Ευθύνες Αρμόδιας Αρχής, όταν η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος ασφάλισης

15.- Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει ότι -

(α) οι διοικητικές διαδικασίες σχετικά με τη χρήση της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης και της επιστροφής των εξόδων υγειονομικής περίθαλψης που πραγματοποιήθηκε σε άλλο κράτος μέλος, βασίζονται σε αμερόληπτα και χωρίς διακρίσεις κριτήρια που είναι αναγκαία και ανάλογα προς τον επιδιωκόμενο στόχο·

(β) κάθε διοικητική διαδικασία αναφερομένη στην παράγραφο (α) είναι εύκολα προσβάσιμη και κάθε πληροφορία σχετική με τη διαδικασία αυτή διατίθεται στο ενδεδειγμένο επίπεδο. Κάθε διαδικασία εξασφαλίζει ότι τα αιτήματα αντιμετωπίζονται με αντικειμενικότητα και αμεροληψία·

(γ) κάθε διοικητική απόφαση σχετικά με τη χρήση της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης και την επιστροφή των εξόδων υγειονομικής περίθαλψης που πραγματοποιήθηκε σε άλλο κράτος μέλος είναι δεόντως αιτιολογημένη·

(δ) σε περίπτωση που πρόσωπο ασφαλισμένο στην Κυπριακή Δημοκρατία έλαβε διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη και εφόσον αποδεικνύεται αναγκαία η ιατρική παρακολούθησή του, παρέχεται η ίδια ιατρική παρακολούθηση σε αυτόν, με αυτήν που θα του παρείχετο αν η υγειονομική αυτή περίθαλψη είχε παρασχεθεί στο έδαφος της Δημοκρατίας·

(ε) σε περίπτωση που πρόσωπο ασφαλισμένο στην Κυπριακή Δημοκρατία επιδιώκει να λάβει ή λαμβάνει διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη, έχει εξ αποστάσεως πρόσβαση ή λαμβάνει ένα τουλάχιστον αντίγραφο του ιατρικού του φακέλου, που τηρείται στη Δημοκρατία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

(στ) στην περίπτωση που πρόσωπο ασφαλισμένο στη Δημοκρατία επιδιώκει να λάβει διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη λαμβάνεται υπόψη στη διαδικασία πληροφόρησης η συγκεκριμένη ιατρική κατάσταση του ασθενούς, το επείγον του χαρακτήρα του περιστατικού και οι ατομικές του περιστάσεις·

(ζ) στο πλαίσιο των πληροφοριών σχετικά με τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη, γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των δικαιωμάτων που παρέχονται στους ασθενείς δυνάμει του παρόντος Νόμου και εκείνων που απορρέουν από  τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2004.