Ρευστοποιήσιμη περιουσία, προνομιούχα χρέη, απαγορευμένες δωρεές και απαγορευμένες μεταβιβάσεις

13. (1) Στον παρόντα Νόμο, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), "ρευστοποιήσιμη περιουσία" σημαίνει-

(α) Περιουσία την οποία έχει ο κατηγορούμενος είτε αυτή βρίσκεται  στο έδαφος  της Κυπριακής Δημοκρατίας είτε βρίσκεται στο εξωτερικό˙ και

(β) περιουσία την οποία έχει άλλο πρόσωπο προς το οποίο ο κατηγορούμενος άμεσα ή έμμεσα προέβη σε απαγορευμένη από τον παρόντα Νόμο δωρεά της συγκεκριμένης αυτής περιουσίας ή περιουσία που έχει άλλο πρόσωπο προς το οποίο ο κατηγορούμενος άμεσα ή έμμεσα προέβη σε απαγορευμένη μεταβίβαση περιουσίας είτε αυτή βρίσκεται  στο έδαφος  της Κυπριακής Δημοκρατίας είτε βρίσκεται στο εξωτερικό:

Νοείται ότι, για σκοπούς της παραγράφου (β), η απαγορευμένη μεταβίβαση περιουσίας περιλαμβάνει το προϊόν του αδικήματος ή άλλη περιουσία η αξία της οποίας είναι ισοδύναμη με το προϊόν του αδικήματος.

(2) Στην έννοια της ρευστοποιήσιμης περιουσίας δεν περιλαμβάνεται οποιαδήποτε περιουσία η οποία υπόκειται σε κατάσχεση με βάση διάταγμα δικαστηρίου το οποίο εκδόθηκε σε ποινική υπόθεση.

(3) Για τους σκοπούς των άρθρων 11 και 12 το ποσό το οποίο δύναται, κατά την έκδοση του διατάγματος δήμευσης, να εξασφαλισθεί είναι-

(α) Το σύνολο των αξιών όλης της ρευστοποιήσιμης περιουσίας την οποία έχει ο κατηγορούμενος κατά την έκδοση του διατάγματος˙

(β) πλέον το σύνολο όλων των αξιών των κατά την έκδοση του διατάγματος απαγορευμένων από το Νόμο δωρεών ή απαγορευμένων μεταβιβάσεων περιουσίας˙

(γ) μείον το σύνολο των υποχρεώσεων οι οποίες, κατά την έκδοση του διατάγματος, έχουν, σύμφωνα με το εδάφιο (6), προτεραιότητα.

(4) Τηρουμένων των ακόλουθων προνοιών του παρόντος άρθρου, αξία περιουσίας, εκτός από μετρητά, είναι-

(α) Η αγοραία αξία της περιουσίας, όταν αυτή ανήκει αποκλειστικά σε ένα πρόσωπο˙

(β) σε περίπτωση κατά την οποία και άλλο πρόσωπο έχει συμφέρον στην εν λόγω περιουσία, η αγοραία αξία της περιουσίας μείον το ποσό το οποίο απαιτείται για την ικανοποίηση του συμφέροντος του άλλου προσώπου και την ακύρωση οποιασδήποτε επιβάρυνσης, εξαιρουμένης επιβάρυνσης με βάση επιβαρυντικό διάταγμα.

(5) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, αναφορά στην αξία δωρεάς σημαίνει την αξία της περιουσίας στην ανοικτή αγορά κατά το χρόνο της έκδοσης του διατάγματος δήμευσης ή κατά το χρόνο της δωρεάς, αν η αξία της τότε ήταν μεγαλύτερη από την αξία της κατά την έκδοση του διατάγματος δήμευσης.

(6) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3) οι υποχρεώσεις του κατηγορουμένου οι οποίες έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων είναι-

(α) Οι υποχρεώσεις για την καταβολή χρηματικών ποινών οι οποίες επιβλήθηκαν πριν από την έκδοση του διατάγματος δήμευσης ή άλλων ποσών πληρωτέων δυνάμει διατάγματος του δικαστηρίου το οποίο εκδόθηκε πριν από την έκδοση του διατάγματος δήμευσης˙

(β) η υποχρέωσή του για την πληρωμή ποσών τα οποία θα περιλαμβάνονται μεταξύ των προνομιούχων χρεών του κατηγορουμένου, αν κατά την έκδοση του διατάγματος δήμευσης κηρυσσόταν σε πτώχευση ή, προκειμένου περί εταιρείας, αν διαταζόταν η διάλυσή της˙

