Ορισμός εξαναγκασμού

10. Για τους σκοπούς του εδαφίου (7) του άρθρου 9, εξαναγκασμός σημαίνει τη διάπραξη ή την απειλή διάπραξης πράξης απαγορευμένης από τον Ποινικό Κώδικα, ανεξάρτητα αν αυτός είναι σε ισχύ ή όχι στον τόπο όπου ασκείται ο εξαναγκασμός, ή την παράνομη κατακράτηση ή την απειλή κατακράτησης προσώπου ή περιουσιακού στοιχείου, προς βλάβη οποιουδήποτε προσώπου, η οποία γίνεται με πρόθεση να αναγκαστεί πρόσωπο να συναινέσει στη δωρεά ανθρώπινων ιστών και/ ή κυττάρων και/ή παράγωγων προϊόντων.