Αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης ομίλων

19.-(1)(α) Η αρχή εξυγίανσης είτε ως αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου από κοινού με τις αρχές εξυγίανσης κρατών μελών των θυγατρικών είτε ως αρχή εξυγίανσης θυγατρικής από κοινού με την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου και τις αρχές εξυγίανσης κρατών μελών των οντοτήτων του ομίλου, και μετά από διαβούλευση με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τις αρμόδιες αρχές κρατών μελών των θυγατρικών, καθώς και τις αρχές εξυγίανσης κρατών μελών στα κράτη μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα στον βαθμό που αυτό έχει σημασία για σημαντικό υποκατάστημα, αξιολογεί τον βαθμό στον οποίο όμιλος είναι δυνατόν να εξυγιανθεί χωρίς να απαιτείται καμία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) Οποιαδήποτε έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη, εκτός από τη χρήση του Ταμείου Εξυγίανσης και των σχετικών ρυθμίσεων χρηματοδότησης εξυγίανσης κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 104·

(ii) οποιαδήποτε επείγουσα στήριξη της ρευστότητας από την Κεντρική Τράπεζα ή κεντρική τράπεζα κράτους μέλους·

(iii) οποιαδήποτε στήριξη της ρευστότητας από την Κεντρική Τράπεζα ή κεντρική τράπεζα κράτους μέλους, παρεχόμενη υπό ασυνήθεις όρους εξασφάλισης, διάρκειας και επιτοκίου.

(β) Όμιλος θεωρείται ότι είναι δυνατόν να εξυγιανθεί εάν είναι εφικτό και αξιόπιστο για τις αρχές εξυγίανσης είτε να εκκαθαρίσουν τις οντότητες του ομίλου στο πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας είτε να εξυγιάνουν  τον εν λόγω όμιλο, με την εφαρμογή μέτρων εξυγίανσης επί, και την άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης όσον αφορά, οντοτήτων εξυγίανσης του εν λόγω ομίλου, αποφεύγοντας παράλληλα στο μέγιστο δυνατό βαθμό οποιεσδήποτε σημαντικές δυσμενείς συνέπειες για τα χρηματοπιστωτικά συστήματα της Δημοκρατίας και των κρατών μελών στα οποία βρίσκονται οι οντότητες του ομίλου ή τα υποκαταστήματα, ή άλλων κρατών μελών ή της ΕΕ, ακόμη και σε ευρύτερη χρηματοπιστωτική αστάθεια ή γεγονότα που αφορούν το σύνολο του συστήματος, με προοπτική να διασφαλιστεί η συνέχιση των κρίσιμων λειτουργιών που επιτελούνται από τις εν λόγω οντότητες του ομίλου, είτε διότι αυτές μπορούν να διαχωριστούν εύκολα και εγκαίρως είτε με άλλα μέσα.

(γ) Η αρχή εξυγίανσης, όταν ενεργεί ως η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, ενημερώνει εγκαίρως την ΕΑΤ κάθε φορά που όμιλος θεωρείται ότι δεν είναι δυνατόν να εξυγιανθεί.

(δ) Η αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης του ομίλου εξετάζεται από τα σώματα εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 90 ή 91, κατά περίπτωση.

(2)(α) Για τους σκοπούς της αξιολόγησης της δυνατότητας εξυγίανσης του ομίλου, η αρχή εξυγίανσης εξετάζει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(i) Τα θέματα που προβλέπονται στο άρθρο 18(2)·

(ii) σε περίπτωση που ο όμιλος χρησιμοποιεί ενδοομιλικές εγγυήσεις, τον βαθμό στον οποίο οι εν λόγω εγγυήσεις παρέχονται σε συνθήκες αγοράς και τον βαθμό αρτιότητας των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων όσον αφορά τις εν λόγω εγγυήσεις·

(iii) σε περίπτωση που ο όμιλος προβαίνει σε συναλλαγές αντιστήριξης, τον βαθμό στον οποίο οι εν λόγω συναλλαγές εκτελούνται σε συνθήκες αγοράς και τον βαθμό αρτιότητας των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων όσον αφορά τις εν λόγω συναλλακτικές πρακτικές·

