπορεί να παραταθεί μέχρι μέγιστη διάρκεια -

(α) Είκοσι ετών, στην περίπτωση διενέργειας δημόσιας διαδικασίας υποβολής προσφορών για τον υποχρεωτικό έλεγχο σύμφωνα με το Άρθρο 16, παράγραφοι 2 έως 5, αυτού του Κανονισμού και αρχίζει να ισχύει με τη λήξη της μέγιστης διάρκειας που αναφέρεται στο Άρθρο 17, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, αυτού του Κανονισμού˙ ή

(β) είκοσι τεσσάρων ετών, όταν, μετά τη λήξη της μέγιστης διάρκειας που αναφέρεται στο Άρθρο 17, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, αυτού του Κανονισμού, χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα περισσότεροι του ενός νόμιμοι ελεγκτές ή νόμιμα ελεγκτικά γραφεία, υπό τον όρο ότι ο υποχρεωτικός έλεγχος καταλήγει στην υποβολή της κοινής έκθεσης ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 69 του παρόντος Νόμου.

(2) Το εδάφιο (1) εφαρμόζεται τηρουμένου του Άρθρου 17, παράγραφος 5, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 537/2014.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 27Η του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, στην περίπτωση που η οντότητα δημοσίου συμφέροντος είναι αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, η Κεντρική Τράπεζα δεν εγκρίνει-

(α) Το διορισμό εγκεκριμένου ελεγκτή για σκοπούς διενέργειας των υποχρεωτικών ελέγχων στο αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα για διάρκεια ελεγκτικής εργασίας που υπερβαίνει τα εννέα συναπτά (9) έτη και

(β) τον επαναδιορισμό του προσώπου αυτού για τους ίδιους σκοπούς στην ίδια οντότητα, προτού παρέλθουν τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη από την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία αυτό ασκούσε ελεγκτική εργασία στο εν λόγω αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα.