Αδικήματα και ποινές

112.-(1) Πρόσωπο που παραλείπει να συμμορφωθεί με ή παραβαίνει οποιαδήποτε από τις απαγορευτικές ή επιτακτικές διατάξεις των άρθρων 80, 81, 82, 95, 106, 108, 109, 110, 111 ή 114 του παρόντος Νόμου ή οποιουσδήποτε όρους ή περιορισμούς που επιβάλλονται σε οποιαδήποτε άδεια η οποία χορηγήθηκε δυνάμει του παρόντος Μέρους, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δώδεκα χιλιάδες ευρώ (€12.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Σε περίπτωση καταδίκης για οποιοδήποτε αδίκημα που αφορά τη λήψη νερού κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άδειας που χορηγήθηκε δυνάμει αυτού, το Δικαστήριο δύναται, επιπλέον των ποινών που προβλέπονται στο εδάφιο (1), να διατάξει την καταβολή στο Διευθυντή της αξίας του νερού που έχει ληφθεί παράνομα, όπως εύλογα εκτιμάται από το Διευθυντή.

(3) Με την καταδίκη προσώπου για αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 80 του παρόντος Νόμου, το Δικαστήριο διατάσσει την πλήρωση (μόλωμα) ή το σφράγισμα ή το κλείσιμο οποιουδήποτε φρέατος, ή την κατεδάφιση ή την καταστροφή άλλου έργου υδροληψίας ή έργου συγκράτησης, που ανορύχθηκε ή κατασκευάστηκε χωρίς άδεια ή κατά παρέκκλιση από τους όρους και περιορισμούς που επιβλήθηκαν στην άδεια, με έξοδα του προσώπου που καταδικάστηκε, εντός τέτοιας προθεσμίας όπως καθορίζεται στη διαταγή του Δικαστηρίου, που να μην υπερβαίνει όμως σε καμιά περίπτωση τους δύο (2) μήνες, εκτός αν στο μεταξύ χορηγηθεί ή ληφθεί η άδεια ή η γραπτή συγκατάθεση του Διευθυντή:

Νοείται ότι, ο Διευθυντής δύναται, κατά τη χορήγηση τέτοιας άδειας, ή κατά την παροχή τέτοιας συγκατάθεσης, να επιβάλει τέτοιους όρους ή προϋποθέσεις όπως ήθελαν φανεί σε αυτόν αναγκαίοι ή επιθυμητοί.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), για οποιοδήποτε αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση του παρόντος Μέρους, το Δικαστήριο δύναται, σε περίπτωση καταδίκης, επιπλέον οποιασδήποτε ποινής την οποία δύναται να επιβάλει, να διατάξει:

(α) Την πλήρωση, το κλείσιμο ή την καταστροφή του φρέατος ή άλλου έργου αναφορικά ή σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα, με έξοδα του προσώπου που καταδικάστηκε, εντός τέτοιας περιόδου όπως καθορίζεται στη διαταγή του Δικαστηρίου, που να μην υπερβαίνει όμως σε καμιά περίπτωση τους δύο (2) μήνες, εκτός αν η άδεια ή η γραπτή συγκατάθεση του Διευθυντή χορηγηθεί ή ληφθεί στο μεταξύ, ή να διατάξει οτιδήποτε δυνατό να φανεί στο Δικαστήριο αναγκαίο υπό τις περιστάσεις,

(β) την κατάσχεση της διατρητικής μηχανής ή άλλων οχημάτων, μηχανημάτων και εξοπλισμού σε σχέση με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα, ή

(γ) την αλλαγή, την επισκευή ή την αντικατάσταση των υδατικών εγκαταστάσεων σε σχέση με τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα, κατά τρόπο ώστε αυτές να ικανοποιούν τις απαιτήσεις των δυνάμει του παρόντος Νόμου Κανονισμών, καθώς και των όρων των αδειών που εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(5) Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί διάταγμα, δυνάμει του εδαφίου (3) ή του εδαφίου (4), παραλείπει ή αμελεί να συμμορφωθεί με το διάταγμα αυτό, είναι νόμιμο για οποιοδήποτε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται από το Διευθυντή, να εκτελέσει τέτοιο διάταγμα και οποιαδήποτε έξοδα προκύψουν από την εφαρμογή αυτού καταβάλλονται στο Διευθυντή από το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα και τα έξοδα αυτά θεωρούνται ότι αποτελούν ποινή κατά την έννοια του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, και η καταβολή αυτών εκτελείται ανάλογα.

(6) Πρόσωπο εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (3) ή του εδαφίου (4), και το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με το διάταγμα αυτό, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€8.500) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(7) Πρόσωπο το οποίο παρακωλύει ή εμποδίζει οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από το Διευθυντή, όπως προνοείται στο εδάφιο (5), να εκτελέσει οποιοδήποτε διάταγμα που εκδόθηκε από το Δικαστήριο δυνάμει του εδαφίου (3) ή του εδαφίου (4) είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια εφτακόσια ευρώ (€1.700) ή και στις δύο αυτές ποινές.