(γ) οποιαδήποτε άλλη καλόπιστη απαίτηση εναντίον του κατηγορουμένου την οποία το δικαστήριο κρίνει κατάλληλη για να της δοθεί προτεραιότητα με την επιβολή των όρων που το δικαστήριο κρίνει δίκαιους υπό τις περιστάσεις

και "Προνομιούχα χρέη" στο εδάφιο αυτό σημαίνει-

(i) Σχετικά με πτώχευση, τα χρέη τα οποία πληρώνονται κατά προτεραιότητα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 38 του περί Πτωχεύσεως Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, ως εάν ήταν η ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος δήμευσης η ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος παραλαβής˙

(ii) σχετικά με διάλυση εταιρείας, τα χρέη τα οποία πληρώνονται κατά προτεραιότητα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, ως εάν ήταν η ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος δήμευσης η ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος διάλυσης της εταιρείας˙

(iii) σχετικά τόσο με πτώχευση φυσικού προσώπου όσο και με διάλυση εταιρείας, οι απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (γ) του παρόντος εδαφίου.

(7) Οι δωρεές, περιλαμβανομένων και των δωρεών που έγιναν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, που θεωρούνται απαγορευμένες από τον Νόμο αυτό είναι-

(α) Όσες έγιναν από τον κατηγορούμενο κατά τα τελευταία έξι έτη πριν από την έναρξη της ποινικής διαδικασίας εναντίον του˙ ή

(β) όσες έγιναν από τον κατηγορούμενο οποτεδήποτε και αφορούν περιουσία-

(i) Την οποία αποδέχτηκε ο κατηγορούμενος ως δωρεά σε σχέση με γενεσιουργό αδίκημα το οποίο διέπραξε ο ίδιος ή άλλο πρόσωπο˙ ή

(ii) η οποία εξολοκλήρου ή μερικώς αντιπροσωπεύει άμεσα ή έμμεσα περιουσία την οποία αποδέχτηκε σε σχέση με γενεσιουργό αδίκημα το οποίο διέπραξε ο ίδιος ή άλλο πρόσωπο˙ ή

(γ) όσες έγιναν από τον κατηγορούμενο μετά την έναρξη της ποινικής διαδικασίας εναντίον του.

(8) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ο κατηγορούμενος λογίζεται ότι προβαίνει σε δωρεά και σε περίπτωση που άμεσα ή έμμεσα μεταβιβάζει περιουσία με αντάλλαγμα σημαντικά χαμηλότερο της πραγματικής αξίας της περιουσίας κατά το χρόνο της μεταβίβασης. Στην περίπτωση αυτή οι προηγούμενες πρόνοιες του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ως εάν προέβη o κατηγορούμενος στη δωρεά εκείνου του μέρους της περιουσίας το οποίο σε σύγκριση με την αξία ολόκληρης της περιουσίας αντιπροσωπεύει το ποσοστό της διαφοράς μεταξύ της αξίας του ανταλλάγματος το οποίο δέχτηκε για τη μεταβίβασή της και της πραγματικής αξίας της περιουσίας κατά το χρόνο της μεταβίβασης.

(9) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου –

“απαγορευμένη μεταβίβαση περιουσίας” σημαίνει  άμεση ή έμμεση μεταβίβαση ή μεταφορά από τον κατηγορούμενο του προϊόντος του αδικήματος σε άλλο πρόσωπο, όταν το άλλο πρόσωπο γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει ότι ο σκοπός της μεταβίβασης ή της μεταφοράς είναι να αποφευχθεί η δήμευση και το γεγονός αυτό συνάγεται με βάση συγκεκριμένα στοιχεία και περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένου του ότι η μεταβίβαση ή η μεταφορά πραγματοποιήθηκε χωρίς αντάλλαγμα ή με αντάλλαγμα σημαντικά κατώτερο από την αγοραία αξία της εν λόγω περιουσίας·

“κατηγορούμενος” περιλαμβάνει πρόσωπο για το οποίο υπάρχει εύλογη υποψία ότι δύναται να κατηγορηθεί για διάπραξη αδικήματος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

(10) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των εδαφίων (8) και (9), τα δικαιώματα καλόπιστων τρίτων διαφυλάσσονται.