Μετονομασία του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου Κύπρου σε Αρχή Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων Κύπρου

4.-(1) Το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο Κύπρου, που ιδρύθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Προλήψεως της Χρήσης και Διάδοσης Ναρκωτικών και Άλλων Εξαρτησιογόνων Ουσιών Νόμου, ο οποίος με τον παρόντα Νόμο καταργείται, συνεχίζει να λειτουργεί ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και μετονομάζεται σε Αρχή Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων Κύπρου, η οποία το διαδέχεται όσον αφορά τον κύκλο των δραστηριοτήτων του, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του.

(2) Η Αρχή συντονίζει και ελέγχει όλα τα μέτρα και τις παρεμβάσεις που στοχεύουν στην αντιμετώπιση των εξαρτήσεων.

(3)(α) Η Αρχή συγκροτείται από τον πρόεδρο, ο οποίος διορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον αντιπρόεδρο και επτά μέλη που διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(β)(i) Πρόεδρος της Αρχής διορίζεται πρόσωπο εγνωσμένου ήθους και κύρους, το οποίο αποτελεί τον εθνικό συντονιστή.

(ii) Αντιπρόεδρος της Αρχής διορίζεται ο πρόεδρος ή εκπρόσωπος του Οργανισμού Νεολαίας Κύπρου.

(iii) Τα μέλη της Αρχής επιλέγονται από κατάλογο προσώπων που καταρτίζεται από τον Υπουργό, στον οποίο περιλαμβάνονται και εισηγήσεις του προέδρου και είναι πρόσωπα με ειδικές επιστημονικές γνώσεις και αναγνωρισμένη εμπειρία στα θέματα των εξαρτήσεων.

(γ) Ο πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής λαμβάνουν επίδομα ή/και ωφελήματα, όπως εκάστοτε ορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο.

(4)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (5), η θητεία του προέδρου είναι πενταετής και του αντιπροέδρου και των μελών της Αρχής τριετής.

(β) Ο πρόεδρος εκπροσωπεί την Αρχή δικαστικώς και εξωδίκως.

(5) Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δύναται να τερματίσει το διορισμό του προέδρου και το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να τερματίσει το διορισμό του αντιπροέδρου ή μέλους της Αρχής, λόγω-

(α) Καταδίκης τους για αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, ή

(β) κήρυξής τους σε πτώχευση, ή

(γ) κακοδιαχείρισης των εσόδων της Αρχής, όπως ήθελε προκύψει από τον έλεγχο των λογαριασμών της Αρχής από το Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας.

(6) Ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και τα μέλη της Αρχής δύναται οποτεδήποτε να υποβάλουν γραπτώς την παραίτησή τους απευθυνόμενοι στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή στο Υπουργικό Συμβούλιο, ανάλογα με την περίπτωση. η παραίτηση ισχύει τέσσερις (4) εβδομάδες μετά την ημερομηνία υποβολής της ή προηγουμένως σε περίπτωση διορισμού νέου μέλους, από την ημερομηνία του διορισμού αυτού.

(7) Θέσεις που κενώνονται για οποιοδήποτε λόγο πληρούνται με το διορισμό νέων μελών για το υπόλοιπο της θητείας του μέλους του οποίου η θέση κενώθηκε.

(8) Η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή των εργασιών της Αρχής δεν επηρεάζονται από την ύπαρξη κενών θέσεων σε αυτή, νοουμένου ότι υπάρχει η προβλεπόμενη στο εδάφιο (10) απαρτία.

(9) Η Αρχή καταρτίζει εσωτερικούς κανονισμούς για την καλύτερη διεξαγωγή των εργασιών της, οι οποίοι κατατίθενται στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση και ρυθμίζουν τη λειτουργία μόνιμων ή ad hoc επιστημονικών επιτροπών ή ομάδας εμπειρογνωμόνων, που συστήνονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9.

(10) Πέντε (5) μέλη της Αρχής, περιλαμβανομένου του προεδρεύοντος, αποτελούν απαρτία. οι αποφάσεις της Αρχής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας, ο προεδρεύων της συνεδρίασης έχει δεύτερη ή νικώσα ψήφο.

(11) Σε περίπτωση απουσίας του προέδρου τα καθήκοντα αυτού ασκεί ο αντιπρόεδρος και σε περίπτωση απουσίας του αντιπροέδρου τα καθήκοντα αυτού ασκεί μέλος της Αρχής το οποίο εκλέγεται από τα μέλη.

(12) Σε περίπτωση που μέλος έχει άμεσο ή έμμεσο προσωπικό συμφέρον σε σχέση με θέμα που εξετάζει η Αρχή δηλώνει το συμφέρον του και αποχωρεί από τη συνεδρία.

(13) Σε περίπτωση που μέλος της Αρχής απουσιάζει από τρεις (3) συνεχόμενες συνεδρίες της Αρχής ή/και σε περίπτωση αδυναμίας μέλους να εκτελέσει τα καθήκοντά του, ο πρόεδρός της δύναται να ζητήσει την αντικατάστασή του από το Υπουργικό Συμβούλιο.