Εξουσία αναστολής ορισμένων υποχρεώσεων

43Α.-(1) Η αρχή εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με την αρμόδια αρχή η οποία ανταποκρίνεται στο αίτημα της αρχής εξυγίανσης για διαβούλευση και η οποία απαντά έγκαιρα, δύναται να αναστέλλει οποιεσδήποτε υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης απορρέουν από οποιαδήποτε σύμβαση στην οποία είναι συμβαλλόμενο μέρος ίδρυμα ή σχετικό πρόσωπο, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Έχει διαπιστωθεί ότι το ίδρυμα ή το σχετικό πρόσωπο τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή ενδεχόμενης αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 42(1)(α)·

(β) δεν υφίσταται άμεσα διαθέσιμο μέτρο του ιδιωτικού τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 42(1)(β) που θα απέτρεπε την κατάσταση αφερεγγυότητας του ιδρύματος ή του σχετικού προσώπου·

(γ) η άσκηση της εξουσίας αναστολής κρίνεται αναγκαία για να αποφευχθεί η περαιτέρω επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών του ιδρύματος ή του σχετικού προσώπου·

(δ) η άσκηση της εξουσίας αναστολής είναι-

(i) αναγκαία για τη πραγματοποίηση της διαπίστωσης που αναφέρεται στο άρθρο 42(1)(γ)· ή

(ii) αναγκαία για την επιλογή των κατάλληλων δράσεων εξυγίανσης ή τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής ενός ή περισσοτέρων μέτρων εξυγίανσης.

(2)(α) Η εξουσία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δεν εφαρμόζεται σε υποχρεώσεις πληρωμής και παράδοσης έναντι των ακόλουθων:

(i) Συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που ορίζονται σύμφωνα με τον περί του Αμετάκλητου του Διακανονισμού στα Συστήματα Πληρωμών και στα Συστήματα Διακανονισμού Αξιογράφων Νόμο και συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων, ως ορίζονται σύμφωνα με την Οδηγία 98/26/ΕΚ, εγκατεστημένων σε κράτος μέλος·

(ii) των κεντρικών αντισυμβαλλόμενων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην ΕΕ σύμφωνα με το Άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και των κεντρικών αντισυμβαλλόμενων τρίτων χωρών, οι οποίοι έχουν αναγνωριστεί από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το Άρθρο 25 του εν λόγω Κανονισμού·

(iii)κεντρικών τραπεζών.

(β)Η αρχή εξυγίανσης καθορίζει το πεδίο εφαρμογής της εξουσίας η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (1), λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις κάθε περίπτωσης. συγκεκριμένα, η αρχή εξυγίανσης αξιολογεί προσεκτικά την καταλληλότητα της επέκτασης της αναστολής σε επιλέξιμες καταθέσεις ως αυτές ορίζονται στο άρθρο 2(1) του περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμου, ιδίως σε καλυπτόμενες καταθέσεις τις οποίες κατέχουν φυσικά πρόσωπα και πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

(3) Η αρχή εξυγίανσης, όταν ασκείται εξουσία αναστολής των υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης σε σχέση με επιλέξιμες καταθέσεις, διασφαλίζει ότι οι καταθέτες έχουν πρόσβαση σε κατάλληλο ημερήσιο ποσό από τις καταθέσεις αυτές.

(4) Η περίοδος της αναστολής σύμφωνα με το εδάφιο (1) είναι όσο το δυνατόν συντομότερη και δεν υπερβαίνει το ελάχιστο χρονικό διάστημα το οποίο κρίνει αναγκαίο η αρχή εξυγίανσης για τους σκοπούς που αναφέρονται στις παραγράφους (γ) και (δ) του εν λόγω εδαφίου. η περίοδος αναστολής σε κάθε περίπτωση δεν διαρκεί περισσότερο από το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη στιγμή που δημοσιεύεται η κοινοποίηση αναστολής σύμφωνα με το εδάφιο (8) έως τα μεσάνυκτα της εργάσιμης ημέρας που ακολουθεί μετά τη δημοσίευση αυτή. κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, η αναστολή παύει να ισχύει.

(5) Κατά την άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1), η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η άσκηση της εξουσίας αυτής στην εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, καθώς και τους ισχύοντες κανόνες δικαίου και τις εποπτικές και δικαστικές εξουσίες, προς διασφάλιση των δικαιωμάτων των πιστωτών και της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών στο πλαίσιο διαδικασίας αφερεγγυότητας. η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει ιδίως υπόψη της την ενδεχόμενη εφαρμογή των κυπριακών διαδικασιών αφερεγγυότητας στο ίδρυμα ή το σχετικό πρόσωπο λόγω της διαπίστωσης του άρθρου 42(1)(γ) και προβαίνει στις ρυθμίσεις που κρίνει κατάλληλες ώστε να εξασφαλίσει τον κατάλληλο συντονισμό με τις κυπριακές διοικητικές ή δικαστικές αρχές.