(iv) το βαθμό στον οποίο η χρήση ενδοομιλικών εγγυήσεων ή η εγγραφή συναλλαγών αντιστήριξης αυξάνει τον κίνδυνο μετάδοσης στον όμιλο·

(v) το βαθμό στον οποίο η νομική δομή του ομίλου καθιστά απαγορευτική τη χρήση των μέτρων εξυγίανσης, λόγω του αριθμού των νομικών προσώπων, της πολυπλοκότητας της δομής του ομίλου ή της δυσκολίας ευθυγράμμισης των επιχειρηματικών τομέων με τις οντότητες του ομίλου·

(vi) τον αριθμό και το είδος των υποχρεώσεων υποκείμενων σε διάσωση με ίδια μέσα, του ομίλου·

(vii) σε περίπτωση που η αξιολόγηση αφορά μεικτή εταιρεία συμμετοχών, τον βαθμό στον οποίο η εξυγίανση των οντοτήτων του ομίλου που είναι ιδρύματα ή χρηματοοικονομικά ιδρύματα ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον μη χρηματοπιστωτικό τμήμα του ομίλου·

(viii) κατά πόσον οι σχετικές αρχές τρίτων χωρών διαθέτουν την εξουσία λήψης των αναγκαίων διοικητικών μέτρων για να στηρίξουν τις δράσεις εξυγίανσης από την αρχή εξυγίανσης και τις αρχές εξυγίανσης κρατών μελών, καθώς και τη δυνατότητα συντονισμένης δράσης μεταξύ των αρχών της ΕΕ και των τρίτων χωρών·

(ix) το βαθμό στον οποίο η δομή του ομίλου παρέχει τη δυνατότητα στην αρχή εξυγίανσης να εξυγιάνει ολόκληρο τον όμιλο ή μία ή περισσότερες από τις οντότητες του ομίλου, χωρίς να προκαλέσει σημαντικές άμεσες ή έμμεσες δυσμενείς επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στην εμπιστοσύνη της αγοράς ή στην οικονομία, και με προοπτική να μεγιστοποιήσει την αξία ολόκληρου του ομίλου·

(x) τις ρυθμίσεις και τα μέσα που θα μπορούσαν να διευκολύνουν την εξυγίανση, στις περιπτώσεις ομίλων που έχουν θυγατρικές οι οποίες υπάγονται σε διαφορετικές δικαιοδοσίες·

(xi) την αξιοπιστία της χρησιμοποίησης των μέτρων εξυγίανσης κατά τρόπο που να εξυπηρετεί τους στόχους της εξυγίανσης, δεδομένων των πιθανών επιπτώσεων στους πιστωτές, στους αντισυμβαλλόμενους, στους πελάτες και στους εργαζόμενους, καθώς και των ενδεχόμενων δράσεων τις οποίες μπορεί να αναλάβουν οι αρχές τρίτων χωρών.

(β) Κατά την αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης ενός ομίλου σύμφωνα με την παράγραφο (α), η αναφορά στο άρθρο 18(2) σε ίδρυμα θεωρείται ότι περιλαμβάνει οποιοδήποτε ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο (3)(1)(γ) ή (δ) εντός του ομίλου.

(3)(α) Η αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης του ομίλου σύμφωνα με το παρόν άρθρο γίνεται ταυτόχρονα και για τους σκοπούς της κατάρτισης και της επικαιροποίησης των σχεδίων εξυγίανσης του ομίλου σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15.

(β) Η αξιολόγηση γίνεται με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων του άρθρου 14 ή 15, κατά περίπτωση.

(4)(α) Όταν ένας όμιλος αποτελείται από περισσότερους του ενός ομίλους εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης αξιολογεί τη δυνατότητα εξυγίανσης του κάθε ομίλου εξυγίανσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(β) Η αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) πραγματοποιείται παράλληλα με την αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης ολόκληρου του ομίλου και διενεργείται στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 14 και 15, κατά περίπτωση.