Διενέργεια κοινού ελέγχου

10Α.-(1) Η αρμόδια αρχή ενός ή περισσότερων κρατών μελών δύναται να ζητήσει από την αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας τη διενέργεια κοινού ελέγχου, η δε λαμβάνουσα την αίτηση αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία ενημερώνει την αιτούσα αρχή για την απόφασή της εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος:

Νοείται ότι, η λαμβάνουσα την αίτηση αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία δύναται να απορρίψει το αίτημα για τη διενέργεια κοινού ελέγχου από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους εφόσον αιτιολογήσει την απόφασή της.

(2)(α) Οι κοινοί έλεγχοι διενεργούνται με πρότερη συμφωνία και συντονισμό, περιλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων, από τις αρμόδιες αρχές του αιτούντος κράτους μέλους, σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις διαδικαστικές απαιτήσεις της αρμόδιας αρχής της Δημοκρατίας και σύμφωνα με τη νομοθεσία της Δημοκρατίας.

(β) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας ορίζει εκπρόσωπο ο οποίος είναι υπεύθυνος να εποπτεύει και να συντονίζει τον κοινό έλεγχο στη Δημοκρατία.

(3)(α) Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των λειτουργών των κρατών μελών που συμμετέχουν στον κοινό έλεγχο, σε περίπτωση κατά την οποία είναι παρόντες σε δραστηριότητες κοινού ελέγχου που πραγματοποιούνται στη Δημοκρατία, καθορίζονται σύμφωνα με τη νομοθεσία της Δημοκρατίας.

(β) Λειτουργοί άλλου κράτους μέλους, ενόσω τηρούν τη νομοθεσία της Δημοκρατίας στην οποία διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου, δεν ασκούν εξουσίες που θα υπερέβαιναν το πεδίο των εξουσιών που τους εκχωρεί η νομοθεσία του κράτους μέλους τους.

(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία, σε περίπτωση που οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου πραγματοποιούνται στη Δημοκρατία, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να-

(α) επιτρέπει στους λειτουργούς άλλων κρατών μελών που συμμετέχουν στις δραστηριότητες του κοινού ελέγχου να διενεργούν συνεντεύξεις με φυσικά πρόσωπα και να εξετάζουν φακέλους μαζί με τους λειτουργούς της Δημοκρατίας, με την επιφύλαξη των διαδικαστικών ρυθμίσεων της αρμόδιας αρχής της Δημοκρατίας·

(β) διασφαλίσει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που συλλέγονται κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων του κοινού ελέγχου δύναται να αξιολογούνται, μεταξύ άλλων και όσον αφορά το παραδεκτό τους, υπό τις ίδιες νομικές προϋποθέσεις που εφαρμόζονται σε περίπτωση ελέγχου που διενεργείται στη Δημοκρατία και στον οποίο συμμετέχουν μόνο οι λειτουργοί της αρμόδιας αρχής της Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων ενδεχόμενης διαδικασίας καταγγελίας, επανεξέτασης ή προσφυγής· και

(γ) διασφαλίσει ότι το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που υπόκεινται σε κοινό έλεγχο ή επηρεάζονται από αυτόν απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα και έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις όπως στην περίπτωση ελέγχου στον οποίο συμμετέχουν μόνο οι λειτουργοί της αρμόδιας αρχής της Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων ενδεχόμενης διαδικασίας καταγγελίας, επανεξέτασης ή προσφυγής.

(5)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία και οι αρμόδιες αρχές ενός ή περισσότερων κρατών μελών διενεργούν κοινό έλεγχο, επιδιώκουν να συμφωνήσουν για τα πραγματικά περιστατικά και τις περιστάσεις που αφορούν στον κοινό έλεγχο και επιδιώκουν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τη φορολογική κατάσταση του ελεγχόμενου προσώπου ή των ελεγχόμενων προσώπων βάσει των αποτελεσμάτων του κοινού ελέγχου.

(β) Οι διαπιστώσεις του κοινού ελέγχου ενσωματώνονται σε τελική έκθεση.

(γ) Τα θέματα επί των οποίων συμφωνούν η αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία και οι αρμόδιες αρχές ενός ή περισσότερων κρατών μελών αποτυπώνονται στην τελική έκθεση και λαμβάνονται υπόψη στις σχετικές πράξεις που εκδίδονται από την αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία και τις αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών μετά τον κοινό έλεγχο.

(6) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (5), οι πράξεις της αρμόδιας αρχής στη Δημοκρατία μετά από κοινό έλεγχο και ενδεχόμενες περαιτέρω διαδικασίες που διεξάγονται στη Δημοκρατία, περιλαμβανομένης απόφασης φορολογικών αρχών, σχετικής διαδικασίας προσφυγής ή διακανονισμού, πραγματοποιούνται σύμφωνα με τη νομοθεσία της Δημοκρατίας.

(7) Το ελεγχόμενο πρόσωπο ενημερώνεται για το αποτέλεσμα του κοινού ελέγχου, συνοδευόμενο από αντίγραφο της τελικής έκθεσης, εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία εκπόνησης της τελικής έκθεσης.