(6) Όταν οι απορρέουσες από σύμβαση υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης αναστέλλονται δυνάμει του εδαφίου (1), οι υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης οποιωνδήποτε αντισυμβαλλομένων δυνάμει της σύμβασης αυτής αναστέλλονται για το ίδιο χρονικό διάστημα.

(7) Μια υποχρέωση πληρωμής ή παράδοσης, που θα ήταν απαιτητή κατά την περίοδο αναστολής, είναι απαιτητή αμέσως μετά τη λήξη της περιόδου αυτής.

(8)(α) Η αρχή εξυγίανσης ενημερώνει αμελλητί το ίδρυμα ή το σχετικό πρόσωπο και τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 84(1)(α) έως (ι) όταν ασκεί την εξουσία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου μετά τη διαπίστωση ότι τελεί ή ενδέχεται να τελεί υπό κατάσταση αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 42(1)(α) και πριν από τη λήψη της απόφασης για εξυγίανση.

(β) Η αρχή εξυγίανσης δημοσιεύει ή μεριμνά για τη δημοσίευση της πράξης με την οποία αναστέλλονται οι υποχρεώσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου, καθώς και των όρων και της χρονικής διάρκειας της αναστολής, με τα μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 84(3).

(9) Το παρόν άρθρο ισχύει χωρίς επηρεασμό των δυνάμει του κυπριακού δικαίου εξουσιών αναστολής των περί πληρωμής ή παράδοσης υποχρεώσεων των ιδρυμάτων ή των σχετικών προσώπων πριν από τη διαπίστωση ότι τα εν λόγω ιδρύματα ή σχετικά πρόσωπα τελούν υπό κατάσταση αφερεγγυότητας ή ενδεχόμενης αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 42(1)(α), και χωρίς επηρεασμό των δυνάμει του κυπριακού δικαίου εξουσιών αναστολής των περί πληρωμής ή παράδοσης υποχρεώσεων των ιδρυμάτων ή των σχετικών προσώπων τα οποία πρόκειται να εκκαθαριστούν στο πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας, οι οποίες εξουσίες δυνάμει του κυπριακού δικαίου υπερβαίνουν το πεδίο εφαρμογής και τη διάρκεια που προβλέπονται στο παρόν άρθρο:

Νοείται ότι, οι εν λόγω εξουσίες δυνάμει του κυπριακού δικαίου ασκούνται σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής, τη διάρκεια και τους όρους που προβλέπονται στο κυπριακό δίκαιο:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι όροι που προβλέπονται στο παρόν άρθρο δεν θίγουν τους όρους που αφορούν τις δυνάμει του κυπριακού δικαίου προαναφερόμενες εξουσίες για την αναστολή των περί πληρωμής ή παράδοσης υποχρεώσεων.

(10) Όταν η αρχή εξυγίανσης ασκεί την εξουσία για αναστολή υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης όσον αφορά ένα ίδρυμα ή σχετικό πρόσωπο σύμφωνα με το εδάφιο (1), η αρχή εξυγίανσης δύναται επίσης, κατά τη διάρκεια της αναστολής-

(α) να απαγορεύει σε εχεγγύους εγγυητές του εν λόγω ιδρύματος ή σχετικού προσώπου να προβαίνουν σε αναγκαστική εκτέλεση συμφωνιών παροχής ασφάλειας σε σχέση με οποιοδήποτε από τα στοιχεία ενεργητικού του εν λόγω ιδρύματος ή του σχετικού προσώπου, για το ίδιο χρονικό διάστημα, στην οποία περίπτωση εφαρμόζεται το άρθρο 72(2), (3) και (4)· και

(β) να αναστέλλει τα δικαιώματα καταγγελίας οποιουδήποτε συμβαλλόμενου μέρους μιας σύμβασης με το εν λόγω ίδρυμα ή το σχετικό πρόσωπο, για το ίδιο χρονικό διάστημα, στην οποία περίπτωση εφαρμόζεται το άρθρο 73(2) έως (7).

(11) Σε περίπτωση που, μετά τη διαπίστωση ότι το ίδρυμα ή σχετικό πρόσωπο τελεί ή ενδέχεται να τελεί υπό κατάσταση αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 42(1)(α), η αρχή εξυγίανσης έχει ασκήσει την εξουσία αναστολής υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης δυνάμει του εδαφίου (1) ή (10) και εφόσον στη συνέχεια αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης έναντι αυτού του ιδρύματος ή σχετικού προσώπου, η αρχή εξυγίανσης δεν ασκεί τις εξουσίες της δυνάμει του άρθρου 71(1), του άρθρου 72(1) ή του άρθρου 73(1), όσον αφορά το εν λόγω ίδρυμα ή σχετικό πρόσωπο.