Απόσπαση μόνιμων υπαλλήλων στη δημόσια υπηρεσία

6. (1) Μόνιμος υπάλληλος ο οποίος θα κριθεί ότι δεν είναι αναγκαίος για τη λειτουργία της Αρχής και ο οποίος δεν έχει επιλέξει το σχέδιο εθελούσιας αφυπηρέτησης, υπόκειται σε απόσπαση στη δημόσια υπηρεσία με ισχύ από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί των Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου (Ρύθμισις Θεμάτων Προσωπικού) Νόμου του 1970 καθώς και των διατάξεων των περί της Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμου του 1973 έως (Αρ. 2) του 2015, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, μετά από σύσταση του Υπουργού Οικονομικών, έχει εξουσία να αποφασίζει την απόσπαση υπαλλήλου στη δημόσια υπηρεσία και η απόσπαση του υπαλλήλου αυτού γίνεται σε καθήκοντα αντίστοιχα με τη μισθολογική κλίμακα του υπαλλήλου, λαμβάνοντας υπόψη την ειδικότητα/εξειδίκευση του προσωπικού, τα ακαδημαϊκά προσόντα, την εργασιακή πείρα, όπως επίσης και τον υφιστάμενο γεωγραφικό τόπο εργασίας και διαμονής, έχοντας πάντα ως γνώμονα την ανάγκη κάλυψης των υπηρεσιακών αναγκών της δημόσιας υπηρεσίας.

(3) Υπάλληλος της Αρχής που αποσπάται στη δημόσια υπηρεσία, εξακολουθεί να κατέχει την οργανωσιακή θέση από την οποία αποσπάται, υπάγεται όμως στον ιεραρχικό διοικητικό έλεγχο του οικείου προϊσταμένου του τμήματος της δημόσιας υπηρεσίας όπου αποσπάται.

(4) Η αξιολόγηση του υπαλλήλου αυτού γίνεται από το Γενικό Διευθυντή της Αρχής ή εξουσιοδοτημένο από αυτόν υπάλληλο της Αρχής, αφού ληφθούν υπόψη οι γραπτές απόψεις του οικείου προϊσταμένου του τμήματος της δημόσιας υπηρεσίας όπου αποσπάται και σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1997 έως 2011.

(5) Υπάλληλος που αποσπάται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, συνεχίζει να απολαμβάνει, τα ωφελήματα και δικαιώματα του στην Αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1997 έως 2011, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή/και άλλες συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ της Αρχής και των υπαλλήλων ή/και των συνδικαλιστικών οργανώσεων της Αρχής, εκτός και αν τροποποιηθούν μέσω γενικών νομοθετικών ή άλλων ρυθμίσεων που επηρεάζουν όλους τους κρατικούς υπαλλήλους και ο χρόνος διάρκειας της απόσπασής του λογίζεται ως υπηρεσία στη θέση αυτή για όλους τους σκοπούς, περιλαμβανομένου του δικαιώματος προαγωγής διαρκούσης της απόσπασής του, στη βάση της αναθεωρημένης δομής.

(6) Υπάλληλος που αποσπάται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, συνεχίζει να λαμβάνει τις απολαβές του από την Αρχή και υπό την εγγύηση της Δημοκρατίας, οι οποίες υπόκεινται στις αποκοπές, μειώσεις και συνεισφορές που ισχύουν στην Αρχή.

(7) Υπάλληλος που αποσπάται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εξακολουθεί να απολαμβάνει όλων των ωφελημάτων που δικαιούται ως υπάλληλος της Αρχής περιλαμβανομένων, των ωφελημάτων που παρέχονται από το ταμείο ευημερίας των υπαλλήλων της Αρχής, της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που παρέχει η Αρχή στους υπαλλήλους της, των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων των υπαλλήλων της Αρχής, και άλλων σύμφωνα με τους οικείους Κανονισμούς ή/και Καταστατικό, όπως αυτά εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανταιː

Νοείται ότι, όσον αφορά τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα και καθ’ όσο χρόνο υπάλληλος εργάζεται στην Αρχή ή στη δημόσια υπηρεσία με απόσπαση από την Αρχή, ισχύουν τα ακόλουθα αναφορικά με τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα:

(α) Εξακολουθεί να απολαμβάνει όλων των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων που θα ελάμβανε εάν συνέχιζε να εργάζεται αδιάκοπα ως υπάλληλος της Αρχής και η δημόσια υπηρεσία θα καταβάλλει στο Ταμείο Συντάξεων των υπαλλήλων της Αρχής, τις συνεισφορές που η Αρχή καταβάλλει στο Ταμείο Συντάξεων για τους υπαλλήλους τηςˑ

(β) η δημόσια υπηρεσία καταβάλλει στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τις εισφορές που η Αρχή θα κατέβαλλε αναφορικά με τον υπάλληλο, στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τον υπάλληλο, εάν δεν είχε αποσπαστεί στη δημόσια υπηρεσία και εξακολουθεί να απασχολείται από την Αρχή, με βάση τις απολαβές που έχει ο υπάλληλος από τη δημόσια υπηρεσία:

Νοείται περαιτέρω ότι, είναι δυνατόν η δημόσια υπηρεσία να καταβάλλει προς την Αρχή ολόκληρο ή μέρος του κόστους εργοδότησης του υπαλλήλου, περιλαμβανομένων των απολαβών, δικαιωμάτων, ωφελημάτων και εισφορών που η Αρχή θα καταβάλλει για τον υπάλληλο, ως αυτά απορρέουν από τις διατάξεις των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1973 έως 2011, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και άλλες συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ της Αρχής και των υπαλλήλων ή/και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, με διαδικασία που καθορίζεται μεταξύ του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας και της Αρχής.