Επιβολή κυρώσεων

28.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ίδρυμα δεν τηρεί οποιαδήποτε υποχρέωση ή δέσμευσή του, περιλαμβανομένης της υποχρέωσης παροχής πληροφοριών ή καταβολής εισφοράς ή άλλης χρηματικής οφειλής, η οποία προκύπτει από τον παρόντα Νόμο, τους κανονισμούς ή τις εγκυκλίους ή οδηγίες τις οποίες εκδίδει η Επιτροπή, η Επιτροπή δύναται να πράξει οτιδήποτε από τα ακόλουθα:

(α) Να ζητά από την Κεντρική Τράπεζα την επιβολή οποιασδήποτε κύρωσης, η οποία προβλέπεται από τον περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμο, οι δε διατάξεις του εν λόγω Νόμου που επιτρέπουν στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου την επιβολή τέτοιων κυρώσεων καθίστανται κατ’ αναλογία εφαρμοστέες για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.

(β) αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία το εν λόγω ίδρυμα, να επιβάλει για κάθε παράβαση, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, και, σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, ποσού που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) για έκαστη παράβαση.

(γ) σε περίπτωση κατά την οποία ίδρυμα παραλείπει να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό έως τη δοθείσα προθεσμία εκπλήρωσης των οφειλών του κατά τις παραγράφους (α) και (β), η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει τόκο επί του ποσού που οφείλεται, με επιτόκιο, το οποίο δεν υπερβαίνει το δημόσιο επιτόκιο υπερημερίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ενιαίου Δημόσιου Επιτοκίου Υπερημερίας Νόμου.

(2)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία τα μέτρα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δεν εξασφαλίζουν την τήρηση των υποχρεώσεων οποιουδήποτε μέλους, η Επιτροπή δύναται, μετά από ρητή συναίνεση της Κεντρικής Τράπεζας και, στην περίπτωση πιστωτικού ιδρύματος που η έδρα του είναι άλλη από τη Δημοκρατία κατόπιν διαβουλεύσεων με την εποπτική αρχή της χώρας όπου αυτό έχει την έδρα του, να αποκλείσει το πιστωτικό ίδρυμα από το ΣΕΚ, δίνοντάς του προθεσμία τουλάχιστον ενός μηνός για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. τα υπόλοιπα των καταθέσεων που έγιναν πριν από τη λήξη της προθεσμίας εξακολουθούν να καλύπτονται από το ΣΕΚ στο βαθμό που προβλέπεται από τους κανονισμούς.

(β) Αν μετά την πάροδο της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο (α) το πιστωτικό ίδρυμα συνεχίζει να μην τηρεί τις υποχρεώσεις του, η Επιτροπή αποκλείει το πιστωτικό ίδρυμα από το ΣΕΚ και ενημερώνει τους καταθέτες με σχετική ανακοίνωσή της στον ημερήσιο τύπο.

(γ) Οι καταθέσεις που υφίστανται κατά την ημερομηνία αποκλεισμού του πιστωτικού ιδρύματος από τη συμμετοχή στο ΣΕΚ εξακολουθούν να καλύπτονται από το ΣΕΚ.

(3)(α) Σε περίπτωση αποκλεισμού πιστωτικού ιδρύματος από το ΣΕΚ, η Κεντρική Τράπεζα ανακαλεί την άδεια λειτουργίας του.

(β) Αναφορικά με υποκατάστημα πιστωτικού ιδρύματος με έδρα σε χώρα εκτός της Ένωσης, οι διατάξεις της παραγράφου (α) δεν εφαρμόζονται αν το πιστωτικό ίδρυμα προβεί σε άλλες διευθετήσεις για κάλυψη των καταθετών του, τουλάχιστον στο επίπεδο και στο βαθμό που προνοεί το ΣΕΚ.