Αξιολόγηση της καταλληλότητας και συμβατότητας προϊόντος και ενημέρωση πελατών

394ΙΖ.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 394ΣΤ, σε περίπτωση που ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφα-λιστική επιχείρηση παρέχει συμβουλές για επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση, λαμβάνει επίσης τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα ως προς τον συγκεκριμένο τύπο προϊόντος ή υπηρεσίας, σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση του εν λόγω προσώπου, περιλαμβανομένης της δυνατότητάς του να υποστεί ζημιές, καθώς και σχετικά με τους επενδυτικούς στόχους του εν λόγω προσώπου, περιλαμβανομένου του επιπέδου ανοχής κινδύνου, ώστε να μπορεί ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση να συστήσει στον πελάτη ή στον δυνητικό πελάτη τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα που είναι κατάλληλα για το εν λόγω πρόσωπο και που, ιδίως, είναι σύμφωνα με το επίπεδο ανοχής κινδύνου και με τη δυνατότητα του εν λόγω προσώπου να υποστεί ζημιές.

(2) Σε περίπτωση που ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει επενδυτικές συμβουλές στο πλαίσιο των οποίων συστήνει πακέτο υπηρεσιών ή προϊόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 394Ι, το συνολικό πακέτο πρέπει να είναι κατάλληλο για τον πελάτη.

(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 394ΣΤ, σε περίπτωση που ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφαλιστική επιχείρηση ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων εκτός από εκείνες που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2), σε σχέση με πωλήσεις για τις οποίες δεν δίδονται συμβουλές, ζητεί από τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα του στον επενδυτικό τομέα σε σχέση με τον συγκεκριμένο τύπο προϊόντος ή υπηρεσίας που προσφέρεται ή ζητείται, ώστε να μπορεί ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση να εκτιμήσει κατά πόσο η σκοπούμενη ασφαλιστική υπηρεσία ή το προϊόν είναι ενδεδειγμένο  για τον πελάτη, και στην περίπτωση πακέτου υπηρεσιών ή προϊόντων, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 394Ι,  στο πλαίσιο της αξιολόγησης εξετάζεται κατά πόσο το συνολικό πακέτο είναι ενδεδειγμένο για τον πελάτη.

(4) Σε περίπτωση που ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφαλιστική επιχείρηση κρίνει βάσει των πληροφοριών που έχει λάβει, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), ότι το προϊόν δεν είναι ενδεδειγμένο για τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη, τον προειδοποιεί περί τούτου και  η προειδοποίηση δύναται να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.

(5) Σε περίπτωση που πελάτης ή δυνητικός πελάτης δεν παρέχει τις προβλεπόμενες στο  εδάφιο (3) πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα του ή παρέχει ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση τον προειδοποιεί ότι δεν είναι σε θέση να κρίνει κατά πόσο το σκοπούμενο προϊόν είναι ενδεδειγμένο  για αυτόν και  η προειδοποίηση δύναται να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.

(6) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 394ΣΤ, σε περίπτωση που δεν παρέχονται συμβουλές σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δύναται να ασκούν δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων στη Δημοκρατία χωρίς να απαιτείται να λάβουν τις πληροφορίες ή να προβούν στη διαπίστωση που προβλέπεται στα εδάφια (3) έως (5), εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Οι δραστηριότητες αναφέρονται σε ένα από τα ακόλουθα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα:


(i) Συμβάσεις οι οποίες παρέχουν μόνο επενδυτική έκθεση σε χρηματοπιστωτικά μέσα που θεωρούνται μη σύνθετα βάσει του  περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου και δεν περιλαμβάνουν μία δομή η οποία δυσκολεύει τον πελάτη να κατανοήσει τους συνεπαγόμενους κινδύνους· ή

(ii) άλλα μη σύνθετα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου·

(β) η δραστηριότητα διανομής ασφαλιστικών προϊόντων πραγματοποιείται κατόπιν πρωτοβουλίας του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη·

(γ) ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης έχει ενημερωθεί σαφώς ότι κατά την παροχή της δραστηριότητας διανομής ασφαλιστικών προϊόντων ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση δεν υποχρεούται να αξιολογήσει την καταλληλότητα του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος ή της δραστηριότητας διανομής ασφαλιστικών προϊόντων που παρέχεται ή προσφέρεται και ότι ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης δεν καλύπτεται από την αντίστοιχη προστασία που παρέχουν οι σχετικοί κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας και η ενημέρωση δύναται να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή·

(δ) ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση συμμορ-φώνονται με τις υποχρεώσεις τους, όπως προβλέπονται στα άρθρα 394ΙΔ και 394ΙΕ.

(7) Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, περιλαμβανομένων μεταξύ άλλων και των προσώπων που εργάζονται στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή της ελευθερίας εγκατάστασης, όταν συνάπτουν ασφαλιστικές συμβάσεις με πελάτες που έχουν τη συνήθη διαμονή ή την εγκατάστασή τους σε κράτος μέλος το οποίο δεν κάνει χρήση της παρέκκλισης που προβλέπεται στο Άρθρο 30, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/97, συμμορφώνονται με τις εφαρμοστέες διατάξεις στο εν λόγω κράτος μέλος.

(8) Ασφαλιστικός διαμεσολαβητής και  ασφαλιστική επιχείρηση τηρούν αρχείο στο οποίο περιλαμβάνονται ένα ή περισσότερα έγγραφα τα οποία έχουν συμφωνηθεί μεταξύ του πελάτη και του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης και αναφέρουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, καθώς και άλλους όρους υπό τους οποίους ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση θα παρέχει υπηρεσίες στον πελάτη, τα δε δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών δύναται να ορίζονται με αναφορά σε άλλα έγγραφα ή νομικά κείμενα.

(9) Ασφαλιστικός  διαμεσολαβητής και  ασφαλιστική επιχείρηση παρέχουν στον πελάτη επαρκείς αναφορές, σε μόνιμο μέσο, σχετικά με τις υπηρεσίες που τους παρέχουν, στις οποίες περιλαμβάνονται περιοδικές ανακοινώσεις προς τους πελάτες, λαμβανομένων υπόψη του τύπου και του σύνθετου χαρακτήρα των συναφών βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων και της φύσης της υπηρεσίας που παρέχεται στον πελάτη, καθώς και, ανάλογα με την περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών και των υπηρεσιών που εκτελούνται ή παρέχονται για λογαριασμό του πελάτη.

(10) Κατά την παροχή συμβουλών σχετικά με βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει στον πελάτη, πριν από τη σύναψη της σύμβασης, δήλωση καταλληλότητας σε μόνιμο μέσο, στην οποία προσδιορίζονται οι συμβουλές που δόθηκαν και ο τρόπος με τον οποίο αυτές ανταποκρίνονται στις προτιμήσεις, στους στόχους και στα άλλα χαρακτηριστικά του πελάτη και, σε τέτοια περίπτωση, εφαρμόζονται οι προϋποθέσεις που  προβλέπονται στα εδάφια (1) έως (3) του άρθρου 394Θ.

(11) Σε περίπτωση που η σύμβαση συνάπτεται με τη χρήση εξ αποστάσεως μέσου επικοινωνίας,  το οποίο παρεμποδίζει την εκ των προτέρων επίδοση της δήλωσης καταλληλότητας, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση δύναται να παρέχει τη δήλωση καταλληλότητας σε μόνιμο μέσο αμέσως μετά τη δέσμευση του πελάτη με οποιαδήποτε σύμβαση, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Ο πελάτης έχει συγκατατεθεί να παραλάβει τη δήλωση καταλληλότητας, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μετά τη σύναψη της σύμβασης·

(β) ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση έχει προσφέρει στον πελάτη τη δυνατότητα να καθυστερήσει τη σύναψη της σύμβασης, προκειμένου να παραλάβει προηγουμένως τη δήλωση καταλληλότητας της σύμβασης.

(12) Σε περίπτωση που ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση έχει ενημερώσει τον πελάτη ότι θα πραγματοποιεί περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας, η περιοδική έκθεση περιλαμβάνει επικαιροποιημένη δήλωση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν ανταποκρίνεται στις προτιμήσεις, στους στόχους και στα άλλα χαρακτηριστικά του πελάτη.

(13) Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις προσδιορίζουν περαιτέρω τη συμμόρφωση των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τις αρχές που προβλέπονται στο παρόν άρθρο κατά την άσκηση δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών προϊόντων με τους πελάτες τους, περιλαμβανομένων των πληροφοριών που λαμβάνονται κατά την αξιολόγηση της καταλληλότητας και της συμβατότητας των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων για τους πελάτες τους, των κριτηρίων για την αξιολόγηση μη πολύπλοκων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (ii), της παραγράφου (α), του εδαφίου (6), και του περιεχομένου και της μορφής των αρχείων και συμφωνιών για την παροχή υπηρεσιών προς τους πελάτες και των περιοδικών εκθέσεων προς τους πελάτες για τις παρεχόμενες υπηρεσίες.